Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΙ ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΠΑΤΑΝΤΖΑΛΙ





ΟΙ ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΠΑΤΑΝΤΖΑΛΙ
Ερμηνεία από τον Γουίλιαμ Κ. Τζατζ

ΑΦΙΕΡΩΣΗ
Αυτό το Βιβλίο προσφέρεται στο Βωμό
Της Υπόθεσης των Διδασκάλων
Και Αφιερώνεται στην
Ε. Π. Μπλαβάτσκυ που Τους Υπηρέτησε.
Κάθε ενδιαφέρον για τους Καρπούς
Ή τα Αποτελέσματά του
Εγκαταλείπεται:
Θα τα αναλάβει το Κάρμα
Και τα Μέλη
Της Θεοσοφικής Εταιρείας.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ της ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

Η παρούσα έκδοση των Αφορισμών του Πατάντζαλι δεν προτείνεται ως μια νέα μετάφραση ούτε ως μια κατά λέξη απόδοση του πρωτοτύπου.

Το 1885, έγινε στη Βομβάη η έκδοση των Αφορισμών του Πατάντζαλι από τον κ. Τούκεραμ Τατία, Μέλος της Θεοσοφικής Εταιρείας και έκτοτε κυκλοφόρησε ευρέως μεταξύ των μελών της σε όλο τον κόσμο. Μελετήθηκαν, όμως, μόνο από εκείνους που γνώριζαν το Ινδικό φιλοσοφικό σύστημα αρκετά ώστε να μπορούν να κατανοήσουν το πραγματικό νόημα τους, παρά τις μεγάλες και ιδιόμορφες δυσκολίες, λόγω της πληθώρας των παρενθέσεων και των παρεμβαλλόμενων προτάσεων που περιείχαν όχι μόνο οι Αφορισμοί αλλά και οι αποκαλούμενες επεξηγηματικές σημειώσεις. Για τους περισσότερους αναγνώστες οι δυσκολίες αυτές αποτελούν σχεδόν ανυπέρβλητο εμπόδιο. Αυτό, λοιπόν, οδήγησε στην προετοιμασία της παρούσας έκδοσης που αποπειράται να διασαφηνίσει ένα έργο που θεωρείται εξαιρετικής σημασίας για τους σοβαρούς μελετητές.

Ίσως κάποιοι δύστροποι κριτικοί ισχυριστούν ότι χειριστήκαμε ελεύθερα το κείμενο και, εάν η παρούσα έκδοση αποτελούσε μια κατά λέξη μετάφραση,η κατηγορία θα ευσταθούσε. Αντί μεταφράσεως, προσφέρεται σαν ερμηνεία, σαν τη σκέψη του Πατάντζαλι ενδεδυμένη στη δική μας γλώσσα. Δεν χειριστήκαμε ελεύθερα το σύστημα του μεγάλου Σοφού, αλλά προσπαθήσαμε να το ερμηνεύσουμε πιστά για τον Δυτικό νου που δεν γνωρίζει τους Ινδουιστικούς τρόπους έκφρασης και που δεν είναι εξοικειωμένος με τη φιλοσοφία και τη λογική των Ινδουιστών.

Λίγα, έως ελάχιστα, μπορούν να αναφερθούν για τη ζωή του Πατάντζαλι. Στο Ρούντρα Τζαμάλα,  το Βριχαμαντικεσβάρα και το Πάντμα – Πουράνα υπάρχουν λιγοστές αναφορές, που λίγο – πολύ αγγίζουν το θρύλο και που αφορούν στη γέννησή του. Λέγεται ότι γεννήθηκε στη Παβρίτα – Βάρσα κι ότι η μητέρα του ήταν η Σάτι, σύζυγος του Ανγκίρας. Κατά την παράδοση, μόλις γεννήθηκε, μίλησε για πράγματα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, επιδεικνύοντας νοημοσύνη και οξυδέρκεια ενός σοφού, αν και μόλις βρέφος. Λέγεται ότι παντρεύτηκε κάποια Λολούπα, την οποίαν βρήκε σε μια κουφάλα δέντρου στο βόρειο τμήμα του Σουμερού και ότι έζησε μέχρι τα βαθιά γεράματα. Κάποτε, προπηλακιζόμενος από κατοίκους του Bhotabhandra, ενώ εκτελούσε θρησκευτική αυτοπειθαρχία, τους μετέτρεψε σε στάχτη με φωτιά που βγήκε από το στόμα του.

Εύκολα βλέπει κανείς, ότι οι διηγήσεις αυτές ανήκουν στον θρύλο και ότι είναι συμβολικές. Η Παβρίτα – Βάρσα δεν υπάρχει στην Ινδία αλλά σε κάποια ουράνια κατοικία. Το καθαυτό όνομα της Ινδίας είναι Μπχαράτα Βάρσα. «Εκεί και μόνο εκεί, υπάρχουν οι τέσσερις εποχές ή Γιούγκα – η Κρίτα, η Τρέτα, η Ντβαπάρα και η Κάλι. Εδώ, οι πιστοί τελούν αυτοπειθαρχία και οι ιερείς θυσίες. Υπο αυτή την έννοια, η Μπχαράτα είναι η καλύτερη περιφέρεια. Γιατί αυτή είναι η γη των έργων, ενώ οι άλλες είναι τόποι απόλαυσης». Στην Μπαγκαβάτ – Πουράνα αναφέρεται: «Ανάμεσα στις Βάρσα, μόνο η Μπχαράτα είναι η γη των έργων. Οι υπόλοιπες οκτώ (περιλαμβανομένης και της Παβρίτα – Βάρσα) είναι τόποι όπου οι ουράνιοι απολαμβάνουν το υπόλοιπο της ανταμοιβής των έργων τους.».  Επειδή η Μπχαράτα – Βάρσα είναι τμήμα του Jambudwipa, γνωστό ως Ινδία, και οι άλλες Βάρσα είναι για τους ουράνιους, έπεται ότι η σχετική με τη γενέτειρα του Πατάντζαλι διήγηση δεν μπορεί ουσιαστικά να θεωρηθεί αξιόπιστη. Μπορεί να πρόκειται για τη συνηθισμένη αρχαία μέθοδο για να δείξουν πώς μεγάλοι σοφοί κατεβαίνουν πότε – πότε από άλλες σφαίρες για να βοηθήσουν και να ευεργετήσουν τον άνθρωπο.
Υπάρχει, όμως, κι άλλος ένας Πατάντζαλι που αναφέρεται στα Ινδικά βιβλία. Αυτός γεννήθηκε στη Γκονάρντα της Ανατολικής Ινδίας, από όπου έφυγε για να κατοικήσει για κάποιο διάστημα στο Κασμίρ. Ο Καθηγητής Γκόουλντστακερ έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτός ο δεύτερος Πατάντζαλι έζησε και έγραψε περί το 140 π. Χ. Τα κείμενά του ήταν σχόλια πάνω στον μεγάλο γραμματικό Πανίνι και θεωρείται αυθεντία της Σανσκριτικής γλώσσας. Δεν πρέπει να συγχέεται με τον Πατάντζαλι στον οποίον αναφερόμαστε εμείς. Ό,τι έχουμε από τον τελευταίο συνοψίζεται στη  Φιλοσοφία που προτείνει στους Αφορισμούς.

Η ιστορική παράδοση αναφέρει ότι ο Πατάντζαλι πότε θεωρείται μυθικό πρόσωπο και πότε ταυτίζεται με τον συγγραφέα της σανσκριτικής γραμματικής Πατάντζαλι. Πάντως δεν είναι ο εμπνευστής του Γιογκικού συστήματος αλλά αυτός που συνέλεξε τα στοιχεία της μεθόδου από την παράδοση και συγκεντρώνοντας τη διασκορπισμένη γνώση, την συστηματοποίησε στους γνωστούς Αφορισμούς ή Γιόγκα-Σούτρα.
Τα τρία πρώτα βιβλία του θεμελιώδους αυτού έργου ανήκουν στον 2ο π.Χ. αιώνα, ενώ το τέταρτο υπολογίζεται πως είναι του 4ου μ.Χ. Τα Σούτρας του Πατάντζαλι, όπως και το Μαχαμπαράτα που είναι το παλαιότερο έργο του Γιόγκα-Μπασύα αποδιδόμενο στον Βυάσα, τον συγγραφέα του Μαχαμπαράτα, είναι από τα σπουδαιότερα και τα πλέον παλαιά έργα της παγκόσμιας φιλοσοφίας.
Η Ινδική παράδοση αποδίδει το Γιόγκα σε δύο μυθικά πρόσωπα: α) στον Καπίλα= ο ήλιος και β) στον Ιρανυαγκάρμπα που ήταν θεός που πήρε με μια απλή πράξη θέλησης ανθρώπινο σώμα για να διδάξει στους απλούς ανθρώπους την αλήθεια για τον κόσμο, για την ύπαρξη, καθώς και για τη λύτρωση του ανθρώπου από τον τροχό της επαναγέννησης.
Εκτός από τον μύθο που κρύβει το μυστήριο της δημιουργίας καθώς και το μυστικό της μεθόδου, όλες οι σχετικές με το Γιόγκα ιστορικές πληροφορίες βρίσκονται με τη μορφή περικοπών στα Ουπανισάντ τα οποία μαζί με τις Βέδες θεωρούνται από τα αρχαιότερα κείμενα της Ινδίας.

Αναφορικά με τα συστήματα του Γιόγκα, το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να αναφέρουμε μερικές εισαγωγικές παρατηρήσεις που έκανε ο Συντ. Χ. Σ. Όλκοτ, Πρόεδρος της Θεοσοφικής Εταιρείας, στην έκδοση των Αφορισμών που έγινε στη Βομβάη τον Αύγουστο του 1885.
Γράφει:
«Το σύστημα Γιόγκα διαιρείται σε δύο κύρια μέρη – στη Χάθα και στη Ράτζα Γιόγκα. Υπάρχουν πολλές άλλες μικρότερες διαιρέσεις που μπορούν να υπαχθούν στις δύο βασικές. Η Χάθα Γιόγκα προβλήθηκε και εφαρμόστηκε από τον Ματσέντρα Ναθ και τον Goraksh Ναθ και τους οπαδούς τους και από πολλές ομάδες ασκητών εδώ (στην Ινδία). Το σύστημα αυτό ασχολείται, κατά κύριο λόγο, με τη φυσιολογία του ανθρώπου και έχει στόχο να διατηρήσει την υγεία του και να εκπαιδεύσει τη θέλησή του. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, απαιτούνται τόσο δύσκολες διαδικασίες που μόνο λίγοι αποφασισμένοι άνθρωποι μπορούν να περάσουν όλα τα στάδια της άσκησής της, ενώ πολλοί δεν τα καταφέρνουν και κάποιοι έχουν χάσει τη ζωή τους στην προσπάθεια. Γι΄αυτό και όλοι οι φιλόσοφοι την καταδικάζουν απερίφραστα. Ο επιφανέστατος Σανκαρατσάρυα παρατηρεί, στην πραγματεία του Aparokshanubhuti, ότι «το σύστημα της Χάθα Γιόγκα απευθύνεται σε εκείνους που οι εγκόσμιες επιθυμίες τους δεν γαληνεύουν ή δεν ξερριζώνονται». Σε άλλα κείμενα καταφέρεται σκληρά εναντίον αυτής της πρακτικής.

«Αντιθέτως, οι Ράτζα Γιόγκι προσπαθούν να ελέγχουν τον ίδιο τον νου ακολουθώντας τους κανόνες που διατύπωσαν οι μέγιστοι των Αντέπτ».

Οι κανόνες του Πατάντζαλι κάνουν τον σπουδαστή όχι μόνο να αποκτήσει ορθή γνώση του τί είναι και τί δεν είναι πραγματικό, αλλά και να ασκήσει το σύνολο των αρετών. Και, μολονότι τα αποτελέσματα ως προς την ψυχική εξέλιξη δεν είναι τόσο άμεσα ορατά, όπως στην περίπτωση αυτού που επιτυχώς ασκείται στη Χάθα Γιόγκα, ωστόσο, είναι απείρως ασφαλέστερα και οπωσδήποτε πνευματικά, αντίθετα με τα αποτελέσματα της Χάθα Γιόγκα. Στους Αφορισμούς του Πατάντζαλι γίνεται νύξη στις πρακτικές της Χάθα Γιόγκα, όπως στις «στάσεις του σώματος», καθεμία από τις οποίες είναι δυσκολότερη από τις προηγούμενες και στο «κράτημα της αναπνοής». Λέει, όμως, σαφώς ότι η νέκρωση ή ακινητοποίηση του φυσικού σώματος και άλλες πρακτικές έχουν σκοπό είτε να μετριάσουν ορισμένες νοητικές ενοχλήσεις είτε να βοηθήσουν στην ευκολότερη επίτευξη συγκέντρωσης του νου.

Αντίθετα, με τη Χάθα Γιόγκα προκύπτει ψυχική ανάπτυξη με καθυστέρηση ή εις βάρος της πνευματικής φύσης. Αυτές οι τελευταίες πρακτικές και τα αποτελέσματα μπορεί να θέλγουν τον Δυτικό σπουδαστή, αλλά, γνωρίζοντας τις υφιστάμενες εγγενείς φυλετικές δυσκολίες, θεωρούμε ότι δεν υπάρχει μεγάλος φόβος να ακολουθούν πολλοί αυτές τις πρακτικές.

Το παρόν βιβλίο απευθύνεται σε σοβαρούς σπουδαστές και ιδιαίτερα σε όσους έχουν κάποια αμυδρή ιδέα για το τί εννοούσε ο Κρίσνα, όταν έλεγε, στο Μπαγκαβάτ – Γκιτά, ότι μετά από ένα χρονικό διάστημα η πνευματική γνώση αναπτύσσεται εσωτερικά και φωτίζει με τις ακτίνες της όλα τα υποκείμενα και αντικείμενα. Όσοι σπουδάζουν απλώς τους Σανσκριτικούς γλωσσικούς τύπους και αναζητούν νέες αποδόσεις ή κάνουν επίπονες προσπάθειες που στοχεύουν στην αλλαγή των εννοιών των λέξεων και προτάσεων δεν θα βρουν τίποτα σε αυτό το βιβλίο.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Πατάντζαλι δεν είχε ανάγκη να υποστηρίξει ή να ενισχύσει το δόγμα της μετενσάρκωσης, που θεωρείται δεδομένο από αρχής μέχρι τέλους στους Αφορισμούς. Ποτέ δεν του πέρασε από τον νου ότι θα μπορούσε να αμφισβητηθεί ή να χρειάζεται κάποια νέα διατύπωση και εκ μέρους μας γίνεται αναφορά, όχι γιατί έχουμε έστω και ελάχιστη αμφιβολία ως προς την αλήθειά του, αλλά μόνο γιατί βλέπουμε γύρω μας ανθρώπους  που δεν άκουσαν ποτέ για μια τέτοια διδασκαλία, ανθρώπους που, εκπαιδευμένοι μέσα στα φοβερά δόγματα του Χριστιανικού ιερατείου, φαντάζονται ότι, φεύγοντας από αυτή τη ζωή θα απολαύσουν τον παράδεισο ή θα είναι αιώνια καταδικασμένοι στην κόλαση και που ούτε μια στιγμή δεν σταματούν για να ρωτήσουν πού βρισκόταν η ψυχή τους πριν έρθει στη σημερινό σώμα τους.

Χωρίς τη Μετενσάρκωση οι Αφορισμοί του Πατάντζαλι δεν έχουν αξία. Πάρτε για παράδειγμα τον Αφορισμό 18 του 3ου Βιβλίου, όπου αναφέρεται ότι ο ασκητής μπορεί να γνωρίζει ποιές ήταν οι προηγούμενες ενσαρκώσεις του καθώς και οι συνθήκες τους. Ή τον Αφορισμό 13 του 2ου Βιβλίου που λέει ότι εφόσον υπάρχει μια ρίζα πράξεων υπάρχει καρποφορία στην κοινωνική τάξη, στα χρόνια και στην εμπειρία. Και οι δύο συνεπάγονται τη μετενσάρκωση. Στον Αφορισμό 8 του 4ου Βιβλίου η μετενσάρκωση είναι ανάγκη. Δηλώνεται ότι σε κάθε ενσάρκωση, η εκδήλωση των συνεπειών των νοητικών αποθεμάτων που συσσωρεύτηκαν σε προηγούμενες ζωές γίνεται, μόλις λάβει κανείς ακριβώς το είδος του σωματικού και νοητικού σκελετού, της σύστασης και του περιβάλλοντος που θα προκαλέσει την εμφάνισή τους. Από πού προκύπτουν αυτά τα αποθέματα αν όχι από προηγούμενες ζωές στη γη – ή ακόμα και σε άλλους πλανήτες; Πάλι πρόκειται για μετενσάρκωση. Ομοίως, σε όλους τους Αφορισμούς ο νόμος αυτός είναι σιωπηρά παραδεκτός.

Για να καταλάβει κανείς το σύστημα που αναλύεται στο παρόν βιβλίο, πρέπει, επίσης, να παραδεχτεί την ύπαρξη της ψυχής και τη συγκριτική ασημαντότητα του σώματος όπου κατοικεί η ψυχή. Γιατί ο Πατάντζαλι πρεσβεύει ότι η Φύση υπάρχει χάριν της ψυχής, θεωρώντας δεδομένο ότι ο σπουδαστής πιστεύει στην ύπαρξή της. Επομένως, δεν προσπαθεί να αποδείξει κάτι που στις μέρες του ήταν γενικώς παραδεκτό. Λέει, μάλιστα, ότι η ψυχή είναι αυτή που πράγματι βιώνει και γνωρίζει και όχι ο νους, κατά συνέπεια, ο Νους, οριζόμενος είτε ως «εσωτερικό όργανο» είτε ως «σκεπτόμενη αρχή», μολονότι ανώτερος και λεπτοφυέστερος από το σώμα, δεν είναι παρά ένα ακόμα εργαλείο που χρησιμοποιεί η Ψυχή για την απόκτηση εμπειρίας, όπως ακριβώς ο αστρονόμος χρησιμοποιεί το τηλεσκόπιό του  για να βρει  πληροφορίες για τον ουρανό. Ο Νους, όμως, είναι ένας εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας στην προσπάθεια της συγκέντρωσης. Ένας παράγοντας, μάλιστα, χωρίς τον οποίο δεν μπορεί να τελεσφορήσει η συγκέντρωση και γι’ αυτό βλέπουμε στο πρώτο βιβλίο ότι ο Πατάντζαλι δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό το θέμα. Αποδεικνύει ότι ο νους, σύμφωνα με τη δική του διατύπωση, «υφίσταται διακυμάνσεις» από κάθε αντικείμενο ή υποκείμενο που παρουσιάζεται ενώπιόν του ή προς το οποίο κατευθύνεται. Αυτό μπορεί να φανεί καθαρά από το αυθεντικό απόσπασμα του σχολιαστή, που λέει: «Το εσωτερικό όργανο είναι εκεί» - στο Vedanta Paribhasha – «συγκρίνεται με το νερό ως προς την ευκολία του να παίρνει τη μορφή του δοχείου μέσα στο οποίο διοχετεύεται». Όπως το νερό μιας δεξαμενής, κυλώντας από ένα άνοιγμα και εισρέοντας σε μια δεξαμενή μέσα από ένα κανάλι, αποκτά τέσσερεις γωνίες ή κάποιο άλλο σχήμα, έτσι ακριβώς και το σε εκδήλωση εσωτερικό όργανο έχοντας περάσει μέσα από την όραση ή άλλο δίαυλο, και κατευθυνόμενο σε ένα αντικείμενο, όπως σε ένα κυλινδρικό δοχείο, τροποποιείται από τη φόρμα του δοχείου ή κάποιου άλλου αντικειμένου. Αυτή ακριβώς η μεταβλημένη κατάσταση του εσωτερικού οργάνου – ή νου – είναι που ονομάζεται διακύμανσή του». Λαμβάνοντας, λοιπόν, το εσωτερικό όργανο, κατ’ αυτόν τον τρόπο, το σχήμα του αντικειμένου, συγχρόνως, αντανακλώνται το ίδιο και οι ιδιότητές του στην ψυχή. Οι δίαυλοι μέσω των οποίων ο νους θεωρείται ότι κατευθύνεται σε ένα αντικείμενο ή υποκείμενο είναι τα όργανα της όρασης, της αφής, της γεύσης, της ακοής κ.ο.κ. Έτσι, μέσω της ακοής, παίρνει το σχήμα της ιδέας που διατυπώνεται με το λόγο ή μέσω της όρασης, με την ανάγνωση, παίρνει τη μορφή του αναγνώσματος. Και πάλι οι εντυπώσεις, όπως η ζέστη και το κρύο, το τροποποιούν άμεσα και έμμεσα είτε δια των συνειρμών είτε ανακαλώντας ανάλογες μνήμες. Το ίδιο συμβαίνει κι όταν όλες οι αισθήσεις και εντυπώσεις ηρεμούν.

Επιπλέον, θεωρείται ότι αυτό το εσωτερικό όργανο, αν και έχει έμφυτη διάθεση να δέχεται διακυμάνσεις ανάλογα με τα διαρκώς επανερχόμενα ενώπιόν του αντικείμενα – είτε είναι απτά είτε προέρχονται από τη δύναμη αναπαραγωγής των σκέψεων, συνειρμικά ή με άλλο τρόπο, μπορεί να ελέγχεται και να καταλαγιάζει σε μια κατάσταση απόλυτης ηρεμίας. Αυτό εννοεί με την έκφραση «εμποδίζοντας τις διακυμάνσεις». Και εδώ ακριβώς φαίνεται πόσο απαραίτητη είναι η θεωρία πως η ψυχή είναι αυτή που πράγματι βιώνει και γνωρίζει. Γιατί, αν είμαστε μόνο νους ή σκλάβοι του νου, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να φτάσουμε στην πραγματική γνώση, αφού το αδιάκοπο πανόραμα των αντικειμένων αιώνια τροποποιεί τον νου που δεν ελέγχεται από την ψυχή και εμποδίζει διαρκώς την κατάκτηση της πραγματικής γνώσης. Επειδή, όμως, η Ψυχή θεωρείται ανώτερη του Νου, έχει τη δύναμη να τον κατανοεί και να τον συγκρατεί, υπό τον όρο ότι θα θελήσουμε να την βοηθήσουμε σε αυτό το έργο. Μόνο τότε προκύπτει ο πραγματικός στόχος και σκοπός του νου.

Αυτές οι προτάσεις υποδηλώνουν ότι η θέληση δεν εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τον νου αλλά ότι μπορεί να διαχωριστεί από αυτόν. Και ακόμα, ότι η γνώση υφίσταται ως αφαίρεση. Η θέληση και ο νους είναι μόνο όργανα στη διάθεση της ψυχής αλλά για όσο χρόνο μένουμε εγκλωβισμένοι στην υλική ζωή και δεν παραδεχόμαστε ότι μόνο η ψυχή είναι αυτή που πραγματικά γνωρίζει και βιώνει, τα όργανα αυτά σφετερίζονται την κυριαρχία της ψυχής. Γι’ αυτό και στα αρχαία Ινδουιστικά κείμενα αναφέρεται ότι «η Ψυχή είναι φίλος του Εαυτού αλλά κι εχθρός του. Ο δε άνθρωπος πρέπει να ανυψώνει τον εαυτό δια του εαυτού».

Με άλλα λόγια, υπάρχει μια διαρκής πάλη ανάμεσα στον κατώτερο και τον Ανώτερο Εαυτό, όπου οι υλικές ψευδαισθήσεις αδιάκοπα διεξάγουν πόλεμο κατά της Ψυχής, έχοντας πάντα την τάση να έλκουν προς τα κάτω τις εσωτερικές αρχές που, βρισκόμενες μεταξύ ανώτερου και κατώτερου, μπορούν είτε να σωθούν είτε να χαθούν.

Στους Αφορισμούς δεν υπάρχει αναφορά στη θέληση. Μοιάζει να υπονοείται είτε σαν αυτονόητη και παραδεκτή είτε σαν μια από τις δυνάμεις της ίδιας της ψυχής και δεν γίνεται λόγος γι’ αυτήν. Πολλοί αρχαίοι Ινδουιστές συγγραφείς θεωρούν, κι εμείς τείνουμε να συμφωνήσουμε μαζί τους, ότι η Θέληση είναι μια πνευματική δύναμη, λειτουργία ή ιδιότητα διαρκώς παρούσα σε κάθε σημείο του Σύμπαντος. Είναι μια ουδέτερη δύναμη στην οποίαν δεν μπορεί να αποδοθεί καμία ποιότητα καλοσύνης ή κακότητας, αλλά που μπορεί να χρησιμοποιηθεί με όποιο τρόπο θέλει ο άνθρωπος. Εξεταζόμενη υπό το πρίσμα αυτού που στην καθημερινή ζωή ονομάζεται «θέληση», βλέπουμε τη λειτουργία της μόνο σε σχέση με το υλικό σώμα και τον νου που οδηγείται από την επιθυμία. Ιδωμένη σε σχέση με την εκ μέρους του ανθρώπου προσκόλληση στη ζωή είναι πιο μυστηριώδης γιατί η λειτουργία της ξεπερνά την ακτίνα γνώσης του. Εξεταζόμενη σε σχέση με την ανθρώπινη μετενσάρκωση ή με τη συνεχή παρουσία του εκδηλωμένου σύμπαντος σε όλη τη διάρκεια ενός Μανβαντάρα, αποδεικνύεται ότι υπερβαίνει κατά πολύ την κατανόησή μας και ότι έχει ευρύτατο πεδίο δράσης.

Στην καθημερινή ζωή δεν υπηρετεί τον άνθρωπο, αλλά, καθοδηγούμενη, σε αυτή την περίπτωση, αποκλειστικά και μόνο από την επιθυμία, κάνει τον άνθρωπο σκλάβο των επιθυμιών του. Εξ ου και το αρχαίο καμπαλιστικό ρητό «Πίσω από τη Θέληση βρίσκεται η Επιθυμία».

Οι επιθυμίες σέρνουν διαρκώς τον άνθρωπο εδώ κι εκεί, τον κάνουν να προβαίνει σε πράξεις και σκέψεις που δημιουργούν την αιτία και το καλούπι πολλαπλών μετενσαρκώσεων, σκλαβώνοντάς τον σε ένα πεπρωμένο κατά του οποίου επαναστατεί και που αδιάκοπα καταστρέφει και ξαναδημιουργεί το θνητό του σώμα. Είναι λάθος να λέμε για όσους  είναι γνωστοί σαν θεληματικοί άνθρωποι ότι η θέλησή τους είναι απόλυτος υπηρέτης τους, γιατί αυτοί είναι τόσο πολύ προσδεδεμένοι στην επιθυμία ώστε η επιθυμία, ούσα δυνατή, κινητοποιεί τη θέληση σε δράση για την ολοκλήρωση των επιθυμητών στόχων. Καθημερινά, βλέπουμε καλούς και κακούς ανθρώπους να κυριαρχούν σε διάφορες σφαίρες δραστηριότητας. Το να λέμε ότι στον έναν υπάρχει καλή και στον άλλο κακή θέληση είναι προφανώς λάθος και οφείλεται στο ότι εκλαμβάνουμε λανθασμένα τη θέληση, το όργανο ή τη δύναμη, σαν επιθυμία που κινητοποιεί τη θέληση για ένα καλό ή κακό σκοπό. Ο Πατάντζαλι, όμως, κι η σχολή του γνώριζαν πολύ καλά ότι το μυστικό του να κατευθύνεται η θέληση δέκα φορές πιο πολύ από το κανονικό θα μπορούσε να ανακαλυφτεί, αν περιέγραφαν τη μέθοδο και, τότε, κακοί άνθρωποι με ισχυρές επιθυμίες και με έλλειψη συνείδησης θα την χρησιμοποιούσαν κατά των συνανθρώπων τους ατιμωρητί. Ή, επίσης, ότι ακόμα και ειλικρινείς σπουδαστές θα μπορούσαν να παρεκκλίνουν από την πνευματικότητα θαμπωμένοι από τα θαυμαστά αποτελέσματα που θα προέκυπταν από την εκπαίδευση αποκλειστικά και μόνο της θέλησης. Για αυτό τον λόγο, ο Πατάντζαλι σιωπά πάνω σε αυτό το θέμα.

Το σύστημα ορίζει ως προϋπόθεση ότι ο Ισβάρα , το ανθρώπινο πνεύμα, είναι ανέγγιχτο από προβλήματα, έργα, καρπούς πράξεων ή επιθυμίες και όταν παίρνει  σταθερή στάση με απώτερο σκοπό την ένωση με το πνεύμα μέσω της συγκέντρωσης, έρχεται Εκείνο για να βοηθήσει τον κατώτερο εαυτό και τον ανυψώνει βαθμηδόν σε ανώτερα επίπεδα. Σε αυτή τη διαδικασία παρέχεται στη Θέληση σταδιακά όλο και εντονότερη τάση για να ενεργήσει σε διαφορετική κατεύθυνση από αυτή που υποδεικνύουν το πάθος και η επιθυμία. Έτσι απελευθερώνεται από την επικυριαρχία της επιθυμίας και τελικά υποτάσσει και τον ίδιο τον νου. Πριν όμως επιτευχθεί η τελειότητα της πρακτικής, η θέληση εξακολουθεί να δρα σύμφωνα με την επιθυμία, μόνο που η επιθυμία αφορά σε ανώτερα πράγματα μακριά από τα της υλικής ζωής. Το 3ο Βιβλίο έχει σκοπό να προσδιορίσει τη φύση της τελειοποιημένης κατάστασης, που εδώ ονομάζεται Απομόνωση.

 Απομόνωση της Ψυχής σε αυτή τη φιλοσοφία δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος απομονώνεται από τους συνανθρώπους του, γινόμενος ψυχρός και αδιάφορος, αλλά μόνο ότι η Ψυχή απομονώνεται ή ελευθερώνεται από τα δεσμά της ύλης και της επιθυμίας, κατορθώνοντας έτσι να ενεργεί για την επίτευξη του στόχου της Φύσης και της Ψυχής. Κι αυτό αφορά στις ψυχές όλων των ανθρώπων. Αυτός δηλώνεται σαφώς στους Αφορισμούς ότι είναι ο στόχος. Διάφοροι επιπόλαιοι αναγνώστες και στοχαστές, για να μην αναφερθούμε και σε όσους αντιτίθενται στην Ινδουιστική φιλοσοφία, συνηθίζουν να ισχυρίζονται ότι οι Τζιβανμούκτας ή Αντέπτ αποτραβιούνται από τη ζωή των ανθρώπων, από κάθε δραστηριότητα και συμμετοχή στα ανθρώπινα πράγματα και απομονώνονται σε απρόσιτα βουνά, όπου δεν μπορεί να φτάσει στα αυτιά τους η ανθρώπινη φωνή. Μια τέτοια κατηγορία είναι ευθέως αντίθετη προς τα αξιώματα της φιλοσοφίας που ορίζει τη μέθοδο και τον τρόπο για να φτάσει κανείς σε μια τέτοια κατάσταση. Τα Όντα αυτά, βεβαίως, απομακρύνονται από την παρατήρηση των ανθρώπων αλλά, όπως λέει καθαρά η φιλοσοφία, έχουν ως
αντικείμενό τους όλη τη  φύση, περιλαμβανομένων και των ζωντανών ανθρώπων. Μπορεί να μην φαίνονται πως ενδιαφέρονται για πρόσκαιρη πρόοδο ή βελτίωση, αλλά εργάζονται στο παρασκήνιο της αληθινής φώτισης μέχρις ότου έρθει ο καιρός που οι άνθρωποι θα μπορούν να αντέξουν την εμφάνισή τους σε θνητό σχήμα.

Ο όρος «γνώση», όπως χρησιμοποιείται εδώ, έχει ευρύτερη έννοια από αυτή που συνηθίζουμε να του αποδίδουμε. Υποδηλώνει την πλήρη ταυτοποίηση του νου, ασχέτως χρονικής διάρκειας, με κάποιο αντικείμενο ή υποκείμενο στο οποίο εστιάζει. Η σύγχρονη επιστήμη και η μεταφυσική δεν δέχονται ότι ο νους μπορεί να γνωρίζει πέραν των ορίων ορισμένων διδασκαλιών κι αποστάσεων και δεν είναι λίγοι εκείνοι που είτε αρνούνται είτε αγνοούν την ύπαρξη της ψυχής. Για παράδειγμα, θεωρούν ότι δεν μπορεί κανείς να μάθει τα συστατικά και τις ιδιότητες μιας πέτρας χωρίς να εξεταστεί το ίδιο το αντικείμενο με τη βοήθεια της μηχανικής ή της χημείας. Και ότι τίποτα δεν μπορούμε να ξέρουμε για τις σκέψεις ή τα συναισθήματα κάποιου άλλου προσώπου, αν δεν εκφραστούν με λέξεις ή πράξεις.
Εξετάζοντας την ψυχή οι μεταφυσικοί είναι γενικόλογοι και μοιάζουν να φοβούνται την επιστήμη, γιατί δεν είναι δυνατόν να αναλύσει κανείς την ψυχή και να ζυγίσει τα συστατικά της σε μια ζυγαριά. Η Ψυχή και ο Νους καταντούν τότε πεπερασμένα όργανα που παρατηρούν με τη βοήθεια μηχανημάτων ορισμένα φυσικά γεγονότα διαδραματιζόμενα ενώπιόν τους. Ή, στην περίπτωση εθνολογικών ερευνών, θεωρείται ότι μπορούμε να μάθουμε κάποια πράγματα για κατηγορίες ανθρώπων από
παρατηρήσεις που γίνονται μέσω των αισθήσεων, της όρασης, της αφής, της όσφρησης και της ακοής, οπότε ο νους και η ψυχή απλώς καταγράφουν.
Το σύστημα, όμως, αυτό λέει καθαρά ότι ο ασκούμενος  στην πρακτική, που έχει φτάσει σε ορισμένα στάδια, μπορεί να κατευθύνει τον νου του σε μια πέτρα ασχέτως αν αυτή βρίσκεται μακριά ή κοντά ή σε κάποιον άνθρωπο ή κατηγορία ανθρώπων και, μέσω της συγκέντρωσης, να γνωρίσει όλες τις έμφυτες ποιότητες των αντικειμένων αλλά  και τυχόν ιδιαιτερότητες και να γνωρίσει καθετί σχετικό με το υποκείμενο.
 Έτσι, στην περίπτωση, ας πούμε, ενός κατοίκου της Νήσου του Πάσχα, ο ασκητής θα γνωρίζει όχι μόνο ό,τι είναι ορατό από τις αισθήσεις ή που έχει προκύψει από μακρόχρονη παρατήρηση ή έχει καταγραφεί, αλλά και βαθιά εδραιωμένες ποιότητες και με ακρίβεια τη σειρά καταγωγής και εξέλιξης του υπό εξέταση συγκεκριμένου ανθρώπινου είδους.
 Η σύγχρονη επιστήμη δεν μπορεί να μάθει τίποτα για τους κατοίκους της Νήσου του Πάσχα και κάνει μόνο περίεργες εικασίες. Ούτε και μπορεί να πει με βεβαιότητα τί είναι ακριβώς και ποιά η προέλευση ενός έθνους, όπως οι Ιρλανδοί, έθνους που υφίσταται επί τόσο μακρύ χρόνο ενώπιον της επιστήμης. Βρισκόμενος σε ήρεμη κατάσταση, ο ασκούμενος στη Γιόγκα ταυτίζεται απολύτως μέσω της δύναμης της συγκέντρωσης με το υπό εξέταση αντικείμενο, βιώνοντας, πράγματι, ο ίδιος όλα τα φαινόμενα και τις ποιότητες που εμφανίζονται στο αντικείμενο.

Για να μπορέσουν να γίνουν όλα αυτά αποδεκτά, πρώτα – πρώτα απαιτείται να γίνει αποδεκτή η ύπαρξη, η χρήση και λειτουργία ενός αιθερικού διαμέσου που εισχωρεί παντού και το οποίο ονομάζεται από τους Ινδουιστές Αστρικό Φως ή Ακάσα.

Στη γλώσσα της μεταφυσικής, η Παγκόσμια διάχυση αυτού ως γεγονός μέσα στη φύση εκφράζεται με τους όρους «Παγκόσμια Αδελφότητα» και «Πνευματική Ταυτότητα». Με τη βοήθεια και τη χρήση του, οι ποιότητες και κινήσεις όλων των αντικειμένων γίνονται παγκοσμίως αντιληπτές. Είναι η επιφάνεια, τρόπον τινα, πάνω στην οποίαν είναι τοποθετημένες όλες οι ανθρώπινες πράξεις και όλα τα πράγματα, οι σκέψεις και συνθήκες. Ο κάτοικος της Νήσου του Πάσχα προέρχεται από ένα γένος που έχει αφήσει το αποτύπωμά του στο Αστρικό Φως και μεταφέρει ανεξίτηλη την ιστορία της φυλής του. Ο ασκητής, κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης,  εστιάζει την προσοχή του σε αυτό και κατόπιν διαβάζει την καταγραφή που έχει χάσει η Επιστήμη.
Κάθε σκέψη των Χέρμπερτ Σπένσερ, Μιλ, Μπέιν ή του Χάξλεϋ είναι προσδεδεμένη στο Αστρικό Φως μαζί με τα αντίστοιχα φιλοσοφικά συστήματα που  διατύπωσαν και το μόνο που πρέπει να κάνει ο ασκητής είναι να βρει μία μόνο αφετηρία σχετική με κάποιον από αυτούς τους διανοητές και κατόπιν να διαβάσει στο Αστρικό Φως όλα όσα σκέφτηκαν. Από τον Πατάντζαλι και τη σχολή του, τέτοια κατορθώματα σαν τα ανωτέρω έχουν σχέση με την ύλη και όχι με το πνεύμα, αν και στον Δυτικό ακροατή θα ηχήσουν είτε παράδοξα είτε, σε περίπτωση που γίνουν  πιστευτά, σαν συγγενή με το πνεύμα.

Στα πνευματικά και νοητικά πράγματα, οι σύγχρονες σχολές μοιάζουν στον ειλικρινή σπουδαστή αυτής της Φιλοσοφίας οικτρά αδαείς. Το τί μπορεί να είναι το πνεύμα είναι παντελώς άγνωστο, και πράγματι, δεν μπορεί να λεχθεί ακόμα τί δεν είναι. Το ίδιο ισχύει και για τα νοητικά φαινόμενα. Ως προς τα τελευταία δεν υπάρχει τίποτα άλλο παρά ένα συνονθύλευμα συστημάτων. Κανείς δεν γνωρίζει τί είναι ο νους. Ο ένας λέει ότι είναι ο εγκέφαλος κι ο άλλος το αρνείται. Κάποιος άλλος λέει ότι πρόκειται για μια λειτουργία που ένας τέταρτος αρνείται να παραδεχτεί. Ως προς τη μνήμη , τη θέση της, τη φύση και την ουσιαστική της ιδιότητα διατυπώνονται μόνο εμπειρικά συμπεράσματα. Για να εξηγηθεί το απλό γεγονός της ανάμνησης από έναν άνθρωπο κάποιου περιστατικού της νεανικής του ηλικίας, το μόνο που λέγεται είναι ότι έκανε εντύπωση στον νου ή στον εγκέφαλό του, χωρίς καμιά λογική εξήγηση ως προς το τί είναι ο νους ούτε ως προς το πού ή πώς ο εγκέφαλος συγκρατεί τόσο μεγάλο αριθμό εντυπώσεων.

Μέσα σε αυτό το χάος που επικρατεί στα σύγχρονα ψυχολογικά συστήματα, ο μελετητής του Πατάντζαλι δικαιολογημένα υιοθετεί κάτι που, τουλάχιστον, θα δώσει εξηγήσεις παραθέτοντας τον μεγαλύτερο αριθμό στοιχείων. Αυτό είναι που ανακαλύπτει κανείς στις διδασκαλίες που ξαναπαρουσιάζονται από τη Θεοσοφική Εταιρεία και που αφορούν στον άνθρωπο ως Πνεύμα. Ένα Πνεύμα μέσα στη φύση. Στην ταύτιση όλων των πνευματικών όντων και σε όλα τα φαινόμενα που παρουσιάζονται για να τα εξετάσουμε.

Νέα Υόρκη, 1889
Γουίλιαμ Κ. Τζατζ


ΟΙ (ΓΙΟΓΚΑ) ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΠΑΤΑΝΤΖΑΛΙ

ΒΙΒΛΙΟ 1
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ

1. Τώρα, βεβαίως, θα γίνει η ανάλυση της Γιόγκα ή Συγκέντρωσης.

Το Σανσκριτικό μόριο atha, που μεταφράζεται «βεβαίως», υποδηλώνει στον μαθητή ότι ένα ξεχωριστό θέμα πρόκειται να αναλυθεί, απαιτεί την προσοχή του και, επίσης, λειτουργεί σαν ευλογία. Ο Μόνιερ Γουίλιαμς λέει ότι είναι «ένα εναρκτήριο, ευχετικό  μόριο που δεν μπορεί εύκολα να αποδοθεί στα Αγγλικά».

2. Η συγκέντρωση ή το Γιόγκα εμποδίζει τις διακυμάνσεις της σκεπτόμενης αρχής.

Με άλλα λόγια, η έλλειψη συγκέντρωσης της σκέψης οφείλεται στο γεγονός ότι ο νους – που εδώ αποκαλείται «σκεπτόμενη αρχή» - υπόκειται σε συνεχείς διακυμάνσεις λόγω του ότι διαχέεται μέσα σε ένα πλήθος πραγμάτων. Έτσι η «συγκέντρωση» είναι ισοδύναμη προς την επανόρθωση μιας τάσης διάχυσης και προς την επίτευξη αυτού που οι Ινδουιστές ονομάζουν «προσήλωση σε ένα σημείο» ή δύναμη της ανά πάσα στιγμή εστίασης του νου σε ένα σημείο, αποκλείοντας κάθε άλλο.

Αυτός ο Αφορισμός είναι η βάση της μεθόδου του συστήματος. Ο λόγος εξαιτίας του οποίου δεν επιτυγχάνεται συγκέντρωση οιαδήποτε στιγμή είναι ότι ο νους υφίσταται διακυμάνσεις από κάθε υποκείμενο και αντικείμενο που εμφανίζεται ενώπιόν του. Μεταμορφώνεται, τρόπον τινα, σε εκείνο το υποκείμενο ή αντικείμενο. Ο νους, επομένως, δεν είναι η υπέρτατη ή ύψιστη δύναμη. Είναι μόνο μια λειτουργία, ένα όργανο με το οποίο δουλεύει η ψυχή, αισθάνεται εγκόσμια πράγματα και εμπειρίες. Ο εγκέφαλος, ωστόσο, δεν πρέπει να συγχέεται με τον νου, γιατί και ο εγκέφαλος με τη σειρά του δεν είναι παρά όργανο του  νου. Επομένως, το συμπέρασμα είναι ότι ο νους έχει ένα δικό του επίπεδο, ξεχωριστό από την ψυχή και τον εγκέφαλο και αυτό που πρέπει να μάθουμε είναι το να χρησιμοποιούμε τη θέληση, που και αυτή είναι ξέχωρη δύναμη από τον νου και τον εγκέφαλο, με τέτοιο τρόπο ώστε αντί να αφήνουμε τον νου να περνά από ένα υποκείμενο ή αντικείμενο σε κάποιο άλλο ανάλογα με τις διακυμάνσεις τους, να τον έχουμε στην υπηρεσία μας οιαδήποτε στιγμή και για όσο χρόνο θέλουμε, προκειμένου να εξετάσουμε αυτό που έχουμε αποφασίσει.

3. Κατά τη συγκέντρωση η ψυχή παραμένει στην κατάσταση ενός θεατή χωρίς θέαμα.

Εδώ γίνεται αναφορά στην τελειότητα της συγκέντρωσης οπότε, με την παρεμπόδιση των διακυμάνσεων που αναφέρονται στον Αφορισμό 2, η ψυχή έρχεται σε μια κατάσταση ύπαρξης όπου οποιοδήποτε υποκείμενο δεν της αφήνει κανένα χρώμα ή εντύπωση. Η εδώ αναφερόμενη «ψυχή» δεν είναι το Άτμα, που είναι πνεύμα.

4. Σε στιγμές μη συγκέντρωσης, η ψυχή συμβαδίζει με τη διακύμανση του νου.

Αναφέρεται στην ψυχική κατάσταση της καθημερινής ζωής, όταν δεν ασκείται η συγκέντρωση και σημαίνει ότι, όταν το εσωτερικό όργανο, ο νους, επηρεάζεται μέσω των αισθήσεων ή υφίσταται διακύμανση από τη μορφή κάποιου αντικειμένου, άλλο τόσο και η ψυχή – βλέποντας το αντικείμενο μέσω του οργάνου της, του νου – μετατρέπεται, τρόπον τινα, σε εκείνη τη μορφή. Όπως ένα πάλλευκο μαρμάρινο άγαλμα, φωτιζόμενο από ένα πορφυρό φως θα φαίνεται στον θεατή πορφυρό, και θα είναι πορφυρό για το όργανο της όρασης, για όσο χρόνο αυτό το χρωματιστό φως θα πέφτει επάνω του.

5. Οι νοητικές διακυμάνσεις είναι πέντε ειδών και είναι είτε δυσάρεστες είτε όχι.

6. Είναι η Ορθή Γνώση, η Λανθασμένη Γνώση, η Φαντασία, ο Ύπνος και η Μνήμη.

7. Η Ορθή Γνώση είναι αποτέλεσμα της Αντιληπτικότητας, της Επαγωγής και της Μαρτυρίας.

8. Η Λανθασμένη Γνώση είναι Λανθασμένη Ιδέα που προκύπτει από έλλειψη της Ορθής Γνώσης.

9. Η Φαντασία είναι μια ιδέα που στερείται πραγματικής βάσης και ακολουθεί το νόημα που μεταβιβάζουν οι λέξεις.

Όπως για παράδειγμα, οι εκφράσεις «τα κέρατα του λαγού» και «το κεφάλι του Ραχού», καμιά από τις οποίες δεν εκφράζει κάποια έννοια που το αντίστοιχό της υπάρχει στη φύση.

Ακούγοντας κάποιος την έκφραση «το κεφάλι του Ραχού» φυσιολογικά φαντάζεται ότι υπάρχει ένας Ραχού που έχει ένα κεφάλι, ενώ ο Ραχού – μυθικό τέρας που προκαλούσε εκλείψεις καταπίνοντας τον ήλιο – είχε μόνο κεφάλι και καθόλου σώμα. Και παρόλο που η έκφραση «τα κέρατα του λαγού» χρησιμοποιείται συχνά, είναι πασίγνωστο ότι δεν υπάρχει τέτοιο πλάσμα στη φύση. Κατά τον ίδιο, ακριβώς, τρόπο οι άνθρωποι εξακολουθούν να αναφέρονται στην «ανατολή» και «δύση» του ηλίου αν και πιστεύουν στην αντίθετη θεωρία.

10. Ο Ύπνος είναι εκείνη η νοητική διακύμανση που προκύπτει όταν ο νους αφήνει εκτός κάθε αντικείμενο, εφόσον όλες οι σε εγρήγορση αισθήσεις και ιδιότητες βυθίζονται σε προσωρινή αδράνεια.

11. Η Μνήμη είναι η διατήρηση ενός αντικειμένου που κάποιος έχει βιώσει.

12. Η παρακώλυση των νοητικών διακυμάνσεων που ήδη αναφέρθηκαν επιτυγχάνεται με Άσκηση και Αταραξία.

13. Άσκηση είναι η μη διακοπτόμενη ή επαναλαμβανόμενη προσπάθεια προκειμένου να παραμείνει ο νους σε κατάσταση αταραξίας.

Δηλαδή, για να επιτύχουμε τη συγκέντρωση πρέπει, ξανά και ξανά, να προσπαθήσουμε να ασκήσουμε τέτοιο έλεγχο επί του νου, ώστε να μπορούμε, όποτε κρίνεται απαραίτητο, να τον περιορίζουμε σε κατάσταση αταραξίας ή να τον επικεντρώνουμε σε ένα μόνο σημείο αποκλείοντας όλα τα άλλα.

14. Αυτή η άσκηση απαιτεί σταθερή στάση στην οποία πρέπει να μείνει κανείς επί μακρό χρόνο χωρίς διακοπή.

Ο σπουδαστής δεν πρέπει να βγάλει το συμπέρασμα ότι δεν θα μπορέσει ποτέ να πετύχει τη συγκέντρωση παρά μόνο αν της αφιερώσει κάθε στιγμή της ζωής του, γιατί οι λέξεις «χωρίς διακοπή» ισχύουν μόνο για το χρονικό διάστημα που ορίζεται για τη συγκεκριμένη άσκηση.

15. Αταραξία είναι το να έχει ξεπεράσει κάποιος τις επιθυμίες του.

Δηλαδή - η επίτευξη μιας κατάστασης ύπαρξης όπου η συνειδητότητα δεν επηρεάζεται από πάθη, επιθυμίες και φιλοδοξίες, που συντελούν στη δημιουργία νοητικών διακυμάνσεων.

16. Η απόλυτη αταραξία είναι αδιαφορία για καθετί άλλο εκτός από την ψυχή και αυτή η αδιαφορία προκύπτει από τη γνώση της ψυχής καθώς διακρίνεται από όλα τα άλλα.

17. Υπάρχει ένα είδος διαλογισμού που ονομάζεται «διαλογισμός της διακριτής γνώσης» με τετραπλό χαρακτήρα και βασίζεται σε Επιχειρήματα, σε  Περίσκεψη, Μακαριότητα και Εγωισμό.

Το ανωτέρω είδος διαλογισμού είναι στοχασμός κατά τον οποίον η φύση του αντικειμένου του συλλογισμού είναι πολύ γνωστή, δεν ισχύει αμφιβολία ή πλάνη. Ισχύει μόνο διακριτή γνώση που αποκλείει κάθε άλλη νοητική διακύμανση εκτός από αυτήν που θα συλλογιστούμε.

1. Το Επιχειρηματολογικό μέρος αυτού του διαλογισμού είναι στοχασμός πάνω σε ένα υποκείμενο με επιχειρήματα ως προς τη φύση του συγκριτικά με κάτι άλλο, όπως για παράδειγμα, το ερώτημα εάν ο νους είναι προϊόν της ύλης ή προϋπόθεση της ύλης.

2. Περίσκεψη είναι στοχασμός αναφορικά με το από πού ερχόμαστε και που βρίσκεται το πεδίο δράσης των λεπτοφυέστερων αισθήσεων και του νου.

3. Μακάρια κατάσταση είναι εκείνη κατά την οποίαν στοχαζόμαστε τις ανώτερες νοητικές δυνάμεις μαζί με την αλήθεια υπό την αφηρημένη έννοια.

4. Εγωισμός είναι εκείνη η κατάσταση κατά την οποία ο διαλογισμός έχει προχωρήσει σε τέτοιο ύψος ώστε όλα τα κατώτερα υποκείμενα και αντικείμενα μένουν εκτός πεδίου οράσεως και δεν μένει τίποτα άλλο από τη γνώση του εαυτού, κατάσταση που γίνεται αναβαθμίδα για ανώτερους βαθμούς διαλογισμού.

Αποτέλεσμα της ανόδου στον τέταρτο βαθμό, που λέγεται Εγωισμός, είναι το ότι χάνεται η ξεχωριστή αναγνώριση του αντικειμένου ή υποκειμένου με την οποίαν άρχισε ο διαλογισμός και προκύπτει μόνο αυτοσυνειδητότητα. Αυτή, όμως, η αυτοσυνειδητότητα δεν περιλαμβάνει τη συνειδητότητα του Απόλυτου ή της Υπέρτατης Ψυχής.


18. Του διαλογισμού που μόλις περιγράφτηκε προηγείται η άσκηση της σκέψης χωρίς  επιχειρήματα.

 Ένα άλλο είδος διαλογισμού έχει το σχήμα αυτο- αναπαραγωγής της σκέψης μετά την απόσυρση όλων των αντικειμένων από το νοητικό πεδίο.

19. Ο διαλογισμός εκείνων που η ικανότητα διάκρισής τους δεν αγγίζει το καθαρό πνεύμα εξαρτάται από τον κόσμο των φαινομένων.

20. Σε εκείνους τους ασκούμενους, που είναι ή μπορεί να είναι ικανοί να διακρίνουν το καθαρό πνεύμα, του διαλογισμού προηγείται η Πίστη, η Ενέργεια, η Προσήλωση (σε ένα και μόνο σημείο) και η Διάκριση ή διεξοδική διάκριση αυτού που πρόκειται να γίνει γνωστό.

Ο σχολιαστής παρατηρεί εδώ ότι «σε αυτόν που έχει Πίστη προκύπτει Ενέργεια ή επιμονή στο διαλογισμό οπότε ξεπηδά  η μνήμη παρελθόντων υποκειμένων κι ο νους του απορροφάται στην Προσήλωση σαν συνέπεια της ανάμνησης του υποκειμένου και εκείνος του οποίου ο νους απορροφάται στον διαλογισμό φθάνει σε πλήρη διάκριση του ζητήματος που στοχάζεται».

21. Η επίτευξη της κατάστασης του αφηρημένου διαλογισμού είναι ταχεία στην περίπτωση του ανυπόμονου.

22. Λόγω της ήπιας, της μέτριας και της υπερβατικής φύσης των μεθόδων που υιοθετούνται μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ των ασκουμένων στη Γιόγκα.

23. Η κατάσταση του αφηρημένου διαλογισμού μπορεί να επιτευχθεί με βαθιά αφοσίωση στο Υπέρτατο Πνεύμα που στην κατανοητή εκδήλωσή του γίνεται αντιληπτό ως  Ισβάρα.

Θεωρείται ότι αυτή η βαθιά αφοσίωση είναι ένα κατ’ εξοχήν μέσον επίτευξης του αφηρημένου διαλογισμού και των καρπών του. Το «Ισβάρα» είναι το εντός του σώματος  Πνεύμα.

24. Το Ισβάρα είναι πνεύμα, ανέγγιχτο από προβλήματα, έργα, καρπούς δράσεων ή επιθυμίες.

25. Στο  Ισβάρα γίνεται απεριόριστη εκείνη η παντογνωσία που στον άνθρωπο υπάρχει μόνο εν σπέρματι.

26. Το Ισβάρα είναι ο παιδαγωγός των πάντων, ακόμα και των πρώτων δημιουργημένων  όντων, γιατί Αυτό δεν περιορίζεται από τον χρόνο.

27. Το  όνομα του είναι ΟΜ.

28. Η επανάληψη αυτού του ονόματος πρέπει να συνοδεύεται με στοχασμό πάνω στη σημασία του.

Το ΟΜ είναι το πρώτο γράμμα στο Σανσκριτικό αλφάβητο. Η εκφορά του περιέχει τρεις ήχους, ένα μακρύ άου, ένα βραχύ ου και την «παύση» ή το σύμφωνο μ. Στο σύνολο αυτών των τριών ήχων προσδίδεται ένα βαθύ μυστικιστικό συμβολικό νόημα. Σημαίνει, ξέχωρους αν και ενωμένους, τον Μπράχμα, τον Βισνού και τον  Σίβα ή τη Δημιουργία, τη Συντήρηση και την Καταστροφή. Συνολικά, υποδηλώνει «το Σύμπαν». Στην αναγωγή του στον άνθρωπο, το άου αναφέρεται στη σπίθα του Θείου Πνεύματος που υπάρχει στην ανθρωπότητα. Το ου αναφέρεται στο σώμα μέσω του οποίου το Πνεύμα εκδηλώνεται και το –μ- στον θάνατο του σώματος ή τη διάλυσή του στα υλικά του στοιχεία. Αναφορικά προς τους κύκλους που επηρεάζουν όλα τα πλανητικά συστήματα, υποδηλώνει το Πνεύμα που αντιπροσωπεύεται από το άου σαν βάση των εκδηλωμένων κόσμων. Το σώμα ή η εκδηλωμένη ύλη αντιπροσωπεύεται από το ου, μέσω του οποίου λειτουργεί το πνεύμα και με το –μ-, την «παύση ή επαναφορά του ήχου στην πηγή του» αντιπροσωπεύεται η Πραλάγια ή Αποσύνθεση των κόσμων. Στον πρακτικό αποκρυφισμό, μέσω αυτού γίνεται λεκτική αναφορά στον Ήχο ή Κραδασμό, όλες τις ιδιότητες και τις συνέπειές του, που είναι μια από τις μεγαλύτερες δυνάμεις της φύσης. Όταν αυτή η λέξη χρησιμοποιείται σαν άσκηση, μέσω των πνευμόνων και του λάρυγγα, προκύπτει μια συγκεκριμένη αντίδραση στο ανθρώπινο σώμα. Στον Αφορισμό 28 το όνομα χρησιμοποιείται με την ύψιστη έννοιά του, που περιλαμβάνει και όλες τις κατώτερες. Με κάθε εκφορά της λέξης ΟΜ, σαν άσκηση, γίνεται δυνητικά αναφορά στο συνειδητό χωρισμό της ψυχής από το σώμα.

29. Με την επανάληψη και τον στοχασμό πάνω στο νόημά του επέρχεται γνώση του Πνεύματος και απομακρύνονται τα εμπόδια προκειμένου να επιτευχθεί ο προσδοκώμενος στόχος.

30. Τα εμπόδια που παρεμβάλλονται στην πορεία εκείνου που επιθυμεί να πετύχει τη συγκέντρωση είναι η Ασθένεια, η Χαύνωση, η Αμφιβολία, η Απερισκεψία, η Οκνηρία και η Έξη προς αισθητικά αντικείμενα, η Λανθασμένη Αντίληψη, η Αποτυχία να φτάσει κανείς σε κάποιο στάδιο αφαίρεσης και η Αστάθεια του σώματος σε κάθε στάδιο όταν αυτό επιτευχθεί.

31. Αυτά τα εμπόδια συνοδεύονται από στενοχώρια, ανησυχία, ρίγη και αναστεναγμούς.

32. Για την αποφυγή τους, πρέπει να κυριαρχεί στην σκέψη μια αλήθεια.

Εννοείται εδώ, μια παραδεδεγμένη αλήθεια που επιδοκιμάζει ο ασκούμενος.

33. Με την έμπρακτη εφαρμογή Καλοσύνης, Τρυφερότητας, Αυτάρκειας και Αδιαφορίας για πράγματα που φέρνουν ευτυχία, λύπη, αρετή και κακότητα, εξαγνίζεται ο νους.

Οι κυριότερες περιπτώσεις διατάραξης του νου είναι η Έντονη Επιθυμία και η Αποστροφή. Ο Αφορισμός δεν εννοεί ότι η αρετή και η κακία πρέπει να κρίνονται με αδιαφορία από τον σπουδαστή, αλλά ότι δεν πρέπει να προσηλώνει το νου του με ευχάριστη διάθεση στην ευτυχία ή στην αρετή ούτε και με αποστροφή στη λύπη ή στην κακία των άλλων και ότι πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα με τον ίδιο τρόπο. Επίσης, ότι με την έμπρακτη Καλοσύνη, την Τρυφερότητα και την Αυτάρκεια προκαλείται καλή νοητική διάθεση που φέρνει δύναμη και σταθερότητα.

34. Η διάσπαση του νου μπορεί να καταπολεμηθεί με συστηματικό έλεγχο ή διαχείριση της αναπνοής στην εισπνοή, στο κράτημα της αναπνοής και στην εκπνοή.

35. Ένας τρόπος εξασφάλισης της νοητικής σταθερότητας μπορεί να προκύψει με απευθείας αισθητική γνώση. Με την παρατήρηση αισθητού αντικειμένου

36. Ή, με άμεση γνώση ενός πνευματικού θέματος που ανακύπτει. Και αυτό  μπορεί να εξυπηρετήσει τον ίδιο σκοπό.

37. Ή, ένα άλλο μέσον θα ήταν να εστιάσει η σκέψη σε κάποιον που είναι απαλλαγμένος από πάθη – π.χ. έναν ιδανικά ενάρετο χαρακτήρα.

38. Ή, μπορεί να εξασφαλιστεί νοητική σταθερότητα με το να στοχάζεται τη γνώση που εμφανίζεται σε ένα όνειρο.

39. Ή ακόμα με το να σκέπτεται κανείς κάτι που εγκρίνει.

40. Ο σπουδαστής που κατακτά νοητική σταθερότητα, αποκτά έλεγχο που εκτείνεται από το Ατομικό στο Άπειρο.

41. Ο νους που έχει εκπαιδευτεί έτσι ώστε να απουσιάζουν οι συνήθεις διακυμάνσεις της δράσης του, αλλά να είναι παρούσες μόνο όσες συμβαίνουν όταν συνειδητά στοχάζεται ένα αντικείμενο, αλλάζει και μοιάζει με αυτό που συλλογίζεται εισερχόμενος στην πλήρη κατανόηση της ύπαρξης του αντικειμένου.

42. Αυτή η αλλαγή του νου και η ομοίωσή του με αυτό που συλλογίζεται, τεχνικά ονομάζεται Επιχειρηματολογική κατάσταση, όταν υπάρχει οιαδήποτε διασύνδεση του ονόματος του πράγματος, της σημασίας και της εφαρμογής  του ονόματος με την αφηρημένη γνώση των ποιοτήτων και στοιχείων του ιδίου του πράγματος.

43. Όταν εξαφανίζεται, από το επίπεδο του στοχασμού, το όνομα και η σημασία του επιλεγέντος για διαλογισμό αντικειμένου, όταν το ίδιο το αφηρημένο πράγμα, απαλλαγμένο από κάθε προσδιορισμό, παρουσιάζεται στον νου μόνο σαν οντότητα, τότε ισχύει η μη- Επιχειρηματολογική κατάσταση του διαλογισμού.

Αυτοί οι δύο αφορισμοί (42-43) περιγράφουν το πρώτο και δεύτερο στάδιο διαλογισμού του νου που είναι κατάλληλα προσηλωμένος σε αντικείμενα χονδροειδούς ή υλικής φύσης. Ο επόμενος αφορισμός αναφέρεται στην κατάσταση κατά την οποίαν επιλέγονται για βαθύ διαλογισμό ευγενή  ή ανώτερα αντικείμενα.

44. Η Επιχειρηματολογική και η Μη Επιχειρηματολογική νοητική κατάσταση,
που περιγράφτηκε στους δύο προηγούμενους αφορισμούς, επιτυγχάνονται και όταν το επιλεγέν για διαλογισμό αντικείμενο είναι λεπτοφυούς ή ανώτερης φύσης από τα αισθητικά αντικείμενα.

45. Ο διαλογισμός ενός λεπτοφυούς αντικειμένου καταλήγει στο αδιάσπαστο   στοιχείο που ονομάζεται αρχέγονη ύλη.

46. Οι νοητικές αλλαγές που περιγράφηκαν ανωτέρω, συνιστούν τον «διαλογισμό  με σπόρο».

«Ο διαλογισμός με σπόρο» είναι εκείνο το είδος διαλογισμού κατά τον οποίο είναι ακόμα παρόν στον νου ένα συγκεκριμένο αντικείμενο πάνω στο οποίο διαλογίζεται κανείς.

47. Όταν επιτευχθεί η Σοφία, με τη χωρίς συλλογισμό νοητική κατάσταση, τότε υπάρχει πνευματική διαύγεια.

48. Τότε είναι που προκύπτει Γνώση απόλυτα απελευθερωμένη από την Πλάνη.


49. Αυτό το είδος της γνώσης διαφέρει από τη γνώση που βασίζεται στη μαρτυρία και στην επαγωγή, γιατί επιδιώκοντας ο νους να βρει τη γνώση που βασίζεται σε αυτές, πρέπει να λάβει υπόψη του πολλές λεπτομέρειες και δεν ασχολείται με το γενικό πεδίο της ίδιας της γνώσης.

50. Η γραμμή της αυτοπαραγόμενης σκέψης, που προκύπτει κατ΄αυτόν τον τρόπο,  βάζει ένα τέλος σε κάθε άλλη γραμμή σκέψης.

Πιστεύεται ότι υπάρχουν δύο κύρια είδη γραμμής σκέψης: α) η βασιζόμενη στην υποβολή που προκύπτει μέσα από τα λόγια κάποιου άλλου ή από αισθητικές ή νοητικές  εντυπώσεις ή από το συσχετισμό τους και β) η  αυτο-εξαρτώμενη,  που αναπαράγει αφ’ εαυτής την ίδια σκέψη. Όταν επιτυγχάνεται το δεύτερο είδος, καταφέρνει να δρα σαν εμπόδιο σε όλες τις άλλες γραμμές σκέψης, γιατί είναι τέτοια η φύση της ώστε απωθεί ή αποβάλλει από το νου κάθε άλλο είδος σκέψης. Όπως φαίνεται στον Αφορισμό 48, η νοητική κατάσταση που ονομάζεται «μη επιχειρηματολογική» είναι αλάνθαστη, εφόσον δεν έχει καμία σχέση με μαρτυρία ή επαγωγή, αλλά είναι αυτούσια η γνώση και επομένως από τη φύση της καταργεί κάθε άλλη γραμμή σκέψης.

51. Ακόμα κι αυτή η γραμμή σκέψης, που επικεντρώνεται σε ένα μόνο αντικείμενο, μπορεί να καταργηθεί, οπότε επιτυγχάνεται «ο χωρίς σπόρο διαλογισμός».

«Ο διαλογισμός χωρίς σπόρο» είναι εκείνος κατά τον οποίον ο νοητικός συλλογισμός  έχει προχωρήσει τόσο ώστε το αντικείμενο που επελέγη για διαλογισμό έχει εξαφανιστεί  από το νοητικό επίπεδο και δεν είναι πλέον αναγνωρίσιμο, αλλά  επακολουθεί  προοδευτική σκέψη σε ανώτερο επίπεδο.



ΒΙΒΛΙΟ ΙΙ
ΤΡΟΠΟΙ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

1. Το πρακτικό μέρος της Συγκέντρωσης αποτελούν η Ταπείνωση, οι Ψίθυροι και η Υποταγή στην Υπέρτατη Ψυχή.

Αυτό που εννοείται εδώ με τη λέξη «ταπείνωση» είναι η πρακτική που διατυπώνεται σε άλλα βιβλία, όπως η Ντάρμα Σάστρα, που περιλαμβάνει πειθαρχίες και νηστεία. Οι «ψίθυροι» είναι η χαμηλόφωνη επανάληψη στερεότυπων φράσεων, που είναι επίσης καθορισμένες, και που ακολουθούν το μυστικιστικό όνομα του Υπέρτατου Όντος που αναφέρεται στον Αφορισμό 27, στο 1ο Βιβλίο. «Υποταγή στην Υπέρτατη Ψυχή» είναι η απόδοση στη Θεία ή Υπέρτατη Ψυχή όλων των πράξεων του ασκούμενου χωρίς περαιτέρω ενδιαφέρον για τα αποτελέσματά τους.

2. Αυτό το πρακτικό μέρος της συγκέντρωσης έχει σκοπό να εδραιώσει τον διαλογισμό και να εξαλείψει κάθε αιτία ενόχλησης.
21
3. Οι ενοχλήσεις που προκύπτουν στο μαθητή είναι η Άγνοια, ο Εγωισμός, η Επιθυμία, η Αποστροφή και μια επίμονη επιθυμία ζωής πάνω στη γη.

4. Άγνοια είναι το πεδίο από το οποίο προκύπτουν όλες οι άλλες, είτε ληθαργούν, έχουν μετριασθεί, έχουν αναχαιτιστεί είτε απλώς υφίστανται.

5. Άγνοια είναι η έννοια ότι το μη αιώνιο, το μη αγνό, το κακό και ό,τι δεν είναι ψυχή θεωρούνται αιώνια, αγνά, ενάρετα και ψυχή.

6. Εγωισμός είναι η ταύτιση της δύναμης που βλέπει με τη δύναμη της όρασης.

Δηλαδή, είναι η σύγχυση της ψυχής, η οποία  πράγματι βλέπει, με το εργαλείο που χρησιμοποιεί για να μπορεί να βλέπει δηλ. το νου ή –  ακόμα χειρότερα – με εκείνα  τα αισθητήρια όργανα που αποτελούν με τη σειρά τους εργαλεία του νου. Όπως, για παράδειγμα, όταν ένας ακαλλιέργητος άνθρωπος νομίζει πως τα μάτια του είναι αυτά που βλέπουν, ενώ στην πραγματικότητα ο νους του είναι εκείνος που χρησιμοποιεί τα μάτια σαν εργαλεία όρασης.

7. Επιθυμία είναι η ενασχόληση με την ευχαρίστηση.

8. Αποστροφή είναι η εμμονή στον πόνο.

9. Η έντονη επιθυμία για επίγεια ζωή είναι έμφυτη σε όλα τα αισθητικά όντα και συνεχίζεται σε όλες τις ενσαρκώσεις, γιατί έχει τη δύναμη να αυτο- αναπαράγεται. Την αισθάνονται τόσο οι σοφοί όσο και οι μη σοφοί.

Σε όλη τη διάρκεια μιας Μανβαντάρα, υπάρχει στο πνεύμα μια φυσική τάση   εκδήλωσης στο υλικό επίπεδο, πάνω και μέσα από το οποίο και μόνο, οι πνευματικές μονάδες μπορούν να επιτύχουν την εξέλιξή τους. Αυτή δε η τάση, δρώντας μέσα από τη φυσική βάση που είναι κοινή σε όλα τα αισθητικά όντα, είναι πανίσχυρη  και συνεχίζεται σε όλες τις ενσαρκώσεις, βοηθώντας πράγματι στο να προκαλούνται ενώ αυτο-αναπαράγεται σε κάθε ενσάρκωση.

10. Οι ανωτέρω πέντε ενοχλήσεις, όταν είναι ανεπαίσθητες, πρέπει να αποφεύγονται με τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής νοητικής κατάστασης.

11. Όταν αυτές οι ενοχλήσεις προκαλούν νοητικές διακυμάνσεις παρεμποδίζοντας  την προσήλωση πρέπει να αποδιώχνονται με τον διαλογισμό.

12. Οι ενοχλήσεις αυτές είναι η ρίζα και αιτία συνεπειών τόσο στις φυσικές όσο και στις νοητικές πράξεις ή δραστηριότητες και, απαρτίζοντας τα προτερήματα και τα ελαττώματά μας, επιφέρουν αποτελέσματα είτε στην ορατή είτε στην μη ορατή κατάσταση.

13. Όσο υπάρχει αυτή η ρίζα προτερημάτων και ελαττωμάτων, υπάρχει καρποφορία σε κάθε διαδοχική επίγεια ζωή ως προς την κοινωνική τάξη, το χρόνο, την ευχάριστη διάθεση ή τον πόνο.

14. Η ευτυχία ή η δυστυχία είναι ο καρπός των προτερημάτων ή ελαττωμάτων ανάλογα με το αν αιτία τους είναι η αρετή ή η έλλειψή της.

15. Αλλά για τον άνθρωπο εκείνο που έχει επιτύχει την τελειότητα της πνευματικής καλλιέργειας, όλα τα εγκόσμια πράγματα είναι το ίδιο ενοχλητικά, εφόσον οι νοητικές διακυμάνσεις που οφείλονται στις φυσικές ποιότητες είναι αντίθετες προς την επίτευξη της ύψιστης κατάστασης. Διότι, μέχρι να επιτευχθεί αυτή, η κατοίκηση σε κάθε μορφής σώμα αποτελεί εμπόδιο, ενώ αδημονία και ποικίλες εντυπώσεις  εμφανίζονται διαρκώς.

16. Αυτό που πρέπει να αποφεύγει ο ασκούμενος είναι ο πόνος που δεν έχει έρθει ακόμα.

Το παρελθόν δεν μπορεί ούτε να το αλλάξει κανείς ούτε να το διορθώσει. Ό,τι ανήκει στις εμπειρίες του παρόντος δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποφευχθεί. Εξίσου, όμως, πρέπει να αποφεύγονται ενοχλητικές προσδοκίες ή μελλοντικοί φόβοι και κάθε πράξη ή παρόρμηση που μπορεί να προκαλέσει παρόντα ή μελλοντικό πόνο σε εμάς ή στους  άλλους.

17. Από το γεγονός ότι η ψυχή είναι συνδεδεμένη μέσα στο σώμα με το όργανο της σκέψης και επομένως με τη φύση συνολικά, προκύπτει έλλειψη διάκρισης που προκαλεί παρανοήσεις ως προς τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις. Αυτή η παρανόηση οδηγεί σε άδικες πράξεις που αναπόδραστα θα φέρουν πόνο στο μέλλον.

18. Το Σύμπαν, ορατό και αόρατο, η ουσιαστική φύση του οποίου είναι σύνθεση αγνότητας, δράσης και ανάπαυσης και που αποτελείται από τα στοιχεία και τα όργανα της δράσης, υπάρχει χάριν της εμπειρίας και της χειραφέτησης της ψυχής.

19. Οι ποιότητες διαιρούνται σε ποικίλες, μη ποικίλες, σε εκείνες που μπορούν να επιλυθούν μία φορά μόνο και σε ανεπίλυτες.

 «Ποικίλες» είναι τα ακατέργαστα στοιχεία και τα αισθητήρια  όργανα. Οι «μη ποικίλες» τα λεπτοφυή στοιχεία και ο νους. «Άπαξ επιλυόμενες» είναι η διάνοια, που μπορεί να μετατραπεί σε αδιαφοροποίητη ύλη αλλά όχι πέραν αυτού και «ανεπίλυτες» η αδιάκριτη ύλη.

20. Η ψυχή είναι Αυτή που Αντιλαμβάνεται. Είναι, αναμφισβήτητα, η ίδια η θέαση καθαρή και λιτή, χωρίς καμία διακύμανση, που θεάται κατ’ ευθείαν τις ιδέες.

21. Χάριν της ψυχής και μόνο υπάρχει το Σύμπαν.

Ο σχολιαστής προσθέτει: «Δραστηριοποιούμενη η Φύση δεν επιδιώκει κάποιο δικό της σκοπό, αλλά το σχέδιό της, κατά κάποιο τρόπο, περιέχεται στη φράση «ας  προκαλέσω  την εμπειρία της ψυχής».

22. Αν και το Σύμπαν έχει πάψει να υπάρχει στην αντικειμενική του κατάσταση, αναφορικά με τον άνθρωπο εκείνο που έχει φτάσει στην τελειότητα της πνευματικής καλλιέργειας, υπάρχει για όλους τους άλλους γιατί είναι κοινό σε όλους εκτός από αυτόν.

23. Η συνάντηση της ψυχής με το όργανο της σκέψης, και επομένως με τη φύση, είναι η αιτία λόγω της οποίας αντιλαμβάνεται την πραγματική κατάσταση της φύσης του Σύμπαντος και της ίδιας της ψυχής.

24. Αιτία αυτής της συνάντησης είναι αυτό που πρέπει να εγκαταλειφθεί και η αιτία αυτή είναι η άγνοια.

25. Η εγκατάλειψη συνίσταται στη διακοπή της συνάντησης, οπότε φεύγει η άγνοια και προκύπτει η Απομόνωση της ψυχής.

Αυτός και οι δύο προηγούμενοι αφορισμοί εννοούν ότι η συνάντηση της ψυχής και του σώματος, μέσα από επαναλαμβανόμενες μετενσαρκώσεις, οφείλεται στην έλλειψη της διακριτικής γνώσης της φύσης της ψυχής και του περιβάλλοντός της και πως, όταν αυτή η διακριτική γνώση επιτευχθεί, η συνάντηση, που οφειλόταν στην απουσία διάκρισης, καταργείται αφ’ εαυτής.

26. Το μέσον για να πάψει να υφίσταται η κατάσταση δουλείας στην ύλη είναι η διαρκής τέλεια διακριτική γνώση.

Το σημαντικό σε αυτό – μεταξύ άλλων – είναι ότι ο άνθρωπος που έχει φτάσει στην τελειότητα της πνευματικής καλλιέργειας διατηρεί την συνειδητότητά του, εξίσου όταν βρίσκεται στο σώμα, τη στιγμή που το εγκαταλείπει και όταν περνά σε ανώτερες σφαίρες. Το ίδιο συμβαίνει κι όταν επιστρέφει οπότε  συνεχίζει να την διατηρεί φεύγοντας από τις ανώτερες σφαίρες, επανερχόμενος στο σώμα του και αναλαμβάνοντας και πάλι δράση στο υλικό επίπεδο.

27. Αυτή η τέλεια διακριτική γνώση που κατέχει ο άνθρωπος που έχει φτάσει στην τέλεια πνευματική καλλιέργεια είναι επτά ειδών μέχρι να φτάσει στο όριο του διαλογισμού.

28. Μέχρι να επιτευχθεί αυτή η τέλεια διακριτική γνώση, προκύπτει από τις πρακτικές που συμβάλλουν στη συγκέντρωση, μια φώτιση λιγότερο ή περισσότερο έντονη που διώχνει αποτελεσματικά την μη καθαρότητα.

29. Οι πρακτικές που συμβάλλουν στη συγκέντρωση είναι 8 τον αριθμό: Αυτοσυγκράτηση, Θρησκευτικές Πειθαρχίες, Στάσεις σώματος, Κράτημα της αναπνοής, Αυτάρκεια, Προσοχή, Περισυλλογή και Διαλογισμός.

30. Η αυτοσυγκράτηση συνίσταται στο να μη σκοτώνει κανείς, στη φιλαλήθεια, στο να μην κλέβει, στην εγκράτεια και στο να μην εποφθαλμιά τους άλλους.

31. Αυτά, ασχέτως κοινωνικής θέσης, τόπου, χρόνου ή συνθήκης είναι τα μεγάλα παγκόσμια καθήκοντα.

32. Οι Θρησκευτικές Πειθαρχίες είναι εξαγνισμός του νου και του σώματος, αυτάρκεια, λιτότητα, ελαφρότατοι ψίθυροι και σταθερή αφοσίωση στην Υπέρτατη Ψυχή.

33. Για να αποβάλει κανείς από το νου αμφιβόλου ποιότητας πράγματα, είναι αποτελεσματικό το νοητικό κάλεσμα των αντίθετων πραγμάτων.

34. Αμφιβόλου ποιότητας πράγματα είτε με το να διαπράττονται,  να προκαλούνται, να γίνονται αποδεκτά είτε είναι αποτέλεσμα πλεονεξίας θυμού ή αυταπάτης, ελαφρά, μέτρια είτε υπέρμετρα φέρνουν πολλούς καρπούς οδύνης και άγνοιας. Γι’ αυτό και η «επίκληση των αντιθέτων τους» συνιστάται με κάθε τρόπο.

35. Όταν ο Γιόγκι [αυτός, δηλαδή,  που έχει καλλιεργήσει τη φώτιση της ψυχής] δεν βλάπτει κανέναν αλλά τον χαρακτηρίζει καλοσύνη δεν νιώθει καμία έχθρα προς τους ανθρώπους και τα ζώα, προς κάθε τι που τον περιβάλλει.

36. Όντας απόλυτα φιλαλήθης, ο Γιόγκι γίνεται το επίκεντρο του Κάρμα που πηγάζει από κάθε πράξη καλή ή κακή.

37. Πρεσβεύοντας τη μη κλοπή, κατά νου και πράξη, ο Γιόγκι, έχει τη δύναμη να αποκτήσει όλα τα υλικά αγαθά.

38. Όντας απόλυτα αυτάρκης, κερδίζει δύναμη, σωματική και νοητική.

Τούτο δεν σημαίνει ότι ο σπουδαστής που εξασκεί μόνο την αυτάρκεια και παραμελεί τις άλλες επιβαλλόμενες πρακτικές θα κερδίσει δύναμη. Όλα τα μέρη του συστήματος πρέπει να επιδιώκονται συγχρόνως στο νοητικό, ηθικό και φυσικό επίπεδο.

39. Με την εξάλειψη της πλεονεξίας, αποκτά ο Γιόγκι γνώση για οτιδήποτε αφορά σε προηγούμενες καταστάσεις ύπαρξης.

 «Πλεονεξία» εδώ σημαίνει όχι μόνο το να επιθυμεί έντονα κάποιο αντικείμενο αλλά και την επιθυμία για ευχάριστες καταστάσεις εγκόσμιας ύπαρξης ή ακόμα και για την εγκόσμια ύπαρξη καθαυτή.

40. Από τον εξαγνισμό του νου και του σώματος προκύπτει στον Γιόγκι συνολική  διάκριση της αιτίας και της φύσης του σώματος, οπότε παύει να προσέχει ιδιαίτερα, σαν τους άλλους, τη σωματική μορφή. Επίσης παύει να νιώθει επιθυμία ή ανάγκη για συναναστροφή με τους συνανθρώπους του, επιθυμία κοινή στους άλλους ανθρώπους.

41. Επιπλέον, με τον εξαγνισμό του νου και του σώματος κυριαρχεί απολύτως στον Γιόγκι η ποιότητα της καλοσύνης, της αυτάρκειας, της προσήλωσης, της υποταγής των αισθήσεων και η ικανότητα για περισυλλογή και κατανόηση της ψυχής σαν κάτι ξέχωρο από τη φύση.

42. Η ικανοποίηση για την τελειότητά της φέρνει στον Γιόγκι μεγάλη ευτυχία.

43. Όταν ο Γιόγκι ασκεί απόλυτη πειθαρχία, τελειοποιούνται και εξυψώνονται οι σωματικές αισθήσεις, εφόσον εξαλείφεται η μη καθαρότητα.

44. Με τους χαμηλόφωνους ψιθύρους συναντά την αγαπημένη του Θεότητα.

Με κατάλληλα εκφερόμενες επικλήσεις – εδώ υποδηλώνονται με τη φράση «χαμηλόφωνοι ψίθυροι», οι ανώτερες δυνάμεις της φύσης, που συνήθως δεν είναι ορατές  από τον άνθρωπο, αποκαλύπτονται ενώπιον του Γιόγκι. Και επειδή δεν μπορεί να γίνει επίκληση όλων των δυνάμεων της φύσης συγχρόνως, ο νους πρέπει να κατευθύνεται σε κάποια συγκεκριμένη ενέργεια ή δύναμη της φύσης – εξ ου και η χρήση της φράσης «η αγαπημένη Θεότητά του».

45. Ο τέλειος διαλογισμός είναι αποτέλεσμα σταθερής αφοσίωσης στην Υπέρτατη Ψυχή.

46. Η στάση του σώματος του Γιόγκι πρέπει να είναι σταθερή και χαλαρή.

Ο σπουδαστής πρέπει να γνωρίζει ότι οι «στάσεις του σώματος» που περιγράφονται στα διάφορα συστήματα «Γιόγκα» δεν είναι οπωσδήποτε  απαραίτητες για την επιτυχή άσκηση της πρακτικής της συγκέντρωσης προκειμένου να προκύψουν τα τελικά αποτελέσματα. Όλες αυτές οι «στάσεις», όπως περιγράφονται από Ινδουιστές συγγραφείς, βασίζονται στην ακριβή γνώση των επιδράσεων που ασκούν στη φυσιολογία του σώματος, αλλά σήμερα είναι εφικτές μόνο από τους Ινδουιστές οι οποίοι συνηθίζουν να ασκούνται σε αυτές από τη νεανική τους ηλικία.

47. Όταν μπορέσει ο ασκούμενος να ελέγξει απόλυτα τις στάσεις του σώματος είναι εύκολο και να τις εκτελέσει. Και όταν ο νους έχει απόλυτα ταυτιστεί με το άπειρο του χώρου, η στάση γίνεται σταθερή και ευχάριστη.

48. Όταν έχει επιτευχθεί αυτή η συνθήκη, ο Γιόγκι δεν αισθάνεται καμία επίθεση από τα ζεύγη των αντιθέτων.

Με τη φράση «ζεύγη των αντιθέτων» γίνεται αναφορά στην συνδυασμένη ταξινόμηση, που εντοπίζεται σε όλα τα Ινδουιστικά φιλοσοφικά και μεταφυσικά  συστήματα, των αντιθέτων ποιοτήτων, συνθηκών και καταστάσεων ύπαρξης, που είναι αιώνιες πηγές ευχάριστης διάθεσης ή πόνου στην εγκόσμια ύπαρξη, όπως το κρύο και η ζέστη, η πείνα και ο κορεσμός, η μέρα και η νύχτα, η φτώχεια και ο πλούτος, η ελευθερία και ο δεσποτισμός.

49. Επίσης, όταν επιτευχθεί αυτή η συνθήκη, πρέπει να ακολουθήσει ρύθμιση της αναπνοής, κατά την εκπνοή, εισπνοή και το κράτημα της αναπνοής.

50. Η ρύθμιση αυτή της αναπνοής, η εκπνοή, εισπνοή και το κράτημα της αναπνοής, περιορίζεται και από τον χρόνο, τον τόπο και τον αριθμό, γιατί κάθε μία μπορεί να έχει μακρά ή σύντομη διάρκεια.

51. Υπάρχει μια ειδική ποικιλία ρύθμισης αναπνοής που αναφέρεται τόσο στον προαναφερθέντα αφορισμό όσο και στην εσωτερική σφαίρα αναπνοής.

Οι Αφορισμοί 49, 50, 51 υποδηλώνουν τη ρύθμιση της αναπνοής σαν μέρος των σωματικών ασκήσεων στις οποίες γίνεται αναφορά στη σημείωση του Αφορισμού 46, των οποίων τους κανόνες και τις οδηγίες λέει ο Πατάντζαλι ότι πρέπει να γνωρίζει ο σπουδαστής. Ο Αφορισμός 50 αναφέρεται απλώς στη ρύθμιση των διαφόρων περιόδων, των βαθμίδων ενέργειας και στον αριθμό των εναλλασσομένων επαναλήψεων των τριών φάσεων – της εκπνοής, της εισπνοής και του κρατήματος της αναπνοής. Αλλά ο Αφορισμός 51 κάνει νύξη και σε μία ακόμα αναπνευστική  ρύθμιση όπου ο νους αναλαμβάνει να διευθετεί την κατεύθυνση και την επακόλουθη επίδρασή της  σε ορισμένα νευρικά κέντρα αντίληψης του ανθρωπίνου σώματος για την παραγωγή σωματικών αποτελεσμάτων που ακολουθούνται από ψυχικά.

52. Μέσω αυτής της ρύθμισης της αναπνοής απαλλάσσεται ο νους από τη  συσκότιση που προέρχεται από την επίδραση του σώματος.

53. Κι έτσι προετοιμάζεται ο νους για πράξεις που απαιτούν προσοχή.

54. Το κράτημα της αναπνοής είναι προσαρμογή των αισθήσεων στη φύση του νου, οπότε παύουν πλέον οι αισθήσεις να είναι ευαίσθητες στην άμεση εντύπωση των αντικείμενων.

55. Με αυτόν τον τρόπο υποτάσσονται πλήρως οι αισθήσεις.





ΒΙΒΛΙΟ ΙΙΙ

1. Προσοχή είναι η προσήλωση του νου σε ένα μέρος, αντικείμενο ή υποκείμενο.

Αυτό ονομάζεται Νταράνα

2. Μια τέτοια διαρκής προσοχή είναι η περισυλλογή.

Αυτό ονομάζεται Ντυάνα

3. Αυτή η περισυλλογή, όταν ασκείται μόνο ως προς ένα υλικό υποκείμενο ή αισθητικό αντικείμενο, είναι ο διαλογισμός.

Αυτό ονομάζεται Σαμάντι

4. Όταν η προσήλωση της προσοχής, η περισυλλογή και ο διαλογισμός ασκούνται ως προς ένα αντικείμενο, συνθέτουν αυτό που ονομάζεται Σανυάμα.

Στα Αγγλικά δεν διαθέτουμε λέξη που να αντιστοιχεί στη λέξη Σανυάμα. Οι μεταφραστές χρησιμοποιούν τη λέξη «συγκράτηση» αλλά η λέξη αυτή είναι ανεπαρκής και παραπλανητική, αν και ως μετάφραση είναι σωστή. Όταν ένας Ινδουιστής λέει ότι ένας ασκητής ασκεί «συγκράτηση» σε σχέση με ένα αντικείμενο, σύμφωνα με αυτό το σύστημα, εννοεί ότι ασκεί την Σανυάμα, ενώ στα Αγγλικά μπορεί να εννοείται ότι αυτοσυγκρατείται από κάποιο συγκεκριμένο πράγμα ή πράξη. Όμως, δεν είναι αυτή η έννοια της Σανυάμα. Χρησιμοποιούμε τη γλώσσα του κειμένου, αλλά η ιδέα ίσως να αποδίδεται καλύτερα με τη φράση «τέλεια συγκέντρωση».

5. Ασκώντας τη  Σανυάμα – ή τη λειτουργία της προσηλωμένης προσοχής, της περισυλλογής και του διαλογισμού – φυσικά και εύκολα, αναπτύσσεται σωστή διακριτική δύναμη.

Αυτή η «διακριτική δύναμη» είναι μια ξεχωριστή ιδιότητα που αναπτύσσει μόνο αυτή η πρακτική, μια ιδιότητα που δεν διαθέτουν οι συνηθισμένοι άνθρωποι οι μη ασκημένοι στη συγκέντρωση.

6. Η Σανυάμα  πρέπει να εφαρμόζεται βήμα προς βήμα κατά την υπέρβαση όλων των νοητικών διακυμάνσεων, από τις προφανέστερες προς τις πιο λεπτές.

[Βλέπε σημείωση στον Αφορισμό 2, του 1ου Βιβλίου]. Ο ασκούμενος πρέπει να γνωρίζει ότι αφού ξεπεράσει τις ενοχλήσεις και τα εμπόδια που περιγράφονται στα προηγούμενα βιβλία, υπάρχουν κι άλλες διακυμάνσεις ενός μυστηριώδους χαρακτήρα που υφίσταται ο νους, από τις οποίες πρέπει να απαλλαγεί μέσω της Σανυάμα. Όταν φτάσει σε αυτό το στάδιο θα του παρουσιαστούν οι εν λόγω δυσκολίες.

7. Προκειμένου να επιτευχθεί εκείνο το είδος του διαλογισμού που λέγεται «διαλογισμός διακριτικής γνώσης» είναι πιο αποτελεσματικές οι τρεις πρακτικές – προσοχή, περισυλλογή και διαλογισμός – από τους πέντε πρώτους τρόπους που έχουν προαναφερθεί ως «μη φόνος, φιλαλήθεια, μη κλοπή, αυτάρκεια και μη πλεονεξία».

Βλέπε τον Αφορισμό 17, Βιβλίο Ι.

8. Η προσοχή, η περισυλλογή και ο διαλογισμός προηγούνται, δεν είναι απόρροια εκείνου του είδους του διαλογισμού όπου χάνεται η διακριτική γνώση του αντικειμένου, και που ονομάζεται διαλογισμός χωρίς σπόρο.

9. Υπάρχουν δύο γραμμές αυτο- αναπαραγόμενης σκέψης, η μία προκύπτει από τη διακύμανση του νου και την απομάκρυνσή του από το αντικείμενο ή υποκείμενο που στοχάζεται. Η δεύτερη προκύπτει όταν ξεπερνά αυτή τη διακύμανση και αρχίζει να ασχολείται μόνο με αυτή καθαυτή την αλήθεια. Τη στιγμή που η διακύμανση καταργείται και ο νους αρχίζει να προσηλώνεται, ασχολείται και με τις δύο αυτές γραμμές αυτο-αναπαραγόμενης σκέψης. Αυτή η κατάσταση, από τεχνική άποψη, ονομάζεται Nirodha.

10. Στην κατάσταση διαλογισμού που ονομάζεται Nirodha ο νους έχει ομοιόμορφη ροή.

11. Όταν ο νους ξεπεράσει και ελέγξει πλήρως τη φυσική του τάση να εξετάζει ποικίλα αντικείμενα, και αρχίζει να προσηλώνεται μόνο σε ένα αντικείμενο, θεωρείται ότι έχει επιτευχθεί ο διαλογισμός.

12. Όταν ο νους, εστιαζόμενος σε ένα και μόνο αντικείμενο, παύσει να ασχολείται με οποιαδήποτε σκέψη ως προς την κατάσταση, τις ποιότητες ή σχέσεις του αντικειμένου της σκέψης, αλλά προσηλώνεται πλήρως στο ίδιο το αντικείμενο, τότε θεωρείται ότι είναι προσηλωμένος σε ένα μόνο σημείο – μια κατάσταση που από τεχνική άποψη λέγεται Ekagrata.

13. Οι τρεις κυριότερες κατηγορίες αντίληψης ως προς τη χαρακτηριστική ιδιότητα, το διακριτό γνώρισμα ή την εφαρμογή και τις πιθανές αλλαγές εφαρμογής ή σχέσης, κάθε αντικειμένου ή σωματικού οργάνου που απασχολεί το νου, έχουν επαρκώς εξηγηθεί από την προηγηθείσα ανάλυση του τρόπου με τον οποίον ο νους υφίσταται διακυμάνσεις.

Είναι πολύ δύσκολο να διατυπωθεί αυτός ο αφορισμός στα Αγγλικά. Οι τρεις λέξεις που μεταφράζονται ως «χαρακτηριστική ιδιότητα, διακριτό γνώρισμα  και πιθανή αλλαγή εφαρμογής» είναι οι λέξεις Dharma, Lakshana και Avastha και μπορούν να εξηγηθούν ως εξής: Dharma, είναι σαν τον πηλό με τον οποίον κατασκευάζεται ένα δοχείο, Lakshana, η ιδέα ενός δοχείου που είναι κατασκευασμένο από πηλό και Avastha, η σκέψη ότι το δοχείο αλλάζει κάθε στιγμή εφόσον παλιώνει ή υφίσταται άλλου είδους επιδράσεις.

14. Οι ιδιότητες ενός αντικειμένου που παρουσιάζεται στο νου είναι: πρώτον, εκείνες που έχουν εξεταστεί και αποβάλλονται από τη θέα. Δεύτερον, εκείνες που είναι υπό εξέταση και τρίτον, αυτό που δεν μπορεί να κατονομαστεί γιατί δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο αλλά χαρακτηρίζει το σύνολο της ύλης.

Η τρίτη κατηγορία παραπέμπει σε ένα αξίωμα της φιλοσοφίας που θεωρεί ότι όλα τα αντικείμενα είναι πιθανόν και τελικά θα «διαλυθούν στη φύση» ή σε μια βασική ουσία, εξ ου και ο χρυσός μπορεί να θεωρηθεί απλώς ύλη, και επομένως καθόλου διαφορετικός από το χώμα – χωρίς να πρέπει σε τελική ανάλυση να κατονομάζεται ξεχωριστά.

15. Οι μεταβολές στη σειρά των τριπλών νοητικών διακυμάνσεων που ήδη περιγράφηκαν δείχνουν στον ασκητή την ποικιλία αλλαγών που θα υποστεί  μια χαρακτηριστική ιδιότητα όταν γίνει αντικείμενο περισυλλογής.

16. Ασκώντας τη Sanyama  αρχίζει ο ασκητής να αποκτά γνώση παρελθόντων αλλά και μελλοντικών γεγονότων αναφορικά με  τις τριπλές νοητικές διακυμάνσεις  που μόλις αναλύθηκαν.

Βλέπε Αφορισμό 4, όπου η «Sanyama» εξηγείται ως  εφαρμογή ή λειτουργία της προσοχής, της περισυλλογής και του διαλογισμού ως προς ένα μόνο αντικείμενο.

17. Στο νου εκείνων που δεν έχουν φτάσει στην συγκέντρωση, υπάρχει σύγχυση ως προς τους εκφερόμενους ήχους, τους όρους και τη γνώση που είναι αποτέλεσμα της κατανόησης και των τριών αδιακρίτως. Όταν όμως ένας ασκητής τα βλέπει χωριστά, τηρώντας τα ενώ εκτελεί τη  Sanyama, αποκτά τη δύναμη να κατανοεί την έννοια κάθε ήχου που εκφέρει ένα αισθητικό ον.

18. Η γνώση των καταστάσεων που βίωσε σε προηγούμενες ενσαρκώσεις προκύπτει στον ασκητή από την ενατένιση των γραμμών της αυτο-αναπαραγόμενης σκέψης στις οποίες συγκεντρώνεται.

19. Ο ασκητής γνωρίζει τη φύση του νου κάποιου άλλου ανθρώπου, όταν συγκεντρώνει το νου του πάνω στο συγκεκριμένο άνθρωπο.

20. Όμως, αυτή η συγκέντρωση δεν θα αποκαλύψει στον ασκητή τη θεμελιώδη βάση του νου του άλλου ανθρώπου γιατί δεν «ασκεί τη Sanyama» έχοντας ως στόχο αυτό το αντικείμενο.

21. Εκτελώντας συγκέντρωση ως προς τις ιδιότητες και την ουσιαστική φύση της μορφής, ιδιαίτερα της μορφής του ανθρώπινου σώματος, αποκτά ο ασκητής  τη δύναμη του να εξαφανίζει το σωματικό του σκελετό από τη θέα των άλλων, γιατί έτσι ελέγχεται η ιδιότητα του σώματος να γίνεται αντιληπτό από τα μάτια και η ιδιότητα εκείνη της Sattwa που εμφανίζεται σαν φωτεινότητα αποσυνδέεται από το αισθητήριο όργανο της όρασης του θεατή.

Εδώ καταδεικνύεται άλλη μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε αυτή τη φιλοσοφία και τη σύγχρονη επιστήμη. Οι σημερινές σχολές διατυπώνουν τον κανόνα πως εάν ένα υγιές μάτι ευθυγραμμίζεται με τις ακτίνες του φωτός που αντανακλώνται από ένα αντικείμενο – όπως το ανθρώπινο σώμα – το αντικείμενο θα είναι ορατό και καμία νοητική δράση του παρατηρούμενου ανθρώπου δεν μπορεί να εμποδίσει τη λειτουργία των οπτικών νεύρων και του αμφιβληστροειδούς χιτώνα του παρατηρητή. Οι αρχαίοι Ινδουιστές, όμως, θεωρούσαν ότι όλα τα πράγματα είναι ορατά λόγω αυτής της διαφοροποίησης της Sattwa – μιας από τις τρεις σημαντικές ποιότητες που συνθέτουν όλα τα πράγματα –που εκδηλώνεται σαν φωτεινότητα,  λειτουργεί από κοινού με το μάτι, μια ακόμα εκδήλωση της Sattwa από άλλη άποψη. Πρέπει να υπάρξει συνδυασμός. Η απουσία της φωτεινότητας ή η αποσύνδεσή της από το μάτι του παρατηρητή θα προκαλέσει εξαφάνιση. Και καθώς η ποιότητα της φωτεινότητας ελέγχεται απόλυτα από τον ασκητή, αυτός μπορεί, με τη διαδικασία που περιγράφηκε, να την ελέγχει και έτσι να διώχνει από το μάτι του παρατηρητή ένα ουσιαστικό στοιχείο της θέασης κάθε αντικειμένου.

22. Με τον ίδιο τρόπο, εκτελώντας τη Sanyama ως προς κάθε χωριστό αισθητήριο όργανο –όπως της ακοής, της αφής, της γεύσης ή της όσφρησης – ο ασκητής αποκτά τη δύναμη του να προκαλεί παύση των λειτουργιών κάθε αισθητηρίου οργάνου ενός άλλου ανθρώπου ή και του ιδίου, κατά βούληση.

Ως προς αυτόν τον αφορισμό, ο αρχαίος σχολιαστής διαφοροποιείται από τους άλλους  γιατί ο ίδιος ισχυρίζεται ότι ο αφορισμός ανήκει στο πρωτότυπο κείμενο, ενώ οι άλλοι βεβαιώνουν ότι  πρόκειται για  παρεμβολή.

23. Υπάρχουν δύο ειδών πράξεις: πρώτον, η πράξη που συνοδεύεται από την προσδοκία του αποτελέσματος. Δεύτερον, εκείνη που δεν συνοδεύεται από προσδοκία.  Εκτελώντας τη συγκέντρωση ως προς αυτά τα είδη πράξεων, αποκτά ο ασκητής γνώση του χρόνο του θανάτου του.

Το Κάρμα, επακόλουθο πράξεων και των δύο ειδών στην παρούσα και σε προηγούμενες ενσαρκώσεις, παράγει και επηρεάζει τα τωρινά σώματά μας, μέσα στα οποία εκτελούμε ανάλογες πράξεις. Ο ασκητής, στοχαζόμενος τα πεπραγμένα του στην παρούσα και σε προηγούμενες ενσαρκώσεις (βλέπε Αφορισμό 18) έχει την ικανότητα να γνωρίζει απολύτως τις συνέπειες τους και επομένως έχει τη δύναμη να υπολογίζει επακριβώς τη διάρκεια της ζωής του.

24. Με συγκέντρωση στην καλοσύνη, στην τρυφερότητα, στην αυτάρκεια και στην ανυστεροβουλία – ο ασκητής έχει την ικανότητα να κερδίζει τη φιλία όποιου επιθυμεί.

25. Με συγκέντρωση στις δυνάμεις των στοιχείων ή του ζωικού βασιλείου, ο ασκητής έχει την ικανότητα να τις εκδηλώνει εντός του.

26. Με συγκέντρωση σε μικροσκοπικά, κρυμμένα ή απόμακρα αντικείμενα, οπουδήποτε στη φύση, ο ασκητής αποκτά πλήρη γνώση τους.

27. Με συγκέντρωση στον ήλιο, γνωρίζει ο ασκητής κάθε τι σχετικό με όλες τις σφαίρες που βρίσκονται ανάμεσα στη γη και στον ήλιο.

28. Με συγκέντρωση στο φεγγάρι, προκύπτει στον ασκητή γνώση των απλανών αστέρων.

29. Με συγκέντρωση στον πολικό αστέρα, ο ασκητής έχει την ικανότητα να γνωρίζει τον καθορισμένο χρόνο και την κίνηση κάθε αστέρος στο Brahmanda όπου ανήκει η γη μας.

«Brahmanda» σημαίνει, εδώ, το μέγα σύστημα, που μερικοί ονομάζουν «σύμπαν», στο οποίο βρίσκεται αυτός ο κόσμος.

30. Με συγκέντρωση στο ηλιακό πλέγμα, ο ασκητής αποκτά γνώση της δομής του υλικού σώματος.

31. Με συγκέντρωση στο νευρικό σύστημα της κοιλότητας του λάρυγγα ο ασκητής έχει την ικανότητα να ξεπερνά την πείνα και τη δίψα.

32. Με συγκέντρωση  στο νευρικό σύστημα κάτω από την κοιλότητα του λάρυγγα ο ασκητής έχει την ικανότητα να ακινητοποιεί το σώμα του χωρίς να αντιδρούν οι μύες του.

33. Με συγκέντρωση στο φως της κεφαλής ο ασκητής αποκτά τη δύναμη να θεάται θεία όντα.

Εδώ εξάγονται δύο συμπεράσματα που δεν έχουν το αντίστοιχό τους στη σύγχρονη σκέψη. Το ένα είναι, ότι υπάρχει ένα φως στην κεφαλή και το άλλο, ότι υπάρχουν θεία όντα που μπορούν να δουν όσοι συγκεντρώνονται κατ’ αυτόν τον τρόπο στο «φως της κεφαλής». Υποστηρίζεται ότι ένα συγκεκριμένο νεύρο ή ψυχικό ρεύμα, που ονομάζεται Brahmarandhra-nadi, διαπερνά τον εγκέφαλο κοντά στην κορυφή της κεφαλής. Σε αυτό συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο μέρος της φωτεινής αρχής της φύσης από οπουδήποτε αλλού στο σώμα και λέγεται  jyotis –φως της κεφαλής. Και επειδή κάθε αποτέλεσμα προκαλείται με τη χρήση του κατάλληλου μέσου, η θέαση των θείων όντων μπορεί να επιτευχθεί μέσω της συγκέντρωσης σε αυτό το τμήμα του σώματος που συνδέεται στενότερα μαζί τους. Επιπλέον, σε αυτό το σημείο –στην απόληξη του Brahmarandhra – nadi –  γίνεται η επαφή μεταξύ του ανθρώπου και των ηλιακών δυνάμεων.

34. Μετά από μακρόχρονη πρακτική, ο ασκητής μπορεί να αγνοήσει κάθε τι που βοηθάει στη συγκέντρωση, και που προαναφέρθηκε, με στόχο την ευχερέστερη απόκτηση γνώσης και μπορεί να αποκτά κάθε γνώση απλώς και μόνο επειδή το επιθυμεί.

35. Με τη συγκέντρωση στη Hridaya, ο ασκητής αποκτά διεισδυτικότητα και γνώση της νοητικής κατάστασης, των σκοπών και των σκέψεων αλλά, επίσης,  κατορθώνει να διεισδύει και να γνωρίζει τη νοητική κατάσταση, τους σκοπούς και τις σκέψεις των άλλων καθώς και τον ίδιο του τον εαυτό.

Hridaya είναι η καρδιά. Υπάρχει διαφωνία μεταξύ των μυστικιστών ως προς το εάν η λέξη αναφέρεται στη  μυώδη καρδιά ή σε κάποιο νευρικό κέντρο στο οποίο οδηγεί, όπως συμβαίνει με μια παρόμοια κατεύθυνση συγκέντρωσης στον ομφάλιο λώρο, ενώ, στην πραγματικότητα, στόχος είναι το νευρικό πεδίο που λέγεται ηλιακό πλέγμα.

36. Με τη συγκέντρωση στην αληθινή φύση της ψυχής τελείως ξεχωριστής από τις άλλες εμπειρίες, αποσυνδεδεμένης από όλα τα υλικά πράγματα και αποσυσχετισμένης από την κατανόηση, προκύπτει στον ασκητή γνώση της αληθινής φύσης της ίδιας της ψυχής.

37. Με το ιδιαίτερο είδος συγκέντρωσης που μόλις περιγράφηκε, προκύπτει στον ασκητή διαρκής γνώση όλων των πραγμάτων είτε αυτά γίνονται αντιληπτά μέσω των σωματικών οργάνων ή απασχολούν το στοχασμό του κατ’ άλλον τρόπο.

38. Οι δυνάμεις που ήδη αναφέρθηκαν είναι δυνατόν να αποτελέσουν εμπόδιο στη διαδικασία της τέλειας συγκέντρωσης, γιατί είναι πιθανό, κατά την άσκησή τους, να νιώσει θαυμασμό και ευχαρίστηση, αλλά δεν αποτελούν εμπόδιο για τον ασκητή που εφαρμόζει τέλεια την απαιτούμενη πρακτική.

Για τη φράση «απαιτούμενη πρακτική», βλέπε Αφορισμούς 36, 37.

39. Ο εσωτερικός εαυτός του ασκητή μπορεί να μεταφερθεί σε οποιοδήποτε άλλο σώμα το οποίο και να ελέγχει απόλυτα, γιατί παύει να είναι νοητικά προσκολλημένος σε αισθητικά αντικείμενα έχοντας αποκτήσει τη γνώση του τρόπου και των μέσων με τα οποία συνδέονται ο νους και το σώμα.

Επειδή αυτή η φιλοσοφία πρεσβεύει ότι ο νους, μη όντας αποτέλεσμα του εγκεφάλου, εισέρχεται στο σώμα από έναν συγκεκριμένο δρόμο και συνδέεται μαζί του με έναν ιδιαίτερο τρόπο, αυτός ο αφορισμός δηλώνει ότι, όταν ο ασκητής αποκτά γνώση της συγκεκριμένης διαδικασίας σύνδεσης νου και σώματος, μπορεί να συνδέει το νου του με οποιοδήποτε άλλο σώμα μεταφέροντας έτσι τη δύναμη του να χρησιμοποιεί τα όργανα του σκελετού που κατέχει βιώνοντας αποτελέσματα από τις λειτουργίες των αισθήσεων.

40. Με τη συγκέντρωση του νου στη ζωτική εκείνη ενέργεια που ονομάζεται Udana, και κυριαρχώντας σε αυτήν, αποκτά ο ασκητής τη δύναμη να ανυψώνει από χαμηλά νερό, χώμα ή άλλη υπερκείμενη ύλη.

Udana είναι το όνομα που έχει δοθεί σε ένα είδος «ζωτικής ενέργειας». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για συγκεκριμένες λειτουργίες που η επιστήμη της  φυσιολογίας δεν έχει καταφέρει να κατονομάσει  και που κάθε μία παίζει το δικό της ρόλο. Μπορούμε να πούμε  ότι γνωρίζοντάς τες, και γνωρίζοντας πώς να τις διαχειρίζεται, μπορεί κανείς να αλλάζει τη σωματική του πολικότητα κατά βούληση. Οι ίδιες παρατηρήσεις ισχύουν και για τον επόμενο αφορισμό.

41. Με τη συγκέντρωση του νου στη ζωτική ενέργεια που ονομάζεται Samana, ο ασκητής αποκτά τη δύναμη να εμφανίζεται σα να φλέγεται με φως.

[ Ο υποφαινόμενος έχει υπάρξει επανειλημμένα αυτόπτης μάρτυρας αυτού του αποτελέσματος έχοντας ζήσει στο περιβάλλον ενός ανθρώπου που είχε αποκτήσει αυτή τη δύναμη. Ο άνθρωπος αυτός φαινόταν σα να είχε μια φωτεινότητα κάτω από την επιδερμίδα του. – Γ. Κ. Τζατζ]

42. Με τη συγκέντρωση του νου στη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο αυτί και στο Akasa, ο ασκητής αποκτά τη δύναμη να ακούει όλους τους ήχους οπουδήποτε στη γη ή στον αιθέρα, μακριά ή κοντά.

Η λέξη Akasa μεταφράζεται και σαν «αιθέρας» και σαν «αστρικό φως». Στον προκείμενο αφορισμό χρησιμοποιείται με την πρώτη έννοια. Θα θυμόμαστε, ότι ο ήχος είναι η χαρακτηριστική ιδιότητα αυτού του στοιχείου.

43. Με τη συγκέντρωση του νου στο ανθρώπινο σώμα, ως προς τη σχέση του με τον αέρα και το χώρο, ο ασκητής έχει την ικανότητα να αλλάζει κατά βούληση την πολικότητα του σώματός του και επομένως αποκτά τη δύναμη να το απελευθερώνει από τον έλεγχο των νόμων της βαρύτητας.

44. Όταν ο ασκητής ελέγξει πλήρως όλες τις επιδράσεις που ασκεί το σώμα στον  εσωτερικό άνθρωπο, παύει να ενδιαφέρεται γι’ αυτό, δεν τον επηρεάζει πλέον  και κατά συνέπεια διαλύεται κάθε συσκότιση που πηγάζει από τη διάνοια.

45. Ο ασκητής ελέγχει πλήρως τα στοιχεία συγκεντρώνοντας το νου του στις πέντε κατηγορίες ιδιοτήτων του εκδηλωμένου σύμπαντος, όπως, πρώτον, τις ιδιότητες χονδροειδούς ή φαινομενικού χαρακτήρα, δεύτερον, τις ιδιότητες μορφής, τρίτον, τις ιδιότητες λεπτοφυούς ποιότητας, τέταρτον, εκείνες που είναι δεκτικές στη διάκριση του φωτός, της δράσης και της αδράνειας. Πέμπτον, εκείνες που, επιδρώντας στο νου, επηρεάζουν ποικιλοτρόπως την καρποφορία.

46. Έχοντας αποκτήσει αυτή τη δύναμη επί των στοιχείων, κατακτά ο ασκητής διάφορες τελειότητες, όπως, είναι η δύναμη να προβάλει τον εσωτερικό εαυτό του ακόμα και  στο πιο μικρό άτομο, να προεκτείνει τον εσωτερικό εαυτό του στο μέγεθος του πιο μεγάλου σώματος, να καθιστά το υλικό του σώμα ελαφρύ ή βαρύ κατά βούληση. Να προεκτείνει απεριόριστα το αστρικό του σώμα ή και τα μεμονωμένα μέλη του, να ασκεί μια ακατανίκητη θέληση πάνω στο νου των άλλων, να επιτυγχάνει την βέλτιστη κατάσταση (υπεροχή) του υλικού σώματος και την ικανότητα να διατηρεί αυτή την ανωτερότητα.

47. Η υπεροχή του υλικού σώματος συνίσταται στο χρώμα, στην ομορφιά  της μορφής και στην πυκνότητα.

48. Μετά τη Sanyama (συγκέντρωση), o ασκητής αποκτά απόλυτο έλεγχο των αισθητηρίων οργάνων σχετικά με την αντίληψη, τη φύση των οργάνων, τον εγωισμό, την ποιότητα των οργάνων είτε είναι εν δράσει είτε σε ανάπαυση και με τη δύναμή τους να τείνουν προς το καλό ή το κακό συνεργαζόμενα  με το νου.

49. Έτσι προκύπτουν οι δυνάμεις στον ασκητή, του να μετακινεί το σώμα του από ένα μέρος σε άλλο με την ταχύτητα της σκέψης, του να επεκτείνει τις λειτουργίες των αισθήσεών του ασχέτως αποστάσεως ή υλικών εμποδίων και του να μεταβάλει τη μορφή ενός φυσικού αντικειμένου.

50. Στον ασκητή που έχει αποκτήσει τη σωστή διακριτική γνώση της αλήθειας και της φύσης της ψυχής, προκύπτει γνώση και εξουσία επί της ουσιαστικής φύσης κάθε ύπαρξης.

51. Στον ασκητή που καταφέρνει να αδιαφορεί ακόμα και για την μόλις αναφερθείσα τελειότητα, έχοντας εξαλείψει και τα τελευταία σπέρματα της επιθυμίας, προκύπτει μια ψυχική κατάσταση που λέγεται Απομόνωση.

[Βλέπε σημείωση σχετικά με την Απομόνωση στο Βιβλίο IV]

52. Ο ασκητής δεν πρέπει να δημιουργεί σχέση με ουράνια όντα που τυχόν εμφανίζονται ενώπιόν του, ούτε να εκδηλώνει κατάπληξη  στην εμφάνισή τους, αφού η συνέπεια θα ήταν μια νέα νοητική ενόχληση.

53. Μια σπουδαία και ιδιαίτερα εξευγενισμένη γνώση προκύπτει από την διάκριση που επακολουθεί της νοητικής συγκέντρωσης που αφορά στη σχέση μεταξύ στιγμών και της τάξης τους.

Εδώ, ο Πατάντζαλι αναφέρεται στις απώτατες διαιρέσεις του χρόνου που δεν μπορούν να διαιρεθούν περαιτέρω και στην τάξη με την οποίαν εναλλάσσονται. Βεβαιώνεται ότι είναι εφικτή η αντίληψη αυτών των απειροελάχιστων περιόδων και κατά συνέπεια αυτός που μπορεί να επιτύχει τη διάκριση θα προχωρήσει σε σημαντικότερη και ευρύτερη αντίληψη των αρχών της φύσης που είναι τόσο μυστηριώδεις ώστε η σύγχρονη φιλοσοφία δεν γνωρίζει καν την ύπαρξή τους. Ξέρουμε ότι όλοι ανεξαιρέτως μπορούμε να διακρίνουμε περιόδους όπως είναι οι ημέρες ή οι ώρες και ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, που εκ γενετής διαθέτουν μαθηματική σκέψη, ικανοί να αντιλαμβάνονται τη διαδοχή των λεπτών και να προσδιορίζουν χωρίς ρολόι πόσα λεπτά πέρασαν μεταξύ δύο δεδομένων χρονικών σημείων. Όμως, τα λεπτά που αντιλαμβάνονται αυτές οι μαθηματικές ευφυΐες δεν είναι οι απώτατες χρονικές διαιρέσεις που αναφέρονται στους Αφορισμούς, γιατί  και αυτά αποτελούνται από περαιτέρω απώτατες διαιρέσεις. Δεν μπορούν να δοθούν κανόνες για ένα τέτοιο προχωρημένο είδος συγκέντρωσης εφόσον ακόμα και ο ασκητής βρίσκει τους κανόνες μόνος του εν προόδω, έχοντας πρώτα περάσει με επιτυχία από όλες τις προηγούμενες διαδικασίες.

54. Έτσι προκύπτει στον ασκητή η δύναμη να διακρίνει λεπτές διαφορές που είναι αδύνατο να γνωρίσει διαφορετικά.

55. Η γνώση που προκύπτει από αυτή την τελειοποίηση της διακριτικής δύναμης ονομάζεται «γνώση που σώζει από την επαναγέννηση». Αντικείμενό της είναι  όλα τα πράγματα και η φύση τους και αντιλαμβάνεται ό,τι έχει υπάρξει και ό,τι υπάρχει, ασχέτως χρόνου, τόπου ή συνθήκης, σαν να συνέβαιναν όλα στο παρόν και ενώπιον του ανθρώπου που έχει περιέλθει σε περισυλλογή.

Ένας τέτοιος ασκητής, όπως περιγράφεται στον παρόντα και στον επόμενο αφορισμό, είναι ένας Jivanmukta και δεν υπόκειται σε μετενσάρκωση. Αν και μπορεί ακόμα να ζει πάνω στη γη, δεν είναι καθόλου υποταγμένος στο σώμα του, αφού η ψυχή του είναι ανά πάσα στιγμή απολύτως ελεύθερη. Αυτή θεωρείται ότι είναι η κατάσταση εκείνων των όντων που στη θεοσοφική γλώσσα ονομάζονται Αντέπτ, Μαχάτμα, Διδάσκαλοι.

56. Όταν ο νους δεν αντιλαμβάνεται πλέον εαυτόν ως γνώστη ή ως αυτόν που βιώνει και έχει γίνει ένα με την ψυχή –  η οποία, πράγματι, γνωρίζει και βιώνει – έρχεται η Απομόνωση και η ψυχική χειραφέτηση.



ΒΙΒΛΙΟ IV
Η ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗΣ

1. Οι Τελειότητες του σώματος ή οι υπεράνθρωπες δυνάμεις υπάρχουν εκ γενετής ή δημιουργούνται με τη χρήση ισχυρών βοτάνων ή με επανάληψη επωδών, με πειθαρχίες ή διαλογισμό.

Η μόνη αιτία μόνιμων τελειοτήτων είναι ο διαλογισμός που συνοδεύεται από μία σειρά επωδών πριν από το στάδιο της τελειότητας, γιατί η εκ γενετής τελειότητα, όπως για παράδειγμα, η δύναμη των πτηνών να πετούν, είναι προσωρινή, καθώς  και όσες ακολουθούν τις επωδούς, τα ελιξίρια και τα συναφή. Ο εσωτερικός, όμως, διαλογισμός επηρεάζει κάθε ενσάρκωση. Πρέπει, επομένως, να συμπεράνουμε ότι ο κακός διαλογισμός θα έχει σαν αποτέλεσμα τελειότητα  στο κακό.

2. Η μεταβολή ενός ανθρώπου σε μια άλλη κατηγορία ύπαρξης – όπως στην ύπαρξη ενός ουράνιου όντος – είναι απόρροια της αλληλεπίδρασης των φύσεων.

Αυτό υποδηλώνει ότι είναι δυνατόν – όπως  παραδέχονται οι Ινδουιστές – ένας άνθρωπος να μπορεί να γίνει ένας Deva, ή κάποιο ουράνιο ον, μέσω της δύναμης των πειθαρχιών και του διαλογισμού.

3. Ορισμένα προτερήματα, έργα και πρακτικές ονομάζονται «περιστασιακές» γιατί δεν τροποποιούν ουσιαστικά τη φύση. Είναι αποτελεσματικές για να απομακρύνουν εμπόδια που παρακωλύουν άλλα προτερήματα, όπως, π.χ. όταν ένας γεωργός βγάζει τα εμπόδια που βρίσκονται στο αρδευτικό του αυλάκι και στη συνέχεια αφήνει το νερό να κυλήσει ελεύθερα.

Εδώ αναλύεται περισσότερο ο Αφορισμός 2 αποδεικνύοντας ότι σε κάθε επωδό ορισμένες πρακτικές (σαν αυτές που ήδη περιγράφηκαν) θα διαλύσουν τις συσκοτίσεις του παρελθόντος Κάρμα του ανθρώπου, οπότε το Κάρμα θα εκδηλωθεί. Ενώ, αν δεν χρησιμοποιούνταν οι συγκεκριμένες πρακτικές, το αποτέλεσμα του παρελθόντος διαλογισμού θα μπορούσε να καθυστερήσει για μια ακόμα ζωή.

4. Ο νους που δρα στα διάφορα σώματα που εκουσίως προσλαμβάνει ο ασκητής είναι προϊόν μόνο του εγωισμού του.

5. Και για τις διάφορες νοητικές δραστηριότητες, ο νους του ασκητή είναι η κινητήρια αιτία.

6. Ανάμεσα στους νόες που εκ γενετής έχουν διαφορετική σύσταση ή εξ αιτίας της επίδρασης των βοτάνων, των επωδών,  των πειθαρχιών και του διαλογισμού, μόνο εκείνος που οφείλεται στο διαλογισμό δεν διαθέτει τη βάση των νοητικών αποθεμάτων των πράξεων.

Ο αφορισμός ισχύει για όλες τις κατηγορίες των ανθρώπων και όχι για τα σώματα που προσλαμβάνει ο ασκητής. Και πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι κάθε ζωή αφήνει στο Εγώ νοητικά αποθέματα που σχηματίζουν τη βάση πάνω στην οποία συμβαίνουν αργότερα  αντίξοες καταστάσεις σε άλλες ζωές.

7. Το έργο του ασκητή δεν είναι ούτε αγνό ούτε σκοτεινό, αλλά ιδιόμορφο, ενώ το έργο των άλλων είναι τριών ειδών.

Τα τρία είδη έργου που υποδηλώνονται είναι (1) το αγνό σε δράση και κίνητρο, (2) το σκοτεινό, όπως είναι το έργο των καταχθόνιων  όντων και (3) το έργο των κοινών ανθρώπων, αγνό και σκοτεινό μαζί. Το 4ο είδος είναι αυτό του ασκητή.

8. Από αυτά τα έργα προκύπτει, σε κάθε ενσάρκωση, εκδήλωση μόνο εκείνων των νοητικών αποθεμάτων που μπορούν να καρποφορήσουν στο εκάστοτε προσφερόμενο περιβάλλον.

9. Αν και η εκδήλωση νοητικών αποθεμάτων μπορεί να αναχαιτιστεί από ακατάλληλα περιβάλλοντα με διαφορές οφειλόμενες στην τάξη στην οποία γεννιέται κάποιος, στον τόπο και στο χρόνο, υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ τους γιατί η μνήμη και η γραμμή της αναπαραγόμενης σκέψης ταυτίζονται.

Αυτό αναφέρεται για να διαλυθεί η αμφιβολία που προκάλεσε ο Αφορισμός 8 και θέλει να δείξει ότι η μνήμη δεν οφείλεται απλώς σε εγκεφαλική ύλη αλλά  διακατέχεται από το ενσαρκωμένο εγώ που αποθηκεύει όλα τα νοητικά αποθέματα σε λανθάνουσα κατάσταση και κάθε ένα χωριστά εκδηλώνεται όποτε του παρουσιαστεί η κατάλληλη σωματική σύσταση και το κατάλληλο περιβάλλον.


10. Τα νοητικά αποθέματα είναι αιώνια εξ αιτίας της δύναμης της επιθυμίας που τα προκάλεσε.

Στην Ινδική έκδοση αναγράφεται ότι τα αποθέματα παραμένουν λόγω της «ευλογίας». Καθώς, όμως, αυτή η λέξη χρησιμοποιείται με μια ιδιαίτερη έννοια, δεν την αναφέρουμε εδώ. Όλα τα νοητικά αποθέματα προκύπτουν από την επιθυμία για ευχάριστη διάθεση ή από την προσδοκία να αποφύγει κανείς στην επόμενη ζωή τα  βάσανα που πέρασε στην παρούσα ζωή ή και από το θετικό συναίσθημα που εκφράζεται με τη φράση «μακάρι να περνάω πάντα καλά». Αυτό ονομάζεται «ευλογία». Αλλά και η λέξη «αιώνια» έχει ιδιαίτερη σημασία. Εννοεί μόνο εκείνη την περίοδο που περιλαμβάνεται σε μια «ημέρα του Μπράχμα» που διαρκεί χιλιάδες χρόνια.

11. Επειδή συσσωρεύονται από την αιτία, το αποτέλεσμα, το υπόβαθρο και την υποστήριξη, όταν αποσύρονται, η συνέπεια είναι να μην υπάρχουν νοητικά αποθέματα.

Αυτός ο αφορισμός συμπληρώνει τον προηγούμενο και θέλει να δείξει ότι, αν και τα αποθέματα θα παραμείνουν στην «αιωνιότητα» εφόσον αφεθούν ανενόχλητα – και θα προστίθενται πάντα σε αυτά νέες εμπειρίες και ανάλογες επιθυμίες – ωστόσο μπορεί να απομακρυνθούν από αιτίες που προκαλούν την απόσυρσή τους.

12. Ό,τι είναι παρελθόν και ό,τι μέλλεται να γίνει δεν περιορίζεται σε μη – ύπαρξη, γιατί οι σχέσεις των ιδιοτήτων διαφέρουν μεταξύ τους.

13. Τα αντικείμενα, είτε εξευγενισμένα είτε όχι, αποτελούνται από τρεις ποιότητες.

Οι «τρεις ποιότητες» είναι η Sattva, η Rajas και η Tamas ή η Αλήθεια, η Δραστηριότητα και το Σκότος: η Αλήθεια αντιστοιχεί στο φως και στη χαρά. Η Δραστηριότητα στο πάθος και το Σκότος στο κακό, στην αδράνεια, στην αδιαφορία, στην οκνηρία και στο θάνατο. Όλα τα εκδηλωμένα αντικείμενα αποτελούνται από αυτές τις τρεις ποιότητες.

14. Η ενότητα των πραγμάτων προκύπτει από την ενότητα της διακύμανσης.

15. Η γνώση διακρίνεται από το αντικείμενο, γιατί διάφοροι παρατηρητές σκέπτονται ένα αντικείμενο με διαφορετικό τρόπο.

16. Ο νους γνωρίζει ή δεν γνωρίζει ένα αντικείμενο ανάλογα με το αν ο νους χρωματίζεται ή όχι ή επηρεάζεται από το αντικείμενο.

17. Οι νοητικές διακυμάνσεις είναι πάντα γνωστές στο προεξάρχον πνεύμα γιατί αυτό δεν υπόκειται σε διακύμανση.

Γι’ αυτό και μέσα από όλες τις αλλαγές που υφίσταται  ο νους και ο ψυχή, η πνευματική ψυχή, το Ισβάρα, παραμένει αμετακίνητη, «μάρτυρας και θεατής».

18. Ο νους δεν είναι αυτόφωτος, γιατί είναι εργαλείο της ψυχής, χρωματίζεται και τροποποιείται από εμπειρίες και αντικείμενα. Η ψυχή τον γνωρίζει.

19. Δεν μπορεί να επιτευχθεί συγκέντρωση προς δύο αντικείμενα ταυτοχρόνως.

20. Εάν μια αντίληψη μπορούσε να γίνει γνωστή από μια άλλη, θα χρειαζόταν να υπάρχει γνώση της γνώσης και τότε θα προκαλείτο σύγχυση αναμνήσεων.

21. Όταν η κατανόηση και η ψυχή ενώνονται, τότε προκύπτει αυτογνωσία.

Η αυτογνωσία για την οποία γίνεται λόγος εδώ είναι εκείνη η εσωτερική φώτιση που επιθυμούν όλοι οι αποκρυφιστές και δεν είναι απλώς γνώση του εαυτού με τη συνηθισμένη έννοια.

22. Όταν ο νους ενώνεται με την ψυχή και είναι απόλυτος γνώστης της γνώσης, αγκαλιάζει καθ’ ολοκληρίαν όλα τα αντικείμενα.

23. Ο νους, αν και προσλαμβάνει ποικίλες μορφές λόγω των απειράριθμων νοητικών αποθεμάτων, υπάρχει προκειμένου να χειραφετηθεί η ψυχή και λειτουργεί σε συνεργασία με αυτή.

24. Αυτός που γνωρίζει τη διαφορά ανάμεσα στη φύση της ψυχής και του νου παύει να έχει λανθασμένη ιδέα για την ψυχή.

Ο νους είναι απλώς ένα εργαλείο, όργανο ή μέσον με το οποίο η ψυχή αποκτά εμπειρίες και γνώση. Σε κάθε ενσάρκωση ο νους είναι, κατά κάποιο τρόπο, καινούργιος. Είναι τμήμα του εξαρτήματος που παρέχεται στην ψυχή μέσα από αναρίθμητες ζωές για να δέχεται εμπειρίες και να δρέπει τους καρπούς των πεπραγμένων. Είναι λανθασμένη η   ιδέα ότι ο νους είναι αυτός που γνωρίζει ή αυτός που βιώνει και πρέπει να εξαλειφθεί πριν επιτύχει η ψυχή τη χειραφέτηση. Γι’ αυτό και αναφέρθηκε ότι ο νους λειτουργεί ή υπάρχει για να επιτευχθεί η σωτηρία της ψυχής και όχι ότι η ψυχή υπάρχει χάριν του νου. Όταν αυτό γίνει απόλυτα κατανοητό, τότε θα φανεί καθαρά η μονιμότητα  της ψυχής και τότε θα αρχίσουν να διαλύονται όλα τα κακά που προκύπτουν από λανθασμένες ιδέες.

25. Τότε ο νους λοξοδρομεί προς τη διάκριση και υποκλίνεται προ της Απομόνωσης.

26. Όμως, στα διαλείμματα του διαλογισμού γεννιούνται άλλες σκέψεις, γιατί εξακολουθούν να υφίστανται παλαιές εντυπώσεις που δεν έχουν ακόμα σβήσει.

27. Οι τρόποι που έχουν υιοθετηθεί για την αποφυγή και εξάλειψή τους
            είναι οι ίδιοι που προαναφέρθηκαν για την αποτροπή των ενοχλήσεων.

28. Εάν ο ασκητής δεν επιθυμεί τους καρπούς, ακόμα κι όταν έχει επιτευχθεί τέλεια γνώση και δεν είναι αδρανής, τότε επέρχεται από την απολύτως τέλεια διακριτική του γνώση ο διαλογισμός που τεχνικά ονομάζεται Dharma Megha – ένα νέφος αρετής.

Ο σχολιαστής εξηγεί πως, όταν ο ασκητής φτάσει στο σημείο που περιγράφει ο Αφορισμός 25, εάν εστιάσει τη συγκέντρωσή του στην παρεμπόδιση κάθε άλλης σκέψης και δεν επιθυμεί να επιτύχει τις δυνάμεις που προκύπτουν, απλώς με τη θέλησή του φτάνει σε μια ακόμα κατάσταση διαλογισμού που ονομάζεται «νέφος της αρετής», γιατί μια τέτοια κατάσταση, τρόπον τινα, θα φέρει την πνευματική βροχή που θα πραγματώσει τον κύριο στόχο της ψυχής – την πλήρη χειραφέτηση. Περιέχει, επίσης, και μια προειδοποίηση ότι, μέχρις ότου επιτευχθεί αυτός ο κύριος στόχος, η επιθυμία για τους καρπούς αποτελεί εμπόδιο.

29. Έτσι προκύπτει η απόσυρση των ενοχλήσεων και κάθε έργου.

30. Τότε από την απεραντοσύνη της γνώσης που είναι απόλυτα διαυγής και αγνή, ό,τι μπορεί να γίνει γνωστό εμφανίζεται μικρό και ευκολονόητο.

31. Ακριβώς τότε φτάνει στο τέλος της η εναλλαγή στις διακυμάνσεις των ποιοτήτων, αφού ο σκοπός της ψυχής – η εμπειρία και η χειραφέτηση έχουν συντελεστεί.

32. Τότε γίνεται αντιληπτό ότι οι στιγμές και η εναλλαγή τους είναι η ίδια.

Εδώ προχωρά ακόμα πιο πέρα η έννοια του Αφορισμού 53 του 3ου Βιβλίου, όπου αναφέρεται ότι από την διάκριση των απώτατων διαιρέσεων του χρόνου προκύπτει αντίληψη των πιο λεπτών και σκοτεινών αρχών του σύμπαντος. Τώρα, βρισκόμενος στην Απομόνωση ο ασκητής βλέπει ακόμα και πέραν των απώτατων διαιρέσεων που, αν και ικανές να επηρεάσουν εκείνον που δεν έχει φτάσει σε αυτό το στάδιο, είναι για τον ασκητή ταυτόσημες, γιατί κυριαρχεί πάνω τους. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να ερμηνευθεί αυτός ο αφορισμός. Το πρωτότυπο αναφέρει ότι «η τάξη είναι το αντίστοιχο της στιγμής». Με άλλα λόγια, μπορεί να πει κανείς ότι στο είδος του διαλογισμού που αναφέρεται στον Αφορισμό 53, του 3ου Βιβλίου, διαθέτει ο νους μια υπολογιστική γνώση, βάσει της οποίας ο στοχαζόμενος, μη όντας ακόμα κυρίαρχος των διαιρέσεων του χρόνου, είναι αναγκασμένος να τις παρατηρεί καθώς περνούν ενώπιόν του.

33. Απομόνωση είναι η εκ νέου απορρόφηση των ποιοτήτων που έχουν εκπληρώσει τον σκοπό της ψυχής ή η σταθερότητα της ψυχής ενωμένη με την κατανόηση της φύση της.

Αυτή είναι μια γενική διατύπωση της φύσης της Απομόνωσης που μερικές φορές ονομάζεται Χειραφέτηση. Οι προαναφερθείσες ποιότητες, που βρίσκονται σε όλα τα αντικείμενα και που μέχρι τώρα είχαν επηρεάσει και καθυστερήσει την ψυχή, δεν εκλαμβάνονται πλέον λανθασμένα από αυτή σαν πραγματικότητες με αποτέλεσμα να μένει η ψυχή σταθερή στη φύση της χωρίς να επηρεάζεται από τα μεγάλα «ζεύγη των αντιθέτων» - την ευχαρίστηση και τον πόνο, το καλό και το κακό, το κρύο και τη ζέστη κ.ο.κ.
Ωστόσο δεν πρέπει να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η φιλοσοφία καταλήγει σε άρνηση και σε ψυχρότητα, όπως υποδηλώνει η λέξη «Απομόνωση» στα Αγγλικά.

Το αντίθετο συμβαίνει. Μέχρις ότου επιτευχθεί αυτό το στάδιο, η ψυχή, διαρκώς επηρεαζόμενη και λοξοδρομώντας από αντικείμενα, από τις αισθήσεις, τα βάσανα και την ευχάριστη διάθεση είναι ανίκανη να συμμετάσχει συνειδητά και ολοκληρωτικά στη μεγάλη ζωή του σύμπαντος. Για να συμμετάσχει, πρέπει να παραμείνει σταθερά «στη δική της φύση». Τότε είναι που προχωρεί – όπως παραδέχεται η φιλοσοφία – για να πραγματώσει το σκοπό όλων των άλλων ψυχών που ακόμα αγωνίζονται στην πορεία. Ωστόσο, είναι προφανές ότι  περισσότεροι αφορισμοί πάνω σε αυτό θα ήσαν εκτός τόπου αλλά και δεν θα μπορούσαν να γίνουν κατανοητοί, για να μην πούμε ότι θα ήταν ανώφελο να δοθούν.

ΤΕΛΟΣ του ΤΕΤΑΡΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Είθε το Ισβάρα να είναι κοντά σε όσους διαβάζουν αυτό το βιβλίο και να τους βοηθάει.
ΟΜ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο