Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΟ ΚΑΚΟΝ ΙΙ





ΚΚΚΚΚ

Προς επεξεργασία

Ian. 2017

Verdana 91/162

 

Πίνακας περιεχομένων

Εισαγωγή……………………………………………………………1

Βιβλιογραφία……………………………………………………..3

Σκέψεις ασύνδετες αυθαίρετες…………………………….5

Καλό-Κακό-αμαρτία,έννοια -ορισμός…………………7

Σχετικότητα εννοιών…………………………………………  12

Διακρίσεις Κακού………………………………………………..12

Δυαρχία……………………………………………………………….22

Πέρα από την δυαρχία ………………………………………..26

Το Κακό-το Καλό και η Ελευθερίατής βουλήσεως…28

Πόνος-Θρησκεία………………………………………………….31

Δημιουργία του Κακού…………………………………………..34

Επιστημονική  προσέγγιση;…………………………………….40

Θρησκεία-πόνος -΄κακό………………………………………..43

Βίβλος και Ιερά Κείμενα…………………………………………43

Η ανθρώπινη επιθετικότητα είναι εγγενής…………….47

Η λύση του προβλήματος;……………………………………..54

Η άποψη θεολόγων………………………………………………..55

Η πατερική διδασκαλία……………………………………………70

Η φιλοσοφία καιτο Κακό…………………………………………78

Χρησιμόττα του Κακού;……………………………………………82

Θρησκεία-Κακό-Αμαρτία………………………………………….85

Η Θεοσοφία……………………………………………………………..90

Πρακτική Ηθική………………………………………………………..92

Εξάλειψη του Κακού………………………………………………….93

Επίμετρο -………………………………………………………………….98

Προτάσεις –Ασκήσεις………………………………………………          100

Παράρτημα .......................................................................                      115

 

 

TO KAKON  ΙΙ

 

 

ΠΡΟσχέδιο,για επεξεργασία,που αμφιβάλλω αν θα τελειώσει ποτέ

ΠΡΩΤΑ ΣΚΟΡΠΙΑ  ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ  ΜΙΑ ΒΑΣΗΟ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΑ-ΑΠΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΕΙΚΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΕΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟ ΣΥΝΕΧΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ

 

Ξέρω-το εννοώ- ότι,όσα γράφονται πιό κάτω,(και που  συνεχώς συμπληρώνω και διορθώνω) απέχουν όχι απλώς από το τέλειο, το πλήρες,(και το οριστικό τουλάχιστον για μένα)αλλά και από αυτό που θα ήθελα και εγώ.Εκτός άλλων,η κατανομή τής ύλης είναι ελαφρώς απαράδεκτη.Δεν έχω όμως  τον χρόνο(και την ικανότητα;) να συμπληρώσω,να διορθώσω,να ταξινομήσω ,να καταλήξω.Τα γράφω  λοιπόν έτσι ,με την προσδοκία,ότι, ίσως,αποτελέσουν εφαλτήριο,για κάποιον που θα θελήσει να  σταθεί πάνω στα στοιχεία,και στις σκέψεις που τα πλαισιώνουν ,να προχωρήσει,και να θέσει ,στην ομάδα( στην οποία κατά μεγάλο μέρος,οφείλω τη προσπάθεια μου αυτή.και τής οποίας,την αγάπη και επιείκεια προεξοφλώ.),τα δικά του πλέον συμπεράσματα,  τους δικούς προβληματισμούς,τα δικά του ερωτήματα,(που πολλές φορές είναι πιο γόνιμα από τις απαντήσιες),.Τα  λίγα και ελλιπέστατα αυτά στοιχεία ,όπως τα έχω συλλέξει,έτσι,χύδην, , θάταν κρίμα να  μείνουν  αδιάβαστα, να πάν χαμένα. Όπως και κρίμα θάταν να πάν χαμένα και « ανεκμετάλλευτα» όσα ακούστηκαν στην ομάδα.Ολοι μας,πέρα από κάθε ματαιοδοξία ,και χωρίς το φόβο τής κριτικής, οφείλουμε,να δίνουμε « το κατά δύναμη»(Και ασφαλώς σε όλους τους τομείς)

 

 

 

 

 

.

ΤΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙ Ο ΚΑΚΟΝ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΑ

          1.-Pierre Teilhard de Chardin «  Le phénomène humain »Seuil,    1955  -Ο ίδιος  «Science et Christ»Seuil 1965 ιδίως σελ.150 επ.

          2.-Α.Μπλούμ « ¨ΔΙΑΛΟΓΟΣ» 1988/Δ σελ.17

          3.-Μάρκου Πολίτη «Το Πρόβλημα τού κακού» Πεμπτουσία 1993

          4.-John Gaarder  «Το Βιβλίο τής Σοφίας»Νέα Σύνορα 1994

          5.-Παπανούτσου «Ηθική» 5η Εκδ.Τόμ.ΙΙ,σελ.614 επ.

          6.-Claude Cuénot «Ce que Teilhard a vraiment dit» Marabout     Université  1972.

          7.Iάσων Ευαγγέλου «Ο ενισμός» Νέα σκέψη,1996,ιδίως σελ.244 επ.

          8.-Fritjof Capra “The Tao of Physics “ Flamingo 1985 first edition         Fontana 1976

  9.-Ο ίδιος  «Η κρίσιμη καμπή» Ωρόρα 1984(The Turning Point    1982)

10.-Ιάσων Ευαγγέλου «Ο Ανθρωπος και ο Πόνος» Βερέττας 2005

11.- J.V. Linden-W.T.Costello “ Les Fondements de la Religion” Payot,1957

12.-Francisco I.Ayala «Το Δώρο τού Δαρβίνου στην Επιστήμη και τη Θρησκεία» Ενάλιος 2009 (Darwin’s gift to Science and Religion -2007)  

13-Χρ.Γιανναράς «Το αίνιγμα τού κακού» Ικαρος 2008

14.-Ο ίδιος « Το ρητό και το άρρητο» Ικαρος,2008

15.-Αγιος Μάξιμος ο ομολογητής (εν Φιλοκαλία,β΄ «Το Περιβόλι τής Παναγίας»2006)        

        16.-Κώστας Μπέης  « Το πρόβλημα τού δικαίου και των ηθικών    αξιών» Ευνομία 1997.    

          17.- Karl Jaspers « Εισαγωγή στη Φιλοσοφία» Δωδώνη (Einfuehrung    in die Philosophie)

          18.-Ιάσων Ευαγγέλου «Το Πρόβλημα του Κακού στο ‘      Κόσμο»Σάκκουλας 1999.-

        19.- Δημήτρης Σιάτρας «…ΣΥΝΘΕΜΑ» Παρισιανού 2010    

          20.—Κων.Βραχνιάς « Η Προέλευση τού Πόνου και η σημασία του         στην Ζωή μας»Αθήνα 2005

           21.- Alister McGrath « Η αυταπάτη τού  Dawkins » Ουρανός (    Ψυχογιός Α.,Ε) 2008 ( The Dawkins Delusion,SPCK,2007)  

22.-Α.Κ.Νάσιουτζικ « Το Σήμερα και το Αύριο» Κέδρος 1982(ιδίως       σελ.92 επ.)

23.-W.J.Schelling « Ερευνες για την ουσία της Ανθρώπινης         Ελευθερίας¨» Ινδικτος 1997 (  πρώτη δημοσίευση 1809)

24.- Ιάσων Ευαγγέλου «Προσωκρατικοί φιλόσοφοι και Σοφιστές»        Σαββάλας 1995

25.-Ιωάν.Πλεξίδας» Η Ανθρωπολογία τού Κακού»Λογείον 2013.

         26.- Ιωάννης Πλεξίδας «Ανθρωπος και Θάνατος»Λογείον  2015

27.-Arthur Koestler « Ο Λωτός και το Ρομπότ» Χατζηνικολής-1983       28 Κ.Κριμπάς « Κοινωνιοβιολογία» Κάτοπτρο 2007

29.Ν.Μελισσανίδης. «Η έννοια του Καλού στους πρώιμους kkk     πλατωνικούς διαλόγους»(Διαριβή) 1997

30.Α.Κ.Νάσιουτζικ. «Το τραύμα του Αδάμ» Κέδρος.”Onhuman NatureArvard University Press-1995)

31-Paul Diel   « Le symbolisme dans la bible»Payot 1975

32.-Jay Lombard « Ο Νούς του Θεού» Πεδίο 2018( The Mind of God  2017)

33.-Χαράλαμπος  Θεοδωρίδης «Επίκουρος,Η αληθινη όψη του Αρχαίου Κόσμου» Βιβλιοπωλείο Εστίας 2012.

34.- Claude Hagège « Οι Θρησκείες,ο Λόγος,η Βία» Εξάντας 2018( Les Religions,la Parole et la Violence)

 35.-Antonio Damasio «Η Παράξενη κατάσταση των πραγμάτων»Ενάλιος 2019(The Strange order of things)

 36.- Lydie Krestovsky   «   Le Problème spirituel de la Beauté et de la laideur »P.U.F. 1948

37.-Frank Wilchek «ένα όμορφο ερώτημα» Κάτοπτρο,2016(A beautiful Question –Finding nature’s deep Design 2015)

38.-Pierre Teilhard de Chardin”Comment je crois “ Seuil  1969 

39.-.-Edward O.Wilson  « Για μια Ανθρώπινη φύση»Σύναλμα 1998( “On Human Nature” –Harvard University Press 1995)

 

 

 

 

 

 

ΣΚΟΡΠΙΕΣ-«ΑΣΥΝΔΕΤΕΣ- « ΑΣΧΕΤΕΣ»»ΚΑΙ «ΕΚΤΟΣ ΘΕΜΑΤΟΣ»  ΣΚΕΨΕΙΣ

Α.-1.-Το Σύμπαν, είναι ένα μυστήριο.Και  το Κακό,(αν υπάρχει όπως στην συνέχεια λαμβάνεται ως υπάρχον) αν θεωρηθεί, ως μέρος και αυτό τού Σύμπαντος και τής Δημιουργίας, θα είναι και αυτό μυστήριο,και επομένως  « ακατανόητο».

2.- Η σύγχρονη φυσική έχει καταλήξει ότι, δεν έχει βρεθεί γλώσσα για να περιγράψει –και πολύ περισσότερο για να εξηγήσει -τα φαινόμενα που παρατηρεί.Πολύ περισσότερο από ποτέ, πλησιάζει,αν δεν ταυτίζεται με την ανατολική σκέψη,με την γλώσσα των μυστικών.Μας θυμίζει τα Κοάν.Ο Heisenberg, αφού και αυτός είχε εντοπίσει το πρόβλημα τής γλώσσας ,στην σύγχρονη φυσική είχε διερωτηθεί:« Μπορεί η φύση να είναι  τόσο παράλογη,όσο φαίνεται στα πειράματά μας;» Και ο Eddington είχε παρατηρήσει ότι, το Σύμπαν όχι απλώς δεν είναι αυτό που φανταζόμαστε,αλλά ούτε αυτό που θα μπορούσαμε να φαντασθούμε.

Αν όλα αυτές οι δυσκολίες για  έκφραση,οι δυσκολίες γλώσσας,οι δυσκολίες κατανόησης, οι δυσκολίες  ανεύρεσης τής αλήθειας, τής πραγματικότητας,ισχύουν για την φυσική,(που-καλόν είναι να μην το ξεχνούμε και αυτό- βασικώς,αν μη αποκλειστικώς ασχολείται με τα φαινόμενα και όχι-απλώς γιατί είναι έξω από τις δυνατότητές της- με την Πραγματικότητα)είναι φανερό,πόσο απείρως,μεγαλύτερες(ή και ανυπέρβλητες) είναι οι δυσκολίες, στην προσπάθεια, ερμηνείας, φαινομένων  και προβλημάτων,όπως αυτό που θέλουμε να αντιμετωπί σουμε,αφού σχετίζεται άμεσα με το μυστήριο τού Σύμπαντος, τού « ηθικού» προσανατολισμού του---γι΄αυτούς που δέχονται,  ότι (πρέπει;) να υπάρχει, τής Ζωής, και τού «γιατί»- αυτού,τού «γιατί» που μετά μανίας  και βασανιστικώς(και ίσως και α-νοήτως),θέλουμε πάντα να εξηγήσουμε.

Όταν  οι φυσικοί,εκφράζονται με τόση απαισιοδοξία για την δυνατότητα προσδιορισμού αυτού που αποκαλούμει  « πραγματικότητα» μπορεί κανείς να αισιοδοξεί για μια πειστική απάντηση για το πρόβλημα τού κακού,που ασφαλώς κείται έξω από τον τομέα τής επιστήμης,που κείται σ΄ένα επίπεδο,που δεν μπορεί εύκολα να προσδιορισθεί,παρά μόνον με την νεφελώδη διατύπωση,ότι, « πρόκειται για κάτι άλλο» και που επομένως για την  διερεύνηση και κατανόησή του απαιτεί(ίσως) κάποια άλλη μέθοδο,ή καλύτερα άλλη « κατάσταση»;

Η εξήγηση επομένως και η προσπάθεια για  απάντηση στο πρόβλημα του κακού ,είναι η αγωνία τού νού να ερμηνεύσει τα πάντα,να  μάθει τα πάντα,προσπάθεια που είναι μέσα στη φύση του.«Ο άνθρωπος τού ειδέναι φύσει ορέγεται» είχε ήδη παρατηρήσει ο Αριστοτέλης.

Στην παρουσίαση τού σύντομου και ελλιπέστατου τεμαχίου που ακολουθεί,(τού οποίου στόχος είναι απλώς να θέσει ή να ξαναθέσει ερωτήματα,να προβάλλει θέσεις και απορίες πολλές φορές αντιφατικές  και ασύνδετες μεταξύ τους, με στόχο σε τελευταία ανάλυση να προσδιορίσει ένα τρόπο στάσης και συμπεριφοράς,-και το οποίο τεμάχιο,έχει μεγάλες ατέλειες (που ο γράφων δεν κατάφερε να αποφύγει γιατί τον υπερβαίνουν) και στην αρχιτεκτονική και  δομή του, --- πρόσθετος λόγος για τον οποίο   προσφέρεται περισσότερο για ανάγνωση παρά για άκουσμα--,αλλά (ίσως  και το χειρότερο) και στην ουσία του, εμφανιζόμαστε  να ξεχνούμε τις  παραπάνω σκέψεις. Η αντίφαση και το παράλογο αυτό,ας βρεί την εξήγησή του,(τουλάχιστον) στην δύναμη τής συνήθειας τού ανθρώπου,που θέλει  (για λόγους καθαρά αδυναμίας που έχει σχέση με την συγκρότησή του,αλλά και και ιστορικούς) να εξακολουθήσει να σκέπτεται με την δυτική,την αριστοτελική, λογική.Και που ψάχνει και ψάχνεται,μερικές φορές χωρίς να ξέρει τι αναζητεί.(Ισως το αριστοτελικό «ο άνθρωπος τού ειδέναι φύσει ορέγεται» να συνιστά και πάλι  μια κάποια εξήγηση-Ισως η εξήγηση να  βρίσκεται στο «κάτι άλλο» που υπάρχει μέσα μας).      

          Β.1-Μακάρι να ζούσαμε σε μια χώρα αγγέλων και καλοσύνης .Αν  όμως δεν είναι έτσι,τότε  είναι χρέος κάθε υπεύθυνου ανθρώπου να αναγνωρίσει το πρόβλημα,και να  αντιμετωπίσει το κακό , σαν ένα εμπόδιο (Μερικοί  « ρεαλιστές, προσγειωμένοι και πρακτικοί» θα έλεγαν να το αποδεχθεί, όπως κάποιος αποδέχεται ένα φυσικό φαινόμενο και ν’ ασχοληθεί με φλέγοντα θέματα τής καθημερινότητας ).Όμως: Ως σκεπτόμενα όντα,δεν έχουμε δικαίωμα να  παρακάμψουμε το θέμα,όπως και δεν θα πρέπει και  να  διολισθήσουμε,σε νοσηρές καταστάσεις μαύρης απαισοδοξίας, ιδίως όταν αυτή συνοδεύεται από μια στάση αδράνειας.               2, Από την άλλη όχθη,το καλό σαν ιδέα,εικόνα και πράξη, σαν προβολή καλών και όμορφων σκέψεων,και ιδίως εικόνων, πρέπει να εξακολουθήσει να είναι ένας-πιστεύω όχι ο μόνος-,αποτελεσματικός τρόπος αντιπετώπισης τού κακού  (για όσους βεβαίως  ,όπως ο γράφων, επαναλαμ βάνω,πιστεύουν ότι ,υπάρχει)

          3.Ο πόνος είναι αναμφισβήτητα κακό.

          4-Το ότι, για πολλούς κανείς δεν είναι από την φύση του κακός,( ο Σωκράτης στον Τίμαιο του Πλάτωνα λέγει « κακός  μεν γαρ εκών ουδείς) δεν σημαίνει ότι, δεν μπορεί να κάνει κακό.Η Σωκρατική αισιόδοξη θέση, ότι, η αρετή διδάσκεται, υποδεικνύει σαφώς ένα δρόμο και μια πρακτι κή.Υποδεικνύει την ανάγκη τής γνώσης,στην απόλυτη έννοια της.        

         

 

ΚΑΛΟΝ-ΚΑΚΟΝ-ΛΑΘΟΣ-ΑΜΑΡΤΙΑ

ΤΙ ΕΙΝΑΙ - ΚΑΛΟ- ΚΑΚΟ -ΕΝΝΟΙΑ ΟΡΙΣΜΟΙ

Α:Ετυμολογικά

Η λέξη αγαθός( ή καλός) σημαίνει περιζήτητος από το ρήμα χατέω ή χασέω=ζητάω.Τα παράγωγα είναι χάσιος,αχασός,αγαστός= επιτήδειος. Η αρχική αυτή έννοια υπέστη με το χρόνο παραλλαγές          .H  λέξη κακός εμφανί ζεται ως αντίθετη τού αγαθός(δειλός κλπ).

Β.Ορισμοί-έννοια.

Στα Ομηρικά έπη αγαθός είναι ο ανδρείος και, κακός ο δειλός

 

Μια απλουστευμένη άποψη θάθελε το κακό ως κάτι αντίθετο με το Καλό,σκέψη που μας ωθεί να προσπαθήσουμε να δώσουμε  την έννοια τού Καλού,πράγμα που επιχειρείται  σε άλλο σημείο τού προκείμενου πονήμα τος. Το κακό είναι κάτι που μειώνει το αγαθό,που μειώνει ή και εξαφανίζει την απόλαυση και τη βίωση τού αγαθού,τού καλού,που εμποδίζει την εγκαθίδρυση τού καλού,  την επίτευξη ενός  στόχου που υπαγορεύει και έχει προγραμματισθεί,για μια προγραμματισθείσα   σωστή  και  αρμονική  λειτουργία και  ολοκλήρωση τού όντος, συμφυή με τη φύση και τον προορισμό του.

Ο πόνος είναι κι αυτός κακό,  όταν δεν λειτουργεί  μόνον προειδο ποιητικά,έχει όταν  δεν υπερβαίνει ένα μέτρο οπότε είναι καλό,είναι  παιδαγωγικός, υποδεικνύει δρόμους, και χαλυβδώνει τον άνθρωπο και τον κάνει πραγματικό αγωνιστή. Όταν το μέτρο αυτό(που ασφαλώς είναι διαφορετικό για κάθε περίπτωση και κάμερικές περιπτώσεις συνθε άνθρωπο) ελλείπει,  διαταράσσει ισορροπίες,  μειώνει ή αχρηστεύει δυνατότητες  και επομένως καθιστά ανέφικτη την εκτέλεση ενός επιθυμητού έργου.
          Και ασφαλώς,δεν πρέπει να λησμονήσουμε αυτό που μας εδίδαξε η δαρβινική ιατρική μας εδίδαξε.Οτι, δηλαδή να μην παρεμποδίζουμε τη δράση των εγγενών μηχανισμών άμυνας που μας εκληροδότησε η φυσική επιλογή.Ετσι σε μερικές περιπτώσεις,ο πόνος,το άγχος,συνιστούν προσαρμοστικούς μηχανισμούς.Παραδείγματα πολλά: Ο βήχας ,η καταρρο ή,η διάρροια.Ο πυρετός,που αποτελεί μηχανισμό αμύνης κατά βακτηριακής προσβολής(και επομένως σε πολλές περιπτώσεις συμφέρει στον άρρωστο να μην καταφεύγει σε αντιπυρετική αγωγή καθώς όπως αποδείχθηκε πειραματικά,ο πυρετός σε  ορισμένες περιπτώσεις συντομεύει την αποθεραπεία)

Αλλά ασφαλώς οι περιπτώσεις αυτές δεν αλλοιώνουν την εικόνα,δεν αναιρούν το ότι ο πόνος γενικώς  είναι κακό,είναι κάτι που βλάπτει.  

         

          Τα Κακό είναι ασφαλώς ένα λάθος,μια λαθεμένη ενέργεια.Και λέγοντας λάθος εννοούμε κάτι που ματαιώνει έναν επιδιωκόμενο σκοπό,που εμποδίζει μια λύση,που παρακωλύει την επέλευση μιάς κατάστασης, που προκαλεί μια ανεπιθύμητη κατάσταση,που οδηγεί σε μια πλάνη.Υπάρχουν κατηγορίες και διαβαθμίσεις λαθών,ιδίως από πλευράς συνεπειών. Το λάθος σ ένα μαθηματικό συλλογισμό,από ένα καθαρώς θεωρητικό επιστή μονα,μπορεί,να μην έχει καμία συνέπεια για τους γύρω μας.Απλώς δεν οδηγεί σε μια λύση,που θα ικανοποιούσε τον επιστήμονα. Μπορεί όμως όταν έχει πρακτικές προεκτάσεις,να προκαλέσει κακό,πόνο.Σε άλλες περιπτώσεις,οι συνέπειες αυτές είναι περισσότερο εμφανείς.Ενας κακός χειρισμός τού κυβερνήτη ενός αεροπλάνου,μπορεί να οδηγήσει σε-μη ηθελημένο-Κακό, μπορεί να προκαλέσει πόνο,τουλάχιστο στο φυσικό ;;;;;;επίπεδο.  Εχουμε το λάθος αποκλειστικώς τού νού, ξεκομμένο από το συναίσθημα,από το κίνητρο.

Για μερικούς ως κακό υπό την ευρεία έννοια,μπορεί να ορισθεί,το άθροισμα τής αντίθεσης,που η πείρα δείχνει ότι, υφίσταται στο Σύμπαν προς τις επιθυμίες και τις ανάγκες των ανθρώπων.Από την άποψη αυτή, τής ανθρώπινης ευημερίας, Κακό είναι απλώς  εκείνο που δεν έπρεπε να υφίσταται.

Οπως ήδη γράφεται πιο πάνω,το Κακό που έχει αφετηρία ανθρώπινη συμπεριφορά, είναι ασφαλώς ένα λάθος,με την έννοια που προεκτέθηκε Είναι μιά  αρνητική,απόκλιση από   μιά επιθυμητή πορεία που έχει σχεδια σθεί , για μερικούς μια απόκλιση,από το παγκόσμιο σχέδιο εξέλιξης. Μια συμπαντική προσέγγιση θάθελε ότι, Κακό  είναι το  αντίθετο τού Καλού( όχι απλώς η απουσία τού καλού), είναι ό,τι εμποδίζει,ό,τι αντιστρατεύεται την  επιδίωξη αυτή, την πορεία αυτή,που αντιστρατεύεται την πραγμάτωση ενός σκοπού,την πραγμάτωση τού σχεδίου εξέλιξης.

2.-Από την πλευρά τού « δράστη» δεν θεωρείται, από ηθικής πλευράς, ως κακό,  λάθος αποκλειστικώς τού νού, ξεκομμένο από το συναίσθη μα,από το κίνητρο -μερικές φορές και ξεκομμένο από ένα  ηθικώς αδιάφορο αποτέλεσμα.Δεν εξετάζεται επίσης εδώ, το λάθος,που μπορεί να οδηγήσει σ΄ένα αποδοκιμαζόμενο αποτέλεσμα,σε μιά οδυνηρή (για τους άλλους)συνέπεια ,αλλά που  δεν οφείλεται σε ενσυνείδητη ενέργεια.Εδώ έχουμε επίδραση στο φυσικό μόνον επίπεδο,ασφαλώς όχι αμελητέα,αλλά ήσσονος σημασίας.

Και όλα αυτά,γιατί  για την ηθική τάξη,έχει μεγάλη σημασία το κίνητρο.

3.-Εχουμε επίσης το κακό,που έχει σχέση με το συναίσθημα,γιατί και αυτό έχει την (αόρατη) αποτύπωση στον περίγυρό μας,(και στο Σύμπαν),έστω και αν δεν υλοποιείται σε εμφανή –εξωτερική δράση .Το μίσος, η κακία τείνουν στην ανατροπή,μιάς κατάστασης αγαθής,ηθικώς παραδεκτής,ή στην δημιουργία μιάς ηθικώς απαράδεκτης  καταστάσεως.Σε τελική  ανάλυση,(το συναίσθημα )έχει ίσως  την αφετηρία του  στο νού,με χαρακτηριστικό ότι,βλάπτει όχι μόνον,τον αποδέκτη,αλλά και το δράστη

-              (Περισσότερα στο Παράρτημα)

Για την  αμαρτία  ( που συνιστά ασφαλώς  και αυτή μια λαθεμένη ενέργεια)  γράφουμε πιο κάτω,στο κεφάλαιο  « οι θρησκειες   η αμαρτία- κακό»

O Χρ.Γιανναράς,(ό.π.)λέγει ότι, με τη λέξη κακό  σημαίνουμε εκφάνσεις  τής πραγματικότητας,τής φυσικής και τής ιστορικής,δυσάρεστες έως οδυνηρές(ή και βασανιστικές) για τον άνθρωπο……Στην ανθρώπινη συμπεριφορά οι εμφανίσεις τού κακού(ηθικό κακό) είναι ενδεχόμενες .Οι αντίστοιχες  πτυχές τής φυσικής πραγματικότητας είναι νομοτελειακές, αδήριτες (φυσικό κακό)

Δεν μπορείς να μιλήσεις για το κακό,χωρίς να μιλήσεις και για τον πόνο.

 

          Κατά τη Διδασκαλία του ΖΕΝ ,οι κοινωνίες που προβάλλουν πρότυπα ηθικής,και την ανάπτυξη τής ανθρώπινης συνειδήσεως,είναι ένας πολιτι σμός ενοχής. Οι έννοιες τού Καλού και τού Κακού, δεν αναγνωρίζονται  ως απόλυτες ιδέες. Η ιαπωνική  ηθική είναι σχετικιστική και περιστασιακή.Ο άνθρωπος δεν είναι εν μέρει καλός και εν μέρει κακός.Εχει εν μέρει καλή ψυχή και εν  μέρει κακή ψυχή που είναι εξίσου χρήσιμες.Το κακό γι΄αυτούς είναι χριστιανική έννοια.Καλό καλό και κακό υπάρχουν μόνον σε μια σχετική κλίμακα.Και όταν σ’ένα  διδάσκαλο τού ΖΕΝ παρατηρήθηκε (όπως το αποτυπώνει ο Koestler) σχετικά με την άποψη αυτή, ότι,  « τότε δεν θάπρεπε να υπάρχει και ανοχή σε μια σχετική κλίμακα; Δεν θάπρεπε α περιλαμβάνει κι΄αυτούς που αρνούνται την ανοχή;»,έλαβε μιά ακατανόητη για τον γράφοντα απάντηση.  « Αυτό είναι σκέψη σε αντίθετες κατηγορίες,που είναι κάτι ξένο για τη δική μας φιλοσοφία»  

          Κατά την Μπλαβάτσκυ και την Θεοσοφική Δικαδασκαλία ο άνθρωπος είναι μια μονάδα που αναπτύσσει και καλλιεργεί τις αρχές τής επιθυμίας και τής νοημοσύνης και ο πλανήτης που τον φιλοξενεί είναι το σχολείο όπου εκπαιδεύεται να διακρίνει το Καλό (ό,τι συνάδει με το Θείο Αρχέτυπο και τον νόμο της Αρμονίας) από το Κακό,………….. Και στο «Spiritual Progress» γράφεται: « Ο πραγματικός Αντέπτ, ο αναπτυγμένος πνευματικά άνθρωπος, όπως πάντοτε λέμε, γίνεται μόνος του, δεν κατασκευάζεται από άλλους. Η διαδικασία, επομένως, προχωρεί διαμέσου τής εξέλιξης και αυτό αναγκαστικά συνεπάγεται ένα βαθμό δοκιμασίας. Η κυριότερη αιτία τού πόνου βρίσκεται στη συνεχή αναζήτηση τού σταθερού , και όχι μόνο στην αναζήτησή του αλλά στο ότι, ενεργούμε σαν να έχουμε ήδη βρει το σταθερό σε έναν κόσμο τού οποίου η μόνη σίγουρη κατάσταση είναι η συνεχής αλλαγή. Και καθώς πάντοτε φανταζόμαστε ότι, τα πράγματα είναι μονίμως σταθερά, αλλάζει μέσα μας η εντύπωση ότι ,αυτό που έχουμε είναι δικό μας στο διηνεκές, πράγμα που φέρνει πόνο. Επιπλέον, η έννοια τής ανάπτυξης εμπεριέχει επίσης την έννοια τής διάλυσης: το εσωτερικό ον πρέπει συνέχεια να σπάζει το περιορίζον κέλυφος ή τη φυλακή του και μια τέτοια διάλυση θα πρέπει επίσης να συνοδεύεται από πόνο, όχι φυσικό αλλά ψυχικό και νοητικό.»Και έτσι συμβαίνουν τα πράγματα στη διάρκεια των ζωών μας, κάθε δοκιμασία που έρχεται πάνω μας να θεωρούμε ότι, είναι η πιο σκληρή που πιθανόν θα συνέβαινε – είναι πάντοτε αυτή η κατάσταση που αισθανόμαστε ότι, δεν μπορούμε να αντέξουμε. Αν κοιτάξουμε την κατάσταση από απόσταση, θα δούμε ότι, προσπαθούμε να διαρρήξουμε το κέλυφός μας στο πιο τρωτό του σημείο. Και ότι αυτή η ανάπτυξη (που είναι ουσιαστικά διεύρυνση τής συνειδητότητάς μας), για να είναι πραγματική, και όχι εκτόνωση των απωθημένων μας, θα πρέπει να προχωρήσει συνολικά, όπως ακριβώς αναπτύσσεται το σώμα ενός παιδιού, όχι πρώτα το κεφάλι και μετά το χέρι και μετά το πόδι, αλλά προς όλες τις κατευθύνσεις μεμιάς, κανονικά και ανεπαίσθητα.

            Στο   « Το Τραύμα του Αδάμ» του Α.Κ.΄Νάσιουτζικ σελ.147) γράφεται ότι , κατά τόν E.Otto  στην Αιγυπτιακή μυθολογία  δεν θα πρέπει να περιμένουμε να βρούμε ότι ο άνθρωπος είναι σημαδεμένος με το προπατορικό αμάρτημα ,ότι κατά τον Ερμή Τρισμέγιστο το κακό δεν είναι δημιούργημα των θεών αλλά των άνθρώπων(«επεί μεν ο θεός αναίτιος ,ημείς δε αίτιοι των κακών,ταύτα προκρίναντες των αγαθών») ι ότι,επομένως αιτία του κακού είναι η ένωση της ψυχής με το σώμα και ότι,  «η απελευθέρωση της ψυχής από τις ανακυκλίσεις των μετεμψυχώσεων,και η συγχώνευσή της μέσα στην πρωταρχική πηγή,με τις διαδοχικές εκφορτώσεις κάθε υλικότητας εκτός από εκείνη του αγνού φωτός ,που φιλτράρει τη φωτεινότητα της ψυχής και αντιτίθεται ενεργητικα΄αυτήν την ένωση».

 

 

ΣΧΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΝΝΟΙΩΝ

Όπως ήδη γράφηκε μια  προσπάθεια   προσέγγισης  στο πρόβλημα είναι να το αντιμετωπίσουμε ως αντίπαλο του Καλού,και επομένως αναδύ εται η ανάγκη προσδιορισμού τής έννοιας  τού Καλού.Με το τον προσδιορισμό τής εννοίας τού καλού ασχολούμαστε πιο κάτω.

Ως προς το Κακό.Αν εξετάσει κάποιος,την έννοια, (κυρίως τού  φυσικού κακού,σε αναφορά σε ένα   είδος,)θα καταλήξει πολλές φορές  στο συμπέρασμα,ότι ,κάτι που είναι βλαβερό για ένα είδος,είναι(ίσως) ωφέλιμο για κάποιο άλλο και αντιστρόφως. Αποδίδεται στον Ηράκλειτο* η φράση:  «Θάλασσα ύδωρ καθαρώτατον και μιαρώτατον.Ιχθύσι μεν πότιμον και σωτήριον,ανθρώποις δε άποτον και ολέθριον» Ένα άλλο παράδειγμα μας δίνει ο Nick Lane στο βιβλίο του  The Vital Question.Το διοξείδιο του άνθρακα,είναι βλαβερό για τον άνθρωπο.Τα φυτά όμως έχουν κάθε λόγο να είναι ευγνώμωνα για την ύπαρξή του αφού, περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα, σημαίνει γι΄αυτά περισσότερη ανάπτυξη!.Είναι φανερό ότι,οι παρατηρήσεις αυτές,αφετηριάζουν( σε ορισμένεςς περιπτώσεις) πολλές σκέψεις για την σχετικότητα τής έννοιας τού κακού,ιδίως ή τουλάχιστον σε θέματα καθημερινής πρακτικής,και ασφαλώς όχι μόνον στο φυσικό επίπεδο

Ο Αισχύλος  έλεγε  « Σκότω φάος ισόμοιρον» (;;!!)

Στην τελική-συμπαντική  κλίμακα,η σχετικότητα  αυτή δεν (πρέπει να ) υφίσταται.

ΟΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ  ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ.

Το Κακό μπορεί να εξετασθεί από δύο (τουλάχιστον,γιατί γίνεται λόγος και για ψυχολογικό και  μεταφυσικό κακό) πλευρές.Από ηθική πλευρά και από καθαρώς φυσική.Εχουμε το Κακό,που ταυτίζεται με το ανήθικο(ηθικό κακό) που αντιστρατεύεται το καλό,το αγαθό, την θέληση Τού Θεού,και έχουμε το (φυσικό)Κακό,που προξενεί σωματικό πόνο,που καταστρέφει με τους σεισμούς, ή με το τσουνάμι,με τα  φυσικά φαινόμενα κλπ.(Ας μην εξετάσουμε εδώ κατά πόσον τα φυσικά αυτά φαινόμενα,σε τελευταία ανάλυση μπορεί   να αποτελούν κομμάτια μιάς αλυσσίδας και δια  δικασίας,που-στο σύνολό τους- ευνοεί την ζωή )

 Ο Ayala(«Το Δώρο κλπ».3),που έχει σπουδάσει και Θεολογία,(πριν αρχίσει την σταδιοδρομία του ως επιστήμονας εκπαιδεύθηκε στη Καθολική ιεροσύνη στο Δομηνικανικό μοναστήρι τού Σαν Σεμπάστιον στην Ισπανία)  ασχολούμενος με τα είδη τού κακού   γράφει ότι , η  παραδοσιακή θεολογία διακρίνει τρία είδη κακού.

1-Το ηθικό κακό,ή αμαρτία,που προέρχεται από τα άνθρώπινα όντα. (:κατά τη θρησκεία,το ηθικό  κακό μπορεί να προσδιορισθεί  ως η απόκλιση τής ανθρώπινης θέλησης από τις επιταγές τής ηθικής τάξεως,και η πράξη που προέρχεται από την απόκλιση αυτή,που δεν προέρχεται όμως από άγνοια. Η εμβέλεια τού ηθικού κακού,δεν περιορίζεται στις συνθήκες τής ζωής,στη φυσική τάξη,αλλά περιλαμβάνει και την υπερφυσική τάξη και είναι αμφίβολο αν είναι δυνατό για μια ηθική υποχρέωση,να υφίσταται αν εξάρτητα από μια υπερφυσική  κύρωση)

2-Τον πόνο και τη δοκιμασία( που ασφαλώς περιλαμβάνει και τον ψυχολογικό πόνο όπως τα βιώνουν τα ανθρώπινα όντα  (:Ως προς τα ζώα,η φύση και ο  βαθμός τού πόνου στα κατώτερα ζώα,δεν είναι καθαρή και καθώς απουσιάζουν τα σχετικά στοιχεία,είναι δύσκολο  να αποφανθεί κανείς, αν ο πόνος αυτός  έχει  σχέση με τα άψυχα ή μπορεί να γίνει σύγκριση με το ανθρώπινο πόνο. Ο  Descartes υπέθετε ότι, τα ζώα είναι μηχανές,χωρίς συνείδηση)

(Περισσότερα στο Παράρτημα)

3-Το φυσικό κακό ,όπως είναι οι φυσικές καταστροφές,και οι ατέλειες όλων των πλασμάτων,οι ασθένειες,ο θάνατος, κλπ)

Για την πρώτη περίπτωση,η απάντηση είναι ότι, είναι αποτέλεσμα τής ελευθερίας τής βουλήσεως.

Για την δεύτερη περίπτωση,ότι , στο βαθμό που ο πόνος και  η δοκιμασία  προκαλούνται από τον πόνο,  την αδικία και άλλες μορφές ανθρώπινης  δραστηριότητας, ότι,  είναι και αυτά αποτέλεσμα τής ελευθερίας τής βουλήσεως.( : όμως τρίτου ,όχι τού πάσχοντα που υφίσταται μια αναίτια  και άδικη δοκιμασία)

Για την τρίτη περίπτωση  ότι,  οι σεισμοί πλημμύρες κλπ. είναι φυσικές διαδικασίες και όχι γεγονότα, που έχουν σχεδιασθεί από το Θεό  για την τιμωρία ή την επιβράβευση των ανθρώπων.Ετσι,η τεράστια έκρηξη των σούπερ  νόβα, κλπ. είναι αποτέλεσμα των νόμων τής φυσικής και όχι  το σχέδιο μιάς τρομακτικής Θεότητας(:οι φυσικοί νόμοι κείνται έξω από τον έλεγχο τού Θεού;)

4.-Μερικοι προσθέτουν ως ξεχωριστή κατηγορία το μεταφυσικό κακό. (: ο  αμοιβαίος περιορισμός μεταξύ των διαφόρων συστατικών στοιχείων τού φυσικού κόσμου,που εμποδίζει τα είδη να φθάσουν την πλήρη τελειότητα.-πρβλ.καταστροφές κλπ.) Ετσι τα ζώα και τα φυτά,επηρεάζονται από το κλίμα και άλλα φυσικά αίτια.

Εχει γραφεί. ότι,  «Εάν αποκλεισθεί ο πόνος των ζώων κανένας πόνος οπάλλουοιουδήποτε είδους δεν  προκαλείται από τούς αναπόφευκτους περιορι σμούς τής φύσεως, και μπορούν να αποκληθούν μόνο κακό κατ αναλογία, και κατά μία έννοια εντελώς διαφορετική από εκείνη στην οποία ο όρος εφαρμόζεται στην ανθρώπινη εμπειρία.»

5.Με την κακία,την κακότητα, ασχολείται και η βιολογία και ειδικώτερα η κοινωνιοβιολογία ,από την σκοπιά ότι, με τις πράξεις του κάποιος υπονομεύει την   αναπαραγωγική ικανότητα  ,ακόμη και όταν οι πράξεις του δράστου έχουν  γι αυτόν ένα κόστος ,Η εξήγηση τοποθετείται ότι,πρόκειται για περιπτώσεις που  τα εμπλεκόμενα δύο άτομα  ‘»  «συγγενεύουν αρνητικώς»,οπότε στη περίπτωση αυτή,η παρεμπόδιση της αναπαραγωγής του άλλου επαυξάνει την συχνότητα των γονιδίων του δράσου στην επόμενη γενεά.Και αυτό το θέμα δεν θα μας απασχολήσει.

 

 

ΤΟ ΚΑΛΟ

Για όσους βλέπουν το κακό,ως αντίθετο τού Καλού, ανακύπτει,όπως πιο πάνω γράφουμε, η ανάγκη ορισμού τής  έννοιας τού δευτέρου. Μιά αφετηριακή λοιπόν σκέψη, θάταν ότι, Καλό είναι,ό,τι είναι καλό,ό,τι είναι ευχάριστο,ό,τι  φέρνει ένα επιθυμητό –καλό-αποτέλεσμα,όταν βοηθάει την υλοποίηση ενός σχεδίου, μιάς αποφάσεως. Επιθυμητό όμως αποτέλε -σμα,και υλοποίηση ποίου σχεδίου και ποίας  αποφάσεως ; Εμού,τού μεμονωμένου ατόμου,ή τής ομάδας,τού ανθρώπου ή τής φύσης,(αλήθεια τι θα πούμε  για το ότι, από μια άποψη η συμπεριφορά τού ανθρώπου,σε σχέση με το περιβάλλον είναι παρασιτική;) τού Σύμπαντος; Και τα ερωτήματα και οι απορίες συνεχίζονται: Εκείνο που είναι καλό,για κάποιον είναι και για τον διπλανό του; Εκείνο που είναι καλό για την ομάδα,για την ακρίβεια για την πλειοψηφία τής ομάδας είναι κατανάγκη καλό και για κάθε μέλος της;Επειτα τι είδους Καλό εννοούμε και σε τι πλαίσιο αναφοράς; Αν εννοούμε κάτι που εξασφαλίζει την συντήρηση τής ζωής,με όλες τις λειτουργίες της,αυτό συνιστά μια προσέγγιση καλή,αλλά μόνον σε πρώτη θεώρηση,όχι στην θεώρηση τού ανθρώπου,ως σύνθετης οντότητας,ως μέλους ενός συνόλου.Γιατί η ζωή είναι όντως αγαθό,που πρέπει να διαφυλάσσεται. Αλλά η εξασφάλιση μιάς ικανοποιητικής ζωής για κάποιον μπορεί να συνεπάγεται ή να προυποθέτει,μια βλάβη ή μια μείωση κάποιου άλλου,και δεν  έχουμε καμία ένδειξη ότι ,αυτός ο άλλος,είναι άνθρωπος κατώτερης κατηγορίας,που πρέπει να υποφέρει για να είμαστε ευτυχείς εμείς.Στο ζωικό,πέρα από τον Ανθρωπο, κόσμο,τέτοια διλήμματα φαίνεται να εξαφανίζονται,αφού η επιβίωση  τού ενός,συνδυάζεται με την εξόντωση τού άλλου.Παραμένει βεβαίως η  διαπίστωση,ότι,ο άνθρωπος προέρχεται  μεν από το ζωικό βασίλειο αλλά δεχόμαστε ότι, (πρέπει να το) υπερβαίνει.       Μια διαφυγή, θεωρητική,   στην πράξη  πολλές φορές ανεφάρμοστη, θάταν να είμαστε ευτυχείς χωρίς να βλάπτουμε τον διπλανό μας,χωρίς να ζούμε σε βάρος του. Ανεφάρμοστη όμως ,όταν ιδίως τοποθετούμε την ευτυχία στα καθιερωμένα πρότυπα,μιάς καταναλωτικής κοινωνίας, με αγαθά, πού   δεν αρκούν για να ικανοποιήσουν όλους, που βλέπουμε  συνή θως την ευτυχία στην συσσώρευση πλούτου ,αγαθών,μιάς κοινωνίας που συνεχώς δημιουργεί ανάγκες.Τέλος υποστηρίζεται ότι,  (ως προς το ηθικό  καλό και κακό)το καλό και το κακό,έχουν σχέση με την Δημιουργία, ότι, η φύση είναι αμέτοχη  των ηθικών προσδιορισμών(;)Ο Μελέαγρος* έλεγε  «Μηδέν τε είναι φύσει δίκαιον ή καλόν ή αισχρόν ,αλλά νόμω και έθει»

Επί πλέον όταν μιλούμε για ικανοποίηση αναγκών,τι έχουμε κατά νού; Το σώμα ,τη διάνοια,ή κάτι άλλο;

Πρέπει λοιπόν να βρούμε μια έννοια για το Καλό, διαχρονική, διατοπική,συμπαντική, μια έννοια  που να  τοποθετεί τον Ανθρωπο, σε ένα άλλο  ευρύτατο πλαίσιο αναφοράς,το ευρύτερο δυνατό. Ισως ως μια έννοια που τοποθετεί τον Ανθρωπο μέσα στο Σύμπαν,σ΄ένα Σύμπαν,(που είναι σε εξέλιξη) που αφορά  τον  άνθρωπο, ως αναπόσπαστο τμήμα τού Σύμπαν τος, τού ανθρώπου τού οποίου το πεπρωμένο ταυτίζεται με το μέλλον τού Σύμπαντος, στο οποίο μέλλον (για μερικούς) επιδρά με την συμπεριφορά του. Ετσι, φθάνουμε στην έννοια ότι, Καλό είναι κάτι που βοηθάει το Σύμπαν  , που βοηθάει έτσι εμμέσως και τον άνθρωπο,- κάτι που  βρίσκεται μέσα σε αρμονία και που υπηρετεί,την –καλή συμπαντική -φύση τού Ανθρώπου,( πρβλ. τους Στωικούς,που ταυτίζουν το « κατά φύσιν ζήν» με το « κατ΄ αρετήν ζήν»),που υπηρετεί τον σκοπό τής δημιουργίας,που ατομικώς καθαρά χρέος μας είναι να αναζητήσουμε,ώστε να το υπηρετήσουμε.

Κινούμενοι βασικώς στο ίδιο μήκος κύματος,λέγουμε,ουσιαστικώς με ισοδύναμη διατύπωση  ότι, το Καλό πρέπει αντιμετωπίζεται πάντα μέσα σ΄ένα πλαίσιο,με πλευρές (πολλές και γεμάτο ερωτηματικά,)-μεταξύ άλλων-την ελευθερία τής βουλήσεως,την δημιουργία τού κόσμου , τον σκοπό τής δημιουργίας αυτής,και την αποστολή  και την θέση τού ανθρώ που απέναντι στον συνάνθρωπό του,στού σύμπαν,στο Θεό.( που  εδώ λαμβάνεται ταυτόσημη με την έννοια τού αγαθού, τής αγάπης).

 Όταν ο Σωκράτης  προσκλήθηκε από τον Αδάμαντα  να εξηγήσει ποια είναι η ουσία τού αγαθού απάντησε  « Νομίζεις   ότι, είναι σωστό να μιλάει κάποιος σαν να γνωρίζει για κάτι για το οποίο κανείς δεν έχει γνώση;»( Πλάτ.Πολιτεία 506c -δοκεί σοι δίκαιον είναι περί ων τις μη οιδεν λέγειν ως ειδότα;) Σε άλλο σημείο(Πλατ.Πολιτεία 505c) είναι πιο σαφής στην αιτολογία τής στάσης του ( « ότι ουκ iσμεν το αγαθόν»-γιατί δεν ξέρουμε το αγαθόν).

Ο Δ.Σιάτρας( ό.π.204 επ.) γράφει: « Ο εννοιολογικός προσδιορισμός τού  αγαθού,που γίνεται στη βάση μιάς τελολογικής αντίληψης,εκλαμβάνει το  αγαθό,ως κριτήριο  για την τελείωση τού ανθρώπου,και  ως ηθική οδηγία …………….που μπορούν κατά τεκμήριο  να εξασφαλίσουν την ανθρώπινη ευδαιμονία» Από πραγματιστική άποψη ,ο ίδιος προσθέτει ότι,  « η έννοια τού αγαθού,δεν αποτελεί ισχυρό διαμορφωτικό παράγοντα  τής κοινωνικής συμπεριφοράς τού ανθρώπου,…………. Το αγαθό ως ηθικός όρος δεν μπορεί να ορισθεί θετικά.Είναι το ακροτελεύτιο σημείο αναγωγής όλων των επί μέρους ηθικών αξιών,χωρίς το ίδιο να μπορεί να αναχθεί σε κάποια απώτερη έννοια…….Και μόνο η σύλληψή του ,ισοδυναμεί με διεκδίκηση  βελτίωσης τού ανθρώπου  και μιάς εξιδανίκευσης τής κοινωνικής του ζωής»

Σε κάποιο « άλλο»επίπεδο, θα λέγαμε ότι,  η απάντηση στο ερώτημα τού τι είναι Καλό και ασφαλώς και η, σύμφωνη με την παραδοχή αυτή, συμπεριφορά(γιατί στον προσδιορισμό τής πρέπουσας συμπεριφοράς πρέπει να αποβλέπουν όλες οι  συζητήσεις μας) ,είναι θέμα αισθητικής,είναι μια σχέση ερωτική προς την έννοια τού Καλού,τού ωραίου(οπότε γεννάται ανάγκη προσδιορισμού τού τι είναι ωραίο).Αλλά ο έρωτας προς το ωραίο, η προσπέλαση προς το ωραίο,και την έννοια τού Καλού,προυποθέτει μια συγκεκριμένη συγκρότηση,μια συγκεκριμένη έφεση, μια  επίπονη πορεία, και(ίσως) μια φώτιση. Στην«Αισθητική»τού Charles Lalo*(και ασφαλώς τα εκτιθέμενα εκεί αφορούν κυρίως τις εικαστικές  τέχνες) γίνεται προσπάθεια να αποδοθεί η έννοια,να δοθεί ο ορισμός τού ωραίου. Και θυμάμαι ότι, διάβασα εκεί, βασικώς τρείς θέσεις.Η μια  ήταν  καθαρώς υποκειμενική. Ωραίο είναι ό,τι  αρέσει.Η δεύτερη διαμετρικώς αντίθετη ήθελε σαφή αντικειμενικά κριτήρια.Η τρίτη,θα λέγαμε συμβιβαστική,θεωρεί ωραίο,ό,τι αρέσει σε μια καλλιτεχνική συνείδηση.Θέλοντας να ιδρύσουμε μια αναλογία, και να αναφερθούμε στην ανθρώπινη συμπεριφορά,θα λέγαμε ότι ,Καλό είναι,ό,τι (πρέπει να)αρέσει σε ένα σωστό σ΄έναν καλό, σ΄ένα τελειωμένο  άνθρωπο,σ΄έναν  άνθρωπο με συγκεκριμένη συγκρότηση.( Με μια γενικόλογη διατύπωση σ΄έναν άνθρωπο με παιδεία(ας μην ασχοληθούμε στο σημείο αυτό,με το περιεχόμενο και το στόχο  και την έννοιά της).  Το ποιά θα είναι η συγκρότηση αυτή,  το πώς θα επιτευχθεί, τούτο,  το πώς θα βρεθεί ο σωστός οδηγός και το σωστόραίου κριτήριο ,είναι ασφαλώς αποτέλεσμα  επιλογής  ορθών κριτηρίων, και αποτέλεσμα μιάς  επίπονης  και μακράς πορείας,μιάς  άσκησης ,μιάς  τεχνικής,  μιάς φώτισης.

          Ισως ξεφεύγουμε από το θέμα μας,και περιορίζουμε το πλαίσιο στο οποίο κινούμαστε αν ανατρέξουμε στη Βιολογία,και ειδικώτερα στην Κοινωνιοβιολογία. Μας λέγει λοιπόν(μεταξύ άλλων πολλών)ο Κ.Κριμπάς,στο αναφερόμενο στην παρατιθέμενη στην αρχή βιβλιογραφία βιβλίο του,ότι,ήδη από τον Δαρβίνο υπενοήθη η  συσχέτιση τού « ωραίου» και τής σεξουαλικής επιλογής,ότι ,επιστήμονες «εξετάζουν κατά πόσον υπάρχει μια καθολική αποτύπωση τού ωραίου,ειδικώτερα μια ανελαστική γενετική εγγραφή ή εάν τούτο υπόκειται σε πολιτισμικές μεταβολές,» ότι, μήπως άραγε η αξεπέραστη ομορφιά των κλασσικών αρχαιοελληνικών προτύπων  οφείλεται στο ότι, πλησιάζουν  στην καθολική εγγραφή τού ωραίου, και ότι, με την πάροδο τού χρόνου η πλάστιγγα άρχισε να γέρνει προς την πλευρά  των γενετικών εγγραφών.Αναφέρεται δε ο συγγραφέας  στον Kant ο οποίος αποδίδει στην αισθητική κρίση, αντικειμενική ισχύ,και ισχυρίζεται ότι, είναι μια a priori αρχή,μια κοινή αίσθηση αναγόμενη  σ’ένα υπεραισθητό υπόστρωμα    τής ανθρωπότητας,ότι, ο «Δαρβίνος δεν περιέπεσε στη   λεγόμενη φυσιοκρατική πλάνη,(naturalistic fallacy) που θέλει να παράγει το «δέον» από το «είναι»,να συμπεράνει δηλαδή το «δέον» από την εξελικτική πορεία.» αλλά υποστηρίζει ότι,τα ηθικά συναισθήματα,προέχονται από επιλογή γιατί δρούν θετικώς στην ύπαρξη κοινωνικής δομής,εκτός τής οποίας είναι αδύνατη η επιβίωση για  τον Ανθρωπο και γενικώτερα ότι, τα ηθικά προτάγματα  είναι προιόντα τής εξελικτικής πορείας τού Ανθρώπου. (Θέση που μας παραπέμπει στις Ιδέες του Πλάτωνα)

          Ο  Edward O. Wilson,θέλει τις ηθικές επιταγές να μην είναι ανεξάρτητες από βιολογικές αιτίες και ανάγκες

          Την αντίθεσή τους ως προς  το να εξαχθούν συμπεράσματα για το δέον,από την εξελικτική πορεία, διετύπωσαν ,μεταξύ άλλων και οι Dobzhansky και  George Gaylord Simson..Αλλά και άλλοι  εξέχοντες επιστήμονες δέχονται πώς το δέον,το «καλόν» το ηθικώς ορθό,δεν αποτελούν αντικείμενα παρατηρήσεως φυσικών αντικειμένων ,δεν εξάγονται από περιγραφές τού κόσμου, ή βάσει μαθηματικών συλλογισμών,αλλά,πηγάζουν,ανάγονται απευθείας στην διαίσθηση (intuition) , δεν ταυτίζεται, «άνευ ετέρου»με την επιβίωση.

Ο Karl Jaspers είπε: «-Η ανθρωπότητα έχει μια μοναδική πηγή,και κατευθύνεται προς ένα ορισμένο σκοπό .Μόνο που αυτή η πηγή και  ο σκοπός μάς είναι άγνωστα » Ο  σκοπός  αυτός  που για πολλούς είναι άγνωστος, αυθαίρετος , ανύπαρκτος και αναπόδεικτος,για άλλους,(και για τον γράφοντα )είναι υπαρκτός.  Καλό είναι λοιπόν από την άποψη αυτή, είναι ό,τι τείνει προς την πραγμάτωση τού σκοπού αυτού, προς την εγκαθίδρυση τού Καλού.Αυτός ,σε συνέπεια και συνέχεια με την προηγούμενη πρόταση, είναι ο προορισμός, αυτό  είναι το  συμπαντικό σχέδιο,αυτός είναι ο σκοπός που πρέπει να υπηρετήσει ο άνθρωπος-φορέας τού Καλού, ( : έτσι δικαιολογείται και εξηγείται η παρουσία του) όχι  ο συμβιβασμός και η « καταδικαστική»- αναζήτηση μιάς ισορροπίας μεταξύ καλού και κακού,-για την οποία γίνεται αναφορά σε άλλο σημείο τού προκείμενου πονήματος-που αποκλείει την ελπίδα για την παντοκρατορία  τού καλού, και προδικάζει μια μίζερη-δήθεν ρεαλιστική πορεία, και εξασφαλίζει ένα άλλοθι.(Η  αντίθετη ανατολική   σκέψη, περί ισορροπίας καλού και κακού,μπορεί -να αποτυπώνει το μέχρι σήμερα,το μέχρι τώρα, παραμερίζει όμως το όραμα, την αποστολή και το μεγαλείο τού ανθρώπου.)Το Σχέδιο τής Δημιουργίας περιλαμβάνει(…σε πρώτη φάση…;)-αν δεν εξαντλείται- την  εξαφάνιση τού Κακού.

Γενικώτερα για τις έννοιες τού «Κακού» και   «Καλού.

                                                                                                                   Η άποψη τού Δαρβίνου ,γενικώς για τις ηθικές επιταγές παρατίθεται σε άλλο σημείο.Για το θέμα υπάρχουν πολλές απόψεις,που ο χώρος,αλλά και ο σκοπός τού προκείμενου πονήματος, (να προκαλέσει απλώς ερεθίσματα για στοχασμό,και για έρευνα) δεν  επιτρέπουν.Περιοριζόμαστε να  αναφέρουμε την άποψη τού Tennyson,που ομιλεί για  μια « φύση αιματοβαμμένη στα δόντια και τα γαμψά νύχια»(που για μένα  δεν λύνει το πρόβλημα,ακόμη και αν έτσι είναι τα πράγματα),τού Thomas Henry Huxley που θέλει τη φύση,όχι κακή,αλλά ηθικώς αδιάφορη,τονίζοντας ότι, στη κοσμική διαδικασία, αντιπαρατίθεται η «ηθική διαδικασία»(ethical process),δηλαδή μια πολιτισμική πορεία που αντιμάχεται τη  φύσητού Πέτρου Κροπότκιν,που βλέπει την αλληλοβοήθεια να πρυτανεύει στη ζωή,και στην εξέλιξη και ότι,το  «αγαθόν»αποτελεί δάνειο προερχόμενο από την ίδια τη φύση ,  τού Hilary Putman,που βλέπει το «ορθό»να ταυτίζεται με την επιβίωση( με πολύπλοκες αναλύσεις τού τι έννοεί με  τις λέξεις  αυτές) και των Dobzhansky  και  George Simpson που απορρίπτουν την ιδέα ότι, μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα ως προς το «δέον» από την εξελικτική  θεωρία.

  Ως προς τον Spinoza γράφεται ότι,εάν ο στόχος της φιλοσοφίας του , όπως διατυπώνεται στο κεντρικό έργο της φιλοσοφίας του την Ηθική, είναι να μας οδηγήσει στη γνώση, η γνώση αυτή μέσω της φιλοσοφίας έχει έναν καθαρά πρακτικό σκοπό, έχει να κάνει με τη χρήση της στη ζωή και ακριβέστερα στοχεύει να οδηγήσει τον άνθρωπο σαν παίρνοντάς τον από το χέρι στην ύψιστη ευτυχία, στην ευδαιμονία, θα πρέπει να ορίσει σε τι συνίσταται αυτή η ευδαιμονία και θα πρέπει εξίσου να ορίσει το περιεχόμενο των βασικών ηθικών εννοιών του καλού και του κακού, του ύψιστου αγαθού, της τελειότητας, της αρετής. Ο φιλόσοφος αρνείται κάθε οντολογική υπόσταση στις εν λόγω έννοιες και τις θεωρεί τρόπους της σκέψης και ακριβέστερα κατ’ επίνοιαν όντα, σχετικές έννοιες οι οποίες δημιουργούνται από τους ανθρώπους στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν τα πράγματα μέσα από τις σχέσεις τους. Στο σύμπαν του Spinoza «όλα τα πράγματα είναι αναγκαία και δεν υπάρχει στη φύση ούτε καλό ούτε κακό». Για να κατανοήσουμε οφείλουμε να ορίσουμε σε τι συνίσταται το πραγματικό στη φιλοσοφία του Spinoza, εξετάζοντας τα όντα και τις διακρίσεις τους για να δούμε με ποιο τρόπο θεμελιώνεται η οντολογική άρνηση του καλού και του κακού καθώς και ποια είναι η οντολογική υπόσταση του ανθρώπου μέσα στο σύμπαν. Για να κατανοήσουμε την εξήγηση που δίνει ο φιλόσοφος όσον αφορά στο λόγο εξαιτίας του οποίου οι άνθρωποι σχηματίζουν, παρόλα αυτά, κρίσεις για τα πράγματα και τα αντιλαμβάνονται ως καλά ή κακά, πρέπει να εξετάσουμε τις γνωσιολογικές αρχές σύμφωνα με τις οποίες ο άνθρωπος γνωρίζει τα πράγματα και να διευκρινίσουμε σε ποια γνώση της πραγματικότητας μπορεί να φθάσει και με ποιο τρόπο. Η εξήγηση του καλού και του κακού με αναφορά στην επιθυμία επιβάλλει την μελέτη της δομής της συναισθηματικής ζωής μέσω της οποίας είναι φανερό ότι ο φιλόσοφος εξηγεί τις κρίσεις των ανθρώπων για τα πράγματα, αφού είναι φανερό ότι συνδέει άρρηκτα γνώση και συναίσθημα. Θα κατανοήσουμε την επιθυμία ειδικότερα αναλύοντας τη φύση και την λειτουργία της, τον τρόπο με τον οποίο προσανατολίζεται στα αντικείμενά της, τα οποία ορίζει ως καλά ή κακά και τη σχέση της με τη γνώση. Η τελευταία από τις τρεις θέσεις θέτει και τα μεγαλύτερα προβλήματα τόσο ως προς την κατανόησή της, όσο και κυρίως ως προς το έλεγχο της συμβατότητάς της με τις δύο προηγούμενες. Εάν δεν υπάρχει αντίφαση, θα πρέπει να διερευνηθεί η αιτία που οδηγεί το φιλόσοφο να προτείνει τη διατήρηση των όρων, να εξηγηθεί ο σχηματισμός, το περιεχόμενο και η λειτουργικότητα του υποδείγματος της ανθρώπινης φύσης στο οποίο αναφέρεται και πώς μπορεί αυτό να συνδέεται με βέβαιους ορισμούς για το καλό και το κακό. Επιπλέον, στο μέτρο που η ηθική αποβλέπει στην πράξη κατά πόσον το υπόδειγμα αυτό ορίζει τη δράση και πώς μπορεί να συνδέεται με την ανθρώπινη ευδαιμονία. Τα κεφάλαια της εργασίας μας ακολουθούν το λογικό ιστό που υποδεικνύουν τα ερωτήματά μας. Στο πρώτο κεφάλαιο επιχειρούμε να ορίσουμε και να προσδιορίσουμε το πραγματικό, μελετώντας τα όντα και τις διακρίσεις τους. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύουμε τις γνωσιολογικές αρχές με τις οποίες ο άνθρωπος προσεγγίζει το πραγματικό, τη δυνατότητα του για γνώση και τα όριά της, τους μηχανισμούς μέσω των οποίων αποκτά τη γνώση και επιμέρους διακρίσεις που απαντούν για τα είδης γνώσης στη φιλοσοφία του Spinoza. Θεμελιακή παραδοχή του σπινοζικού συστήματος αποτελεί η αρχή της απόλυτης κατανοησιμότητας όλου του πραγματικού με βάση την οποία ο άνθρωπος μέσω της νόησης μπορεί να γνωρίζει κάτι με τον τρόπο με τον οποίο το γνωρίζει και ο Θεός, έτσι ώστε η αλήθεια του να είναι και η αλήθεια του Θεού. Στο τρίτο κεφάλαιο υπό το φως της γνώσης των βασικών αρχών της σπινοζικής φιλοσοφίας αναλύουμε τις θέσεις του Spinoza σχετικά με την οντολογική υπόσταση του καλού και του κακού. Στο τέταρτο κεφάλαιο αναδεικνύεται ότι οι έννοιες αυτές, αν και δίχως οντολογικό status, διαθέτουν νόημα θεωρημένες υπό το πρίσμα του ανθρώπου ως καλό και κακό για τον άνθρωπο, με βάση την επιθυμία του. Ο ορισμός του καλού και του κακού με βάση την επιθυμία θεμελιώνει τις έννοιες στην αντίληψη της ανθρώπινης φύσης, ως επιθυμίας η οποία προσανατολίζεται στα πράγματα από τα δύο άλλα πρωταρχικά ανθρώπινα συναισθήματα την χαρά και τη λύπη. Με βάση τη διάκριση καλού και κακού και αληθώς καλού και κακού για τον άνθρωπο, όπως υποβάλλεται από τη διατύπωση του τρίτου παραθέματος, σύμφωνα με το οποίο όχι μόνον πρέπει να διατηρήσουμε τις έννοιες του καλού και το κακού για μας, αλλά και να τις ορίσουμε με κριτήριο το υπόδειγμα της ανθρώπινης φύσης ως αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι μας πλησιάζει προς αυτό αρθρώνεται το πέμπτο κεφάλαιο, το οποίο πρέπει να καταδείξει την αιτία η οποία οδηγεί το φιλόσοφο στην διατήρηση των φωνημάτων και του επιτρέπει να περάσει σε γενετικούς τους ορισμούς. H λειτουργικότητα της αληθούς γνώσης του καλού και του κακού εξετάζεται στο έκτο και τελευταίο κεφάλαιο. Διερευνούμε τον τρόπο με την οποίο η γνώση αυτή συνδέεται με την ανθρώπινη δράση και σε τι είδους ηθική μας οδηγούν οι θέσεις του φιλοσόφου και τελικά σε ποια έκταση και με ποιο τρόπο η φιλοσοφική οδός που ο Spinoza μας υποδεικνύει θα μπορούσε να συναντηθεί με μια εμπειρική οδό, στην πορεία της οποία ο άνθρωπος δεν διαθέτει στο οπλοστάσιό του τις συναγωγές που προσφέρει η φιλοσοφική γνώση. Ανακεφαλαιώνοντας περιγράφουμε την ηθική πρόταση στην οποία συμπυκνώνεται η ανάλυσή μας και διαπιστώνουμε τους αναβαθμούς της ηθικής στη σπινοζική φιλοσοφία, οι οποίοι παρόλα αυτά θεμελιώνονται από την αρχή ως το τέλος στην ίδια, οντολογική αρχή, την επιθυμία.

 

Η ΔΥΑΡΧΙΑ

Η δυαρχία,που αναφέρεται πιο πάνω,αντιμετωπίστηκε από τους Ελληνες από πολύ παληά.Οι σοφιστές προσπάθησαν να δώσουν απάντηση στο πρόβλημα με την λογική.

Ετσι ,το κακό αποδόθηκε σε μία από  δύο  αντίθετες αρχές,στις οποίες αμοιβαίως ανάγονται  σαν σε μείγμα το Καλό και το Κακό στον κόσμο.Η μεταξύ τους σχέση,έχει διατυπωθεί με πολλούς τρόπους που κυμαίνονται μεταξύ τού συντονισμού και τής συνεργασίας τού Ζωροαστρισμού,μέχρι τής σχετικής ελευθερίας τής Χριστιανικής Θεολογίας. Ο Ζωροάστρης δεχόνταν  ότι, κάθε μία από τις αντίθετες αρχές,ήταν εχθρική προς την άλλη,αλλά πιθανολογούσε τη νίκη τού Καλού. Ο δυαλισμός αυτός,διοχετεύθηκε στον Μανιχαισμό.Ο Μάνης, προσέθεσε μια τρίτη  δευτερεύουσα  αρχή .προεχρόμενη από την πηγή τού καλού.Κατά τον Μάνη η ύλη ήταν βασικώς κακή.Οι γνωστικές αιρέσεις παρά τις μεταξύ των επί  μέρους, διαφορετικές αντιλήψες,σε γενικές γραμμές δέχονται ότι, το Σύμπαν,εκπορεύεται από τον Δημιουργό,ως ένα είδος μεσολαβη -τού,μεταξύ τού Θεού, και τής ακάθαρτης ύλης.

Ο Ταοισμός  που ενδιαφέρεται περισσότερο για την διαισθητική σοφία παρά για την ορθολογική γνώση, και βλέπει όλες τις αλλαγές στην φύση, σαν μια δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ  δύο αντιθέτων,τού Γιν και τού Γιάν δέχεται ότι, αυτά τα αντίθετα, δρουν συμπληρωματικώς, και περι λαμβάνουν και τις έννοιες  και τού Καλού και τού Κακού,που είναι μεταξύ τους αλληλένδετες ακριβώς όπως το Γίν και Γιαν.Αναγνωρίζοντας την σχετικότητα τού Καλού και τού Κακού,και των ηθικών προτύπων,ο Ταοι στής σοφός, δεν αγωνίζεται για το Καλό, αλλά περισσότερο προσπαθεί να  διατηρήσει μια δυναμική ισορροπία μεταξύ  Καλού και Κακού.Ο Chuang Tzu,συγγραφέας  Ταοιστικού βιβλίου,γράφει  ότι, θέλοντας να δούμε εντε λώς ξεχωριστά και ξεκομμένα το Καλό και το Κακό είναι σαν να μην λαμβάνουμε υπόψη και να τιμούμε το Γίν,και να μη λαμβάνουμε διόλου υπόψη το Γιάν,πράγμα που δεν θεωρεί ορθό(Capra 127 επ.).To Kαλό και το Κακό κατά την ανατολική σκέψη (κατά την οποία τα αντίθετα είναι αφηρημένες παραδοχές  τής σκέψης και επομένως έννοιες σχετικές),όπως και άλλα αντίθετα, δεν είναι  απόλυτες εμπειρίες που ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες,αλλά δύο όψεις τής ιδίας πραγματικότητας………..  «.είναι αδύνατο να αγωνίζεται κανείς για το Καλό,ώστε να εκμηδενίσει το Κακό, και εκείνο που πρέπει να πράττουμε είναι να κρατήσουμε μιάν ισορροπία ανάμεσα στα δύο….Με το να εστιάζουμε την προσοχή μας  σε μια παραδοχή,δημιουργούμε το αντίθετό της.» Εδικότερα κατά την κινεζική φιλοσοφία η πραγματικότητα στην απώτερη  ουσία της,είναι το Ταό,μια κοσμική διαδικασία  συνεχόμενης ροής και, αλλαγής,στην οποία  συμμετέ χουν όλα τα φαινόμενα που παρατηρούμε, που έτσι από τη φύση τους  είναι δυναμικά και μόνον δυναμικά.Οι φιλόσοφοι αυτοί, υιοθέτησαν την ιδέα των κυκλικών προτύπων,εισάγοντας την  έννοια τού Γίν και τού Γιάν,που δεν συνδέονται με ηθικές αξίες.Ετσι το Καλό, δεν είναι ούτε Γίν,ούτε Γιάν,αλλά η δυναμική ισορροπία ανάμεσα στα δύο,σε αντίθεση με το Κακό, που σημαίνει απουσία τής ισορροπίας αυτής.

(Φαίνεται λοιπόν κατά την άποψη αυτή,ότι,  μπορούμε να δεχθούμε ότι, η αύξηση τού Καλού,συνεπάγεται μείωση τού Κακού-σε καμία όμως περίπτωση την εξαφάνισή του αν κανείς πιστέψει στην ορθότητα  τού αρχαίου Κινεζικού συμβόλου Ται-τσι-Του,τού διαγράμματος τής υπέρτατης και τελευταίας αιτίας.Είναι ενδιαφέρουσα η έννοια που δίνεται στο Κακό: Απουσία ισορροπίας.)

Η έννοια των αντιθέτων υποστηρίζεται και από τον Ηράκλειτο,που δέχεται ότι, τα αντίθετα , είναι ενωμένα(πρβλ «Το αντίξουν συμφέρον και εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίαν και πάντα κατ΄εριν γίγνεται») Τα άνω και τα κάτω είναι το ίδιο έλεγε ο Ελληνας σοφός(«Οδός άνω και κάτω μια και ώυτη»,)που προσέθετε ότι,  για το Θεό όλα είναι καλά ,δίκαια και αγαθά  μα οι άνθρωποι  άλλα θεωροούν δίκαια και άλλα άδικα.(« Τω μεν θεώ καλά πάντα και αγαθά και δίκαια ,άνθρωποι δε  α μεν άδικα υπειλήφασιν α δε δε δίκαια» ) Σχετικώς γράφει ο Ι.Ευαγγέλου( ο.π, «Προσωκρατικοί «κλπ. Σελ.28)ότι, κατά την Ηρακλειτική άποψη«…Οι αντιθέσεις δημιουργούν την ενότητα των πάντων με τη σύνθεσή τους.Ακόμη και στο χώρο τού καλού και τού κακού,τα δύο αυτά στοιχεία  είναι δύο αντίθετες όψεις τού ιδίου πράγματος,-μέσα στη λειτουργία τού αιωνίου γίγνεσθαι,που είναι μεταβλητό και αείροο.Το καλό καί το κακό  είναι ένα ζευγάρι αντιθέσεων, που συμπλέκονται μέσα στην ουσία  τού συμπαντικού.».Και ίδιος,προσθέτει σ΄΄ένα άλλο βιβλίο του   ( « Το πρόβλημα τού κακού κλπ.) :  « …..το καλό και το κακό είναι ένας δικοτυλίδονος σπόρος που  μέσα του μεστώνει το φύτρο τής ζωής.Η διπολικότητα κακό-αρνητικό και καλό –θετικό,δημιουργεί το ρεύμα τής ζωής(φυσικής και ηθικής) καθώς και την εσωτερική ενότητα τού ανθρώπου………………….Μέσα στον ηθικό χώρο ο άνθρωπος είναι μια ζωντανή αντίφαση  γιατί τα στοιχεία που οικοδομούν  την ηθική του συνείδηση,-ατομικά και αλτρουιστικά,-βρίσκονται πάντα σε μια μια λανθάνουσα βιοπάλη……….Η  βούληση τού ζήν……….. .κλείνει μέσα της το σπόρο τού κακού-σαν έννοια καταστροφής –για τον καθένα χωριστά……………….η ζωή,…………..,αφανίζει ένα πλήθος από όντα για να στερεώσει το ένα και τελικά καταστρέφει κι αυτού την ευδαίμονα στατικότητα για  να το μεταβάλει και να το εξελίξει……… Το κακό είναι σύμφωνο με την φυσική τάξη στο κόσμο.Το Καλό αποτελεί εισβολή αδόκητη μέσα της…………Στο Καλό έχουμε μια αξία καθαρά ανθρώπινη…………...το πρόβλημα τού Κακού είναι ψευδοπρόβλημα………..Για τη φυσική σκοπιμότητα και τη βιολογική αναγκαιότητα,δεν υπάρχει καλό καί κακό,γιατί τότε η πραγματικότητα θα ήταν τμαχισμένη………το καλό και το κακό……..δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας δυισμός που κάθε στιγμή αυτοναιρείται.Η διαλεκτική αρμονία τού καλού και τού κακού στο κόσμο είναι η αφετηρία και το τέρμα κάθε ορθολογιστικής σκέψης και πίστης………….Με την εμπειρία τού κακού,ο άνθρωπος συνειδητοποιεί το νόημα τής αξίας τού κακού,για το οποίο η πνευματική του άνοδος,τού υπαγορεύει να εργάζεται………η ηθική ενός καθολικού ανθρωπισμού,-με βάση το καλό από τον άνθρωπο για τον άνθρωπο,είναι το μεγαλύτερο χρέος τού πολιτισμένου ατόμου.Το χρέος του να κάνει συνείδηση το αξίωμα : σέβομαι τη ζωή τού άλλου,και ξέρω καλά,πώς το κακό και το έγκλημα καταστρέφει πρώτα εμένα.Το αληθινό συμφέρον τής ύπαρξης υπαγορεύει το καλό. »

Σχεδόν ταυτόσημος και ο Νάσιουτζικ,που γράφει πώς το κακό,δεν είναι ποτέ μόνο του ,αλλά συνοδεύεται πάντοτε ,από την ανταγωνιστική –συμπληρωματική του  μορφή,το καλό.       

Ο Βουδισμός( από τον οποίο απουσιάζει η ιδέα τής δημιουργίας-άποψη που μας θυμίζει απόψεις μερικών μεγάλων σύγχρονων  φυσικών,αλλά και τού Ηράκλειτου)- διδάσκει ότι, κάθε ζωντανό όν θα φθάσει στην φώτιση , αποκρούει το δόγμα τής αιώνιας καταδίκης και  διδάσκει ότι, τίποτε  δεν μένει μόνιμο και αναλλοίωτο. Όπως ακόμη και ο Βράχμα και όλοι οι Θεοί ,έτσι και το Κακό, πρέπει  κάποτε να τελειώσουν και ν΄ απορροφηθούν από  το καλό. Όλα τα καρμικά βάσανα ακόμη και στην Κόλαση,πρέπει τελικώς να κάνουν τον κύκλο τους και να τελειώσουν. (  «Μιλαρέπα» σελ.173).

Ο Μανιχαισμός προσπαθεί να λύσει αποφασιστικώς το πρόβλημα της προέλευσης  τού κακού.Θεωρεί το σκότος(δηλαδή το κακό) ως αρχή αυθυπόστατη    δίπλα στο Φώς που κι΄αυτό το θέλει αυθυπόστατο.        

Σε ορισμένες θρησκείες, όπως τον ζωροαστρισμό,δέχονται σαφώς,δύο θεότητες, μια την Θεότητα τού Καλού(Αζούρα Μάζντα) μια τού  Κακού(Αριμάν)  ενώ  και σε άλλες, αυτή η δυαδικότητα ,αν όχι δυαρχία ,φαίνεται,να αναγνωρίζεται.Την δυαρχία αυτή δέχεται και ο Γνωστικισμός,κατά τον οποίο,υπάρχει ένας κακός θεός,αμιγής ύλη και διαχειριστής ύλης,και ένας αγαθός Θεός,καθαρό πνεύμα,άσχετος με την δημιουργία τού υλικού κόσμου,που έχει ως έργο την απελευθέρωση τού ανθρώπου,από τα δεσμά τής ύλης,δηλαδή από το κακό.(Ο άνθρωπος κατά τον Γνωστικισμό βρίσκεται στο μέσον,μετέχοντας με το σώμα του στην υλική φύση τού κακού και με το πνεύμα του στην πραγματικότητα τού αγαθού).

Οπως παρατηρεί ο Ι.Ευαγγέλου(Το Πρόβλημα τού κακού κλπ.49) φαίνεται ότι, οι Εβραίοι, πήραν από τους Βαβυλωνίους την έννοια τού Σατανά,που  δέχονταν την δυαρχία κακού-καλού, υπό την επίδραση τού περσικού ζωροαστρισμού.Στην Πεντάτευχο, η έννοια αυτή τού Σατανά απουσιάζει.Εμφανίζεται μετά την επιστροφή των Εβραίων από την « Μετοικεσία» τής Βαβυλώνος, γύρω στα 536 π.Χ.Μέχρι το χρονικό αυτό σημείο, μοναδικός κύριος  και εξουσιαστής τού καλού και τού κακού,θεωρείται ο Θεός.(Είναι γνωστό ότι, η Παλαιά Διαθήκη, είναι συλλογή κειμένων-σαμαριτιό,μασσοριτικό,και των εβδομήκοντα) γραμμέ -νων  σε διάστημα χιλίων περίπου ετών από το 1200 π.Χ έως 100 μ.Χ)

Μια  σκέψη  που από πρώτη  τουλάχιστον θεώρηση, παρακάμπτει την δυαδικότητα,θάταν ότι, κακό είναι η απουσία τού καλού.Όπως σκότος είναι η απουσία τού φωτός. Όπως όμως  γράφουμε πιο πάνω η άποψη  που φαίνεται πειστικότερη είναι ότι το , Κακό  είναι το  αντίθετο τού Καλού, είναι ό,τι εμποδίζει ό,τι αντιστρατεύεται την  επιδίωξη αυτή, την πορεία αυτή,που αντιστρατεύεται την πραγμάτωση ενός σκοπού. Δεχόμαστε δηλαδή,ότι το Κακό είναι  το αντίθετο τού Καλού και όχι απλώς,όχι η απουσία τού Καλού. Είναι μιά  αρνητική απόκλιση μιάς επιθυμητής πορείας που έχει σχεδιασθεί από το παγκόσμιο σχέδιο εξέλιξης.

Κάντ, ως  κριτήριο για την διάκριση τού Καλού από  το Κακό,θέτει την αυτοθυσία.Μιά πράξη είναι ηθική όταν, είναι αποτέλεσμα αυτοθυ σίας.Κατά τον ίδιο,εκείνο που μετράει είναι όχι ,το αποτέλεσμα αλλά η πρόθ εση,γι΄αυτό και η ηθική του αποκλήθηκε ηθική τής προθέσεως.Ο άνθρωπος πρέπει να φέρεται πάντοτε σύμφωνα με  εκείνα που θάθελε να έχουν ισχύ καθολικού νόμου.

Όλα αυτά βέβαια σε  πανανθρώπινο σε κοσμικό επίπεδο  στο επίπεδο των απολύτων εννοιών.Γιατί στην καθημερινή μας ζωή οι έννοιες τού καλού και  τού Κακού ιδίως από « ηθική « σκοπιά,είναι σχετικές και συνεχώς μεταβαλλόμενες από  τόπο  σε τόπο,εφήμερες ,και τοπικές και εξυπηρετούν σκοπιμότητες.

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΥΑΡΧΙΑ(DATUR TERTIO;)

(υπάρχει ενδιάμεσο ανάμεσα στο καλό και κακό; )

Το μυαλό τού ανθρώπου , επιζητά τις απλουστεύσεις.Όταν αντιμετωπίζει αντιθέσεις,εργάζεται συνήθως με βάση τη δίτιμη λογική. Δέχεται δύο πόλους αντιθέσεων.Και φαίνεται,πάντα με την ίδια λογική να αποφεύγει ή και να απεχθάνεται,το ενδιάμεσο.Μαύρο-άσπρο,θετικό –αρνητικό κ.οκ.(Ας μην μας μπερδέψει το ασπρόμαυρο,το ότι ,μια κατάσταση,μια συμπεριφορά ενδέχεται να έχει και αρνητικά και θετικά στοιχεία,γιατί κάθε τμήμα, αντιμετωπίζεται αυτοτελώς: Το μαύρο που προστίθεται στο άσπρο,είναι μαύρο)

Στο θέμα  δυαδικότητας που μάς απασχόλησε ,υποστηρίζεται  η άποψη για μια διαμετρική αντιπαράθεση-αντίθεση, μεταξύ των δύο πόλων,μεταξύ καλού και κακού.Θάλεγε κανείς ότι,tertio non datur,ότι, δεν υπάρχει τρίτη κατάσταση, τρίτη έννοια μεταξύ καλού και κακού,ότι δεν νοείται κάτι  τέτοιο.

Και όμως μια τέτοια άποψη έχει διατυπωθεί.

 Όπως γράφει ο Συκουτρής ( εν Μπέης ό.π.79 )στο Πλάτωνος Συμπόσιο,  ο Πλάτων παρά το ότι, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πώς, αποκλείει αυτό,το « ενδιάμεσο»,αφού αντιδιαστέλλει το κακό από  το αγαθό, εμφανί ζεται ότι,τελικώς αντιμάχεται την απολυτότητα τού δυισμού αυτού, δεχόμενος ότι,δεν είναι   μόνον το κακό και το καλό που υπάρχουν αλλά και κάτι άλλο , κάτι τρίτο, αυτό που αποκαλεί «το μεταξύ» που ίσως  να έχει και μεγαλύτερη σημασία και γοητεία,γιατί απέναντι στη σταθερότητα και την ακινησία τού καλού και τού κακού,εμφανίζει μια δυναμική ,ένα συνεχές γίγνεσθαι.

           Σε διάλογο λοιπόν μεταξύ   τού Σωκράτη και τής μαντινικής ιέρειας  Διοτίμα ,όπως καταγράφεται στο «Συμπόσιο» τού Πλάτωνος καταγράφεται η τρίτη αυτή κατάσταση. Ο Σωκράτης,όλο έκπληξη εμφανίζεται να συνειδη τοποιεί,ότι, ο δυισμός αυτός μεταξύ καλού και κακού δεν υπάρχει,τόσο από πλευράς αισθητικής ,όσο και ηθικής.Με ισοδύναμη διατύπωση, ό,τι δεν είναι καλό δεν σημαίνει (κατανάγκη)ότι, είναι κακό (..ούτε και ουδέτερο,ούτε μια  παραλλαγή ενδιάμεσης στάσης  ανάμεσα στους δύο πόλους) αλλά κάτι « το μεταξύ».Ετσι αποτυπώνεται μια πολύ ενδιαφέ ρουσα συνομιλία  σχετικώς με την απορία τού Σωκράτη που δεν βλέπει,πώς είναι δυνατό κάτι που δεν είναι ωραίο,να μην είναι ούτε άσχημο.

Παραθέτω:

« ………..ή μήπως φαντάστηκες πώς κάθε τι που δεν είναι ωραίο είναι κατ΄ανάγκη άσχημο ,μήτε ότι, όποιο δεν είναι αγαθό είναι κακό.(..)Μα δεν γνωρίζεις πώς υπάρχει κάτι ενδιάμεσο(..)Τι είναι αυτό;(..) Κάτι το «μεταξύ» (κατά μετάφραση Βασιλ.Δεδούση,από το Πλάτωνος Συμπόσιο,Βιβλιοθήκη Αχαίων Ελλήνων Πεζογράφων και ποιητών-Εκδ.Ι.Ζαχαροπούλου)-

 

ΕΙΔΙΚΩΣ ΤΟ ΚΑΚΟ (ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ) ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ

Κατά την γνώμη μας, το Κακόν πρέπει αντιμετωπίζεται πάντα μέσα σ΄ένα πλαίσιο,με πλευρές-μεταξύ άλλων-την ελευθερία τής βουλήσεως,την δημιουργία τού κόσμου ,την έννοια τής παντοδυναμίας Τού Θεού, τον σκοπό τής δημιουργίας αυτής,και την αποστολή  και την θέση τού ανθρώπου στο Σύμπαν.

O W.J.Schelling στο βιβλίο του «Ερευνες για την ουσία τής Ανθρώπινης Ελευθερίας» ασχολείται με το πρόβλημα τού κακού σε συνάρτηση με την έννοια τής ελευθερίας τής βουλήσεως.Παρατίθεται  ένα μκρό απόσπασμα αυτούσιο.

Γράφει λοιπόν εκεί ο συγγραφέας, μεταξύ άλλων:  «….. ή μεγαλύτερη δυσκολία τής θεωρίας τής ελευθερίας, η οποία ανέκαθεν ήταν αισθητή, και η οποία αφορά όχι ετούτο ή το άλλο σύστημα, παρά όλα, λιγότερο ή περισσότερο και προφανέστατα τήν έννοια τής ενύπαρξης  διό­τι ή θα παραδεχτούμε ένα πραγματικό κακό, οπότε είναι αναπόφευκτο να υποθέσουμε ότι, το κακό ενυπάρχει στην άπειρη υπόσταση ή στήν πρωταρχική βούληση, και έτσι η έννοια ενός απολύτως τέλειου όντος καταστρέφεται  ή πρέπει με κάποιο τρόπο να αρνηθούμε τήν  πραγματικότητα ………..τού κακού, οπότε συγχρόνως εξαφανίζεται ή πραγματική έννοια τής έλευθερίας. Δεν είναι μικρότερη εντούτοις η δυσκολία αν παραδεχτούμε την ελάχιστη δυνατή σχέση ανάμεσα στον θεό και τα όντα αυτού τού κόσμου διότι ακόμη και άν αυτή περιοριστή στον απλό concursus, όπως το ο­νόμασαν, σε αυτή δηλαδή τήν αναγκαία συνεργεία τού θεού στην πράξη των δημιουργημάτων -πράγμα πού εξαιτίας τής ουσιώδους εξαρτήσεως τών τελευταίων από τον θεό, πρέπει  να  δεχτούμε,   ακόμη   κι  αν  κατά τα άλλα  καταφάσκουμε  ελευθερία — ο θεός πάντως παρουσιάζεται ως συναυτουργός στο κακό,καθώς το να επιτρέπει κάτι σε ένα απολύτως εξαρτημένο ον δεν είναι και πολύ καλύτερο από το να προκαλεί,από κοινού,ειδάλλως θα είμαστε αναγκασμένοι με τον ένα ή άλλο τρόπο  να αρνηθούμε τήν ύπαρξη τού κακού.Η πρόταση ότι,κάθε τι θετικό προέρχεται από τον Θεό…………………. Αν τώρα δεχθούμε  ότι, υπάρχει κάτι το  θετικό μέσα στο κακό τότε και αυτό το θετικό προέρχεται από τον θεό.Εδώ μπορεί κανείς να αντιτάξει ότι, το θετικό στο κακό ,στο βαθμό πού είναι θετικό, είναι καλό. Αλλά έτσι δεν εξαλείφεται το κακό, ενώ συγχρόνως  ούτε εξηγείται.Διότι αν  αυτό που μέσα στο κακό είναι όν η βάση η οποία ειδικώς αποτελεί τό κακό είναι ον που οφείλεται;Πολύ διαφορετικός απ΄αυτόν τον ισχυρισμό  (καίτοι συχνά ακόμη και πρόσφατα,  συγχεόμενος   μαζί  του)είναι ο ισχυρισμός ότι, δεν υπάρχει απολύτως τίποτε το θετικό μέσα στο κακό, ή αλλιώς ότι, το κακό δεν υπάρχει καθόλου(ούτε και μαζύ  με ή μέσα σέ, κάτι άλλο θετικό) παρά ότι, όλες οι πράξεις  είναι θετικές και η διαφορά τους ένα απλό  plus  και  minus ολοκλήρωσης…... οπότε καμμιά αντίθεση δεν έχει βάση και το κακό ολικώς  εξαφανίζεται. Αυτή θα ήταν η δεύτερη εκδοχή   τής   προτάσεως ότι,  κάθε τι θετικό προέρχεται από τον θεό. Κατ αυτήν η  δύναμις που φανερώνεται στο κακό συγκριτικά θα ήταν ατελέστερη αυτής που φανερώνεται στό καλό, καθ’ εαυτήν όμως  ή ασυγκρίτως  εξεταζόμενη, θα ήταν και η ίδια μια τελειότης η οποία, όπως κάθε άλλη θα πρέπει  να συναχθεί από τον θεό. Ο,τι σ΄αυτήν ονομάζουμε κακό είναι απλώς ο μικρότερος βαθμός τελειότητας…..ο οποίος εν τούτοις φαίνεται ως έλλειψη απλώς  και μόνο μέσα στή σύγκριση πού κάνουμε, ενώ μέσα ατή φύση δεν είναι έλλειψη. Αυτή είναι αναμφίβολα η πραγματική γνώμη τού Σπινόζα. Θα μπορούσε κανείς να προσπαθήση να αποφύγη αυτό το δίλημμα δίνοντας την απάντηση ότι, το θετικό πού προέρχεται από τον θεό είναι η ελευθερία, η οποία καθ’ εαυτήν είναι αδιάφορη απέναντι στο κακό και το καλό .Μόνο πού αρκεί να μην σκεφθή κανείς αυτή την αδιαφορία απλώς αρνητικά, αλλά ως ζώσα δύναμη καλού και κακού, και τότε δεν βλέπει κανείς πλέον πώς από τον θεό, πού τον θεω­ρούμε καθαρή καλοσύνη, μπορεί να πρόκυψη μία δύναμις κακού. Γίνεται φανερό εδώ παρεμπιπτόντως, ότι, αν η ελευθερία είναι πραγματικά ό,τι οφείλει να είναι σύμφωνα με αυτή την έννοια (και οπωσδήποτε αυτό είναι) η παραπάνω επιχειρηθεΐσα συναγωγή τής ελευθερίας από τον θεό δεν είναι ορθή- διότι, αν η ελευθερία είναι δύναμις κακού, πρέπει να έχη μια ανεξάρτητη απο τον θεό ρίζα. Περνώντας κανείς από αυτό το μονοπάτι μπο­ρεί να μπή στον πειρασμό να αφεθή στους κόλπους τού δυισμού. Αλλά το σύστημα αυτό όταν το καταλαβαί­νουν ως το δόγμα δύο απολύτως διακεκριμένων αρχών, είναι ενα σύστημα αυτοσπαραγμού και απελπισίας τού λόγου. Ενώ αν το κακό θεμελιακό ον…… τό σκεφτόμαστε ως εξαρτημένο από το καλό η όλη δυσ­κολία τής προέλευσης ……… τού κακού από το καλό συγκεντρώνεται βέβαια σε ένα μόνο ον, αλλά  γι΄ αυτό τον λόγο μάλλον μεγαλώνει παρά μικραίνει. Ακό­μα κι αν παραδεχτούμε ότι, αυτό το δεύτερο ον αρχικά είχε δημιουργηθεί καλό και εξέπεσε από το πρωταρχικό ον από δικό του φταίξιμο…... η πρώτη δυνατό­τητα μιας ενέργειας… που ν’ αντιμάχεται  τον θεό παραμένει ανεξήγητη σε όλα τα μέχρι τώρα συστή­ματα. Γι’αυτό  ακόμα κι όταν κανείς  εντέλει θα ήθελε να άρη όχι μόνο την ταυτότητα, αλλά οποιανδή­ποτε συνάρτηση των ενδοκόσμιων όντων με τον θεό  και να δη όλη τήν παρούσα ύπαρξη τους και αυτήν τού κόσμου μαζί, ώς μιά απομάκρυνση από τον θεό, η δυσ­κολία  απλώς  θά  μετατοπιζόταν ένα  βήμα παραπέρα αλλά δεν θά ήρετο……….. Διότι για να μπορέ­σουν να απορρεύσουν από τον θεό πρέπει ήδη κατά κά­ποιο τρόπο να υπήρχαν, και επομένως η Θεωρία τών απορροών πολύ  λίγο θα μπορούσε να αντιπαραταχθή στον πανθεισμό αφού προϋποθέτει προφανώς μιά πρωταρχική εν θεώ ύπαρξη τών πραγμάτων και μαζί τον ίδιο τον πανθεισμό.   Γιά  να  εξηγήσουμε  όμως   αυτή   την απομάκρυνση θα μπορούσαμε να δεχτούμε το εξής: είτε είναι αθέλητη από πλευράς τών πραγμάτων, όχι όμως και από πλευράς τού θεού- οπότε ρίφθηκαν…..στην  κατάσταση τής δυστυχίας ………. και τού κακού ………. από τον θεό, και ο θεός επομένως είναι ο πρόξενος αυτής τής κατάστασης- είτε είναι αθέλητη και από  τις δυο πλευρές, παρηγμένη σαν από υπερροή……τού είναι…. όπως το λένε κάποιοι εντελώς αστήριχτη.  Είτε   είναι  ηθελημένη   από πλευράς τών πραγμάτων, μιά απόσπαση απο τον θεό, ή συνέπεια    ενός    αμαρτήματος    στο    οποίο βυθίζονται ακολούθως όλο και βαθύτερα: άλλα τότε αυτό τό πρώτο αμάρτημα είναι τό ίδιο το κακό και έτσι δεν παρέχει κανένα ευκρινισμό τής πηγής του……. Χωρίς αυτή την βοηθητική σκέψη όμως, η οποία,όμως  άν εξηγεί το κακό στον κόσμο, αντιθέτως το καλό το εξαλείφει, και εισάγει στη θέση τού πανθεϊσμού έναν πανδαιμονισμό,εξαφανίζεται  μέσα  στο  σύστημα  τών  απορροών  κάθε αυθεντική αντίθεση καλού και κακού το πρώτο, μέσω -    πολλών ατέλειωτων διαβαθμών και προοδευτικής έξασθένησης χάνεται σε κάτι πού δεν έχει πλέον ουδόλως  όψη τού καλού,περίπου κατά τον τρόπο πού ο Πλωτίνος περιγράφει με ευρηματικότητα αλλά όχι ικανοποιητικά…………»

Ο ΠΟΝΟΣ ΚΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ

-                                    Ο Alister Mc Grath Χριστιανός Θεολόγος,καθηγητής ιστορικής θεολογίας  στο Πανεπιστήμιο τής Οξφόρδης,στο βιβλίο του «Η αυταπάτη τού Dawkins»  αφού αφετηριάζεται από την σκέψη πώς κάθε κοσμοθεωρία, είτε θρησκευτική είτε μη θρησκευτική έχει τα τρωτά της ,καθώς υφίσταται όπως γράφει μια ένταση μεταξύ θεωρίας και εμπειρίας,η οποία εγείρει ερωτήματα  σχετικά με την συνοχή και την εγκυρότητά της,   αναγνωρίζει (ό.π.σελ.124) πώς στην περίπτωση τού Χριστιανισμού, πολλοί  εντοπίζουν την αδυναμία του ,στην ύπαρξη τού πόνου,συστατικού  τού φυσικού κακού που αφορά τον άνθρωπο. Αλλά το θέμα αυτό,έχει σχέση άμεση με τον σκοπό και την διαδικασία τής Δημιουργίας,καθώς και με την έννοια και την φύση Τού Θεού,πράγματα  τα οποία η ανθρώπινη λογική είναι εντελώς ανίκανη να προσπελάσει.  Και ασφαλώς και η Χριστιανική Θεολογία που με την λογική προσπαθεί να βρεί λύση σ’ένα μυστήριο,που κείται σαφώς εκτός τής εμβέλειας τής λογικής.

 

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ  ΚΑΙ ΚΑΚΟ

Επιχειρήθηκε να  εξετασθεί  η σχέση ,η σύνδεση τού κακού με την δημιουργικότητα, για την οποία  σχέση και η  σχετική μελέτη τής  France sca Gino (Πανεπιστημίου Harvard) και τού  Scott Wiltermuth (Παναπιστημίου τής Νότιας Καρολίνας των Η.Π.Α.)που δημοσιεύθηκε την  18 Φεβρουαρίου 2014, στην  Psychological Science, και για την οποία και  σχετικό δημοσίευμα τής γαλλικής εφημερίδας  Le Monde τής 10-3-2014.Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα,μετά από αναφορές σε πρόσωπα αλλά και  σε σχετικά πειράματα( παρατίθενται στο Παράρτημα),ότι, για να είσαι δημιουργικός,θα πρέπει να ξέρεις να  θραύεις κώδικες και κανόνες,πράγμα που ασφαλώς,ευνοεί και οδηγεί  στην ανεντιμότητα,(malhonnêteté)και σε λαθεμένες συμπεριφορές.

Με αφετηρία,ως υπόθεση εργασίας,ότι, το συμπέρασμα είναι ασφαλές ,τολμούμε να εκφέρουμε ορισμένες σκέψεις.

Μια θέση-εξήγηση,θάταν ότι,το μυαλό,που δρά χωρίς περιορι -σμούς,(ηθικούς στην περίπτωση που μας απασχολεί) καθίσταται πιο ευέλικτο,πιο αποτελεσματικό,πιο «ελεύθερο»και επομένως περισσότερο αποδοτικό,και περισσότερο  επινοητικό,περισότερο «δημιουργικό»

Τι εννοούμε όμως με την λέξη ανθρώπινη δημιουργία,τι εννούμε ανθρώπινο επίτευγμα;Τα συνδέουμε όλα αυτά,με ένα συγκεκριμένο στόχο,τα συνδέουμε με την εξυπηρέτηση αναγκών, ποίου,  «επί τω τέλει όπως….;» Όταν ο A.Wiles  βρήκε ,μετά από σχεδόν τρείς αιώνες ,τη λύση τού τελευταίου θεωρήματος τού Fermat,σηματοδότησε ένα διανοητικό επίτευγμα.Βοήθησε όμως στο να γίνει ευτυχέστερος(εκτός από τους μαθηματικούς) ή  «καλύτερος»ο Ανθρωπος;Βοήθησε την Ανθωπότητα και εάν ναι σε ποιο επίπεδο;

Ενα τέτοιο μυαλό,θα μπορούσε να βοηθήσει στην άνοδο τού άνθρώπου στην εκπλήρωση τής αποστολής του,όπως μερικοί από μάς αντιλαμβανό μαστε τις έννοιες αυτές στην ομάδα;Το Δημιούργημα τής διάνοιας αυτής, θα βοηθούσε στην άνοδο;Πολλές φορές προβάλλλεται το ερώτημα:Στην καθοριστική πορεία τού Ανθρώπου,ποιός βοήθησε περισσότερο; Ο Αινστάιν, ο Οππενχάιμερ,ο Νεύτων,ή ο Ιησούς,ο Βούδας,ο Μωυσής; Χωρίς την Επιστήμη δεν θα  μπορούσαμε  ασφαλώς να εξερευνήσουμε το διάστημα,δεν  θα επιβεβαιώναμε την ύπαρξη τού σωματιδίκου Χίγκς,αλλά όλα αυτά καθιστούν τον ¨Ανθρωπο τελειότερο;

Επειτα,άλλο διανοητικότητα, άλλο πνευματικότητα και άλλο ηθική.Η πρώτη ασφαλώς δεν είναι για πέταμα,αφού,μέσω τής επιστήμης και ειδικώτερα ΄της τεχνολογίας, που βασίζετσαι σ’αυτήν, εξασφαλίζει  ο άνθρωπος την  βάση,για την   επιβίωση. Για να βελτιωθεί ο Ανθρωπος ,πρέπει αναντίρρητα να υπάρχει και σ΄αυτό βοηθά  η επιστήμη ,η ιατρική. Αλλά αυτή η βάση,χρειαζούμενη για την αφετηρία,δεν αρκεί για να μας οδηγήσει στο τέρμα,για κείνους τουλάχιστον που βλέπουν το τέρμα αυτό,ως μια πορεία προς ένα στόχο ,προς την  ηθική τελειότητα.Και για την πορεία αυτή,που θα μας οδηγήσει στο επιθυμητό τέρμα, η πνευματικότητα ,η ηθική,η αγάπη,είναι απαραίτητες.Η διανόηση από μόνη της, η «λογική» από μόνη της,χωρίς ηθικό έρεισμα,δεν αρκεί,πολλές φορές αποδεικνύεται βλαπτική.Δεν συνιστούν πολλές φορές, ασφαλές  κριτήριο για την ορθή συμπεριφορά ,δεν βοηθούν στην εξάλειψη τού κακού,δεν αποτρέπουν το κακό.Συχνά το παράγουν,παράγουν τον πόνο.Εμποδίζουν τον Ανθρωπο στην πορεία του προς την εξέλιξη.

Και επίσης: Ο παραμερισμός  «ηθικών κωδίκων» είναι βέβαιο ότι, θα έχει παρενέργειες που θα έχουν οδυνηρά αποτελέσματα σε άλλους τομείς.

Στην πραγματική διάσταση, σε τελευταία ανάλυση,δεν υπάρχει διαχωρισμός,ανάμεσα σε προσπάθεια και αποτέλεσμα.Η προσπάθεια  αυτή που είναι εξωτερίκευση,μιάς εσωτερικής κατάστασης, είναι αυτή που μετράει, αυτή που οδηγεί ή απομακρύνει από την τελειοποίηση.Το αποτέλεσμα έρχεται πολύ δεύτερο.

Σε μια συνέντευξη που έδωσε ο μεγάλος Καζαντζάκης,αρχές τού 1957 ενώ βρίσκονταν στο σπίτι του στην Αντίμπ,(παραθέτω απόσπασμά της στο   «Παράρτημᨻ)στην δημοσιογράφο Γιολάντα Τερέντσιο    είπε μεταξύ άλλων :  «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σήμερα είναι η διάσταση που υπάρχει ανάμεσα διανοητικού και ηθικού ανθρώπου. Ο διανοητικός άνθρωπος έχει φθάσει στο μαγικό, στο υπεράνθρωπο, ενώ ηθικά είναι ανάπηρος.»

Η ελπίδα για την ανθρωπότητα τοποθετείται στην πνευματικότητα,την καλωσύνη, στην Αγάπη,όχι στην Επιστήμη(που επαναλαμβάνεται δεν είναι για πέταμα,ούτε αυτή ούτε, η Λογικη, αλλά δεν αρκούν από μόνες τους).Η ελπίδα αυτή δεν νοείται χωρίς την ηθική . Η κατάρριψη κάθε ηθικού φραγμού,αυτή καθ΄ εαυτή,συνιστά μιά υποχώρηση,στον αγώνα προς την τελειότητα,και μια αντίθεση προς τις αξίες. Μιά διάνοια που θα αδιαφορεί, για την «ηθική»  συνιστά, ακόμη και απλώς με την ύπαρξή της, μιά τροχοπέδη στην πραγμάτωση  τής αποστολής τού ανθρώπου.Γιά τον εφευρέτη,που στην πορεία του  παραμερίζει ηθικούς φραγμούς,το θέμα τής ηθικής τελειοποιήσεως τού ανθρώπου,είναι(συχνά) ανύπαρκτο και το δημιούργημά του οπωσδήποτε άμεσα ή έμμεσα ,φανερά ή καλυμμένα ,θα είναι ανασχετικό τής πορείας τού άνθρώπου προς την άνοδο.

Η Δημιουργικότητα που συνδέεται με την απάρνηση τής ηθικής, οποιοδήποτε και αν είναι το αποτέλεσμά της, θα έχει ήδη τροφοδοτήσει το κακό, θα έχει δημιουργήσει, κακό,ή τουλάχιστον ασυνείδητα έστω, θα το υποβοηθήσει, και  όλα αυτά,δεν συνιστούν σε καμιά περίπτωση, εφόδιο  για την Εξέλιξη τού Ανθρώπου( με την έννοια που  την δεχόμαστε  )        

Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΚΟ-Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ-ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ.

Μια άποψη θέλει ότι,  το Κακό είναι απλώς, το μέτρο τού φαινομενικού διαχωρισμού τού κόσμου από  την Αρχή του.

Μια άλλη,(για την οποία γίνεται αναφορά και σε άλλο σημείο τού  πονήματος) πώς το κακό,ενυπάρχει στην ύλη,ανεξάρτητο από τον Θείο δημιουργό τού καλού,και κατά κάποια έννοια αντίθετο προς Αυτόν.Η άποψη αυτή,απαντάται σε θεοσοφικά συστήματα,και σε καθαρώς ορθολογιστικές παραδοχές Ελλήνων και άλλων  φιλοσόφων .Κατά την Πυθαγόρεια ιδέα τής αρμονίας των αριθμών ως τής συστατικής αρχής τού κόσμου, το καλό παριστάνεται ως η μονάδα και το κακό,ως η πολλαπλό τητα (Φιλόλαος, Fragm.) Ο Εμπεδοκλής*  αποδίδει το κακό στην αρχή τού μίσους (νείκος) που συνυπάρχει στο Σύμπαν μαζύ με την φιλία.Κατά τον Πλάτωνα*ο Θεός είναι « αναίτιος» για το κακό,που οφείλεται μερικώς στην αναγκαία ατέλεια τής υλικής ύπαρξης,και μερικώς στην ανθρώπινη βούληση. (Τίμαιος xlii; Φαίδων). Κατά τον ίδιο, το αγαθό που πρέπει να επιδιώκει ο άνθρωπος,είναι η μέθεξη τής ψυχής με την ιδέα τού απόλυτου αγαθού.Κατά τον Αριστοτέλη,το κακό είναι η αναγκαία εικόνα των αλλαγών τής ύλης και αυτό καθ΄ εαυτό δεν έχει πραγματική ύπαρξη (Μεταφυσικά ix, 9).Για τους Στωικούς, το κακό οφείλεται στην ανάγκη:Η ενυπάρχουσα στα πράγματα θεία δύναμη επιδιώκει την αρμονία τού καλού και τού κακού,στον μεταβαλλόμενο κόσμο.Το ηθικό κακό προέρχεται από την ανοησία τής ανθρωπότητας όχι από την θεία θέληση και ανατρέπεται απ΄αυτήν σ΄ενα καλό τέλος.Στο μυστικό σύστημα τού Eckhart  το κακό,και η αμαρτία,έχουν τη θέση τους,στο σχήμα τής εξέλιξης,κατά το οποίο τα πάντα προέρχονται και επιστρέφουν στο Θεό,και συνεισφέρουν στην ηθική και φυσική τάξη,ώστε να εκπληρωθεί η θεία πρόθεση.

Η σύνδεση Θεού-Κακού-Καλού υποστηρίχθηκε από πολύ παληά.Ο Κλεάνθης * στον Υμνο του στο Δία λέγει « είς έν άπαντα συνήρμοκας εσθλά κακοίσιν»(:Ο θεός σε μια ενότητα άρμοσε  τα καλά  και τα κακά).Οι Ελληνες τής Ομηρικής εποχής τοποθετούσαν γενικώς την αρχή τού κακού στους Θεούς ή σε μια θεότητα ειδικά τήν Ατη,θυγατέρα τού Δία,τού οποίου εκτελούσε τις αποφάσεις.

Άλλη άποψη , από Χριστιανικές πηγές,δέχεται, ότι, το Kακό hhείναι το  μέτρο τού φαινομενικού διαχωρισμού,τού κόσμου από την αρχή του.Σύμφωνα με αυτήν, το φυσικό κακό είναι προιόν τής αμαρτίας  με την διάπραξη τής οποίας, διαταράχθηκε και  ο φυσικός κόσμος και επήλθε διαχωρισμός από την αρχή. Ο  απόστολος Παύλος δέχεται, ότι,το κακό κληρονομήθηκε,εξαιτίας τού προπατορικού αμαρτήματος.(Προς Ρωμαίους κεφ.Ε΅12 επ « Διά τούτο ώσπερ δι΄’ ενός ανθρώπου  η αμαρτία  εις τον κόσμον εισήλθε και δια της αμαρτίας ο θάνατος( : το μέγιστο κακό κατά τον ίδιο) καί ούτως εις πάντας ανθρώπους,ο θάνατος διήλθεν εφ ω πάντες ήμαρτον κλπ).Και  γενικώτερα η χριστιανική θεολογία,συνδέει την αμαρτία,--(και τον θάνατο)-=,με την πτώση τού  ανθρώπου,και τη σάρκωση,σε σχέση αιτίου και αποτελέσματος με τη πτώση.Τούτο  αμφισβητήθηκε από πολλούς εκκλησιαστικούς  συγγραφείς.Ο Γρηγόριος  Νύσσης αδυνατεί να στηρίξει την άποψη αυτή,και ειδικώτερα την κληρονομικότητα τής αμαρτίας(Ι.Πλεξίδας ό.π.σ.195) Αλλά και άλλοι συγγραφείς,μεταξύ των οποίων και τιμώμενοι ως πατέρες,τού εκκλησιαστικού σώματος (Γιανναράς ό.π.104),  αρνήθηκαν να δούν την ενανθρώπιση Τού Υιού Τού Λόγου,ως αναγκαιότητα που επιβλήθηκε από Τον Θεό,εξαιτίας τής αμαρτίας τού ανθρώπου και ειδικώτερα εξαιτίας της αμαρτίας των πρωτοπαλστών.Την είδαν ως  υποστατική ένωση τού κτιστού με το Ακτιστο,  στο πρόσωπο τού Χριστού, ως τον σκοπό τής Δημιουργί ας,δηλαδή  όχι σε σχέση αιτιότητας με την πτώση ή μη πτώση τού άνθρώπου. Ο Μάξιμος ο  ομολογητής, λέγει σχετικώς,ότι ,σκοπός τής κτίσης τού Θεού, ήταν και είναι η καθυπόστασιν ένωσις της με τον Θεό,και ότι, μόνον έτσι παίρνουν νόημα η ύπαρξη τού υλικού κόσμου και τού ανθρώπου.Όπως παρατηρεί ο Γιανναράς,η άποψη αυτή που φαίνεται  να αμφισβητεί την ιστορικότητα τής Βίβλου, δεν βρίσκεται έξω των ορίων  τής εκκλησιαστικής εμπειρίας και μαρτυρίας,και ότι,το να υποστηρίζουμε ότι,  εισήλθαν δια τού ανθρώπου, στον κόσμο,ο θάνατος,  « το μέγιστο κακό,» και να υπάρχουν και άλλα κακά,δεν επαληθεύεται από την πραγματικότητα τού φυσικού μας κόσμου.Τούτο   έχει σχέση με την «απορία» τού πώς είναι δυνατόν ο  σημερινός άνθρωπος να είναι υπεύθυνος για σφάλμα των απώτατων προγόνων του,εκτός βεβαίως αν κανείς δεχθεί μια απίθανη κατασκευή,ότι,αποτελεί συνέχεια βιολογική και ηθική τού πρώτου ζεύγους των πρωτοπλαστών,οπότε θα έπρεπε να δεχθούμε κληρονομική μεταβί βαση όχι απλώς βιολογικών χαρακτηριστικών αλλά και βουλητικών-λογικών ενεργημάτων.Η κατασκευή αυτή,-εκτός από τα άλλα μειονεκτήματα- εξαφανίζει την ελευθερία τής βουλήσεως και το αυτεξούσιο τού ανθρώπου προδικάζει την μοίρα του, με συνέπεια να θρυμματίζεται ολόκληρο σύστημα αξιών και ευθύνης.Κατά τον ίδιο(σε μετάφραση εν  « Φιλοκαλία» 219,) το Κακόν εμφανίζεται ως αποτέλεσμα τής αποτυχίας τού Ανθρώπου  στον δρόμο τής τελειώσεως. Και ότι, «…….Ο προπάτορας Αδάμ, με την παράβαση τής Θείας εντολής,εισήγαγε για την ανθρώπινη φύση ,άλλη διαφορετική, από την πρώτη αρχή γεννήσεως η οποία προέρχεται από   την  ηδονή και τελειώνει στο θάνατο  μέσα από πόνο,και την οποία επινόησε με τη συμβουλή τού φιδιού…………..Κι’ έτσι όλοι όσοι προέρχονται από τον Αδάμ, κατά σάρκα,ένεκα τής ηδονής άδικης αρχής, δικαίως υπομένουν μαζύ του, το τέλος τού θανάτου μέσω τού πόνου.Γι αυτό και ο Κύριος έγινε  άνθρωπος, και εδημιούργησε άλλην αρχή γεννήσεως από το Αγιο Πνεύμα, για την ανθρώπινη  φύση,……………..Κι έτσι εξαφάνισε και τα δύο, και την αρχή και το τέλος γεννήσεως από τον Αδάμ,…..Καινά  όλους όσους,ξαναγεννιούνται   πνευματικά απ΄Αυτόν,τους ελευθέρωσε από την ενοχή τής παρακοής τού Αδάμ»

Και σνεχίζει ο Χρ.Γιανναράς :

«Απαντήσεις ρεαλιστικές (όχι ιδεολογικές –νοησιαρχικές) δεν  υπάρχουν για τα παραπάνω ερωτήματα…..Το νόημα τού πόνου,το νόημα ,τού κακού η αιτία,ο σκοπός τους η διαπλοκή τους με το οντολογικό ερώτημα ,δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν  με την μορφή επιστημονικών μας πιστοποιήσεων.Η μαρτυρία τής   εκκλησιαστικής εμπειρίας, ευαγγελίζε ται ότι, απαντήσεις άρρητες με την δεδομένη γλωσσική σημαντική  κατακτώνται μέσα από τη γνωστική εμπειρία τής  αγαπητικής σχέσης:τής πίστης –εμπιστοσύνης,τής αυθυπέρβασης ,και τής αυτοπροσφοράς.Η επαλήθευση τής επαγγελίας προτείνεται ως συνάρτηση τής ανθρώπινης ελευθερίας» Και στο βιβλίο του « Το ρητό και το άρρητο» συμπληρώ νει(σελ.300). « Είναι μια μεγαλειώδης εικόνα παραμυθητική:πρόταση ερμηνείας,τής τραγωδίας που συνιστά,η αινιγματική κυριαρχία τού κακού,στην Ιστορία.»

 

Άλλη άποψη   δέχεται ότι, το κακόν υπάρχει κατά παραχώρηση τού Θεού,θα εξαφανισθεί δε,στο μέλλον,οπότε με την χάρη τού Θεού,θα επικρατήσει το αγαθό(Πάπυρος-Λαρούς υπό:  «Κακό»)

.

Κατά τον Αγιο Αυγουστίνο με την ιεράρχηση τού είναι συνδέεται και η ιεράρχηση τού αγαθού:δεν υπάρχει τίποτα που να μην έχει κάποιο ποσοστό αγαθότητας. Ερχόμενος σε πλήρη διαφωνία με τον μανιχαϊσμό δεν δέχεται καμία απόλυτη ύπαρξη στο κακό. Επίσης δεν δέχεται και την μίξη καλού και κακού. Στην πραγματικότητα πρόκειται για βαθμίδες αγαθότητας. Το κακό συνδέεται με το ιεραρχημένο σύστημα τού Αυγουστίνου και κατά έναν άλλο τρόπο: τα ανώτερα πράγματα πρέπει να άρχουν των κατώτερων πραγμάτων. Αυτή είναι η τάξη και η δίκαιη κατανομή. Αν ισχύει το αντί στροφο, δηλαδή τα κατώτερα   να εξουσιάζουν τα ανώτερα, τότε έχουμε το κακό, δηλαδή μια αντεστραμμένη ταξινόμηση. Ο Αυγουστίνος  μας βεβαιώνει  ότι, το κακό δεν υπάρχει ως ένα μεταξύ των όντων, αλλά συνίσταται ως άρνηση τού αγαθού, privatio boni. Είναι μια απλή απουσία τού αγαθού, τής οποίας φυσικά δεν είναι δημιουργός ο Θεός

Με τον Αυγουστίνο  αρχίζει μια σειρά μεγάλων προβλημάτων που παραθέτει ο π.Ν.Λουδοδίκος,όπως πιο κάτω παρατίθενται.

Κατά τον Θωμά τον Ακινάτη,που συστηματοποίησε  και συμπλήρωσε,τη διδασκαλία τού Αγίου Αυγουστίνου, το κακό είναι η στέρηση,τού καλού, που ανήκει στα πλάσματα.Το κακό δεν υπάρχει ως αντικειμενικό γεγονός,αλλά ως υποκειμενική σύλληψη.Τα πράγματα δεν είναι κακά καθ΄εαυτά,αλλά σε σχέση με άλλα πράγματα ή πρόσωπα.Η πραγματι κότητα είναι αγαθή, και μόνον  παρεμπιπτόντως,παράγει κακά αποτε λέσματα  ,επομένως η απώτατη αιτία τού κακού είναι βασικώς καλή.Αποκρούει τον Μανιχαικό δυαδισμό ως μη στηριζόμενο στη λογική.Το κακό προάγει την τελειοποίηση τού συνόλου.Ο θεός είναι ο δημιουργός τού Κακού ( πρβλ.Ησαίας 45)με την έννοια ότι,η διαφθορά των υλικών πραγμάτων στη φύση,απ΄αυτόν,είναι  μέσο για την υλοποίηση τού σχεδίου τού Σύμπαντος.Από την άλλη πλευρά,το κακό είναι συνέπεια τής παραβίασης θείων κανόνων.Το Σύμπαν  θα ήταν λιγώτερο τέλειο αν υπήρχε ατιμωρησία ,όταν παραβιάζονται οι νόμοι του. Το κακό παρόλο που επιτρέπεται από τον Θεό δεν οφείλεται σ΄αυτόν,οφείλεται στην κατάχρηση τής ελεύθερης βούλησής.Αν ο Θεός επενέβαινε θα θυσιάζε τη δική Του ελευθερία.

Ο πρύτανης των θεολόγων τού 20ού αιώνα,πρεσβύτερος και Πανεπιστημιακός Γεώργιος Φλωρόφσκι, ασχολήθηκε και αυτός, με το πρόβλημα τού κακού.Οι θέσεις του στο θέμα αυτού, συρρικνωμένες,αλλά έτσι που να  μην προδίδουν την  ουσία είναι:

Κάθε τι που υπάρχει είναι δημιούργημα Τού Θεού,εκτός από το κακό,που υπάρχει παρά τη θέληση Τού Θεού.

Η θέληση Τού Θεού ορίζει τις αιτίες και τους σκοπούς κάθε δημιουργήματός του. Το κακό αντιτάσσεται στην Θέληση αυτή Τού Θεού,αντιστρατεύεται την λογικότητα τής Θείας δημιουργίας.

Οι αιτίες και οι λόγοι τού κακού,δεν περιλαμβάνονται  στην αιτιότητητα που συγκροτεί την θεία δημιουργία.Το κακό έχει μια άλλην αιτιότητα που αντιμάχεται τη θεία αιτιότητα.

Ενώ κάθε ενεργούμενη δύναμη και κάθε ενεργητική δυνατότητα, πηγάζει από Τον Θεό,το κακό είναι  μια αντίπαλη υπαρκτή δύναμη και δυνατότητα, που δεν έχει την αιτία στο Θεό,μια δύναμη καταστροφική τής θεικής δημιουργίας.

Πιστοποιούμε την ύπαρξη τού κακού,τους σκοπούς του, αγνοούμε όμως την καταγωγή του,και την αιτιότητα που το διέπει.

Ο κόσμος που γνωρίζουμε είναι διαφορετικός απ΄αυτό,που η χριστιανική μαρτυρία βεβαιώνει ότι, σκέφθηκε και θέλησε ο Θεός.Εχουν υπεισέλθει νοσηρές καταστάσεις.Το κακό είναι μια καταστροφική προσθήκη στην δημιουργία Τού Θεού.

Αν δεχθούμε τη Χριστιανική μαρτυρία  η καταστροφή που επιφέρει το κακό στις λογικές υπάρξεις, είναι ανεπανόρθωτη και συνιστά αφόρητο σκάνδαλο.Η κόλαση που αναφέρει η χριστιανική μαρτυρία,είναι μια κυνική  απόδειξη τής καταστροφικής δύναμης τού κακού.

Ο αφύσικος διχασμός που εισχώρησε στον κόσμο Τού Θεού. βεβαιώνεται από το χριστιανικό κήρυγμα ως αιώνιος.Η ενότητα τής δημιουργίας υπονομεύτηκε οριστικά.Οι κατακτήσεις τού κακού,σε ό.τι αφορά την ανθρωπότητα  δεν  θα εξουδετερωθούν ποτέ από την παντοδύναμη ευσπλαχνία Τού Θεού. 

Ο Χρ.Γιανναράς ασκεί κριτική σ΄όλα αυτά(ο.π.171) γράφοντας ότι, οι διατυπώσεις αυτές, για την αναπανόρθωτη καταστροφή, που επιφέρει το κακό στις λογικές υπάρξεις κατά τον π.Φλωρόσκι,είναι λογικά αντιφα -τικές,εκτός άλλων γιατί οι έννοιες Θεός και αποτυχία είναι ασύμβατες, ασχολείται όμως  (ό.π.236 επ.) με δύο ερωτήματα : Το πρώτο: Γιατί η υπαρκτική ανεπάρκεια τού κτιστού,η λογική ( και πραγματική) ειδοποιός διαφορά του από το άκτιστο ενώ έχει την αιτιώδη καταγωγή της,στην αγάπη τού Κτίστη γιατί να φανερώνεται και να πραγματώνεται ως αναγκαιότητα πόνου φθοράς και πόνου………Γιατί να μην αρκεί ένας ήσυχος και γαλήνιος  ύπνος -θάνατος.Γιατί να υπάρχει  ……ο θάνατος μικρών παιδιών και άωρων  υπάρξεων; Το δεύτερο :Αν ερμηνεύσουμε τον πόνο ως υπαρκτική ανεπάρκεια τού κτιστού  και την υπαρκτική ανεπάρκεια ως κακό ,ποία υπαρκτική ανεπάρκεια και ποιό πόνο εντοπίζει η γλώσσα τής εκκλησιαστικής μαρτυρίας,……………στην  περίπτωση των δαιμόνων πρωτουργών τού κακού; Οι κτιστοί δαίμονες  μαρτυρούνται ως δυνάμεις άχρονες……απαθείς.Και αν ο θάνατος εισήλθεν στο κτιστό σύμπαν,ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται ,γιατί  η Χριστιανική γλώσσα αποκλείει  αυτή τη πρόνοια( ή αναγκαιότητα) στην περίπτωση των δαιμόνων;.Αυτά βέβαια σε  (παν)ανθρώπινο σε κοσμικό επίπεδo. Γιατί ,(όπως ήδη σημειώνεται πιο πάνω)στην καθημερινή μας ζωή οι έννοιες τού καλού και  τού Κακού,είναι σχετικές και συνεχώς μεταβαλλόμενες από  τόπο  σε τόπο,εφήμερες , τοπικές και εξυπηρετούν σκοπιμότητες.

 

Θα είναι αλαζονικό,ασεβές και αυθαίρετο,να σκεφθεί κανείς,ότι,ενώπιον τού προβλήματος αυτού,όπως πιο πάνω εκτίθεται,ο άνθρωπος,έχει μια ενεργό συμμετοχή ( ίσως και μια ευθύνη) για την παραπέρα πορεία τής ανθρωπότητας,τού Σύμπαντος,για την εξαφάνιση τού κακού,ώστε έτσι να δικαιολογεί και τη παρουσία του  στη Γη;

Για Salvatores Dei γράφει ο Καζαντζάκης

Ο  Ντέιβιντ Χιούμ στους « Διαλόγους» του σχετικά με τη Φυσική Θρησκεία» διερωτάται:

«Ο Θεός θέλει να αποτρέψει το Κακό αλλά δεν μπορεί;Τότε είναι ανίκανος.Μπορεί αλλά δεν θέλει; Τότε είναι μοχθηρός.Και μπορεί και θέλει; Πόθεν άραγε το Κακό;»

Αλλά το ερώτημα και η απορία τού Χιούμ,προδίδουν μια μεταφορά σε  καθημερινά και γήινα επίπεδα (λογικής), εννοιών και καταστάσεων,που δεν επιδέχονται λογική-επιστημονική αντιμετώπιση, πέρα από το ότι, η έννοια τού Θεού,τής ζωής.τής Δημιουργίας(και επομένως και του κακού)  είναι μυστήρια,και επομένως δεν επιδέχονται διανοητική προσέγγιση και ερμηνεία.

 

ΜΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ(;)   ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ-ΕΞΗΓΗΣΗ

Εχει  επισημανθεί ότι ,τρία είναι τα βασικά τμήματα τού εγκεφάλου. 1.Αρχαιοεγκέφαλος.Αντιστοιχεί στον εγκέφαλο των ερπετών. που εμφανίστηκαν πριν από 650-750 χρόνια περίπου,περιέχει προγονική γνώση και προγονικές μνήμες,εκτελεί πιστά,δεν είναι αρκετά καλός ώστε να αντιμετωπίζει νέες καταστάσεις,φαίνεται σαν να είναι προσκολλημένος σε  κάποιο προγονικό εγώ.Η συμπεριφορά του είναι στερεότυπη ,ενστικτώδης,αντανακλαστική.Ελέγχει τους ενστικτώδεις μηχανισμούς,των οποίων η σκοπιμότητα είναι η διατήρηση τού ατόμου και τού είδους.Οπως γράφει ο Daniel Goleman(ό.π.40 επ.)η πιο πρωτόγονη περιοχή τού εγκεφάλου,που είναι κοινή σε όλα τα είδη που διαθέτουν ένα  ελάχιστο νευρικό σύστημα, είναι το εγκεφαλικό στέλεχος που   αποτελεί την προέκταση προς τα πάνω, μέσα στο κρανίο τού νωτιαίου μυελού,η οποία βρίσκεται στην σπονδυλική στήλη.Αυτή η περιοχή ρυθμίζει  βασικές ζωτικές λειτουργίες,(αναπνοή,μεταβολισμός) ενώ ελέγχει τις στερεότυπες αντιδράσεις και κινήσεις.Αυτός ο πρωτόγονος εγκέφαλος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι, μαθαίνει ή σκέπτεται.Περισσότερο αποτελεί ένα  σύστημα προγραμματισμένων  από  πριν , ρυθμιστών που διατηρούν τη λειτουργία τού σώματος και τις αντιδράσεις του,στα σωστά επίπεδα,ώστε να τού εξασφαλίζουν την επιβίωση.

2.-Μεσεγκέφαλος .Αντιστοιχεί  στον εγκέφαλο των κατώτερων θηλαστικών,που εμφανίστηκαν πριν από 100-200 εκατομμύρια χρόνια. Παίζει θεμελιακό ρόλο στη συγκινησιακή συμπεριφορά.Εχει μεγαλύτερη ικανότητα να μαθαίνει νέους τρόπους προσέγγισης  και να λύνει προβλήματα  βασιζόμενος στην άμεση εμπειρία.Περιλαμβάνει  τον ρινεγκέφαλο,τον υποθάλαμο τους θαλάμους,την υπόφυση το τετράδυμο ,τα σκέλη.Ο ρινεγκέφαλος,είναι ένα κέντρο συγκινήσεων και συναισθημάτων,και για πολλούς  η έδρα τής διαισθητικής και τηλεπαθητικής αντίληψης. Οπως γράφει ο  Daniel Goleman από το εγκεφαλικό στέλεχος,ξεπήδησαν τα συγκινησιακά κέντρα.

3.- Νεοεγκέφαλος.Αντιστοιχεί στον εγκέφαλο των ανώτερων θηλαστικών, που εμφανίστηκαν πριν από  50-30 εκατομμύρια χρόνια,και τού ανθρώπου,πριν από  50-500 χιλιάδες χρόνια. Ειδικότερα,με την εμφάνιση των πρώτων θηλαστικών,προστέθηκαν νέα ουσιώδη στρώματα,τού συγκινησιακού εγκεφάλου.Όπως γράφει ο Daniel Goleman, περίπου εκατό εκατομμύρια χρόνια πριν, ο εγκέφαλος των θηλαστικών παρουσίασε,μια αλματώδη εξέλιξη.Από  τις συγκινησιακές περιοχές που αναφέρονται αμέσως πιο πάνω, αναπτύχθηκε ο νεοφλοιός,ο σκεπτόμενος εγκέφαλος.Το ζήτημα τής επιβίωσης,οφείλεται στο ταλέντο τού νεοφλοιού,να καταρτίζει μακρόπνοα προγράμματα.Ο πολιτισμός  οφείλεται στον νεοφλοιό.Αυτές οι προσθήκες,στον εγκέφαλο επέτρεψαν  να διανθιστεί η συναισθηματική  ζωή με αποχρώσεις,όπως η αγάπη. (Είδη που στερούνται νεοφλοιού  , όπως τα ερπετά στερούνται μητρικής στοργής.) Ο αριθμός των συνδέσεων  και η αύξηση τού όγκου τού νεοφλοιού ,  και των συνδέσεων, εξηγεί,γιατί ,ο άνθρωπος,έχει πολύ μεγαλύτερο εύρος,αντιδράσεων στα συναισθήματά  και περισσότερες αποχρώσες.Οπως παρατηρεί ο  ίδιος ένα κουνέλι ή ένας πίθηκος εμφανίζουν πολύ πιο περιορισμένες  αντιδράσεις στο φόβο, από τον άνθρωπο. Ο Νεογκέφαλος είναι η  έδρα τής νόησης και τής συνείδησης        

O Α.Κέσλερ (ό.π.201 επ.)   αναφερόμενος στην κατασκευή τού εγκεφάλου, αναρωτιέται μήπως υπάρχει κάποιο δομικό λάθος  κατασκευής στο κρανίο τού ανθρώπου,  ,που δεν αποκλείεται να απειλεί με την εξαφάνιση τον άνθρωπο,και σαν εξήγηση τής « υποψίας του αυτής» τοποθετεί την εξωφρενική ταχύτητα  με την οποία εξελίχθηκε ο ανθρώπινος εγκέφαλος.,……….. πώς η εξέλιξη απέθεσε μια νέα ανώτερη δομή πάνω σε μια παλιότερη ,με λειτουργίες που ως ένα βαθμό επικαλύπτονται ,χωρίς να εφοδιάσει  την νέα μ΄ένα ξεκάθαρο ιεραρχικό έλεγχο,πάνω στη παλαιά ,προκαλώντας έτσι σύγχυση και συγκρούσεις. Αναφέρει άποψη ,επικαλούμενος  τον MacLean, κατά την οποία,η εξωφρενική ταχύτητα με την οποία εξελίχθηκε-διογκώθηκε  ο εγκέφαλος, οδήγησε σε ένα παθολογικό αποτέλεσμα.Πειό συγκεκριμένα στο ότι, ο ανθρώπινος εγκεφαλικός φλοιός, είναι ένα είδος κακόηθης υπερπλασίας,με αποτέλεσμα οι λειτουργίες του να  βρίσκονται έξω από τον φυσιολογικό έλεγχο.Ο συγγραφέας συνεχίζει γράφοντας ότι, η σύγχρονη έρευνα, δέχεται σαν αιτία ,τού τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο εγκέφαλος,όχι το μεγεθός του,αλλά τον ανεπαρκή συντονισμό, ανάμεσα στον παλαιό εγκέφαλο και τον νεοεγκέφαλο. Επικαλούμενος  και πάλι τον MacLean,γράφει ότι,  ενώ οι νοητικές λειτουργίες  μας εκτελούνται από τα πιο νέα και εξαιρετικώς ανεπτυγμένα  μέρη τού εγκεφάλου,η συγκινησιακή συμπεριφορά μας,εξακολουθεί να κυριαρχείται από ένα σχετικά ακατέργαστο και πρωτόγονο σύστημα.

Το ότι, η  διαστρωματική εξέλιξη τού εγκεφάλου,και η συνύπαρξη  τού αρχαίου,μέσου και νεωτέρου εγκεφάλου,δημιουργούν ένα ελαττωματικό όργανο  και ότι, πρόκειται στο σημείο αυτό για  «αμέλεια»  στην εξέλιξη ,υποστηρίζεται  και από άλλους συγγραφείς.Ο K.L.Lorenz, βλέπει στην δομή αυτή, την εκπληκτική πνευματικότητα τού ανθρώπου αλλά και την απροσμέτρητη κτηνωδία του.(Ευαγγέλου ό.π.33)

Συμπερασματικώς :

Προβάλλεται μια καθαρώς επιστημονική θέση για την εξήγηση-προέλευση τού κακού. Βασίζεται,κατά την άποψη αυτή, στην ατελή λειτουργική αλληλοσύνδεση,και την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των τριών αυτών τμημάτων  τού εγκεφάλου,και στην αλματώδη ανάπτυξη και υπερπλασία του.Αυτή είναι η εξήγηση των λογικών εκτροπών και τής ανθρώπινης κακίας,ανοησίας, και κακοδαιμονίας.Ετσι εξηγείται  ότι, προς το παρόν, στον άνθρωπο υπερισχύουν ο εγωισμός, η επιθετικότητα,που θέλει να είναι καλός, αλλά δεν το κατορθώνει πάντοτε.Όπως γράφει ο Ι.Ευαγγέλου,αρκετοί επιστήμονες και διανοητές στηρίζουν τη γνώμη αυτή,όπως(εκτός από τον A.Koestler,)οι J.P.Changeux,R.Dawkins,U.Eco,Er.Fromm,Ch.Levi-Strauss, K.Lo renzL.Watson, N.Wiener,K.Popper,St.Hawking.P.Dawies κ.ά.

Στο παράρτημα τού προκείμενου πονήματος,παρατίθεται η περίπτωση αμερικανού εγκληματία,που μετά από σχετική εξέταση από νευρολό -γο,αποδείχθηκε,ότι είχε μειωμένες συναισθηματικές αντιδράσεις και ικανότητα να αντιληφθεί την έννοια τού κακού.Χαρακτηριστικές και αποκαλυπτικές συνάμα είναι οι περιπτώσεις   τής ,λοβοτομής και των τραυματισμών στον εγκέφαλο,που επιφέρουν τεράστιες αλλαγές στον συναισθηματικό κόσμο και τις αντιδράσεις των ατόμων. 

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ ΩΣ ΣΥΣΤΑΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ.

Η δογματική μεταφυσική τού χριστιανισμού,κηρύσσει πως ο ανθρώπινος πόνος, συνιστά μια ηθική δοκιμασία πίστης στο Θεό,ενδεχομένως αποδοχή τής τμωρίας του,για τις αμαρτίες του , εργαλείο για τον εξαγνισμό του και ότι  σ΄όλες τις περιπτώσεις ο πιστός πρέπει να τον αποδέχεται αγογγύστως.Ο Ισαάκ ο Σύρου,παραγγέλλει : «Εξευτέλισον εαυτόν  και θέλεις ειδεί την δόξαν τού Θεού εις εαυτόν…Αληθώς είπεν ο Κύριος ,ότι δεν δύναται τις μετά τού πόθου τού κόσμου  ν΄αποκτήσει και την αγάπην τού Θεού,ούτε μετά συναναστροφής τού κόσμου ν΄αποκτήσει και την συναστροφήν τού Θεού….»

Στον Ινδουισμό και στον Βουδισμό,όπως μας πληροφορεί ο Ι.Ευαγγέλου,υπάρχει πλήθος μοναχών πού διάγουν «βίον αβίωτον»,επαιτείας και ταλαιπωρίας.Στην Βιρμανία  επί συνολικού πληθυσμού  σαράντα εκατομμυρίων,το 1/8, είναι μοναχοί.

Η ΒΙΒΛΟΣ –ΙΕΡΑ ΚΕΜΕΝΑ-ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΚΟ

Εχει γραφεί  ότι, δεν πρέπει να βλέπουμε την Βίβλο,ως εγχειρίδιο επιστημονικό ή φιλοφοφικό.Πάντως σε μια προσπάθεια « συμβολικής» πληρότητας παραθέτουμε αποσπάσματα για την προέλευση τού κακού-αμαρτίας κατά την Βίβλο:

(Γεν,Β)15 Κα λαβε Κριος Θες τν νθρωπον, ν πλασε, κα θετο ατν ν τ παραδεσ τς τρυφς, ργζεσθαι ατν κα φυλσσειν. 16 κα νετελατο Κριος Θες τ δμ λγων· π παντς ξλου το ν τ παραδεσ βρσει φαγ, 17 π δ το ξλου το γινσκειν καλν κα πονηρν, ο φγεσθε π᾿ ατο· δ᾿ ν μρ φγητε π᾿ ατο, θαντ ποθανεσθε.

Και πιο κάτω(Κεφ.Γ)1. δ φις ν φρονιμτατος πντων τν θηρων τν π τς γς, ν ποησε Κριος Θες. κα επεν φις τ γυναικ· τ τι επεν Θες, ο μ φγητε π παντς ξλου τού παραδεσου; 2 κα επεν γυν τ φει· π καρπο το ξλου το παραδεσου φαγομεθα, 3 π δ το καρπο το ξλου, στιν ν μσ το παραδεσου, επεν Θες, ο φγεσθε π᾿ ατο, ο δ μ ψησθε ατο, να μ ποθνητε. 4 κα επεν φις τ γυναικ· ο θαντ ποθανεσθε· 5 δει γρ Θες, τι ν μρ φγητε π᾿ ατο, διανοιχθσονται μν ο φθαλμο κα σεσθε ς θεο, γινσκοντες καλν κα πονηρν. 6 κα εδεν γυν, τι καλν τ ξλον ες βρσιν κα τι ρεστν τος φθαλμος δεν κα ραῖόν στι το κατανοσαι, κα λαβοσα π το καρπο ατο φαγε· κα δωκε κα τ νδρ ατς μετ᾿ ατς, κα φαγον. 7 κα διηνοχθησαν ο φθαλμο τν δο, κα γνωσαν τι γυμνο σαν, κα ρραψαν φλλα συκς κα ποησαν αυτος περιζματα. Κα κουσαν τς φωνς Κυρου το Θεο περιπατοντος ν τ παραδεσ τ δειλινν, κα κρβησαν τε δμ κα γυν ατο π προσπου Κυρου το Θεο ν μσ το ξλου το παραδεσου. 9 κα κλεσε Κριος Θες τν δμ κα επεν ατ· δμ, πο ε; 10 κα επεν ατ· τς φωνς σου κουσα περιπατοντος ν τ παραδεσ κα φοβθην, τι γυμνς εμι, κα κρβην. 11 κα επεν ατ Θες· τς νγγειλ σοι τι γυμνς ε, ε μ π το ξλου, ο νετειλμην σοι τοτου μνου μ φαγεν, π᾿ ατο φαγες; 12 κα επεν δμ· γυν, ν δωκας μετ᾿ μο, ατη μοι δωκεν π το ξλου, κα φαγον. 13 κα επε Κριος Θες τ γυναικ· τ τοτο ποησας; κα επεν γυν· φις πτησ με, κα φαγον. 14 κα επε Κριος Θες τ φει· τι ποησας τοτο, πικατρατος σ π πντων τν κτηνν κα π πντων τν θηρων τν π τς γς· π τ στθει σου κα τ κοιλίᾳ πορεσ κα γν φαγ πσας τς μρας τς ζως σου. 15 κα χθραν θσω ν μσον σο κα ν μσον τς γυναικς κα ν μσον το σπρματς σου κα ν μσον το σπρματος ατς· ατς σου τηρσει κεφαλν, κα σ τηρσεις ατο πτρναν. 16 κα τ γυναικ επε· πληθνων πληθυν τς λπας σου κα τν στεναγμν σου· ν λπαις τξ τκνα, κα πρς τν νδρα σου ποστροφ σου, κα ατς σου κυριεσει. 17 τ δ δμ επεν· τι κουσας τς φωνς τς γυναικς σου κα φαγες π το ξλου, ο νετειλμην σοι τοτου μνου μ φαγεν,π᾿ ατο φαγες, πικατρατος γ ν τος ργοις σου· ν λπαις φαγ ατν πσας τς μρας τς ζως σου· 18 κνθας κα τριβλους νατελε σοι, κα φαγ τν χρτον το γρο. 19 ν δρτι το προσπου σου φαγ τν ρτον σου, ως το ποστρψαι σε ες γν γν, ξ ς λφθης, τι γ ε κα ες γν πελεσ· 20 κα κλεσεν δμ τ νομα τς γυναικς ατο Ζω, τι ατη μτηρ πντων τν ζντων.21 Κα ποησε Κριος Θες τ δμ κα τ γυναικ ατο χιτνας δερματνους κα νδυσεν ατος. 22 κα επεν Θες· δο δμ γγονεν ς ες ξ μν, το γινσκειν καλν κα πονηρν· κα νν μ ποτε κτεν τν χερα ατο κα λβ π το ξλου τς ζως κα φγ κα ζσεται ες τν αἰῶνα. 23 κα ξαπστειλεν ατν Κριος Θες κ το παραδεσου τς τρυφς ργζεσθαι τν γν, ξ ς λφθη. 24 κα ξβαλε τν δμ κα κατκισεν ατν πναντι το παραδεσου τς τρυφς κα ταξε τ Χερουβμ κα τν φλογνην ρομφααν τν στρεφομνην φυλσσειν τν δν το ξλου τς ζως.

Στο κείμενο το κακό,τοποθετείται στην παράβαση μιας εντολής.Και ενώ ως κύρωση θα αρκούσε η εξαγγελθείσα προειδοποίηση(:αν φάγετε από αθάνατοι θα γίνετε θνητοί)προστίθεται ως κύρωση κάτι μη εξαγγελθέν

(:κα τ γυναικ επε· πληθνων πληθυν τς λπας σου κα τν στεναγμν σου· ν λπαις τξ τκνα, κα πρς τν νδρα σου ποστροφ σου, κα ατς σου κυριεσει.πικατρατος γ ν τος ργοις σου· ν λπαις φαγ ατν πσας τς μρας τς ζως Σου·  κνθας κα τριβλους νατελε σοι, κα φαγ τν χρτον το γρον δρτι το προσπου σου φαγ τν ρτον σου,κλπ)

Και άλλα χωρία τής Αγίας Γραφής,  παρουσιάζουν Τον Θεό ως δημιουργό τού κακού.(Ισως ως τιμωρία τού αμαρτωλού)

Παραθέτουμε:

« Ουτως είπε Κύριος.ιδού ους εγώ ωκοδόμησα,εγώ καθαιρώ,και ούς εγώ εφύτευσα ,εγώ εκτίλλω.Και  συ ζητήσεις σε αυτώ μεγάλα;.Μη ζητήσεις…….»(Ιερεμίας ΝΑ,33,34-35)

« Εγώ ειμί ο κατασκευάσας  φώς και ποιήσας σκότος,ο ποιών ειρήνην και κτίζων κακά,εγώ Κύριος ο ποιών πάντα  ταύτα»(Ησαίας ΜE,7)

« Εκ στόματος Υψίστου ουκ  εξελεύσεται τα κακά και τα αγαθά»(Ιερεμίας  Θρήνοι Γ,38)

«..ότι εγώ επάγω κακά επί πάσαν σάρκα»(Ιερεμίας Να,34) εαυτώ μεγάλα;.μη ζητήσης..)

« Ουκ έστιν κακία εν πόλει,ην ο Κύριος ουκ εποίησεν»(Αμώς Γ 6)

«Ανάγκη εστίν ελθείν τα σκάνδαλα.πλήν ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι΄ού το σκάνδαλον έρχεται»(Ματθαίος ΙΗ,7, και Λουκάς ΙΖ,1)

«Και δια τούτο πέμψει αυτοίς ο Θεός ενέργειαν πλάνης,εις το πίστεύσαι αυτούς τω ψεύδει» (Παύλος προς Θεσσαλονικείς Β,11)

( ..το κακό από Το Θεό ,ως κύρωση,ως αποκατάσταση μιάς ισορροπίας,ως εξαγνισμός…………)Ορισμένες περικοπές από την Βίβλο εμφανίζουν Τον Θεό, απογοητευμένο από τα δημιουργήματά του και τιμωρούντα δηλαδή δημιουργούντα κακόν ,για την υπηρετηση όμως τής Δημιουρίας. « Ιδών δε Κύριος ο θεός ότι, επληθύνθησαν αι κακίαι των Ανθρώπων  επί τής γής.και ενεθυμήθη ο Θεός ότι εποίησε τον άνθρωπον επί τής γής,και διενοήθη και είπεν ο Θεός απαλείψω τον άνθρωπον,όν εποίησα από προσώπου τής γής,από ανθρώπου έως κτήνους και από ερπετών έως πετεινών τού ουρανού.Νώς δε εύρεν χάριν» .( Γέν ΣΤ,5 επ) «.και είπε Κύριος οι Θεός ου προσπαθήσω έτι καταράσθαι την γή ου προσπαθήσω πατάξαι πάσαν σάρκα ζώσαν καθώς εποίησα». ( Γεν.Η ,21,)

Υπάρχουν  επόσης χωρία  που εμφανίζουν Τον Θεό να έχει προεπιλέξει εκείνους που θα σωθούν,η τουλάχιστον τους επίλεκτους  πράγμα πού  από πρώτη θεωρηση,-επιπόλαιη κατά την γνώμη μου,γιατί παραγνωρίζει  ότι, για Τον Θεό δεν υφίσταται έννοια Χρόνου-φαίνεται να αντιμάχεται την ελευθερία τής βουλήσεως.(Αποκ.Ζ 4 «και ήκουσα τον αριθμόν των εσφραγισμένων εκατόν τεσσαράκοντα  χιλιάδες εσφραγισμένοι …..» (Σημειώνω εδώ ότι, ίσως η επιλογή τού αριθμού αυτού κρύβει ίσως  ένα συμβολισμό,καθώς ο αριθμός 144 απαντάται και σε άλλα σημεία,όπως Αποκ.ΚΑ,17» και εμέτρησε το τείχος αυτής εκατόν τεσσαράκοντα πηχών»)και στην συνέχεια τα άλλα χωρία τού ιδίου Κεφαλαίου.- Και Ψαλμοί 138 στιζ.16  « το ακατέργαστόν μου είδον οι οφθαλμοί σου,και επί το βιβλίον σου,πάντες γραφήσονται.ημέρας πλασθήσονται και ουδείς εν αυτοίς»,

(Περισσότερα μπορεί να βρεί ο αναγνώστης στο βιβλίο τού Ι.Ευαγγέλου « Ο ενισμός») καθώς και στο «Παράρτημα» 

Υπάρχουν όμως και ανίθετες απόψεις, ,από Χριστιανικές πηγές.  Ετσι ο  Μ.Βασίλειος δέχεται ότι, « ..ούκ έστιν αίτιος των κακών ο Θεός»

O Ηράκλειτος λέγει.  «Τω μεν θεώ καλά πάντα και αγαθά και δίκαια …»

         

Β-(  Από γενικότερη πλευρά)

Για άλλους, το πρόβλημα είναι στενώς μεταφυσικό δηλαδή δεν μπορεί να λυθεί,με εμπειρική ανάλυση των συνθηκών από τις οποίες προέρχεται το κακό και πρέπει να ανιχνευθούν τα κρυφά αίτια που κατέστησαν δυνατή ή αναγκαία την εμφάνιση τού κακού.Ο Χριστιανισμός βεβαίως αντιμετωπίζει λιγώτερες δυσκολίες στο να δώσει σχετικές εξηγήσεις,οι οποίες παρατίθενται σε άλλο τμήμα τού πονήματος, δεν μπορεί όμως να ικανοποιούν τον μη θρησκευόμενο.

(Περισσότερα στο Παράρτημα)


 Η  ανθρώπινη επιθετικότητα είναι εγγενής στον άνθρωπο;

 Γεννήθηκε το ερώτημα αν η ανθρώπινη επιθετικότητα είναι εγγενής στο άνθρωπο,ή όχι.Στη πρώτη περίπτωση η ευθύνη στον άνθρωπο θάταν ανύπαρκτη,-αφού   εγγενώς θα στερούνταν τη σχετική ελεύθερη βούληση,το αντίθετο στη δεύτερη.Είναι φανερό λοιπόν,ότι,το  κεφάλαιο αυτό ,υπηρετεί το προκείμενο πόνημα.

  -Το 1986 μια ομάδα είκοσι επιφανών επιστημόνων τής συμπεριφοράς, ψυχολόγων, νευροφυσιολόγων, ηθολόγων και άλλων από διάφορους κλάδους των φυσικών και κοινωνικών επιστημών, προερχομένων από δώδεκα χώρες συναντήθηκαν στη Σεβίλλη για να συζητήσουν  για το θέμα. Κατέληξαν στο συμπέρασμα πώς δεν υπάρχει επιστημονική βάση, στην άποψη,για το εγγενές στην ανθρώπινη φύση τής επιθετικότητας. Το συμπέρασμα αυτό υιοθετήθηκε από την  Αμερικανική Ψυχολογική Ενωση,(American Psychological Association), την Αμερικανική Ανθρωπολογική Ενωση (American Anthropological Association,)και από άλλες οργανώσεις.

Τα κυριώτερα σημεία τού συμπεράσματος αυτού είναι:

     Είναι επιστημονικώς εσφαλμένο, να υποστηρίζεται πώς κληρομομήσαμε  από τους προγόνους   μας τού ζωικού βασιλείου μας μια ροπή προς το πόλεμο. Ο πόλεμος είναι  ειδικό ανθρώπινο φαινόμενο και δεν εμφανίζεται σε άλλα ζώα. Ο πόλεμος είναι βιολογικώς δυνατός αλλά όχι αναπόφευκτος.

   Είναι επιστημονικώς εσφαλμένο να υποστηρίζεται ότι, ο πόλεμος ή οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά είναι γενετικώς προγραμματισμένη στον άνθρωπο.Με εξαίρεση σπάνιες παθογένειες, τα γονίδια δεν δημιουργούν άτομα με προδιάθεση προς την βία,ούτε και το αντίθετο.

    Είναι επιστημονικώς εσφαλμένο να υποστηρίζεται  ότι, στη πορεία τής ανθρώπινης εξέλιξης υπήρξε συσσώρευση επιθετικής συμπεριφοράς,περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά. Στα είδη που έχουν επαρκώς μελετηθεί,παρατηρείται μια ικανότητα για συνεργασία και για την εκπλήρωση κοινωνικών λειτουργιών σχετικών,με την συγκρότηση των ομάδων των ειδών αυτών.

    Είναι επιστημονικώς εσφαλμένο, να υποστηρίζεται πώς ο άνθρωπος έχει ένα « βίαιο» εγκέφαλο.Εχουμε βεβαίως την κατάλληλη νευρική δομή να ενεργούμε βιαίως αλλά δεν υφίσταται τίποτε στην ανθρώπινη νευροφυσιολογία,πού να μας εξαναγκάζει προς αυτό.

   Είναι επιστημονικώς εσφαλμένο, να υποστηρίζεται πώς  ο πόλεμος προκαλείται εξ ενστίκτου ή από  άλλη παρόρμηση.Η τεχνολογία τού συγχρόνου πολέμου έχει υπεραναπτύξει χαρακτηριστικά  συνδεόμενα με τη βία,τόσο σε σχέση με την εκπαίδευση των υποψήφιων μαχητών,όσο και με την προετοιμασία τού πληθυσμού, για τον πόλεμο.

   Η ανθρωπότητα μπορεί να απελευθερωθεί από τα δεσμά τής βιολογικής απαισιοδοξίας.Η βία δεν ευρίσκεται ούτε στην εξελικτική μας κληρονομιά, ούτε στα γονίδιά μας.Το ίδιο είδος που επινόησε τον πόλεμο είναι ικανό να επινοήσει την ειρήνη.

 

   Η άποψη   που αποτυπώθηκε στη Σεβίλλη,τόσο παληότερα,όσο και σχετικώς πρόσφατα είχε και υποστηρικτές της και αρνητές.

Ετσι οι υποστηρικτές προέβαλαν:

 -Ότι, αναφορικώς με την σύνδεσή μας με τους προγόνους μας τού ζωικού βασιλείου πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στο να αντλούμε απ΄αυτούς μαθήματα για να εξηγήσουμε τη συμπεριφορά μας,γιατί παρεμβάλλεται ο παράγοντας τού πολιτισμού και τής ικανότητάς  τής σκέψης μας.Oπως λέγει ο ανθρωπολόγος Ashley Montagu,η συγγένειά μας με τα άλλα ζώα δεν σημαίνει ,ότι, επειδή η συμπεριφορά τους φαίνεται συχνά να επηρεάζεται από τα ένστικτα ότι, αυτό πρέπει οπωσδήποτε να  συμβαίνει και με τον άνθρωπο.

 -Ότι,τα ζώα δεν  είναι τόσο επιθετικά όσο μερικοί  νομίζουν εκτός αν στην επιθετικότητα  περιλαμβάνεται και  ο «φόνος» με  σκοπό την ανεύρεση τροφής.Η οργανωμένη ομαδική επιθετικότητα, σπανίζει σε  είδη,και όπου  αυτή υπάρχει έχει σχέση με το περιβάλλον μέσα στο οποίο ευρίσκονται τα ζώα.Οι επιστήμονες ανεκάλυψαν,ότι, η μεταβολή τού περιβάλλοντος έχει μεγάλη  επίπτωση στα επίπεδα επιθετικότητας.Επί πλέον σε πολλά ζώα παρατηρείται μια τάση για συνεργασία.  Ο ασχοληθείς με την συμπεριφορά των ζώων John Paul Scott, καθηγητής Πανεπιστημίου, έγραφε «Όλα τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι, η επιθετική συμπεριφορά  μεταξύ των ανωτέρων θηλαστικών συμπεριλαμβανομένου τού ανθρώπου,έχει την καταγωγή της σε εξωτερικά ερεθίσματα και ότι, δεν υπάρχει απόδειξη για αυθόρμητη εσωτερική παρόρμηση»

 

-Όταν μελετούμε την ανθρώπινη ιστορία συναντούμε μια εντυπωσιακή πραότητα επιθετικότητας αλλά κανένα λόγο για  να πιστέψουμε ότι, αυτή είναι εγγενής.

 

 Στην αντίθετη όχθη:

 -Ο Sigmund Freud και  ο Konrad Lorenz επίστευαν ότι, ο άνθρωπος έχει μέσα του  από τη φύση του και αυθορμήτως δεξαμενή επιθετικής ενέργειας που μπορεί να μειωθεί, με διάφορους τρόπους ,όπως με τον συναγωνισμό σε αθλήματα κλπ… Ο πρώτος την  ερμηνεύει ως αποτέλεσμα μιάς ενόρμησης που ζητά να απελευθερωθεί.,ο δεύτερος  ομιλεί για ένα γενικό ένστικτο επιθετικότηας στο .άνθρωπος  και τα άλλα ζώα.

-Ο Ε.Φρόμμ στο βιβλίο του The Anatomy  of Human Destructiveness γράφει ότι,  στον άνθρωπο λειτουργεί  το μοναδικό ένστικτο του θανάτου  που συνήθως τον οδηγεί  σε παθολογικές μορφές επιθετικότητας,πέρα απ’αυτές που συναντάμε στα ζώα.

        -O Edward O.Wilson(ό.π.σελ.113 επ.)υποστηρίζει ότι,ο άνθρωπος είναι από την φύση του επιθετικός….οι εχθροπραξίες είναι ενδημικό φαινόμενο σε κάθε μορφή κοινωνίας…το σημαντικώτερο  είναι ότι, όλοι οι τύποι επιθετικότητας είναι χαρακτηριστικά του είδους,:αν και η μορφή τους  είναι βασικά αυτή των πρωτευόντων ….υπάρχουν ισχνές μειοψηφίες κοινωνιών που είναι τελείως ειρηνι κές… η προδιάθεση για επιθετική συμπεριφορά στον ανθρωπο είναι κληρονομική…  σε πολλά ζωά  η επιθετικότητα δεν έχει την μορφή γενικού ενστίκτου,….στην πραγματικότητα η επιθετική συμπεριφορά είναι ένα από τα πιο ασταθή γενετικά περιστατικά,…οι οικολογικές έρευνες έδειξαν ότι, δεν υπάρχει ένα γενικό ένστικτο  επιθετικότη τας,…..πολλά ζώα  είναι ειρηνικά μεταξύ τους, γιατί σπάνια γίνονται τόσο πολλά ώστε να αναπτύξουν επιθετική συμπεριφορά,που  δεν τους δίνει κανένα πλεονέκτημα …δεν είναι ορθό να χαρακτηρισθεί ο άνθρωπος ως το πιό βίαιο ζώο…οι πιο βίαιες μορφές μορφές επιθετικότητας  του άνθρώπου δεν  αποτελούν εκδηλώσεις έμφυτων παρορμήσεων που απελευθερώνονται περιστασιακά ..κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες έχουμε μια έντονη προδιάθεση να ολισθή σουμε  σε μια μη έλλογη εχθρότητα…αυτό που κληρονομμείται είναι το πρότυπο των πιθανοτήτων.Ετσι λέμε ότι, σε ένα συγκεκριμενο περιβάλλον υπάρχει μια αντίστοιχη κατανομή πιθανότητας  των συμπεριφορών,..το ποιά ειδική συμπεριφορά θα εκδηλώσει ο άνθρωπος,  εξαρτάται από τις εμπειρίες του μέσα στον δικό του πολιτισμό, ενώ η συνολική διευθέτηση των δυνατών συμπεριφορών του άνθρώπου ,όπως και του τερμίτη ή του πιθήκου κληρο νομείται….μια από τις μεταβλητές  της συμπεριφοράς είναι  η χωροκράτεια…οι ομάδες των τροφοσυλλεκτών-κυνηγών είναι επιθετικές όταν υπερασπίζονται εδάφη πλούσια σε αποθέματα τροφής…3 δυναμικές  φαίνεται να κατευθύνουν συνδυασμένα  την πολιτισμική εξέλιξη της επιθετικότητας 1.Η γενετική προδιάθεση για την μάθηση κάποιας κοινής επιθετικής συμπεριφοράς  2.-οι αναγκαιότητες που περιβάλλουν το συγκεκριμένο περιβάλλον μιάς κοινωνίας  3,Η προηγούμενη ιστορία  της ομάδας…Αν και τα υπάρχονται στοιχεία υποδεικνύουν ότι,η  βιολογική φύση των ανθρώπων  προκάλεσε την έκρηξη της οργανωμένης κοινής επιθετικόττας….το τελικό αποτέλεσμα …καθορίζεται από τις πολιτισμικές διαδικασίες που ‘ φέρθηκααν μαζικά υπό τον έλεγχο της έλλογης σκέψης….Από τους πολεμοχαρείς ανθρώπους αναδύθηκε ο πολιτισμός…ακόμη και η πλήρης εξέλιξη των πολεμικών εχθροπραξιών  μπορεί να αναστραφεί από την πολιτισμική πρακτική.

 

Παρατίθεται αυτούσιο απόσπασμα από το κεφάλαιο «επιθετικότητα» του βιβλίου του «Για την Ανθρώπινη Φύση»

 « Για να ανακεφαλαιώσουμε,η επιθετικότητα του ανθρώπου δεν  είναι  κάποιο σκοτεινό αγγελικό ελάττωμα ούτε κτηνώδες ένστικτο .Δεν είναι ούτε παθολογικό σύμπτωμα  λόγω τής ανατροφής σε ένα εχθρικό περιβάλλον.Οι άνθρωποι έχουν μια ισχυρή προδιάθεση  να αποκρίνονται στις εξωτερικέες απειλές, με ένα μη έλλογο μίσος, και να κλιμακώνουν  επαρκώς την εχθρότητά τους ώστε να συντρίβουν την πηγή τής απειλής κρατώντας ένα μεγάλο περιθώριο ασφαλείας.Φαίνεται πώς ο εγκέφαλός μας είναι προγραμματισμένος με μια τάση να χωρίζει τους ανθρώπου σε  φίλους και ξένους,με τον ίδιο τρόποπου τα πουλιά, έχουν την τάση να μαθαίνουν τραγούδια της χωροκράτειας ή να ταξιδεύουν προσανατολιζόμενα από τους πόλικούς, αστερισμούς. Έχουμε την τάση να φοβόμαστε πολύ τις πράξεις  των ξένων και να επιλύουμε με επιθετικότητα και συγκρούσεις τις διαφορές . Αυτοί οι κανόνες μάθησης πιθανότατα εξελίχθηκαν τις  τελευταίες εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια και, συνεπώς, όσοι τους εφήρμοσαν με τη μέγιστη πιστότητα απέκτησαν ένα βιολογικό πλεονέκτημα.

Οι κανόνες μάθησης για τη βίαιη επιθετικότητα είναι σε μεγάλο βαθμό  απηρχαιωμένοι.Δεν είμαστε τροφοσυλλέκτες-κυνηγοί ώστε  να  διευθετούμε τις διαφωνίες με λόγχες, βέλη ή λίθινα τσεκούρια.Το να αναγνωρίζουμε όμως ότι, οι κανόνες είναι απηρχαιωμένοι  δεν σημαίνει ότι, τους καταργήσαμε. Μπορούμε απλώς να τα καταφέρνουμε μαζί τους. Για να παραμείνουν σε λανθάνουσα κατάσταση και σε αχρηστία πρέπει να ακολουθήσουμε συνειδητά τα δύσκολα και δυσεύρετα μονοπάτια της ψυχολογικής ανάπτυξης που οδηγούν  στον έλεγχο και στην εξασθένιση της ισχυρής ανθρώπινης τάσης  για  μάθηση της βίας.

Οι Γιανομανό ακούστηκε να λένε: «Βαρεθήκαμε να πολεμάμε, δεν θέλουμε άλλους σκοτωμούς. Όμως οι άλλοι είναι πανούργοι και δεν τους εμπιστευόμαστε.» Εύκολα βλέπουμε πως έτσι σκέπτονται-  οι περισσότεροι άνθρωποι. Με στόχο την ειρήνη, θα ήταν πολύ χρήσιμο οι λόγιοι και οι πολιτικοί αρχηγοί να εμβαθύνουν στη μελέ τη της ανθρωπολογίας και της κοινωνικής ψυχολογίας και να εκφράσουν αυτή την τεχνική γνώση ανοιχτά ως μέρος των πολιτικών επιστημών και της καθημερινής διπλωματίας. Για να εδραιωθεί μόνιμα η ειρήνη πρέπει να προωθηθούν πολιτικοί και πολιτισμικοί δεσμοί  που θα δημιουργήσουν μια σύγχυση στις διαπλεκόμενες σχέσεις κομματικής αφοσίωσης. Αυτό το κάνουν εδώ και μερικές   γενιές ,λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά ,επιστή μονες ,μεγάλοι συγγραφείς,επιτυχημένοι πιχειρηματίες και Μαρξι στές-Λενινιστές.Αν το κουβάρι στροφογυρίσει ακόμη πιό σφικτά,θα είναι απογητευτικά δύσκολο, για τους μελλοντικούς πληθυσμούς, να θεωρούνται μεταξύ τους εντελώς ξεχωριστοί,με βάση μόνιμους διαχωρισμούς, σε φυλή,γλώσσα,εθνικότητα ,θρησκεία,ιδεολογία και οικονομικόσυμφέρον.Είναι σίγουρο πως θα υπάρχουν και άλλες τεχνικές, με τις οποίες αυτή η όψη τής ανθρώπινης φύσης, μπορεί να περεμποδιστεί με ήπιο τρόπο, για το καλό της ανθρωπότητας.»

 

  -Γενικώς ,από ορισμένους υποστηρίζεται πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να ξεφύγει από την κληρονομιά που μας έδωσαν σύμφωνα με την εξέλιξη,οι πρόγονοί μας,ότι, η ανθρώπινη ιστορία,είναι γεμάτη από πολέμους και ότι, ορισμένες περιοχές τού εγκεφάλου και ειδικές ορμόνες συνδέονται με την επιθετικότητα τού ανθρώπου και  γενικώς ότι, οι άνθρωποι είναι βίαια πλάσματα και ότι,η βία όπως και ο εγωισμός είναι συνυφασμένα με την ανθρώπινη φύση. 

 

 -Μια άποψη δέχεται ότι, η συσσώρευση επιθετικής ενέργειας θα έπρεπε να οδηγήσει στην μείωση τής επιθετικότητας,άποψη που παραπέμπει στην κάθαρση τού Αριστοτέλη.(,Ετσι λ.χ.θα επιτυγχάναμε μια τέτοια μείωση παρακολουθώντας ένα τραγικό δραματικό θεατρικό έργο)

  Υπάρχει και εδώ, και η αντίθετη άποψη κατά την οποία  κάτι τέτοιο  θα αύξανε την επιθετικότητα,όπως υποστηρίζει και  ο ψυχολόγος Leonard Berkowitz.

 

-Σχετικές δημοσκοπήσεις,-που ασφαλώς δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ειδική επιστημονική γνώση-μεταξύ αμερικανών σπουδαστών απέδωσε ότι, ένα ποσοστό 60% δέχεται πώς ο άνθρωπος δεν πρόκειται να αλλάξει και ότι, θα υπάρχουν πάντοτε πόλεμοι.-

 

(Στο παράρτημα εκτίθεται λεπτομερώς το πρόβλημα και παρατίθενται αντιμαχόμενες απόψεις καθώς και σχετική βιβλιογραφία)

  

-                              •     Η ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ  επιχειρήθηκε με  διαφορετικές μεθόδους-προτάσεις.

1.-Η ύπαρξη είναι βασικώς κακή.Το κακό είναι το ενεργητικό στοιχείο στο Σύμπαν  η κινητήρια δύναμη,και  το καλό είναι μια ψευδαίσθηση,που επινοήθηκε από τον θνητό άνθρωπο,που νομίζει ότι, έτσι, διαιωνίζει τήν ύπαρξή του.Αυτή είναι η βασική θέση τού Βουδισμού,που  βλέπει την ευτυχία σαν κάτι το άπιαστο, δεχόμενος ότι, δεν υπάρχει οδός διαφυγής από την δυστυχία,παρά μόνον η οδός τής απρόσωπης Νιρβάνα.Η αρχή τού πόνου κατά τον Βούδδα,είναι η δίψα τού να υπάρχεις.Εχει γραφεί, πώς, ελληνική προέλευση έχει η άποψη,ότι, η ζωή δεν έχει καμία αξία,και ότι, το  μόνο που μετράει είναι η ευχαρίστηση..Ο ζωολόγος Κόνραντ λέγει( εν Νάσιουτζικ « Το σήμερα κλπ» 92)ότι,το Κακό γεννήθηκε με τον Ανθρωπο,άποψη στην οποία ο Νάσιουτζικ,επεμβαίνει για να υποστηρίξει και συμπληρώσει ,ότι,  μόνο ο άνθρωπος χαρακτήρισε ως κακό, μια κατάσταση που υπήρχε πάντοτε στη φύση.  

Αντιθέτως οι Descartes και Malebranche δέχονται ότι, ο κόσμος,είναι ο καλύτερος δυνατός,για τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε, δηλαδή για την εκδήλωση,των ιδιοτήτων τού Θεού.  Ο Leibniz  από μια άποψη συμπορεύεται:Δέχεται και αυτός,ότι, το Σύμπαν,είναι ο καλύτερος δυνατός κόσμος.Το ηθικό και φυσικό Κακό,οφείλονται στην πτώση τού ανθρώπου.Μπορεί να υποθέσει κανείς ότι, ο κόσμος που γνωρίζουμε,είναι μόνον ένα μικρό τμήμα τής Δημιουργίας,και ότι , το Κακό που περιέχει το τμήμα αυτό,είναι αναγκαίο για την ύπαρξη άλλων περιοχών,άγνωστων σε μάς.

Ετσι φθάνουμε στον πεσσιμισμό,ως μεταφυσικό σύστημα,προιόν τής σύγχρονης εποχής με κύριους εκφραστές τον Schopenhauer και τον Von Hartmann,για τους οποίους το Σύμπαν είναι βασικώς κακό και η ευτυχία ανέφικτη

2. Το κακό είναι μια από δύο αντίθετες αρχές.Η μεταξύ τους σχέση,εμφανίζεται με αρκετές παραλλαγές.Εχουμε έτσι  τον  Ζωροαστρισμό   που θέλει όμως ως πιθανή την νίκη τού καλού,και τον Μανιχαισμό,που βασικώς βλέπει την ύλη ως κακό,αντιγράφοντας προφα -νώς γνωστικές αιρέσεις,που σε γενικές γραμμές ακολουθούν τις απόψεις τού Φίλωνα και τού Πλωτίνου,  Η άποψη ότι, το Κακό ενυπάρχει αναγκαστικώς στην ύλη, ανεξάρτητο από την θεία δημιουργία τού Καλού,και κατά κάποιο τρόπο αντίθετο προς Τον Θεό,απαντάται και  σε μερικά θεοσοφικά συστήματα.Κατά την Πυθαγόρεια άποψη τής αρμονίας των αριθμών,ως   συστατικής αρχής τού κόσμου,το Καλό παριστάνεται ως ενότητα,ως μονάδα, και το Κακό ως πολλαπλότητα (Φιλόλαος).Η Χριστιανική φιλοσοφία,όπως και η  Εβραική, δέχονται ότι, το ηθικό και φυσικό κακό,απορρέουν από την ελεύθερη βούληση.Ο άνθρωπος,υποφέρει από το κακό γιατί παρέβη το νόμο τού Θεού,η ευτυχία του,εξαρτάται από την  υπακοή στο Θεό.Το Κακό βρίσκεται,στα δημιουργηθέντα πράγμα -τα,υπό την έννοια τής μεταβλητότητας,και τής δυνατότητας τής ατέλειας,όχι ως ύπαρξη αυτή καθ εαυτή, και στα σφάλματα τής ανθρωπότητας, που είναι η αιτία τού ηθικού και φυσικού κακού, (Διονύσιος ο ψευδοαρεοπαγίτης*)      

Η τρίτη άποψη,μονιστική,αποκρούει την ιδέα τής Δημιουργίας,και η αρχή του ταυτίζεται με την αρχή τής φύσης ως συνόλου. Ειδικώς το ηθικό κακό, προέρχεται από πλάνη,και βαθμηδόν θα εξαφανισθεί ή τουλάχιστο θα ελαχιστοποιηθεί,με τη γνώση και την ανθρώπινη ευημερία (Meliorism)

 

4.-ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ  ΑΠΟΨΕΙΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ- ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΚΟ ΚΑΙ  Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ- ΚΑΚΟΥ,Η ΕΞΗΓΗΣΗ(;) ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ

 

,

 

 

Κατά  την  χριστιανική φιλοσοφία το Κακό,είναι προιόν τής ανθρώπινης ελευθερίας. Κατά τον καθηγητή τής Θεολογίας Χρ. Ανδρούτσο,(«Δογματική» σελ.67,και 117) ο Θεός γνωρίζει το Κακόν μόνον ως προιόν τής ανθρώπινης ελευθερίας όχι ως υποκείμενο τής γνώσεως Τού Θεού, οπότε  το κακό θα ήταν αναγκαίο και δημιούργημα τού Θεού.Το φυσικό Κακό, συνδέεται με το ηθικό Κακό,όντας προιόν τής αμαρτίας,υπηρετεί όμως  το αγαθό χρησιμεύοντας  ως μέσον τής δικαστικής και πατρικής ενέργειας Τού θεού, με την οποία ο Θεός,τιμωρεί ή παιδαγωγεί τον άνθρωπο.Στο σημείο αυτό τοποθετούνται απόψεις Χριστιανικής πηγής.Ετσι κατά τον Πρωτοπρεσβύτερο Γεώργιο Μεταλληνό, ο ορθόδοξα λυτρωτικός πόνος, είναι ο πόνος  που οδηγεί στη μετάνοια, καθ’ ότι, έτσι ανανοημοτοδοτείται και αποκτά τη λυτρωτική δύναμη τής μεταστροφής. Γι’ αυτό και σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο: « Πληγή τοις ευ φρονούσι- μάθημα γίνεται ˙ και κρείσσων ευημερίας κακοπάθεια». Και δεν πρόκειται για κάποια μορφή μαζοχισμού, αλλά για τη συνείδηση τού διδακτικού και αφυπνιστικού χαρακτήρα τού πόνου.

Ο πόνος, επί πλέον,  συναδελφώνει τον άνθρωπο με το Θεό , γιατί «εν ημέρα θλίψεώς μου τον Θεόν εξεζήτησα, και εμνήσθην τού Θεού και ευφράνθην», θα μας πει ο Ψαλμωδός ( Ψαλμ.76ος).Αυτό επίσης επισημαίνει και ο Απ. Παύλος προς τους Κορινθίους, λέγοντας: «Όταν γαρ ασθενώ τότε δυνατός ειμί»

.( Λογική επεξεργασία της άποψης αυτής,εμφανίζει ενδιαφέρον)

Ο Κων.Βραχνιάς δέχεται κι αυτός ότι ο πόνος είναι κακό,ότι, είναι μυστήριο,ότι η ανθρώπινη σκέψη(ασφαλώς στην προσπάθειά  της να το προσεγγίσει )κινείται μέσα   στον περιορισμένο κόσμο τού ανθρώπινου λογικού,ότι, ο πιστός ακόμη και όταν αποδέχεται τον πόνο,συχνά δεν κατανοεί όλο το μυστηριακό του βάθος,παραπέμποντας σχετικώς και στον Απόστολο Παύλο(«..Τις γαρ έγνω νούν Κυρίου ή τις σύμβουλος αυτού εγένετο;»).Παρά την αφετηρία του αυτή,προσπαθεί να εξηγήσει .Δέχεται την παιδαγωγική σημασία τού πόνου,(Απ.Παύλου« ..ον αγαπά ο Κύριος παιδεύει μαστιγεί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται…τις γαρ εστιν υιός ον ου παιδεύει πατήρ) ότι, χωρίς τον πόνο δεν θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε τον πόνο των άλλων,ότι, ο πόνος εξαγνίζει την ψυχή, ότι,  μάς βοηθά να δούμε Τον Θεό(τον βλέπουμε καλύτερα μέσα από τα δάκρυά μας)ότι, ο πόνος είναι αποτέλεσμα τής αμαρτίας, ότι, αίτιος του ανθρώπινου πόνου είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, γιατί πλαστογράφησε την αποστολή του με συνέπεια να κακοποιείται η ζωή του,ότι, μόνον ο πόνος μπορεί να μας συνεφέρει από το κατάντημα μιάς ανεύθυνης και πνευματικώς αθεμελίωτης ζωής,ότι, ο Θεός επιτρέπει τους μακροχρόνιος πόνους στους ανθρώπους,αφενός για να πεισθούν οι άνθρωποι ότι, οι δυνάμεις τους είναι ασήμαντες,αφετέρου,γιατί αν μας παραχωρούσε αφειδώς αγαθά και καλοπέραση, θα γινόμασταν πνευματικώς μαλθακοί και νωθροί,ότι, ο Θεός δεν επιτρέπει να πονούν οι άνθρωποι περισσότερο από όσο αντέχουν ότι, ο Χριστιανισμός δεν είναι μαζοχισμός( εκείνος που επιδιώκει τον πόνον είναι άρρωστος)ότι, για τους πόνους δεν εθύνεται μόνον  ο Αδάμ και η Εύα  αλλά και ο διαχρονικός άνθρωπος που θέλησε τον πόνο τής πτώσης του να αντιμετωπίσει με την φιλοχρηματία,το αμαρτωλό θέαμα ,τα ναρκωτικά,το πορνό κλπ.ότι, ο Χριστός παράγγειλε τους μαθητές του να θεραπεύουν τον πόνο,ότι ,μόνον μέσω Του Ιησού Χριοστού υπάρχει η μόνιμη απαλλαγή από τον πόνο,ότι, η αποστολή τού ανθρώπου είναι  μιά δημιουργική παρουσία στην γή να επιστρέψει στον πατέρα του(Ευα.Ιωάν.ιστ 28  ‘  «εξήλθον παρά του πατρός,και ελήλυθα εις  τον κόσμον πάλιν αφίημι τον κόσμον και πορεύομαι προς τον πατέρα»)

          Ο πιστός ασφαλώς δεν δικαιούται σε καμία περίπτωση να δημιουργεί πόνο,πιστεύοντας ότι, έτσι πορεύεται προς την σωτηρία τής ψυχής του.Και η εικόνα  δεν μεταβάλλεται με την περίπτωση τού ασκητισμού.Ο ασκητής δεν πρέπει ν΄αποβλέπει στο μαζοχισμό, στην κακοπάθεια τού σαρκίου του αλλά μόνον στην εδραίωση ενός αυτοελέγχου,  στην εξαφάνιση τού εγωισμού του,δηλαδή στην εξαφάνιση τού διαχωρισμού εγώ  και εσύ,και στην πνευματική ένωση με το Θεό.Ο Θεός είναι αγάπη.Επομένως είναι βαθύτατα αντιφατική με την παραδοχή αυτή, και  ασεβής η σκέψη,ότι, ο Θεός αρέσκεται και επιθυμεί τον ανθρώπινο πόνο.Καί όλα αυτά παρά το ότι, το  αντίθετο θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί βασιζόμενος σε χωρία τής Βίβλου,που παραθέτουμε πιο πάνω,όπου ο θεός εμφανίζεται ως δημιουργός ή αποδεχόμενος το Κακό.Τα χωρία αποτυπώνουν σκέψεις καθαρά ανθρώπινες που εκτός άλλων παραγνωρίζουν ότι, η Δημιουργία είναι μυστήριο ,που δεν επιδέχεται διανοητική προσέγγιση και ερμηνεία.   Πολύ σωστά ο Ρώσος φιλόσοφος N Berdiaeff(1859-1948) γράφει:  «Ο ανθρώπινος πόνος παραμένει πάντοτε ένα δυσεπίλυτον πρόβλημα.Είναι μυστήριον»  

O π.Ν.Λουδοβίκος για το πρόβλημα του Κακού από τον Αυγουστίνο μέχρι την Γενετική.( Περιοδικό «Σύναξη», τεύχος 95, Απρ - Ιουν2005Αναδημοσίευση από: http://www.romios. bravehost.com/ theologia/loudobikos/kako.html)  γράφει

«Ι Πριν καλά - καλά τελειώσει ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο σημαντικός Άγγλος συγγραφέας C. S. Lewis εξέδωσε, το 1944, το μυθιστόρημα του Perelandra, θέλοντας να διηγηθεί ξανά την ιστορία τού Κήπου τής Εδέμ.

Η Perelandra είναι ένας άλλος πλανήτης τού ηλιακού μας συστήματος, αυτός που οι γήινοι αποκαλούν Αφροδίτη, και είναι όμως απολύτως κατοικημένος από λογικά όντα τα οποία,  μαζί με τον πλανήτη τους ζουν ,ω τού θαύματος- μέσα στον παράδεισο, όπως ακριβώς μας περιέγραψε τον τελευταίο ένας Αυγουστίνος ή ένας Μ. Βασίλειος: πλήρης αρμονία, γαλήνη και αφθαρσία παντού, απόλυτη απουσία πόνου, ασθένειας, θλίψεων και αγωνιών, ευτυχία απερίσταλτη και αδιατάρακτη. Ο Θεός (τον οποίο στον πλανήτη αυτό αποκαλούν Maledi) θα αποστείλει εκεί έναν γήινο σοφό (ο οποίος στο μυθιστόρημα είναι μάλιστα πανεπιστημιακός καθηγητής) ονόματι Ransom (λέξη που στα αγγλικά σημαίνει την απολύτρωση), για να πληροφορήσει τους αθώους κατοίκους για τον κίνδυνο τού κακού τον οποίο στο βιβλίο αντιπροσωπεύει ο Weston, ένας δαιμόνιος γήινος, που οπλισμένος αντιμετωπίζει τους κατοίκους τού πλανήτη όπως ένας άποικος τους αγαθούς ιθαγενείς, θέλοντας να τους διαφθείρει και στη συνέχεια να τους υποτάξει (δεν είναι τυχαίο δε πως το όνομά του προέρχεται από την λέξη West - την Δύση).

Ο Ransom, μόλις βρίσκεται στην Perelandra, συγκλονίζεται: διαπιστώνει αμέσως πως οι αισθήσεις του λειτουργούν διαφορετικά, πολύ βαθύτερα και καθαρότερα, ο νους του γαληνεύει απροσδόκητα, το σώμα του ελαφρώνει. Ποτέ δεν ένοιωσε τη γεύση, την ακοή του και την όρασή του τόσο ζωντανές, ενώ πλήρης αφοβία τον καταλαμβάνει, τα άγρια ζώα είναι φίλοι παιγνιώδεις. Κατάπληκτος και συγκλονισμένος συναντά την Εύα τής Perelandra, την Κυρία (Lady), όπως αποκαλείται στο βιβλίο, χωρίς διόλου να σοκάρεται με την γυμνότητα της. « Ερχομαι εν ειρήνη», την χαιρετά τραυλίζοντας. «Και τι θα πει ειρήνη;», τού απαντά εκείνη. Μη έχοντας ποτέ γνωρίσει το κακό, δεν φοβάται κανέναν και τίποτα. Όπως τα πολύ μικρά παιδιά, όλη η ζωή της είναι αυτή η «ειρήνη» - τίποτε άλλο δεν γνωρίζει...

Θ’ αφήσω κατά μέρος την εξέλιξη τής πάλης μεταξύ καλού και κακού, που συνιστούν την συνέχεια τού μυθιστορήματος (όχι φυσικά προτού σας διαβεβαιώσω, για να μην αγωνιάτε, πως η έκβασή της υπήρξε αίσια), για να σχολιάσω αυτόν τον μικρό διάλογο λίγο περισσότερο και να εισέλθουμε έτσι στο θέμα μας.

Παρά την αναμφισβήτητη λοιπόν ευτυχία των κατοίκων τής Perelandra, ο Ransom - Λυτρωτής γήινος φαίνεται να ξέρει πολύ περισσότερα από αυτούς, μ’ όλα τα βάσανα και την αλλοτρίωσή του. Οι ευτυχισμένοι αυτόχθονες τού διαπλανητικού Παραδείσου είναι πράγματι εντελώς ανυπεράσπιστοι μπροστά στην άλλη όψη τού Είναι - Αγαθού, απέναντι, εννοώ, στο Μηδέν - Κακό, το οποίο ωστόσο, παρ’ όλο που δεν «είναι», είναι απολύτως πραγματικό, δρα υποδόρια και αποτελεσματικά, απειλώντας να καταστρέψει –στ’ αλήθεια!- το παν. Γι’ αυτό ακριβώς άλλωστε ο Θεός αποστέλλει τον Λυτρωτή - Προφήτη Ransom σ’ αυτούς (και δεν διαλέγει προς τούτο έναν από δαύτους): είναι η γνώση τού Μηδενός ή τού Κακού, αν θέλετε, που καθιστά ικανό τον γήινο σοφό να διαφυλάξει το Είναι - Αγαθό. Αυτό σημαίνει όμως πως το κακό είναι υπαρξιακά και οντολογικά αναπόφευκτο; Πως είναι μια προϋπόθεση τού Αγαθού κατ’ ανάγκην; Πως ανήκει, θα λέγαμε τολμηρά, στο είναι τού Αγαθού (επομένως και του Θεού!); Τελικά το κακό ανήκει στο Είναι των όντων, κι αν όχι που ανήκει;

Στα ερωτήματα αυτά θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια πρώτη απάντηση, διατρέχοντας την φιλοσοφική και την θεολογική παράδοση και καταλήγοντας στη μοντέρνα Γενετική, τής οποίας οι αναζητήσεις συνδέονται παράδοξα με τις παραπάνω παραδόσεις.

ΙΙ Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η διάκριση Καλού και Κακού διατρέχει με πολλές μορφές την αρχαία ελληνική σκέψη. Ο φόβος τού χάους, τής αμετρίας, τής Ύβρεως, τού μη-όντος κατατρέχει βαθιά τον αρχαίο Έλληνα, γι’ αυτό και ήδη στους Προσωκρατικούς όλες oι οντολογικές έννοιες περί τού Όντος -και τέτοιες είναι όχι μόνον ο ηρακλείτειος Λόγος ή ο αναξαγόρειος Νους ή ο πυθαγόρειος αριθμός ή το παρμενίδειο Όν, αλλά και το Άπειρο τού Αναξίμανδρου και η Φιλότης τού Εμπεδοκλή και το αντίθετο τού κενού φυσικό άτομο τού Λεύκιππου και τού Δημόκριτου (Βλ. π. Ν. Λουδοβίκου, θεολογική Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, Βιβλίο 1, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2003, σ.σ. 31-138) - αντιπαραθέτοντας σ’ αυτό ακριβώς το μη Όν το οποίο με διάφορες μορφές, όπως είπαμε παραπάνω, εκφράζει στο ηθικό πεδίο το Κακό. Πολύ περισσότερο στον Πλάτωνα, στου οποίου το έργο το Κακό συνδέεται είτε ως άγνοια και απουσία φρονήσεως (Πρωτ. 355 e ), είτε ως νόσος τής ψυχής (Σοφιστ. 228 e ), είτε ως πτώση τής ψυχής απ’ τον υπερουράνιο τόπο (Φαίδρος 246 e ), είτε ως κατά φύση κακότητα της ύλης στον Τίμαιο (42 e ) με την απάτη και το ξεγέλασμα αυτού τού ψεύτικου κόσμου. Ο οποίος, όπως το βλέπουμε στο μύθο τού Σπηλαίου «της Πολιτείας», αδυνατεί να στραφεί προς τον επουράνιο Ήλιο τού Αγαθού, και τον κόσμο των Ιδεών (ό.π. σ.σ. 159-177).

Μη ον το Κακό και στον Αριστοτέλη (Μετ. VIII, 9,1051α), αφού δεν ανήκει στον κόσμο των πραγματικοτήτων, ενώ στον Πλωτίνο το Κακό ταυτίζεται εν τέλει με την ύλη (Ενν. 1,8,3), αφού αυτή είναι τόσο απομακρυσμένη από το Εν/Αγαθό, το οποίο είναι ωστόσο η μακρινή πηγή της. Ως οντολογική αρχή το Κακό θα εμφανισθεί κατ’ ουσίαν μόνον στον Μανιχαϊσμό, την ιουδαιοχριστιανίζουσα αυτή ανατολική διαρχική αίρεση, η οποία θέτει δύο ακριβώς αρχές στο Σύμπαν, αντιμαχόμενες μεταξύ τους. Εδώ κομμάτια ολόκληρα τού κόσμου είναι κακά, φτιαγμένα από το Κακό, ενώ άλλα -τα πιο πνευματικά- είναι φτιαγμένα από το Καλό και η μεταξύ τους συμφιλίωση είναι αδύνατη.

III Όσον αφορά τώρα στη χριστιανική θεολογία, η θέση τόσο τής ανατολικής - ελληνικής όσο και τής δυτικής - λατινικής παράδοσης φαίνεται κατ’ αρχήν ταυτόσημη και προς αυτήν τής αρχαίας φιλοσοφίας. Έτσι ο Ωριγένης από τη μια μας βεβαιώνει (De Princ. II, 9, 2 • In Joh. 4, II, 17) πως ο Θεός δεν είναι ο Δημιουργός τού κακού (με κ μικρό πλέον, αφού μόνον ο Θεός συνιστά το όντως Είναι) και πως αυτό δεν διαθέτει μια δική του υπόσταση ή ζωή ή ουσία -υφίσταται ως άρνηση τού αγαθού, μία ιδέα που θα συναντήσουμε πολλές φορές στη Δυτική σκέψη μέχρι τον Έγελο. Ο Αυγουστίνος από την άλλη (π.χ. Conf. Ill, 7,12) μας βεβαιώνει παρομοίως ότι, το κακό δεν υπάρχει ως ένα μεταξύ των όντων, αλλά συνίσταται ως άρνηση τού αγαθού, privatio boni. Είναι μια απλή απουσία τού αγαθού, τής οποίας φυσικά δεν είναι δημιουργός ο Θεός (De quaest. 83, 24).

Με τον Αυγουστίνο ωστόσο αρχίζει μια σειρά μεγάλων προβλημάτων περί το κακό, τα οποία ταλανίζουν Δύση και Ανατολή μέχρι σήμερα. Θα καταλάβετε τι εννοώ όταν σας αναφέρω πως ο Αυγουστίνος είναι αφενός εκείνος ο οποίος συνέδεσε το κακό με το περίφημο, όπως ονομάσθηκε από τον ίδιο κατά το έτος 396, «Προπατορικό Αμάρτημα», το οποίο γι’ αυτόν είναι ένα ιστορικό γεγονός, όπως η άλωση τής Τροίας ή oι Περσικοί πόλεμοι – πράγμα διόλου αυτονόητο για την ελληνική πατερική παράδοση ωστόσο. Τώρα λοιπόν είναι η αμαρτία που «γεννά» το κακό και όχι αντίστροφα.

Για να καταλάβετε τη διαφορά, θα πω πως για τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, για παράδειγμα, αιτία τού κακού είναι η εκ τού μηδενός δημιουργία τού κόσμου -υφίσταται, δηλαδή, όχι μόνον μια φορά προς το Είναι αλλά επίσης και μία άλλη προς «απογένεσιν», όπως λέγει, των όντων- το κακό είναι θεμελιωδώς μια φθορά τού είναι και όχι ένα «ηθικό» γεγονός. Έτσι, ενώ για τον Αγ. Μάξιμο (ή τον Μ. Αθανάσιο) είναι ακριβώς ο πρωταρχικός σπόρος τού μηδενός μέσα στα σπλάγχνα τού όντος που γεννά την δυνατότητα τής αμαρτίας και συνεπώς τού κακού, εάν και εφόσον ενεργοποιηθεί απ’ την ελεύθερη προαίρεση τού ανθρώπου, στον Αυγουστίνο είναι, αντίστροφα, η ηθική απόφαση δύο ανθρώπων (τού Αδάμ και τής Εύας) που γεννάει το κακό (μ’ όλη την ενοχή του - ο Αυγουστίνος είναι ο πατέρας τής ενοχής στη Δύση)

Αυτό έχει μια πελώρια συνέπεια στο επίπεδο τής οντολογίας. Θεωρήθηκε απ’ τον Αυγουστίνο, μ’ όλα αυτά, πως το κακό «εφευρέθηκε» απ’ τον άνθρωπο (με την συνδρομή βεβαίως τού διαβόλου, τού οποίου η θέση ωστόσο δεν είναι αρκετά ισχυρή, διόλου παράδοξα στο αυγουστίνειο έργο), η δε εφεύρεση αυτή φανερώνει μια πλήρη και ηθελημένη καταστροφή τής φύσης του. Με την εφεύρεση δηλαδή αυτή ο άνθρωπος έδειξε πως η φύση του, ενώ πλάστηκε αθώα και καλή απ’ τον Θεό, έγινε ηθελημένα κατ’ ουσίαν κακή -και μάλιστα η γυναικεία φύση. Διότι η γυναίκα, προτού ήδη συναντήσει το Φίδι - Διάβολο, είχε ήδη εντός της την δίψα τής δύναμης και την αυθάδεια τής εύκολης ισοθεΐας, στις οποίες παρασύρει δόλια και τον Αδάμ, αποδεικνύοντάς τον όμοιό της. Μ’ απλά λόγια, κατά την αυγουστίνεια θεολογία, ο άνθρωπος δεν είναι κακός επειδή ηθελημένα ή κατόπιν απάτης μετέχει και αφήνεται στην ενεργούμενη ήδη κοσμική φθορά, αλλά εφευρίσκει αυτός ο ίδιος την φθορά στην φύση του την ίδια. (Δεν αγνοώ πως είναι δυνατόν και στους Έλληνες Πατέρες να βρούμε παρεμφερείς θέσεις, θεωρώ όμως πως αυτές δεν κυριαρχούν θεωρητικά στην πατερική παράδοση, όντας μάλλον κηρυγματικού χαρακτήρα). Έτσι γεννιέται η ιδέα τής κληρονομικής ενοχής, καθώς και αυτή τού απολύτου προορισμού. Καθώς η φύση τού ανθρώπου είναι απολύτως πλέον διεστραμμένη, ο άνθρωπος αδυνατεί ν’ αναζητήσει πράγματι τον θεό και τη Χάρη Του -αυτή η τελευταία μπορεί να είναι μόνον ένα αναγκαστικό και αναντίστατο (ο Αυγουστίνος χρησιμοποιεί εδώ, χαρακτηριστικά τη λέξη irresistible) δώρο του Θεού σ’ αυτούς που Εκείνος, για άγνωστους λόγους, επιθυμεί. Οι υπόλοιποι είναι καταδικασμένη μάζα - massa damnata. Με τον τρόπο όμως αυτό ελάχιστα γίνεται λόγος περί ελευθερίας στον άνθρωπο. Πράγματι, η ανθρώπινη ελευθερία έχει ελάχιστη σημασία εδώ. Ή μάλλον δεν υπάρχει καν ελευθερία ως εκλογή αλλά ως αναγκαστική αποδοχή τής αναντίστατης χάρης του Θεού.

IV Ανακεφαλαιώνω: ενώ όλη η αρχαία φιλοσοφία και η χριστιανική θεολογία (πλην τού Μανιχαϊσμού) συμφωνούν κατ’ ουσίαν για το ότι, το Κακό είναι απλώς άρνηση τού Αγαθού, με τον Αυγουστίνο ο άνθρωπος γίνεται αιτία τού κακού, γινόμενος έκτοτε κακός στην ίδια την φύση του -τώρα η κακότητα και η ενοχή της κληρονομούνται, μαζί φυσικά με την καταδίκη τους. Ετσι, ενώ για τον άγιο Ειρηναίο Λυώνος, για παράδειγμα, οι πρωτόπλαστοι αμαρτάνουν άθελά τους και λόγω πνευματικής ανωριμότητας, στον Αυγουστίνο η αμαρτία είναι έκφραση προϋπάρχουσας συνειδητής φυσικής διαστροφής (pervertio). Και είναι αδύνατον φυσικά στο σημείο αυτό να περιγράψω τον φόβο και την ενοχή που δημιούργησαν στους αιώνες θέσεις σαν κι αυτές, μαζί με τον συνεχή πειρασμό τής κατηγορίας κατά τού Θεού τού ίδιου, ο Οποίος δημιούργησε μια ανθρώπινη φύση τόσο εύκολα και τόσο βαθιά και μόνιμα διαστρεφόμενη. Ο άνθρωπος λοιπόν είναι ένα «αμαρτωλό αυτόματο», είναι αδύνατον να μην αμαρτήσει, διότι η αμαρτία και το κακό έχουν γίνει μέρος τής φύσης του. Μόνο η ανεξιχνίαστη επέμβαση τού Θεού μπορεί να σταματήσει το δράμα αυτό και καμιά απολύτως αγαθή ανθρώπινη προαίρεση ή προσπάθεια. Ο Θεός συνεργάζεται ίσως με την ανθρώπινη ελευθερία, αλλά αποφασίζει μόνος Του, ανεξάρτητα απ’ αυτήν.

Oι θέσεις αυτές παρέμειναν στην Δυτική θεολογία ισχυρές, παρά την μεγάλη στροφή την οποία επεχείρησε ο άλλος μεγάλος τής Δύσης, ο Θωμάς Ακινάτης, αποδίδοντας, όπως οι Έλληνες Πατέρες, και αυτός την αιτία τού κακού στην κτιστότητα και την τρεπτότητα των όντων και όχι στο Προπατορικό Αμάρτημα.

Την ίδια εποχή η Ελληνική Πατερική θεολογία έχει αποκρυσταλλώσει τις θέσεις της για την αιτιολόγηση τού κακού, μ’ έναν τρόπο τον οποίο θα μπορούσαμε σχηματικά ν’ αποδώσουμε ως έξης, με βάση τα όσα ήδη είπαμε. Οι αιτίες λοιπόν τού κακού είναι εδώ κυρίως τρεις:

Πρώτη είναι το ίδιο το γεγονός τής κτιστότητας και τής εκ τού μηδενός δημιουργίας, γεγονός που καθιστά τη φύση των όντων «ευόλισθον» προς το απόλυτο Μηδέν απ’ το οποίο προήλθαν, ειδικά αν ο άνθρωπος θεωρεί την ύπαρξή του αυτάρκη και μη δεομένη θείας Βοηθείας και χάριτος.

Δεύτερη αιτία τού κακού είναι η ελεύθερη προαίρεση τού ανθρώπου, ο οποίος, ως πρόσωπο, αμαρτάνει ή σφάλλει σηκώνοντας ταυτόχρονα την ευθύνη των επιλογών του: η διαστροφή ή καταστροφή τής φύσης τού ανθρώπου και τού κόσμου είναι ένα απλό επιφαινόμενο τής λαθεμένης του επιλογής, είναι ένα γεγονός συνεπώς μη μόνιμο αλλά θεραπευόμενο (ήδη σιγά-σιγά από τώρα και τελείως, στα έσχατα) με την αλλαγή και μόνο τής θέλησης τού ανθρώπου.

Και τρίτη αιτία τού κακού, συνδεόμενη μάλιστα αρκετά με τις δύο πρώτες, είναι το γεγονός πως ο κόσμος δεν συγκροτείται ως «μονόλογος» τού Θεού αλλά ως «διάλογός» Του με τον άνθρωπο. Για κάθε αγαθή βούληση τού Θεού, λοιπόν, χρειάζεται μια εξίσου «αγαθή» απάντηση τού ανθρώπου. Αν η τελευταία λείπει, η πρώτη ακυρώνεται. Ο Θεός αδυνατεί να κάνει άμεσα το καλό αν ο άνθρωπος το αρνείται. Το κάνει τότε ακριβώς έμμεσα κι αυτό σημαίνει αξιοποιώντας το παραγόμενο κακό προς υπεράσπιση και άμυνα τού αγαθού, όπως ακριβώς με τον Ransom, τον μυθιστορηματικό ήρωα με τον οποίο ξεκινήσαμε. Ο Ransom παραχωρήθηκε να περάσει, αρκετά επώδυνα, απ’ το κακό, είναι όμως ο καλύτερος τώρα πλέον υπερασπιστής τού αγαθού -αυτός και όχι οι πανευτυχείς και ακακοποίητοι κάτοικοι τής Perelandra, οι οποίοι, ακριβώς λόγω τής παραδείσιας ευτυχίας τους, αδυνατούν παραδόξως να διακρίνουν το κακό πίσω απ’ τη δολιότητα τού πανούργου Weston, όπως ακριβώς άλλοτε συνέβη με τον Όφη και την Εύα τής διήγησης τής βιβλικής Γενέσεως. Το ότι, ο Ransom παρά τη γνώση τού Κακού επιθυμεί το Αγαθό και το υπερασπίζεται μέχρι θανάτου, σημαίνει ακριβώς πως, αντίθετα απ’ τον Αυγουστίνο, το κακό δεν ανήκει στη φύση τού ανθρώπου, δεν διαστρέφεται ο άνθρωπος καθ’ ολοκληρίαν, αλλά ανάλογα με την ελεύθερη κλίση τής προαίρεσής του μπορεί να αναδείξει όλη την έμφυτη αγαθότητα τής φύσης του, η οποία εικονίζει άλλωστε την αγαθότητα τού θεού τού ίδιου. Για την πατερική άλλωστε παράδοση, το κακό είναι κάτι στο οποίο υπόκειται ο άνθρωπος, ακόμη και όταν το πράττει –δεν το εφευρίσκει εξ ου και η απουσία ηθικισμού ή νομικισμού στους Έλληνες Πατέρες. Ο άνθρωπος πάσχει το προκτισιακό μηδέν, όταν δεν μετέχει στη Χάρη τού Θεού: αυτό είναι το μυστήριο τού κακού.

Είναι λάθος, εξάλλου, το να θεωρείται πως η βιβλική περί τού κόσμου έκφραση τού Θεού, ως «καλού λίαν», αναφέρεται στην «αρχή» τού κόσμου. Πρόκειται για έκφραση εσχατολογική, αναφερόμενη στην εσχατολογική τελείωση τού κόσμου, κατά την πατερική τουλάχιστον παράδοση, όπως προσπάθησα να δείξω αλλού (βλ. η Ευχαριστιακή Οντολογία, Δόμος, Αθήνα 1992). Η έκφραση αυτή σημαίνει οπωσδήποτε και την τελική υπέρβαση τού θανάτου, ο οποίος σαφώς φυσικά προϋπήρχε τής δημιουργίας τού ανθρώπου - διαφορετικά ο κόσμος και ο άνθρωπος θα ήταν, κατά φύση και αναγκαστικά, απ’ την αρχή τους θεοί. Ο θάνατος προϋπήρχε, ως συνέπεια ακριβώς, όπως είπαμε, τής εκ τού μηδενός δημιουργίας, χωρίς φυσικά ν’ ακυρώνεται η προοπτική υπέρβασής του κατά χάριν και όχι κατά φύσιν - διαφορετικά (αν ο Αδάμ δηλαδή δεν γνώριζε τίποτε περί θανάτου) δεν θα είχε νόημα η προειδοποίηση τού Θεού προς αυτόν πως «θανάτω αποθανείσθε», μετά την τυχόν βρώση τού απαγορευμένου καρπού.

Στον Αδάμ γίνεται η οντολογική πρόταση για υπέρβαση τού θανάτου από μέρους τού Θεού (και όχι μια πρόταση για ηθική επιλογή) είναι ο Αδάμ το ον το οποίο ορίζεται θα λέγαμε υπαρξιακά απ’ την πρόταση ακριβώς αυτή τού Θεού προς αυτό να γίνει, εν ελευθερία, δι’ αυτού η είσοδος αυτή τού Ακτίστου στο κτιστό. Στα όρια τού νεώτερου υποκειμενισμού η οντολογική αυτή υφή τού διαλόγου ανθρώπου και Θεού κινδυνεύει, καθώς το κακό, είτε ηθικολογικά είτε ορθολογικά, τοποθετείται είτε εντός τού ανθρώπου, ως μέρος τής φύσης του, είτε εκτός του, ως «αντικειμενικό» εξωτερικό γεγονός. Εκτός τού ότι, καταλήγουν υποχρεωτικά σε διάφορες μορφές θεοδικίας, τα παραπάνω αποκρύπτουν το γεγονός πως το κακό δεν υφίσταται ως αυγουστίνεια φυσική διαστροφή (pervertio) λόγω τής αμαρτίας, αλλά ως διακοπή, μερική ή πλήρης, τού διαλόγου αυτού μεταξύ ανθρώπου και Θεού, ο οποίος ελεύθερα συνάπτει τον θάνατο με τη ζωή, το κτιστό με το άκτιστο. Και μάλιστα, αν τα παραπάνω είναι σωστά, είναι αυτός ακριβώς ο διάλογος που αποτελεί ακριβώς την διαδικασία μέσω τής οποίας η εσχατολογική εξάλειψη τού κακού γίνεται πιθανή, ως ενσωμάτωση δηλαδή τού κτιστού Είναι στο Αναστημένο Σώμα τού Χριστού εν προαιρέσει, ως «κοινωνία γνώμης», κατά την έκφραση τού Αγ. Νικολάου Καβάσιλα και όχι απλώς ως υποχρεωτική ανάσταση των νεκρών. Με τον διάλογο, λοιπόν, αυτόν  ο άνθρωπος εξαλείφει απ’ την κτίση κάποια κομμάτια τού προκτισιακού μηδενός, κατά την προαίρεσή του, μεταβάλλοντάς την σε κατά χάριν άκτιστο Σώμα Χριστού. Μια τέτοια στάση επιτρέπει στον Θεό να επεμβαίνει περισσότερο στον κόσμο, περιορίζοντας το κακό ακόμη και όταν ο άνθρωπος δεν επαρκεί προς τούτο - ουδέποτε όμως, ούτε στα έσχατα, το κακό, ως άρνηση τού διαλόγου μετά τού Θεού, θ’ αφανιστεί εντελώς, παρά την υποχρεωτική αφθαρσία των όντων. Αυτό το οποίο τότε θα φανεί, όμως, είναι το ότι, το κακό δεν αποτελεί μέρος τής Δημιουργίας, τού Είναι, τής Ζωής, αλλά προαιρετική τους άρνηση.

Σε αντίθεση με τον Αυγουστίνο, ο Μάξιμος ο Ομολογητής, επιπλέον, θεωρεί μόνον την «πτώση τής προαίρεσης» διαβλητή, ενώ αυτήν τής φύσεως αδιάβλητη. Δεν υπάρχει «κακή φύση» λοιπόν στην πατερική παράδοση  το ίδιο το γεγονός που περιγράφεται στη διήγηση τής Γενέσεως ως πτώση τού ανθρώπου είναι μια προαιρετική κίνηση αναχώρησης απ’ την βιωματικά αφθαρτοποιό άκτιστη Πρόνοια τού Θεού και δεν μας ενδιαφέρει ως ιστορικό γεγονός.

V Αλλά ας επιστρέψουμε και πάλι στη Δύση για να δούμε δι’ ολίγων την συνέχεια και να φθάσουμε και ως τη σύγχρονη Γενετική. Οι εκτιμήσεις μου είναι φυσικά υποκειμενικές και είναι δυνατόν να συζητηθούν και διαφορετικά κάποια σημεία τής σχετικής ιστορίας. Τα δύο μεγάλα προβλήματα τα οποία ανέκυψαν στη Δύση εξαιτίας τής διάδοσης των θέσεων τού Αυγουστίνου, που ήδη εξετάσαμε, νομίζω πως υπήρξαν το πρόβλημα καταρχήν τής υπεράσπισης τού Θεού και αυτό τής υπεράσπισης τής φύσης (τού ανθρώπου και τού κόσμου) στη συνέχεια. Το πρώτο έργο το ανέλαβε ο Γερμανός φιλόσοφος Leibniz και το δεύτερο ο Γάλλος φιλόσοφος Rousseau. Και ο μεν Leibniz (1646 – 1716) επιχείρησε μια ολόκληρη «θεοδικία», λέξη πλασμένη απ’ τον ίδιο και τίτλος ομώνυμου βιβλίου του (1710). Ο φιλόσοφος προσπαθεί να δικαιώσει τον Θεό, υποθέτοντας πως αυτός ανέχεται το κακό με σκοπό να βγει τελικά κάποιο καλό απ’ αυτό, μέσα σ’ έναν κόσμο δημιουργημένο απ’ τον Ιδιο, κόσμο που είναι «ο καλύτερος δυνατός απ’ όσους θα μπορούσαν να δημιουργηθούν», κατά την πασίγνωστη φράση του. Το ότι, οι άνθρωποι μπορούν να σκεφθούν καλύτερους κόσμους, τούτο δεν σημαίνει πως αυτοί οι κόσμοι είναι πράγματι καλύτεροι, αφού η ανθρώπινη κρίση σφάλλει, περιοριζόμενη από πάθη υποκειμενικά και την άγνοια. Ο Θεός δημιούργησε τον καλύτερο δυνατό κόσμο, λοιπόν, υπό την προϋπόθεση πως αυτό θα το δούμε στο φως των δικών του επιλογών, οι οποίες είναι κατά πολύ ανώτερες και σοφότερες των δικών μας.

Οι θέσεις αυτές αποτέλεσαν προσφιλή στόχο πλήθους επιθέσεων από πλευράς των αθεϊστών, μ’ όλο που δεν διαφέρουν ουσιαστικά από την πιο παρωχημένη τους επεξεργασία, αυτή τού Hegel, ο οποίος στο κακό είδε, όπως ήδη είπαμε, μια αναγκαία «αρνητικότητα», την οποία το Πνεύμα-Θεός χρησιμοποιεί για μια ανώτερη σύνθεση που περιλαμβάνει μια σύντηξη των δύο (Καλού και Κακού ή Είναι και Μηδενός) μέσα στο Είναι. Νομίζω όμως πως πολύ μεγαλύτερη επίδραση στη Δύση είχε ο άλλος φιλόσοφος, ο υπερασπιστής τής ανθρώπινης και κοσμικής φύσης, ο Rousseau (1712 - 1778). Η θέση τού Γάλλου φιλοσόφου έχει το προσόν τής εξαιρετικής απλότητας: η φύση τού ανθρώπου και τού κόσμου, λέγει, είναι βαθύτατα καλή και αγαθή. Ενάντια στον Αυγουστίνο (ή τον Καλβίνο) θεωρεί πως η φύση είναι ο καλύτερος δάσκαλος τού καλού και η συμφωνία μαζί της κανόνας ζωής και αλήθειας. Ο θάνατος δεν είναι προϊόν συνεπώς αμαρτήματος ή πτώσης και η πολιτική ανισότητα, επιπλέον, είναι εντελώς αστήρικτη.

Με τον Rousseau η Δύση ξαναβρίσκει την θεμελιώδη χριστιανική θέση πως η φύση ανθρώπου και κόσμου είναι έργο τού Θεού αγαθό - μόνο που ξαναβρίσκει τη θέση αυτή ως εναντίωση στην επίσημη εκκλησιαστική διδασκαλία, η οποία, είτε στην καλβινική Γενεύη όπου μεγάλωσε ο Rousseau είτε στη ρωμαιοκαθολική ή λουθηρανική υπόλοιπη Ευρώπη, θέλει συνήθως με αυγουστίνειο τρόπο τη φύση πεσμένη και διεστραμμένη. Οι Ευρωπαίοι, με τον Rousseau και στη συνέχεια με τον Διαφωτισμό, ξαναβρίσκουν λοιπόν μια θεμελιώδη πατερική θέση, αλλά ως διαμαρτυρία ενάντια στην Εκκλησία ή τη θεολογία της, διαμορφώνοντας μια ανθρωπολογία την οποία θεωρούν αθεϊστική (και η Εκκλησία επίσης την θεωρεί τέτοια), ενώ είναι χριστιανικότερη τής εκκλησιαστικής.

Το κακό δεν σταματά εδώ όμως. Χωρίς θεολογική αναφορά, η ανατίμηση αυτή της φύσης είδε μπροστά της ν’ ανοίγεται ο θεωρητικός δρόμος τού De Sade. Πράγματι ο τελευταίος δεν είναι παρά ένας βίαια αντιχριστιανός μαθητής τού Rousseau, που αποκαλύπτει πως η φύση δεν διδάσκει μόνον την αρμονία αλλά και τη βία και τον φόνο. Η φυσική ζωή θα σήμαινε έτσι την δεξίωση και αυτών λοιπόν των «φυσικών» επιδόσεων, «πέρα απ’ το καλό και το κακό», όπως θα’ λέγε ο Nietzsche, ο οποίος αποτελεί και την κορύφωση τού δρόμου που πήρε η Δύση με τον Rousseau, αντιπαλεύοντας τον Αυγουστίνο. Η φύση υπαγορεύει εν τέλει τη θέληση για δύναμη ως ύψιστο κριτήριο ζωής, έχω δείξει σε παλαιότερο βιβλίο μου (π. Ν. Λ., Η Κλειστή Πνευματικότητα και το Νόημα του Εαυτού. Ο Μυστικισμός τής ισχύος και η αλήθεια φύσεως και προσώπου, β΄ έκδ., Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999) πως με τον τρόπο αυτό ο Nietzsche όχι μόνον δεν απομακρύνεται από τον Αυγουστίνο, αλλά υιοθετεί το βαθύτερο σχήμα σκέψης τού τελευταίου: στη θέση τής πεσμένης φύσης, που στον Αυγουστίνο κυριαρχείται απ’ την αθάνατη και πνευματική ψυχή, τίθεται τώρα όλη αυτή η ανυπόστατη «πνευματικότητα», κυριαρχούμενη απ’ τα ζωτικά φυσικά ένστικτα.

VI Αυτή είναι εν συντομία η πνευματική ατμόσφαιρα μέσα στην οποία γεννιέται ο νεώτερος θεωρητικός προβληματισμός περί τού κακού στο χώρο τής Γενετικής. Στα νεώτερα χρόνια η ανάπτυξη τής ψυχολογίας και τής κοινωνιολογίας προχώρησαν σημαντικά περισσότερο όλη αυτή την ορθολογική αναζήτηση τού αιτίου τού κακού μέσα στα όρια τα ίδια τής ανθρώπινης φύσης και ποτέ έξω της. Ακολουθεί η αποδοχή τού κακού ως στοιχείου τής φύσης με την κατάλληλη «επιστημονική εξήγηση», ή τουλάχιστον η μερική απενοχοποίησή του. Απ’ την πλήρη εξουδένωση τής φύσης ως την υπό όρους αποδοχή της όμως το οντολογικό σκηνικό παραμένει αμετάβλητο: καμιά ουσιαστική προοπτική δεν υφίσταται για την ελευθερία ως δυνατότητα μεταμόρφωσης αυτής τής φύσης και όχι απλώς ως αποδοχής ή απόρριψης της.

Θέλω στο σημείο αυτό να εξετάσουμε σύντομα τρία πρόσφατα βιβλία τα οποία θέτουν το πρόβλημα τού κακού στην προοπτική τής Γενετικής του εξήγησης.

Το πρώτο απ’ αυτά είναι το βιβλίο τού Robert Wright, The Moral Animal (1994). Στο βιβλίο του ο Wright θέτει υπό συζήτηση αυτό που αποκαλεί «ψυχολογία τής εξέλιξης» με βιολογικούς όρους: τα πάντα εξηγούνται ως προερχόμενα από μια επιθυμία επιβίωσης των ανθρώπων που προσδιορίζεται ούτως ή άλλως από τη φυσική επιλογή. Συνεπώς, ελάχιστη γενετική βάση έχει η διάκριση καλού και κακού, ηθικού ή μη ηθικού: όσον αφορά στη σεξουαλική συμπεριφορά των γυναικών, λόγου χάρη, «συγκρατημένες» και πιο «ηθικές» είναι απλώς οι πιο σίγουρες για τον εαυτό τους, ενώ επιθετικές οι πιο ανασφαλείς. Ο στόχος όμως παραμένει ο ίδιος. Για όλες τις συμπεριφορές ισχύει το ίδιο. Η ηθικότητα έρχεται σε αντίθεση στην πραγματικότητα με την εξελικτική λογική, η οποία προσδιορίζεται αποτελεσματικά απ’ τα γονίδια και το περιβάλλον. Αν ήμασταν σε θέση να το αποδεχθούμε αυτό, ισχυρίζεται ο συγγραφέας, θα διαθέταμε πολλή περισσότερη ανοχή και συγχωρητικότητα προς αλλήλους. Βεβαίως κάθε είδους αλτρουισμός ή ανιδιοτέλεια θα έπρεπε επίσης ν’ αποδοθεί σε γενετικά προσδιορισμένη ανώτερη εξελικτική ιδιοτέλεια.

Το δεύτερο βιβλίο που θα εξετάσουμε είναι αυτό τού Lyall Watson, Dark Nature : a Natural History of Evil (1996). Ο Watson υποστηρίζει πως η φύση είναι βαθύτατα μη ηθική, βρίσκεται πέραν τού καλού και τού κακού. Αυτό ακριβώς διαφαίνεται μέσα στον κόσμο των γονιδίων, τα οποία απλώς κάνουν οτιδήποτε για επιβίωση, ακολουθώντας κυρίως τις εξής μεθόδους:

1) Είναι εχθρικά προς τους ξένους,

2) Φιλικά προς τους φίλους και

3) Εξαπατούν όσο είναι δυνατόν.

Όλη η ανθρώπινη συμπεριφορά κτίζεται στην πραγματικότητα με βάση τις αρχές αυτές, ισχυρίζεται ο συγγραφέας, αν και υπάρχουν και άλλες, μη εμφανώς βιολογικές αρχές, όπως ο αλτρουισμός, το μαρτύριο, η ασκητικότητα, οι οποίες δρουν και αυτές όμως με βουλητικούς κατά βάση σκοπούς, επιτρέποντας μια μικρή απλώς ανάδυση απ’ το πέλαγος τής φυσικής επιλογής, μια μικρή μα ουσιώδη διαφορά του ανθρώπου απ’ τα ζώα.

Τελευταίο είναι το βιβλίο τού Β. Appleyard, In Brave New Worlds. Staying Human in the Genetic Future (1998). Στο βιβλίο του αυτό ο συγγραφέας αναμετράται μ’ αυτό που αποκαλεί «γονοκεντρισμό» (genocentrism) και τολμά να θέσει το ερώτημα τής ανθρώπινης ελευθερίας και ευθύνης αν τα πάντα σχεδόν στη συμπεριφορά προσδιορίζονται από γονίδια. Το πραγματικό ασυνείδητο, σημειώνει, έχει να κάνει μ’ αυτήν την κρυφή εσώτερη δράση των γονιδίων εντός μας, τα οποία ακολουθούν τους δικούς τους βιολογικούς δρόμους, άσχετα προς τα ήθη και τις συνειδητές μας δήθεν επιλογές. Ο Appleyard θρηνεί για την πιθανότητα μιας πλήρους επικράτησης τού «γονοκεντρισμού», πράγμα που θα επέτρεπε σαφώς ολοκληρωτικές λύσεις στο μέλλον, αλλά ταυτόχρονα δεν έχει να αντιπαραθέσει τίποτε σ’ αυτόν.

VII Είναι φανερό πως μια σειρά οντολογικών και κυρίως θεολογικών ερωτημάτων εγείρονται πλέον ακόμη. Η Δύση βεβαίως παραπαίει ανάμεσα στην σύγχρονη πλήρη αποδοχή και την αρχαία της αυγουστίνεια και καλβινική πλήρη απόρριψη τής φύσης, αλλά το ερώτημα στο οποίο η θεολογία δεν απαντά ακόμη είναι αυτό που αναφέρεται στην δυνατότητα μιας πραγματικής σχέσης τής φύσης αυτής με τον άκτιστο Θεό

. Αν ο Θεός διαθέτει άκτιστες ενέργειες δρων ως πρόσωπο και αν ο άνθρωπος επίσης ως πρόσωπο μπορεί με τις δικές του ενέργειες να δεξιωθεί τον Θεό, τότε η φύση μεταμορφώνεται, χωρίς να χάνεται, εξαφανιζόμενης κάθε αναγκαστικής φυσικής νομοτέλειας.

Τι είναι όμως το πρόσωπο; Και τι είναι η ελευθερία; Υπάρχει μια βιοχημεία τής ελευθερίας; (Αν υπάρχει, δεν υπάρχει ελευθερία...). Που εδράζεται το πρόσωπο ή η ελευθερία μέσα στον άνθρωπο; Στην ψυχή του; Και τι είναι η ψυχή, όταν μάλιστα η ελληνική πατερική παράδοση έχει απορρίψει κάθε μεταφυσική έννοια τής ψυχής, θεωρώντας την κατ’ ουσίαν υλική; Έχουμε ακόμη πάρα πολλά πράγματι να μάθουμε για τον άνθρωπο, ακριβώς διότι κατά την πατερική θεολογία ο άνθρωπος δεν είναι ένα δεδομένο ον αλλά ένα ον εν τω γίγνεσθαι, που δημιουργείται συνέχεια, και μόνον στα έσχατα θα μάθουμε τι τέλος πάντων είναι. Η μεγάλη συμβολή τής Ορθόδοξης θεολογίας στην ανθρωπολογική αυτή απορία είναι ωστόσο πως μας έμαθε πως είναι αδύνατο να χωρίσουμε το περί ανθρώπου ερώτημα απ’ το ερώτημα περί Θεού και πως μόνον η απάντηση σ’ αυτό το τελευταίο προοιωνίζεται και την απάντηση στο πρώτο».

ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΚΟ ΜΕ  ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ  ΠΛΩΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΑΠΟΨΕΩΝ.

Σχετικώς με την πατερική Διδασκαλία « το  κακόν δεν είναι ουσία, ούτε ποίημα ίδιον, ούτε ανίσχει εκ τού Θεού, ούτε είναι εν τω Θεώ, ούτε εύρηται εις οντολογικήν αντίθεσιν προς το αγαθόν, αλλ’ είναι, συμβεβηκός, παρυπόστασις. Το κακόν δεν προέρχεται εκ των όντων, αλλ’ ως αμαρτία είναι, ανθρώπινον επιτήδευμα, ήτοι προϊόν τής ελευθέρας βουλήσεως των λογικών όντων. Η αμαρτία υπάρχει όταν ο άνθρωπος εκπίπτη εθελουσίως τού νόμου τού Θεού, όταν ελευθέρως ποιήται κατάχρησιν των όντων. Η αμαρτία είναι παράβασις, εκτροπή, ανυπακοή. Υφίσταται μόνον εκεί όπου υπάρχει στέρησις τού αγαθού, παύει δε να υπάρχη, όταν και το αίτιον το προκάλεσαν αυτήν ,παύση να υφίσταται. Το κακόν δεν είναι ον, δεν ανήκει εις τον πραγματικόν χώρον τών όντων, αλλ’ είναι τι το όλως αρνητικόν, παρυφιστάμενον εν τη στερήσει και τη αποπτώσει εκ τού αγαθού, όπως και το σκότος υπάρχει ενόσω και ένθα απολείπεται το φως»

Και οι εκκλησιαστικοί σχολιαστές συνεχίζουν(αντιγράφουμε):

Συγκρίνοντες τα περί τής φύσεως τού κακού διδάγματα τής πατερικής παραδόσεως προς την αντίστοιχον διδασκαλίαν τής Πλωτινείου φιλοσοφίας, έχομεν να επισημάνωμεν τόσον ομοιότητας όσον και διαφοράς. Αι ομοιότητες είναι γενικαί όλως και ασήμαντοι, ενώ αι διαφοραί είναι παμπληθείς και ουσιώδεις.Ως σημεία κοινά αμφοτέρων των συστημάτων τούτων  μπορούμε να επισημάνωμεν δύο

α) πρώτον και κυρίως ,την ιδέα ότι, το κακόν  δεν έχει οντολογική σχέση και αναφορά  προς το αγαθόν, και

β) ότι το κακόν είναι γενικώς μη ον, έλλειψη και στέρηση τού αγαθού. Πέρα από τα δύο αυτά κοινά  σημεία, υπάρχουν βαθύτατες και ουσιώδεις διαφορές, αι κυριώτερες από τις οποίες  είναι:

1) Η περί τού μη όντος έννοια τής Πλωτίνειας σκέψης  δεν είναι η ίδια  με την πατερική παράδοση. Μεταξύ τους παρατηρείται,  μόνον φραστική  ομοιότητα Το μη ον τής Πλωτίνειας φιλοσοφίας δεν είναι το μη υπάρχον, αλλά γενικώς  ο κόσμος τού αισθητού, η ύλη, η οποία ευρίσκεται σε απόλυτη οντολογική αντίθεση προς το αγαθό. Είναι η απειρία, η αστάθεια, η αμορφία, το ακόρεστο, το παμπαθές, πενία η παντελής. Οι έννοιες αυτές είναι εντελώς ξένες με τη πατερική σκέψη και διδασκαλία. Λέγοντας μη ον οι Πατέρες εννοούν γενικώς το μη ουσία υπάρχον. Το κακόν κατ’ αυτούς είναι μη ον, καθ’ όσον δεν έχει ιδία υπόσταση και ουσία, είναι απλούν συμβεβηκός, απλή παρυπόσταση.

2) Τα περί τής φύσεως τής ύλης διδάγματα τής φιλοσοφίας τού Πλωτίνου συνιστούν οξύτατο οντολογικό δυϊσμό. Η ύλη αποτελεί αρχή ξεχωριστή, εντελώς ξένη και απολύτως αντίθετη προς το αγαθόν. Αποτελεί το υπόστρωμα και την πηγή κάθε αταξίας και κακότητας στο κόσμο, φθείρουσα κάθε τι που με οποιονδήποτε τρόπο έρχεται σε επαφή με αυτή. Τα διδάγματα  αυτά είναι εντελώς ανήκουστα για την πατερική διδασκαλία. Κατά τους Πατέρας η ύλη, ως παρά Θεού πεποιημένη, μετέχει είδους και κάλλους, επομένως είναι αγαθή. Ο οντολογικός δυϊσμός τής Πλωτίνειας σκέψης είναι εντελώς ξένος προς τη χριστιανική οντολογία των Πατέρων.

3) Στο ίδιο μέτρο,είναι ξένα και τα περί γενικού και μερικού κακού διδάγματα τού Πλωτίνειου συστήματος. Κατ’ αυτό το φύσει και πρώτον κακόν είναι η ύλη. Η κακία των ενύλων όντων είναι το δεύτερο κακόν, που προέρχεται από το πρώτο. Το πρώτο κακόν (η ύλη) προηγείται τού δευτέρου (τής κακίας). Κατά τους Πατέρας η διάκρισις αύτη είναι ανύπαρκτη, μάλιστα δε η προέλευση τού κακού, και με τις δύο όψεις, από την ύλη. Η ύλη κατ’ αυτούς δεν είναι ούτε φύσει κακή, ούτε και η πηγή πάσης άλλης επί μέρους κακίας. Το κακόν, είτε ως πρώτον (ύλη) είτε ως δεύτερον (κακία),δεν δύναται να έχει, οντολογικό υπόβαθρον ή  υπαρκτική θέση. Είναι απλώς ανυπόστατο.

4) Η ιδέα περί τού κακού ως πλήρους στέρησης τού αγαθού, όπως την διδάσκει ο Πλωτίνος, απορρίπτεται από την πατερική παράδοση μετά πατάγου. Κατά τον Πλωτίνο η παντελής στέρηση και απουσία τού αγαθού συνιστά το γνήσιο και αυθεντικό κακόν, που είναι η ύλη, το έσχατον όλων στη κλίμακα των όντων, στο οποίο μπορούμε να φθάσουμε  με την βαθμιαία υπόβαση και κάθοδο από το αγαθό ( που είναι η ύψιστη  οντολογική κορυφή), πέρα από το οποίο, δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Κατά τους Πατέρας η παντελής στέρηση τού αγαθού, δεν υπάρχει, καθ’ όσον αυτή ισοδυναμεί με το μηδέν. Ον στερούμενον παντελώς τού αγαθού, υπό την οντολογικήν σύστασιν αυτού, δεν είναι δυνατόν να υπάρξη. Μόνο η γνώμη τού Πλωτίνου ,περί μερικής στερήσεως τού αγαθού, με την έννοια ότι, συνιστά το ελάσσον αγαθόν, μπορεί, να συγχορδισθή προς τα αντίστοιχα διδάγματα τού ψευδοδιονυσείου συστήματος. Η ιδέα όμως περί τής κακίας (τού δευτέρου κακού) με την έννοια ότι, συνυπάρχει στα όντα λόγω τής σχέσεως και επαφής της με το πρώτο κακό, (της ύλης), είναι εντελώς άγνωστη για τους ιερούς Πατέρας τής Εκκλησίας.

5) Αλλά και τα διδάγματα τής σκέψεως του Πλωτίνου, περί αναγκαίας  συνύπαρξης στον κόσμο τού αγαθού και τού κακού ουδεμίαν θέσιν δύνανται να έχουν  στο πλαίσιο των αντιλήψεων των Πατέρων περί τής φύσεως τού κακού. Την ανάγκη τής συνυπάρξεως αυτής υφηγείται κατά τον Πλωτίνο η ύλη, τής οποίας η παρουσία είναι αναγκαιότατη για  την ύπαρξη τού φυσικού σύμπαντος. Την δυαρχικήν όμως αυτή διάταξη τού παντός, αποκρούει σθεναρώς η πατερική σκέψη, η οποία ανάγει τα πάντα σε μία ενιαία και αδιάσπαστη αρχήν, τον Θεόν. Ετσι και η συναφής δοξασία, ότι, παν ό,τι προέρχεται εκ τού Θεού είναι αγαθόν, ό,τι δε προέρχεται εκ της ύλης είναι κακόν, είναι απαράδεκτη για τη  πατερική παράδοση.

6) Κατά τους Πατέρες είναι επίσης απαράδεκτη η γνώμη τού Πλωτίνου, κατά την οποία τα πάντα φθείρονται, με την επαφή ους  με τήν ύλη. Και ότι, η πτώση τής ψυχής, η εμβύθιση  στον βόρβορο και η απ΄ αυτή προϊούσα αθλιότητα οφείλονται στην κατάμιξη τής ψυχής στην ύλη και στο κράτος της. Βεβαίως και κατά τους Πατέρες η ψυχή δεν είναι αφ’ εαυτής κακή. Η κάκωσή της όμως δεν προέρχεται εκ συνδέσεως της  με το υλικό σώμα. Η κακία τής ψυχής προέρχεται άλλοθεν. Επομένως ούτε και η σωτηρία αυτής ανίσχει  εκ τής απαλλαγής και αποδεσμεύσεως της από την ύλη.

7) Κατά τον Πλωτίνο το κακόν δεν στερείται υποστάσεως. Τόσον το πρώτο κακόν έχει σαφή και αναντίρρητη υπόσταση, την ύλη με την οποία και συμπίπτει,οντολογικώς όσον και το δεύτερο κακόν (η κακία) έχει ξεχωριστή ύπόσταση και πάλι , την ύλη η οποία αποτελεί το άμορφον και άποιον και ανείδεον εκείνο υπόστρωμα επί του οποίου με την προσθήκη των όσων μερικώς συμβαίνουν, αναφαίνεται τούτο ως κακία επί μέρους, ως κακό που επισυμβαίνει και επιγίγνεται Το ν’ αρνηθεί κανείς την υπόσταση τού κακού,με τις δύο αυτές όψεις, ισοδυναμεί προς με το  ν’ αρνηθή κανείς και  την ύπαρξη αυτού τούτου τού αγαθού. Κατά τους Πατέρες τής Εκκλησίας το πράγμα είναι εντελώς διάφορον. Το κακόν δεν μπορεί να έχει καμία απολύτως υπόσταση Δεν είναι κάποια επί μέρους και συγκεκριμένη,  υπόσταση αλλ’ απλώς συμβεβηκός. Η ύπαρξή του είναι εντελώς αρνητική. Είναι μερική άρνηση τού αγαθού. Με το να απέρχεται αυτή συναπέρχεται συγχρόνως και το όλον κακόν.

8) Ενώ κατά τον Πλωτίνο η ανάγκη τού κακού είναι αναπόδραστη, τέτοια  δε συνιστά, όπως πολλές φορές τονίστηκε, η άμορφη και ανείδεη ύλη (στην αντίθεση με  το κάλλος, την πληρότητα και την μορφή τού αγαθού), κατά τους Πατέρας,  δεν υπάρχει καμία  οντολογική ανάγκη για το κακόν. Το κακόν, με το να μην είναι κάποια ουσία και επί μέρους,  υπόσταση, υπάρχει μόνον ως δυνατότητα τής λογικής φύσεως, εντοπιζόμενη απολύτως στο αυτεξούσιο τής προαίρεσης τής ανθρώπινης φύσεως. Όταν ο άνθρωπος εθελουσίως αναχωρήσει από το αγαθό, τότε περιπίπτει στην κακία. Μάλλον η  αναχώρηση αυτή, αποτελεί την κακία. Η κακία αποτελεί έκπτωση και παρατροπή από τη φύση. Είναι η αθέτηση τής φυσικής τάξεως, η παράχρηση των όντων. Ως αμαρτία δε είναι έκπτωση από το θέλημα τού Θεού, παρακοή και αθέτηση τού νόμου του.Δεν υπάρχει λοιπόν πράγματι και ουσία το κακόν, ή μάλλον ενυπάρχει εκεί όπου μερικώς απουσιάζει το αγαθό. Είναι κατά ταύτα στέρηση ανυπόστατη, συμβεβηκός ανούσιο. Το κακόν δεν μπορεί, φύσει να εντοπισθεί ούτε στον Θεόν, ούτε σε κάποια αρχή που αντιτίθεται σ΄αυτόν ούτε στους αγγέλους (κατά τον Ψευδοδιονύσειο* ούτε και στους δαίμονες), ούτε στις ψυχές, ούτε στα όντα, ούτε στις φυσικές δυνάμεις τους, ούτε στο σώμα, ούτε στην ύλην, σε καμία συνεπώς περιοχή τού πραγματικού και αυθεντικού όντος.

9) Οι Πατέρες απομακρύνοντας τα όντα από κάθε ιδέα τού κακού, την τοποθετούν ως δυνατότητα τής ελεύθερης βούλησης τού ανθρώπου, που πλησιάζει μάλλον προς τα διδάγματα περί κακού κάποιας ιδιαίτερης  τάσης στην Νεοπλατωνική Σχολή, που εκπροσωπείται κυρίως από  τον Σαλλούστιο.* Η Πλωτίνεια φιλοσοφία,  που δέχεται το κακό δυαρχικώς,δεν θέλει να γνωρίζει τίποτε γι αυτά.

10) Και αυτή ακόμη η τοποθέτηση τού διαβόλου ως φορέα και εισηγητή τής αμαρτίας,  « ουδεμίαν δυαρχικήν αναγκαιότητα τού κακού υφηγείται κατά τους ιερούς Πατέρας της Εκκλησίας». Ο Σατανάς δεν δημιουργήθηκε από το Θεό «φύσει» κακός. Στην  αμαρτία εξέκλινε, ή μάλλον την αμαρτίαν εφεύρε, με την ελεύθερη πτώση του από το αγαθό. Το ότι έγινε από τότε ο προσωπικός φορέας τής αμαρτίας, «εκπειράζων» παντοιοτρόπως τον άνθρωπο, τούτο δεν σημαίνει οποιανδήποτε δυϊστική αναγκαιότητα τού κακού, καθ’ όσον το πνεύμα τής πονηρίας δελεάζει μεν τον άνθρωπο, σε καμία όμως περίπτωση δεν τον ωθεί αναπόδραστως στο κακόν. ’Αλλωστε τον διάβολο και «πάσαν την μηχανήν αυτού» ελέγχει σθεναρώς η πρόνοια τού Θεού, που τον χρησιμποιεί αρνητικώς γιά την εκπλήρωσιν των θείων σχεδίων της. Και αυτά μεν σε αδρές γραμμές όσον αφορά στις σχέσεις των δύο αυτών συστημάτων περί τής φύσεως και τής προελεύσεως τού κακού.»

Εξετάζοντας χωριστά, τις αντιλήψεις των ιερών Πατέρων τής Εκκλησίας, περί τής φύσεως τού κακού παρατηρούμε, ό,τι και στην αρχή  σημειώνεται, ότι, δηλαδή τα  διδάγματα αυτά, δεν είναι απαλλαγμένα από κάποια ασθενή σημεία και ελλείψεις, η έξαρση των οποίων δυνατόν να οδηγήσει σε  συμπεράσματα ,αντικείμενα στο παραδεδομένον δόγμα τής πίστεως.

Όπως και σε άλλο σημείο σημειώθηκε, η ιδιότυπη εκδοχή των Πατέρων,  περί κακού αποσκοπούσε στον αποκλεισμό κάθε  ιδέας και έννοιας τού κακού από τον Θεό, και από την περιοχή των πραγματικών όντων. Ορθότατα δε τονίζεται ότι, το κακό ούτε ένθεον είναι ούτε εκ τού Θεού προέρχεται, ούτε ότι ,υπάρχει σαν κάποια αρχή,που πάντοτε αντιμάχονταν τον Θεό. Από την άποψη αυτή,υπάρχει μεγάλο χάσμα,ανάμεσα στην διαδασκαλία περί  τού κακού των Πατέρων και  των οντολογικών δυϊστικών αντιλήψεων τής Πλωτίνειας φιλοσοφίας. Ομοίως ορθώς εξαίρεται το γεγονός ότι, το κακό δεν αποτελεί κάποια ξεχωριστή,επί μέρους ουσία,και υπόσταση, δεν είναι δηλαδή κάτι από τα όντα που εποίησεν ο Θεός. Γιατί τότε ανάγεται εμμέσως το κακό στο Θεό.Ετσι λοιπόν το κακό, δεν είναι ον, αλλά συμβεβηκός,κάποια  ποιότητα (όχι φυσική) και παρυπόσταση. Ομοίως είναι από κάθε πλευρά ορθό και το δίδαγμα των Πατέρων, ότι, το κακόν ενυπάρχει μόνον ως δυνατότητα τής ελεύθερης βούλησης των λογικών όντων, η οποία  πραγματοποιούμενη αποτελεί, ως αμαρτία πλέον, εκτροχιασμό, παραδρομή, ανυπακοή και παράβαση τού Νόμου τού Θεού.

Οι κίνδυνοι για μας,ξεκινούν από την στιγμή που  το κακό εξαίρεται ως απλή στέρηση ή άρνηση τού αγαθού,και μάλιστα στο ίδιο μέτρο που το σκότος αποτελεί στέρηση και απουσία τού φωτός. Η υπερέξαρση τού γεγονότος αυτού, καθοράται σαφώς στο Ψευδοδιονύσειο σύστημαι,κατά το οποίο το κακόν, ως μερική έλλειψη τού αγαθού, αποτελεί έλαττον αγαθόν. Η ιδέα αύτη εναρμονίζεται προς την αντίστοιχη διδασκαλία τού Πλωτίνειου συστήματος, με την διαφορά όμως ότι, για το εν λόγω σύστημα, καθ’ όσον τούτο διακρίνει το πρώτον και αρχέγονον κακόν,από το επισυμβαίνον και επιγενόμενο, δεν υπάρχει πρόβλημα ούτε δυσχέρεια ουσιαστική. Για τον Πλωτίνο το κακόν δεν είναι κυρίως η κακία (το επισυμβαίνον κακόν), αλλά η ύλη, το πρώτον και κύριον και όντως κακόν, από το οποίο απορρέει και το δεύτερο κακόν. Επομένως η μερική στέρηση (το έλαττον αγαθόν) κατά τον Πλωτίνο, ως ανάμειξη τού φύσει κακού (τής ύλης) με το αγαθό , δεν παρουσιάζει ουσιαστική δυσχέρεια, γιατί αυτός, έχει σταθερώς ενώπιόν του το άμορφο υπόστρωμα τής ύλης, στο οποίο και  εντοπίζει την ύπαρξη τού ουσιώδους κακού, περί τού οποίου άλλωστε και μόνον ενδιαφέρεται. Για τον Ψευδοδιονύσιο*όμως το πράγμα διαφέρει. Αυτός δεν αποδέχεται τη δυιστική συγκρότηση των όντων, ούτε δύναται να εντοπίσει το κακόν σε κάποια ουσία . Όταν δε εκλαμβάνει τούτο (το κακόν) ως μερική στέρηση τού αγαθού ή ως έλαττον αγαθόν, τότε το κακόν παραμένει εντελώς μετέωρο. Γατί, το έλαττον αγαθόν, οπωσδήποτε και αν εκληφθεί, δεν παύει από το να  είναι αγαθό, οπότε η παρουσία τού κακού καθίσταται εντελώς προβληματική. Το έλαττον αγαθόν δεν δύναται να είναι και κακόν. Επομένως τα περιθώρια τοποθετήσεως τού κακού συστέλλονται επικινδύνως. Το κακόν αποδυναμώνεται και παρίσταται σαν κάτι ασήμαντο και επουσιώδες. Τούτο φαίνεται καθαρά, στα διδάγματά του περί τού διαβόλου. Για τον Ψευδοδιονύσιο η φύση τού πονηρού πνεύματος δεν παρεβλάβη ουσιωδώς με την απομακρύνσή του από το αγαθό. Διατηρεί και μετά την πτώση του όλες τις αγαθοειδείς και παμφαείς δωρεές τού δημιουργού του, που εξακολουθούν μεν να υφίστανται, με την διαφορά όμως ότι, ενώ αυτές ενώπιον τού Θεού και υπάρχουν και καθορώνται, τα πονηρά πνεύματα, με το να απομύσουν τους φυσικούς των οφθαλμούς και να απολέσουν τις αγαθοπτικές των δυνάμεις,δεν τις  βλέπουν . Επομένως οι πεπτωκότες άγγελοι δεν έπαυσαν να διατηρούν αγαθήν τη φύση τους αποστερηθέντες απλώς των οικείων δυνάμεών τους. Είναι όμως στην περίπτωση αυτή, το δημιούργημα άξιο για αιώνια κατάκριση, ή, πράγμα που είναι το ίδιο έχει το κακόν αιώνιο βάρος και ισχύ;Ασφαλώς όχι! Εδώ ακριβώς καταλήγουν και  τα διδάγματα, περί αποκαταστάσεως των πάντων που διετύπωσε με φυσική και λογική συνέπεια ο ιερός Γρηγόριος ο Νύσσης*. Το κακόν, κατ’ αυτόν, ως μη έχον αΐδιον την αρχήν του δεν δύναται να έχει και αιώνια την διάρκεια. Είναι κάτι το παρενθετικόν, το προσωρινό. Είναι ο επιδωμάτιος εκείνος χόρτος, ο άρριζος και αδύναμος και ανίσχυρος, ο οποίος δύναται μεν προσκαίρως να παρενοχλήσει με την  ανυπόστατο  βλάστη του , όμως είναι προωρισμένος κάποτε να μαρανθεί και να κατακαεί «εκλείπων τέλεον εν τη των πάντων αποκαταστάσει».

Ο αποφατισμός στη θεωρία τού κακού ,θεωρία , παρά τις πολλές  ορθές  και υγιείς βάσεις του, εγκυμονεί τον κίνδυνο κάποιας πελαγιανικής εκδοχής περί κακού και κάποιας σωτηριολογικής υπεραισιοδοξίας, που δεν μπορούν να συγχορδισθούν πλήρως  και  προς  τα δεδομένα τής πίστεως και προς  την σχετική  εμπειρία των ανθρώπων . Διότι ερωτάται: εάν το κακόν είναι τόσο άρριζον και αδύναμο, τότε ποίαν έννοιαν έχει η προπατορική αμαρτία, ως φαινόμενον καθολικόν, που σνέχει ασφυκτικώς όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους; Πού οφείλεται  αυτή η παταγώδης ισχύς και κατίσχυση στον κόσμο; Πώς δεν ευρέθηκε  έστω και ένας άνθρωπος , που να μπορέσει  να παραμείνει έξω από την όχληση  τής άρριζης και αδύναμης αυτής  βλάστης; Εάν το κακόν δεν έχει ουσιαστική δύναμη, τότε πού οφείλεται το αιώνιο βάρος τής ενοχής  του; Γιατί για τη συντριβή του και την  άρση τής συνημμένης σ΄αυτό,ενοχής, δεν ήσαν αρκετοί ούτε ακόμη οι άγγελοι αλλ’ εδέησε να ενσαρκωθεί ο Υιός και Λόγος τού Θεού; Προς εκρίζωσιν μήπως τού επιδωματίου τούτου χόρτου συνελήφθη αϊδίως παρά του Θεού το σχέδιο τής θείας περί τον άνθρωπον οικονομίας; Θα ήταν άραγε τόσο αναγκαία η ιλαστήρια θυσία τού Χριστού, η κάθοδος στον Αδη, η ζωηφόρος Ανάστασίς Του εκ νεκρών, η συντριβή τής δυνάμεως τού Σατανά,  μόνον και μόνο για τη θεραπεία και αποκατάσταση τού  « ήσσονος αγαθού;» Γιατί, κατά το δόγμα τής πίστεως, η σωτηρία τού ανθρώπου είναι εντελώς ανέφικτη χωρίς τη συνδρομή τής χάριτας τού Θεού ,της διακονούμενης στην Εκκλησία; Ποία έννοια έχει η λυσσαλέα παρουσία στον άνθρωπο και η εγκαθίδρυση τού νόμου τής σαρκός, τού υποδουλούντος τον όλον άνθρωπον και  « κατισχύοντος τού εν αυτώ εμφύτου νόμου τού Θεού;» Ποία έννοια έχει η πάλη κατά της σαρκός και η συνημμένη προς αυτήν ορθόδοξος ασκητική; Ποίαν έννοιαν έχει η σύμφυτη φθορά και η αμαύρωση τής φύσεως; Πως να ερμηνεύσουμε τα περί απώλειας τού ανθρώπου και τα περί αιωνίου κολάσεως ευαγγελικά διδάγματα; Ότι, δε παραλλήλους και η σχετική εμπειρία τού ανθρώπου δεν συμφωνεί προς τα περί μειώσεως τής δυνάμεως τού κακού διδάγματα, είναι περιττόν και να παρατηρήσωμεν. Από την άλλη πλευρά, είναι φανερό ότι, παρόμοιες  αντιλήψεις δυνατόν να οδηγήσουν τον άνθρωπον σε ηθικήν ραστώνη και χαλάρωση. Εφ’ όσον το κακόν δεν έχει αιώνιο βάρος και ισχύ, πρόκειται δε κάποτε να εκλείψει πλήρως, ο έναντίον του αγώνας, δεν έχει και μεγάλη σημασία.Ο αμαρτωλός, ως φέρων μέσα του το έλαττον αγαθόν, δεν δύναται παρά να επιστρέψει κάποτε Ούτε η κόλαση ούτε ο διάβολος θα έχουν αιώνια  παράταση αυτών. Κατά την αποκατάσταση των παντων ,το κακόν θα εξαφανισθεί.

Το κακόν, λοιπόν, παρόλο που δεν είναι ουσιώδες και αυθυπόστατον, όμως ως κατάστασις προϊούσα εκ τής ελευθέρας βουλήσεως των όντων, δεν δύναται παρά να θεωρηθεί ως κάτι το θετικό, τού οποίου οι αι προεκτάσεις είναι αιώνιοι. Είναι μεν μερική άρνησης και έκπτωση εκ τού αγαθού, παρά ταύτα όμως είναι και θετική κατάσταση που προέρχεται απ αυτές. Και είναι μεν πλήρης οντολογική στέρηση και άρνηση, χωρίς τούτο να το εμποδίζει να είναι και ηθική κατάσταση και θέση.Ετσι αν το εννοήσει κανείς, το κακόν λαμβάνει τις πραγματικές και γνήσιες  διαστάσεις του στο αποκεκαλυμμένο  δόγμα τής πίστεως. Ενυπάρχει μεν έξω από την περιοχή τού πραγματικού όντος ενυπάρχον, όμως πράγματι και θετικώς υφίσταται ως αμαρτία στο χώρο τής υπάρξεως, ως κάποιο προϊόν εκ της ελευθέρας βουλήσεως των όντων ,με την  εισήγηση και  την επισπορά τού διαβόλου.»

          Τα παραπάνω( που  τα θεωρώ ξένο σώμα προς το υπόλοιπο κείμενο) τα βρήκα στο διαδίκτυο,και τα επικόλλησα σε μια προσπάθεια να παρατεθούν όσο γίνεται περισσότερες γνώμες.Εχω τη γνώμη ότι, οι αναλύσεις αυτές,δεν προσφέρουν τίποτε το ουσιαστικό,για να  μη πώ ότι ίσως και να βλάπτουν.Θυμάμαι στο σημείο αυτό,πολύ μικρές,εμπειρίες που αποκόμισα από βραχύτατες επισκέψεις μου στο Αγιο Ορος,από τις μικρές συζητήσεις με μοναχούς.Ο,τι μού έμεινε,ήταν όχι οι αναλύσεις θεολόγων ή θελογούντων,(ωσάν ο Θεός να έχει αναγκη από τους δικηγόρους του) αλλά οι  ακτινοβολούσες αγάπη,πραότητα και γαλήνη όψεις   γερόντων,πού με την παρουσία τους εδίδασκαν χωρίς να ομιλούν.

Δεν πιστεύω ότι, ο Χριστιανισμός,έχει ανάγκη από τέτοιες αναλύσεις.Εμπόδια συνιστούν αυτές οι νοητικές ασκήσεις ( Ο Ηράκλειτος είπε»Παίδων αθύρματα τα ανθρώπινα δοξάσματα» ).Η πορεία προς  την πίστη, προς τον Θεό,δεν διέρχεται μέσα από τέτοια κείμενα.

         

 

 

ΘΕΣΕΙΣ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ

Ο Jaspers (διακρίνοντας τρείς βαθμίδες)λέγει ότι,καταρχήν -,κακό θεωρείται η  άμεση και χωρίς προσδιορισμούς, παράδοση στις κλίσεις και τις παρορμήσεις των αισθήσεων ………...η ζωή τού ανθρώπου που τελεί υπό τους όρους τού κόσμου,και συνεπώς κυλάει σαν τη ζωή των ζώων…μια ζωή που δεν έλαβε την απόφαση,ενώ καλό είναι η ζωή ,που χωίς ν΄απορρίπτει την ευτυχία τής εμπειρικής ύπαρξης την θέτει υπό τον όρο τού ηθικώς εγκύρου.Σε δεύτερη βαθμίδα,αντίθετα προς την απλή αδυναμία, ως γνήσιο κακό θεωρεί την κακοπιστία,(: κάνω το καλό όταν τούτο δεν μού προξενεί καμμία ζημία ή έστω δεν μού κοστίζει πολύ),και καλό ,είναι η αποδέσμευση από την  κακοπιστία αυτή,των βιοτικών αναγκών ,που συνίσταται στην επιστροφή στο αυθεντικό απόλυτο.Σε τρίτη βαθμίδα,ως κακό θεωρείται κατά τον ίδιο,η  θέληση για κακό,ενώ καλό, είναι «το απόλυτο,που, είναι η αγάπη και συνεπώς η θέληση για την ουσιαστική πραγματικότητα.» Ειδικώς για την αγάπη  την βλέπει ως τείνουσα προς το Είναι,σε αντίθεση με το μίσος που  τείνει προς το μηδέν, προσθέτοντας  « ..το θεμέλιο τής αγάπης,όπου θεμελιώνεται το απόλυτο,είναι ταυτόσημο με την θέληση για αυθεντική πραγματικότητα.Αυτό που αγαπώ θέλω να υπάρχει.Και δεν μπορώ να ατενίσω αυτό που αυθεντικά υπάρχει,χωρίς να το αγαπήσω.»-   Κατά τον Κάντ(εν Gaarder 391) έχουμε εκ γενετής την ικανότητα διάκρισης τού καλού από το κακό.Μια πράξη  είναι ηθική όταν είναι αποτέλεσμα αυτοθυσίας(396) Εκείνο που μετράει δεν είναι το αποτέλεσμα αλλά η πρόθεση (γι΄αυτό και η ηθική του αποκλήθηκε ηθική τής προθέσεως.).Ο άνθρωπος πρέπει να φέρεται πάντοτε σύμφωνα  με τις αρχές που θάθελε να έχουν την ισχύ γενικού και καθολικού νόμου.(398)Ο άνθρωπος έχει ελεύθερη βούληση,απλώς και μόνον γιατί το αξιώνει. ( : παραμερίζονται, ένστικτα,φυσική επιλογή ;)

, Κατά τον  Teilhard de Chardin   Le phénomène humain » σελ..346 επ..)  σε ελεύθερη απόδοση:’ «Ο κόσμος  ,προχωρεί  ψηλαφώντας με αβέβαια βήματα…..Το Κακό,όχι από ατύχημα,αλλά σαν δομικό στοιχείο τού Σύμπαντος εμφανίζεται αναγκαίο και σε ποσότητα ή βαρύτητα…………..στο αυλάκι τής εξέλιξης….Σύμπαν,που αμαρτάνει,Σύμπαν που υποφέρει…. Τακτοποίηση και συγκέντρωση………….διπλή συνδεδεμένη  ενέργεια…..για λόγους και κόστος  τέτοια που αν μπορούσαμε να τα γνωρίζουμε θα γνωρίζαμε το μυστικό τού κόσμου, που μας περιβάλλει…είναι βέβαιο ..ότι, από μια οπτική γωνία, το Κακό……………ίσως προδίδει μια ανεξήγητη υπερβολή εάν στο κανονικό γεγονός τής εξέλιξης δεν προστίθεται το εξαιρετικό γεγονός μιάς καταστροφής ή αρχικής απόκλισης; Στον τομέα αυτό, δεν αισθάνομαι ικανός να πάρω θέση……Κατά ένα τρόπο……………τίποτε δεν μου φαίνεται να μοιάζει τόσο για την ανθρώπινη εποποιία ,όσο ο δρόμος προς την Σταύρωση»( Le Monde procède a coups         de chances par tâtonnement…Le Mal ,non point par accident …..mais par structure même ;  du système apparaît nécessairement et en quantité ou gravite……..dans le sillage de l ;’ évolution…..Univers qui pêche univers qui souffre ….arrangement et centration…double opération conjuguees ………pour des raisons et suivant un taux tels que si nous pourrions les connaître nous aurions pénètre le  secret du Monde autour de nous(T.de Cardin o.c.347) est-il bien sur …..que pour un regard. la malice du mal…………………..ne trahisse pas un certain excès, inexplicable si a l ; effet normal de l ; évolution ne se surajoute pas l ; effet  extraordinaire  de quelque catastrophe ou déviation primordiale ? Sur ce terrain je ne me sens pas en mesure de prendre position….D ; une manière ………….rien ne me ressemble autant que l épopée humaine a un chemin de la Croix. »(o.c.348) () Και αλλού-(Claude Cuénot ‘”Ce que Teilhard a vraiment dit”Marabout Université  1972). «Πόνος και λάθη,δάκρυα και αίμα,τόσα υποπροιόντα( συχνά  εξάλλου πολύτιμα  και που μπορούν να ξαναχρησιμοποιηθούν) γεννημένα στο δρόμο προς την νοογέννηση………Αλλά  αλήθεια είναι αυτό όλο ……………η ποσότητα και η πονηρία τού Κακού,εδώ και τώρα …………αλλά τότε ….υπάρχει ελευθερία για την Θεολογία να  προβάλλει  και αναφερθεί στα δεδομένα και στους υπαινιγμούς   που δίνει η εμπειρία»(Douleurs et fautes,larmes et sang,,autant de sous-produits(souvent précieux du reste et re-utilisables)engendres en chemin par la noogenese…….Mais est-ce vraiment tout…..la quantité et la malice du mal,hic et nunc…mais dans ce cas,…………..toute liberté est laissée et offerte a la Théologie de  précipiter  les données et sugggestions,fournies par l ; expérience) « Φαίνεται πώς ο Θεός δεν μπόρεσε να δημιουργήσει χωρίς να  παλαίψει με το Κακό και το πολλαπλό.Το Κακό δεν είναι  ένα απρόβλεπτο ατύχημα,στο Σύμπαν,είναι ένας εχθρός,μια σκιά τού Θεού,που ο Θεός αναπόφευκτα εγείρει από την στιγμή που απεφάσισε να δημιουργήσει τον Κόσμο………… Η Δημιουργία για τον Παντοδύναμο είναι ένα  διακύβευμα, ένα ρίσκο…..Η δημιουργική δύναμη τού θανάτου αυτού(επί τού σταυρού) μιάς διαφεύγει……..Ο Σταυρός είναι το σύμβολο και η εστία μιάς πράξης τής οποίας η ένταση είναι πέρα από κάθε δυνατότητα έκφρασης….Οποιος ομιλεί για λύτρωση,ομιλεί για Κακό και όποιος ομιλεί για Κακό ομιλεί για αγωνία.Δεν υπάρχει παρά ένα κακό, η διάλυση τής ένωσης.Το πρόβλημα τού κακού,θα παραμείνει για πάντα ένα από τα μυστήρια,που προκαλούν την μεγαλύτερη σύγχυση στο Σύμπαν.Το κατεξοχήν λάθος(η πτώση) δεν θα μπορούσε να προβλεφθεί…………την στιγμή που  η Ανθρωπότητα έχοντας πλήρη συνείδηση τής δύναμής της,θα διαιρεθεί σε δύο στρατόπεδα,από τα οποία το ένα είναι με το Θεό και το άλλο εναντίον του………..Ο πόνος είναι η συνέπεια και το τίμημα ενός έργου ανάπτυξης,….Η μεγάλη αμαρτία τού Κόσμου είναι μπροστά……..Σ’ ένα μελλοντικό κόσμο,η ευτυχία είναι στο τέλος τής προσπάθειας ………Για μένα δεν υπάρχει παρά ένας τρόπος να ζήσεις: Να  ανυψωθείς και να ανέβεις αρκετά ψηλά, ώστε υπεράνω τής φαινομενικής αταξίας, των λεπτομερειών,να αποκαλυφθεί,η αποκαλυπτική κανονικότητα ενός μεγάλου ανθρώπινου πεπρωμένου……….Το κακό δευτερεύον αποτέλεσμα ,αναπόφευκτο υποπροιόν τής πορείας ενός Σύμπαντος,που βρίσκεται σε εξέλιξη…Οσο περισσότερο  τελειοποιείται η ανθρωπότητα και γίνεται πολυπλοκώτερη,τόσο περισσότερο  οι πιθανότητες μιάς αταξίας πολλαπλασιάζονται ,γιατί δεν δημιουργεί κανείς όρη χωρίς ν΄ανοίξει χαράδρες»(Dieu semble n; avoir pas pu créer sans entrer en lutte contre le mal en même temps que contre le multiple(148) Le mal ; est pas un accident imprévu dans ; Univers,.Il est un ennemi,une ombre que Dieu suscite inévitablement par le seul fait qu ;il se décide a la création. .Créer pour le tout –Puissant .εst une aventure ,un risque,……..La puissance créatrice de cette Mort (sur la croix) nous échappe…..La croix est   le symbole et le foyer  d ; une action dont  ;.l ; intensité est inexprimable(150)..Qui dit rédemption dit mal et qui dit mal dit angoisse.Il n ;y a qu un seul mal ,la désunion(157).Le problème du mal restera toujours..un des mystères les plus troublantes de L Univers(158)…La faute par excellence (chute) ne serait elle plutôt a prévoir en avant …………..au jour  ou L ; Humanité enfin pleinement consciente des ses  forces, se divisera en deux camps pour ou contre Dieu………..La souffrance est la conséquence et le prix d ’un travail de développement…Le grand peche  du monde est en avant……….Dans un monde a devenir, le bonheur est au terme de l ; effort…….Pour moi  il n ; y a qu. un moyen de vivre : prendre ; altitude et monter assez haut pour que pardessus le désordre superficiel des details.se découvre la régularité significative  de quelque grand destin humain .(:  Σ΄ευχαριστώ απo τα βάθη της ψυχής μου) Le mal effet secondaire ,sous-produit inévitable  de la marche d ; un Univers en évolution(161).Dans un monde en devenir, le bonheur est au terme de l ;effort(162) (GAK mais cet effort est le bonheur)..Plus l ;humanité se raffine et se complique plus les chances de désordre se multiplient.car on n ; élève pas de montagne sans creuser des abîmes(168).Pour C.Cuenot, l ;origine du mal s ; identifie avec le mystère du monde et la ,même  indirectement avec le mystère même de Dieu.. en le mal réside un mystère et non point un problème.

Emerger pour voir clair.)

Ο Russel Stannard πλησιάζει  τον T.de Chardin,όταν λέγει  πώς ο πόνος  και η δυστυχία  στον  κόσμο, είναι το κόστος ενός Σύμπαντος που αυτοδημιουργείται αένα,μεταστοιχειούμενο και εξελισσόμενο  σε όλο και περισσότερες σύνθετες μορφές.

 Οι παραπάνω απόψεις  έχουν συναντήσει  αντιρρήσεις,ιδώς στο σημείο που προσπαθούν να δώσουν μια λογικη εξήγηση .Ετσι ο γάλλος φιλόσοφος     Jean Nabert  λέγει ότι, δεν υφίσταται δυνατή   απάντηση καθώς το κακό είναι αδικαιολόγητο.   Επίσης και ο Kierkergaard βρίσκει την  αμαρτία ως κάτι το  ακατανόητο,το αδιαπέραστο , ως ,το αίνιγμα τού κόσμου.Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται  ο γάλλος σχολιατής τού έργου τού T.de Chardin,  Claude  Cuenot,που  βλέπει στο κακό όχι ένα πρόβλημα αλλά ένα μυστήριο.       

.

ΤΟ ΚΑΚΟ ΩΣ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ(;)     Η                 ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ(;)

Για την  άποψη ότι, το κακό είναι αναγκαίο και χρήσιμο στη φύση, γίνεται λόγος και πιο πάνω.

Συμπληρωματικά,προστίθενται οι παρακάτω απόψεις.

Ο  Clarke, σε μια επιστολή του προς τον Leibniz, γράφει ότι, «η φαινομενική αταξία στην φύση,στην πραγματικότητα δεν είναι αταξία,δεδομένου ότι, συνιστά μέρος ενός συγκεκριμένου σχήματος  πρόθεσης τού Δημιουργού και ότι, επομένως θα πρέπει να αντιμετωπισθεί περισσότερο ως σχετική τελειότητα παρά ως ατέλεια.»

Θα μπορούσε να υποστηριχθούν  αναλογικώς τα ίδια και για το Κακό;

·                   Σρι Σάτυα Σαι Μπάμπα, λέγει «Ο Θεός ώρισε να υπάρχει η λύπη ,γιατί χωρίς λύπη,ο άνθρωπος δεν θάμενε προσηλωμένος στον Θεό.Η λύπη  είναι σαν την δίαιτα,και τις άλλες απαγορεύσεις πού ορίζει ο γιατρός για να συμπληρώσει την αποτελεσματικότητα τού φαρμάκου που δίνει».

Για την χρησιμότητα  τού κακού, αντιγράφουμε και τον Κ.Μπέη.Γράφει(ό.π.σελ.84)  « ….Όμως μην το φοβάσαι το κακό γιατί η δική του παροδική κυριαρχία και πλησμονή θα φέρουν με αναπόδραστη νομοτέλεια τον κόρο,κάτι που θα (ξανα)ενεργοποιήσει μέσα σου πνευματικές δυνάμεις,οι οποίες θα σε ωθήσουν στη νέα σου ανοδική πορεία προς το φώς τού αγαθού» Και σαν στήριξη τής άποψής του παραπέμπει και σε δύο στίχους τού  J.Milton  που γράφει πώς κάθε παραφωνία  είναι αρμονία που δεν κατανοήθηκε. Το μερικό κακό είναι παγκόσμο αγαθό) αναφέρεται στην ακατανόητη δυσαρμονία,και στο μερικό κακό  που είναι παγκόσμιο Καλό.  “(……All partial Evil Universal Good”).

          Η σκέψη αυτή, έχει την αφετηρία της ,σε μια διαλεκτική που οδηγεί στην παραδοχή ότι,  «το κακό υπάρχει για να παρακινεί τελικώς   στην προαγωγή τού αγαθού,ότι,  « η ψυχή,ανεβοκατεβαίνει την ίδια κλίμακα πάντα με τον ίδιο σφοδρό έρωτα προς εκείνο που τής λείπει»(Μπέης ό.π.83),και  είναι σύμφωνη και  με την άποψη τού Αριστοτέλη( Μεγάλα Ηθικά 1208α 15-16) που λέγει «  ..επειδή  κάτι από την ψυχή μας  το έχουμε χειρότερο,ενώ κάτι άλλο καλύτερο,ενώ εξ άλλου το χειρότερο υπάρχει για χάρη τού καλύτερου» , θυμίζει απόψεις,---όπως ότι,μέσα από το λάθος και την αμαρτία ,φθάνουμε στην αλήθεια,ότι, πρέπει να έχουμε εμπειρίες από όσα γίνεται περισσότερα,ώστε οι επιλογές μας να είναι ασφαλέστερες κλπ.,----που έχουν ασφαλώς εφαρμογή σε αρκετές περιτπώσεις,υπάρχει όμως κίνδυνος να παρεξηγηθούν,και να ωθήσουν σε επικίνδυνες μη ελεγχόμεμενες κα μη αναστρέψιμες καταστάσεις ( : μια ακραία περίπτωση.Δοκιμάζω ναρκωτικά,ώστε να οδηγηθώ νομοτελειακά στην αποτοξίνωση,στην αυτογνωσία,στον αυτοέλεχο-είναι βέβαιο ότι, θα μπορέσω να  βρώ την έξοδο,να ανακάμψω;).Να αφήνεις τον εαυτό σου,ή ακόμη να σμπρώχνεις τον εαυτό σου,προς το λάθος,προς το κακό,ώστε να φθάσεις στο σωστό,στο καλό.;.(:Το κακό από μόνο του θα δημιουργήσει το Καλό;)

          Η άποψη για την χρησιμότητα τού (φυσκού) κακού θυμίζει τη θέση βιολόγων,ότι, η ύπαρξη  ατελειών στη φύση,είναι αυτή,που δίνει μια δυναμική στην ξέλιξη. Ετσι ο  δαρβινιστής,   Francisco J.Ayala  παρατηρεί ότι, ένας κόσμος  ατελής(: και το κακό είναι μια ατέλεια),στον οποίο η ζωή συνεχώς εξελίσσεται είναι πολύ πιό συναρπαστικός ,είναι ένας δημιουργικός κόσμος  στον οποίο μπορούν να εμφανιστούν νέα είδη, και να εξελιχθεί το ανθρώπινο είδος, Μπορεί άριστα να πρόκειται για θεική επιλογή.

Στην ενότητα αυτή,βρίσκει ίσως τη θέση της,η ακόλουθη σκέψη.: Αν κανείς θελήσει να αντιμετωπίσει το φυσικό και το ηθικό κακό,ως δύο όψεις ενός και τού αυτού πράγματος,μπορεί να ακροβατήσει (ίσως αν όχι ανεπίτρεπτα, τουλάχιστον επικινδύνως)σε μια  ίσως απέλπιδα(και εκ των προτέρων για πολλούς αποτυχημένη) προσπάθεια να εξηγήσει.Ότι, δηλαδή χωρίς το κακό,η Δημιουργία θάταν ανέφικτη.Όπως ο κεραυνός σκοτώνει,αλλά συγχρόνως δημιουργεί και ζωή,όπως το ίδιο γίνεται και με τους σεισμούς και με ανάλογα φαινόμενα,έτσι και με το κακό.Είναι στοιχείο τής Δημιουργίας.Είναι κατά κάποιο τρόπο η  prima materia.Απ΄ αυτή σιγά σιγά ξεκινάει η ζωή,η πολυπλοκότητα,ο άνθρωπος η συνείδηση,το καλό.Από το ανοργάνωτο και το χαώδες, προκύπτει το οργανωμένο και η τάξη.  

Διατυπώθηκε-με αφορμή(και) το ¨διάγραμμα τής Υπέρτατης Τελειότητας- η άποψη,ότι ,το Κακό χρειάζεται για την κίνηση τού Σύμπαντος.Η θέση αυτή,έχει πιθανώς την αφετηρία της , στο καθαρά υλικό μέρος τού Σύμπαντος,στο καθαρώς υλικό μέρος τής φύσης. Τα ηφαίστεια,οι σεισμοί,σκοτώνουν μυριάδες ανθρώπους,αλλά χωρίς αυτά δεν θα υπήρχε ζωή.Στην άποψη που μας ενδιαφέρει,και έχει σχέση με την ηθική τελείωση τού Ανθρώπου,η θέση αυτή,δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Ο άνθρωπος, συγκροτείται όντως από τα ίδια στοιχεία ,με τα οποία συγκροτείται  ολόκληρη η φύση,το Σύμπαν αλλά υπερβαίνει την ύλη.Οχι μόνο από πλευράς δομής αλλά και ποιοτικώς,όπως ακριβώς  μια χημική ένωση,έχει ιδιότητες εντελώς διαφορετικές από τα άτομα που την απαρτίζουν.         

Στην «Κυριακή Προσευχή» το δίδαγμα είναι η αποφυγή τού πειρασμού(κακού).             

-

 

Μήπως το κακό,μήπως ειδικώτερα ο πόνος, είναι το φυτώριο από το οποίο ξεπηδάει ,στο οποίο φυτρώνει η ΑΓΆΠΗ;

 


Ο Πόλεμος μέσα από  επιστολές Einstein-Freud

 

Η επιστολή του Albert Einstein

Πότσδαμ, 30 Ιουλίου 1932

 

Αγαπητέ κ. Φρόιντ,

 

Η πρόταση, η οποία μου έγινε από την Κοινωνία των Εθνών και από το «Διεθνές Ινστιτούτο Πνευματικής Συνεργασίας» των Παρισίων, να επιλέξω κάποιον για μια ανταλλαγή απόψεων σε ένα θέμα της εκλογής μου, μου προσφέρει την ευκαιρία να συζητήσω μαζί σας ένα ερώτημα, το οποίο, υπό τις σημερινές παγκόσμιες συνθήκες, εμφανίζεται από τα πιο επείγοντα που αντιμετωπίζει ο πολιτισμός.

 

Το ερώτημα είναι: υπάρχει τρόπος να απαλλαγούν οι άνθρωποι από την μοίρα του πολέμου; Είναι πια γνωστό ότι με την πρόοδο της σύγχρονης επιστήμης, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει γίνει ζήτημα ζωής ή θανάτου για τον πολιτισμό. Εν τούτοις, παρά την καλή μου θέληση, όλες οι προσπάθειες δεν έχουν καταλήξει σε τίποτα το συγκεκριμένο.

 

Έχοντας απαλλαγή από εθνικιστικές προκαταλήψεις, έχω έναν απλό τρόπο αντιμετωπίσεως της εξωτερικής όψεως, δηλαδή της οργανωτικής, του προβλήματος: τα κράτη να δημιουργήσουν ένα νομοθετικό και δικαστικό όργανο, το οποίο να αναλάβει την εξομάλυνση όλων των διαφορών που αναφύονται μεταξύ τους. Σήμερα, όμως στερούμεθα αυτού του υπερεθνικού οργάνου, το οποίο, θα ήταν σε θέση να εκδίδει αδιαφιλονίκητες αποφάσεις και να επιβάλλει δυναμικά την εκτέλεση των αποφάσεών του.

 

Φθάνω έτσι στο πρώτο μου αξίωμα: Προκειμένου να εξασφαλισθεί η διεθνής ειρήνη, επιβάλλεται όπως κάθε κράτος παραιτηθεί, μέσα σε λογικά όρια, από μερικά των κυριαρχικών του δικαιωμάτων. Αυτός είναι αναμφισβήτητα ο μόνος δρόμος για να φθάσουμε σε παρόμοια ειρήνη.

 

Το πρώτο Αξίωμα:

Η αποτυχία, παρά τις προσπάθειες που κατεβλήθησαν την τελευταία δεκαετία προς αυτή την κατεύθυνση, μας πείθει ότι επεμβαίνουν ισχυροί ψυχολογικοί παράγοντες, οι οποίοι παραλύουν κάθε προσπάθεια. Μερικοί από τους εν λόγω παράγοντες είναι προφανείς. Η δίψα της εξουσίας της κρατούσης τάξεως είναι, σε όλα τα κράτη, αντίθετη προς κάθε περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας. Αυτή η υπέρμετρη επιθυμία πολιτικής εξουσίας συμβαδίζει με τους στόχους εκείνων, οι οποίοι αποβλέπουν μόνο σε οικονομικά πλεονεκτήματα.

Αναφέρομαι, κυρίως, σε αυτή την περιορισμένη, αλλά αποφασιστική ομάδα, η οποία, δραστήρια σε κάθε κράτος και αδιάφορη προς κάθε «κοινωνικό περιορισμό», βλέπει στον πόλεμο, δηλαδή στην κατασκευή και πώληση πυρομαχικών, απλώς και μόνο μια ευκαιρία προωθήσεως των ατομικών της συμφερόντων. Πώς είναι δυνατόν αυτή η μειονότητα να κατορθώνει να υποδουλώνει στην απληστία της την μάζα του λαού, η οποία το μόνο που περιμένει από ένα πόλεμο είναι να υποφέρει και να χάση;

 

Μια λογική απάντηση θα ήταν ότι η μειονότητα, η οποία εκ περιτροπής κατέχει την εξουσία, εξουσιάζει πριν απ’ όλα το σχολείο και τον Τύπο και, επί πλέον, τις θρησκευτικές οργανώσεις. Αυτό της επιτρέπει να κατευθύνει και να παραπλανά τα αισθήματα της μάζας, καθιστώντας την όργανο της πολιτικής της.

 

Ωστόσο, και αυτή η απάντηση δεν δίνει μια ολοκληρωμένη εξήγηση και προκαλεί ένα επόμενο ερώτημα: Πώς είναι δυνατόν η μάζα να αφήνεται να εξάπτεται με τα μέσα που αναφέραμε, φθάνοντας στο πάθος και το ολοκαύτωμά της;

 

Η ευχαρίστηση του μίσους

 

Στο ερώτημα αυτό υπάρχει μια δυνατή απάντηση: Γιατί στον άνθρωπο είναι έμφυτη η ευχαρίστηση του μίσους και της καταστροφής.

 

Υπό ομαλές συνθήκες, το πάθος αυτό παραμένει εν υπνώσει και και αφυπνίζεται μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Είναι εύκολο όμως το πάθος αυτό να μεταβληθεί σε ομαδική ψύχωση. Φθάνουμε έτσι στο τελευταίο ερώτημα: Είναι δυνατόν να καθοδηγηθεί η ψυχολογική ανάπτυξη του ανθρώπου έτσι ώστε να καταστεί ικανός να αντισταθεί στην ψύχωση του μίσους και της καταστροφής;

 

Δεν αναφέρομαι εδώ μόνο στις λεγόμενες αμόρφωτες μάζες. Η πείρα αποδεικνύει ότι εκείνη που υποκύπτει πρώτη σε αυτές τις ομαδικές καταστρεπτικές υποβολές, είναι η λεγόμενη «διανόηση». Γιατί ο διανοούμενος δεν έχει άμεση επαφή με την σκληρή πραγματικότητα, την οποία ζει μέσα από την πιο εύκολη συνοπτική μορφή της: την τυπωμένη σελίδα.

 

Καταλήγω: Αναφέρθηκα έως τώρα σε πολέμους μεταξύ κρατών, δηλαδή σε διεθνείς πολέμους. Έχω όμως πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι το επιθετικό ένστικτο ενεργεί και υπό άλλες συνθήκες: αναφέρομαι στους εμφυλίους πολέμους π.χ., τους οφειλόμενους κάποτε σε θρησκευτικό φανατισμό και κάποτε, όπως σήμερα σε κοινωνικούς παράγοντες, ή ακόμη στις φυλετικές καταστάσεις μειονοτήτων.

 

Ξέρω ότι στα βιβλία σας μπορούμε να βρούμε σαφείς ή έμμεσες απαντήσεις σε όλα τα ερωτηματικά αυτού του προβλήματος, που είναι και επείγον και απαράγραπτο. Θα ήταν ωστόσο πάρα πολύ χρήσιμο σε όλους μας, αν μας εκθέσετε το πρόβλημα της παγκοσμίου ειρήνης υπό το φως των τελευταίων ανακαλύψεών σας, γιατί αυτό θα μας δείξει τον δρόμο για νέους και αποτελεσματικούς τρόπους δράσης.

 

Εγκάρδια δικός σας

 

ΑΛΜΠΕΡΤ ΑΙΝΣΤΑΙΝ

 

Η απάντηση του Sigmund Freud

Βιέννη Σεπτέμβριος 1932

 

Αγαπητέ κ. Αϊνστάιν

 

 

Αρχίζετε με τη σχέση μεταξύ νόμου και δυνάμεως. Μπορώ να αντικαταστήσω τη λέξη «δύναμη» με την πιο σκληρή και ωμή λέξη «βία»; Δίκαιο και βία αποτελούν για μας όρους εκ διαμέτρου αντιθέτους.

 

Είναι εύκολο να αποδείξουμε ότι το ένα ανεπτύχθη από το άλλο. Και, αν ανατρέξουμε στην αρχαιότητα για να επαληθεύσουμε ότι αυτό ίσχυε ανέκαθεν, η λύση του προβλήματος δεν θα είναι δύσκολη.

 

Οι συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ των ανθρώπων λύονται κατ’ αρχήν με τη χρήση βίας. Αυτό συμβαίνει σε όλο το ζωικό βασίλειο, στο οποίο ανήκει και ο άνθρωπος. Στον άνθρωπο, όμως, θα πρέπει, για την αλήθεια, να προσθέσουμε και τις ιδεολογικές συγκρούσεις οι οποίες , προκειμένου να είναι αποφασιστικές απαιτούν μια άλλη τακτική. Αυτό όμως συνέβη αργότερα, όπως θα δούμε συνέχεια.

 

Αρχικά, σε μια μικρή ανθρώπινη ομάδα, η μεγαλύτερη μυική δύναμη αποφάσιζε σε ποιόν θα ανήκε κάτι, ή τίνος η θέληση θα επικρατούσε. Σύντομα όμως η μυική δύναμη αντικαταστάθηκε από την χρήση οργάνων: νικούσε όποιος είχε το καλύτερο όπλο, ή το χρησιμοποιούσε με περισσότερη επιτηδειότητα.

 

Με την εμφάνιση των όπλων, η πνευματική υπεροχή αρχίζει και παίρνει τη θέση της κτηνώδους μυικής δυνάμεως, παρ’ όλο ότι ο τελικός σκοπός του αγώνος παραμένει ο ίδιος: το ένα από τα δύο μέρη υποχρεώνεται να παραιτηθεί από τις διεκδικήσεις του, ή τις αντιῤῥήσεις του.

 

Αυτό επιτυγχάνεται κατά τρόπο ριζικότερο, όταν η βία εξουδετερώνει οριστικά τον αντίπαλο, δηλαδή τον σκοτώνει. Το σύστημα αυτό έχει δύο πλεονεκτήματα: ότι ο αντίπαλος δεν μπορεί να ξαναρχίσει τις εχθροπραξίες και ότι η τύχη του αποθαῤῥύνει τους άλλους να ακολουθήσουν το παράδειγμά του.

Καμια φορά, όμως, την απόφαση του φόνου ανατρέπει η σκέψη ότι ο εχθρός μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε υπηρετικά καθήκοντα, εάν τρομοκρατηθεί και του χαριστεί η ζωή.

Στην περίπτωση αυτή η βία περιορίζεται να κάνει υποχείριο της αντί να τον σκοτώσει.

Αλλά ο νικητής θα έχει στο εξής να αντιμετωπίζει την μανία της εκδικήσεως του ηττημένου, ο οποίος θα βρίσκεται σε συνεχή αναμονή.

 

Το δικαίωμα της αντιθέσεως στη βία

 

Αυτή, λοιπόν, ήταν αρχικά η κατάσταση: η επικράτηση του ισχυροτέρου, της κτηνώδους βίας, ή της βίας που την στήριζε η ευφυΐα.

Γνωρίζουμε ότι αυτό το καθεστώς μετεβλήθη στην διάρκεια της εξελίξεως, ότι ένας δρόμος οδήγησε από την βία στο δίκαιο, στο νόμο. Ποιος, όμως;

 

Κατά την γνώμη μου, εκείνος ο δρόμος που περνούσε από την διαπίστωση ότι η μεγαλύτερη δύναμη του ενός μπορούσε να αντιμετωπισθεί από την ένωση των περισσοτέρων αδυνάτων.

Η ισχύς εν τη ενώσει.

Η βία καταπολεμείται από την συνένωση των πολλών και η δύναμη αυτών που συνενώθηκαν εκπροσωπεί τώρα το δικαίωμα της αντιθέσεως στην βία του ενός.

 

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι το δίκαιο είναι η δύναμη μιας κοινότητος. Η οποία παραμένει πάντα βία, έτοιμη να εκδηλωθεί εναντίον εκείνου που της αντιτίθεται, ενεργεί με τα ίδια μέσα, ακολουθεί τους ίδιους σκοπούς.

Στην πραγματικότητα, η μόνη διαφορά βρίσκεται στο γεγονός ότι δεν θριαμβεύει πια η βία του ενός αλλά η βία της κοινότητος.

 

Αλλά για να πραγματοποιηθεί αυτό το πέρασμα της βίας στο νέο δίκαιο, πρέπει να εκπληρωθεί μια ψυχολογική προϋπόθεση.

Η ένωση των πολλών θα πρέπει να είναι μόνιμη, σταθερή.

Εάν πραγματοποιηθεί μόνο προς τον σκοπό να καταπολεμηθεί ο προπέτης για να διαλυθεί μετά την ήττα του, δεν επιτυγχάνεται τίποτα.

Ο πρώτος που θα θεωρούσε τον εαυτό του ισχυρότερο, θα φιλοδοξούσε εκ νέου να κυριαρχήσει δια της βίας, και το παιχνίδι θα επαναλαμβανόταν χωρίς τέλος.

 

Η κοινότητα οφείλει να παραμένει συνεχώς ηνωμένη, να προδιαγράψει τους κανόνες που θα προλαμβάνουν τις ανταρσίες, να διορίσει τα όργανα τα οποία θα αγρυπνούν για την τήρηση των κανόνων, των νόμων, και τα οποία όργανα θα προνοούν για την εκτέλεση των νομίμων πράξεων βίας.

Σε μια παρόμοια κοινότητα συμφερόντων δημιουργούνται μεταξύ των μελών μιας ενωμένης ανθρώπινης ομάδος συναισθηματικοί δεσμοί, κοινά αισθήματα στα οποία στηρίζεται η πραγματική της δύναμη.

 

Σε τι χρησιμεύουν οι νόμοι

 

Το πράγμα είναι απλό, σε όσο διάστημα η κοινότητα αποτελείται από ορισμένα άτομα εξ ίσου ισχυρά, οι νόμοι αυτής της «ομάδος» καθορίζουν μέχρι ποιου σημείου θα πρέπει να περιορισθεί η ελευθερία του κάθε ατόμου να χρησιμοποιεί την δύναμη του κατά τρόπο βίαιο, ώστε να καταστήσει δυνατή μια ασφαλής κοινή ζωή.

Ένα όμως παρόμοιο ειρηνικό καθεστώς είναι νοητό μόνο θεωρητικά Γιατί στην πραγματικότητα, οι περιστάσεις περιπλέκονται, για τον λόγο ότι η κοινότητα, ευθύς εξ αρχής, περιλαμβάνει εξ ίσου δυναμικά, άνδρες και γυναίκες, γονείς και παιδιά, και σύντομα, συνεπεία του πολέμου και των καθυποτάξεων, νικητές και ηττημένους, οι οποίοι μεταβάλλονται σε κυρίους και σκλάβους. Το δικαίωμα της κοινότητος καθίσταται τότε έκφραση της σχέσεως άνισων δυνάμεων στο εσωτερικό της, οι νόμοι γίνονται από, και για εκείνους, που διοικούν, οι οποίοι παραχωρούν ελάχιστα δικαιώματα σε αυτούς που καθυπόταξαν.

 

Από την στιγμή εκείνη υπάρχουν στην κοινότητα δύο πηγές ανησυχίας, αλλά καί

τελειοποιήσεως του νόμου.

Πρώτον, η προσπάθεια του ενός ή του άλλου ατόμου για να υψωθεί υπεράνω των περιορισμών που ισχύουν για όλους, για την επιστροφή συνεπώς από την βασιλεία του νόμου σε εκείνη της βίας και, δεύτερον την συνεχή προσπάθεια των υπηκόων για την απόσπαση περισσότερης εξουσίας και νομιμοποιήσεως αυτών των μεταβολών, δηλαδή από την ισότητα των νόμων για όλους, στην ισότητα των νόμων για μερικούς.

 

Αυτή η εξελικτική διαδικασία καθίσταται ιδιαίτερα σημαντική όταν εκδηλώνονται μετατοπίσεις της εξουσίας στο εσωτερικό της κοινότητος, όπως μπορεί να συμβεί λόγω ιστορικών αιτίων.

 

Το δίκαιον, ο νόμος, μπορεί προσαρμοσθεί βαθμιαίως στις καινούργιες σχέσεις της εξουσίας ή, πράγμα που συμβαίνει συχνότερα, η κυρίαρχη τάξη να μη είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει αυτή την μεταβολή, οπότε φθάνουμε στην εξέγερση, στον εμφύλιο πόλεμο, δηλαδή σε μια προσωρινή κατάλυση του νόμου και σε νέες εκδηλώσεις βίας, μετά τις οποίες εγκαθιδρύεται μια νέα τάξη δικαίου.

 

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι και στους κόλπους μιας κοινότητας δεν αποφεύγεται η βίαια λύση των οικονομικών συγκρούσεων. Αλλά οι ανάγκες και η ταυτότητα των συμφερόντων, που προκύπτουν από την ζωή, ευνοούν μια γρήγορη λύση αυτών των αγώνων, ενώ η πιθανότητα ειρηνικής λύσεως αυτών των καταστάσεων αυξάνει συνεχώς.

 

Μια ματιά στην ιστορία της ανθρωπότητας, θα μας δείξει μια αδιάκοπη σειρά συγκρούσεων μεταξύ μιας κοινότητος και μιας άλλης, ή μεταξύ πολλών, μεταξύ πόλεων, χωρών, φυλών, λαών, κρατών, οι οποίες γίνονται σχεδόν πάντα δια της προσφυγής στην βία του πολέμου.

 

Οι πόλεμοι αυτοί καταλήγουν ή σε λεηλασίες ή σε απόλυτη υποταγή του ενός από τον άλλον. Οι κατακτητικοί πόλεμοι δεν μπορούν να κριθούν συνολικά. Μερικοί, όπως των Τούρκων και των Μογγόλων, δεν προκάλεσαν παρά μόνο δυστυχία, ενώ άλλοι αντίθετα, συνετέλεσαν στην μετατροπή της βίας σε νόμο, δημιουργώντας μεγαλύτερες μονάδες, μέσα στις οποίες η δυνατότητα προσφυγής στην βία εξουδετερώνετε, ενώ μια νέα νομοθετική τάξη συμβίβαζε τις διαφορές. Όπως οι κατακτήσεις των Ρωμαίων έδωσαν στις μεσογειακές χώρες το πολύτιμο

«Πάξ Ρομάνα».

 

Ο πόλεμος ως μέσον «αιώνιας ειρήνης»

Η απληστία των Γάλλων βασιλέων να επεκτείνουν τα κτήματά τους δημιούργησε μια Γαλλία ηνωμένη, ευημερούσα. Όσο κι’ αν αυτό μπορεί να φανεί παράδοξο, θα πρέπει ωστόσο να παραδεχθούμε ότι ο πόλεμος δεν θα ήταν ένα ανάρμοστο μέσον για την εγκαθίδρυση της «αιώνιας» ειρήνης, γιατί επιτρέπει την δημιουργία αυτών των μεγάλων μονάδων μέσα στις οποίες μια ισχυρή κεντρική εξουσία καθιστά αδύνατο τον πόλεμο.

Ωστόσο, δεν το κατορθώνει, γιατί οι επιτυχίες της κατακτήσεως κατά κανόνα δεν διαρκούν.

Για ότι αφορά την εποχή μας οδηγούμενα στο ίδιο συμπέρασμα, στο οποίο καταλάβατε και εσείς από συντομότερο δρόμο. Μία ασφαλής πρόληψη του πολέμου είναι δυνατή μόνο εάν οι άνθρωποι συμφωνήσουν για την σύσταση μιας κεντρικής εξουσίας, στης οποίας την κρίση θα υποβάλλονται όλες οι διαφορές.

Στην πρόταση αυτή περιέχονται δύο διαφορετικές ανάγκες: η δημιουργία ενός Ανωτάτου Δικαστηρίου και η εξασφάλιση της απαιτούμενης εξουσίας. Η πρώτη χωρίς την δεύτερη δεν θα ωφελούσε σε τίποτα.

Δύο αντίθετες παρορμήσεις

Ας εξετάσουμε τώρα μια άλλη από τις προτάσεις σας. Απορείτε ότι είναι τόσο εύκολο να παρασυρθούν οι άνθρωποι στον πόλεμο και υποθέτετε ότι μέσα τους υπάρχει πράγματι μια παρόρμηση προς το μίσος και την καταστροφή.

Συμφωνώ μαζί σας απόλυτα. Πιστεύουμε πράγματι στην ύπαρξη αυτού του ενστίκτου και τα τελευταία χρόνια προσπαθήσαμε να μελετήσουμε τις εκδηλώσεις του. Θα μου επιτρέψετε να εκθέσω μέρος της θεωρίας των ενστίκτων, στην οποίαν φθάσαμε έπειτα από πολλά λάθη και δισταγμούς.

 

Εικάζουμε ότι οι παρορμήσεις του ανθρώπου είναι δύο ειδών: αυτές που τείνουν να διαιωνίσουν και να ενώσουν και τις οποίες αποκαλούμε ερωτικές και σεξουαλικές, και εκείνες που τείνουν να καταστρέψουν και να σκοτώσουν.

Τα τελευταία αυτά τα αποκαλούμε «επιθετικά ή καταστρεπτικά ένστικτα». Και οι δύο αυτές παρορμήσεις είναι εξ ίσου απαραίτητες, γιατί το φαινόμενο της ζωής εξαρτάται από την συμφωνία και την αντίθεσή τους.

 

Φαίνεται όμως ότι ουδέποτε μια παρόρμηση του ενός τύπου μπορεί να δράση μεμονωμένως. Συνδέεται πάντοτε, ή, όπως λέμε, συμμιγνύεται, με ένα ποσοστό της άλλης, το οποίο ποσοστό τής μεταβάλλει τους σκοπούς, ή, αναλόγως των περιπτώσεων, επιτρέπει έτσι την επίτευξή τους. Έτσι, π. χ., το ένστικτο της αυτοσυντηρήσεως είναι ασφαλώς ερωτικό, χωρίς αυτό να εμποδίζει να προσφεύγει στην επιθετικότητα για να εκπληρώσει τον σκοπό της.

 

Οι ανθρώπινες πράξεις αποκαλύπτουν και μια επιπλοκή διαφορετικού είδους. Σπανίως η πράξη είναι έργο ενός μόνο παρορμητικού κινήτρου, το οποίο, εξ άλλου, πρέπει να είναι συνδυασμός έρωτα και επιθετικότητας. Κανονικά, πρέπει να συντρέξουν πολλά παρόμοια κίνητρα για να καταστήσουν δυνατή την δράση.

 

Γι’ αυτό, όταν οι άνθρωποι παρακινούνται στον πόλεμο, μεσολαβεί μέσα τους μια ολόκληρη σειρά από συναίτια κίνητρα, ευγενή και χυδαία.

Τα κίνητρα αυτά δεν χρειάζεται να τα απαριθμήσουμε. Σε αυτά περιλαμβάνεται πάντα η ικανοποίηση της επιθέσεως και της καταστροφής.

Αναρίθμητες ωμότητες της ιστορίας και της καθημερινής ζωής επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και τη την δύναμή τους.

Η ανάμιξη αυτών των καταστρεπτικών παρορμήσεων με άλλες παρορμήσεις, ερωτικές και ιδεολογικές , διευκόλυνε φυσικά την εκπλήρωσή τους.

 

Ξεκινώντας από το δόγμα των παρορμήσεων, φθάνουμε σε ένα τύπο για να προσδιορίσουμε τους έμμεσους δρόμους της καταπολεμήσεως του πολέμου.

Εάν η ροπή προς τον πόλεμο είναι προϊόν της καταστρεπτικής παρορμήσεως, τότε θα πρέπει να ανατρέξουμε για να την καταπολεμήσουμε στην ανταγωνιστική της παρόρμηση: στον έρωτα. Ό,τι προκαλεί συναισθηματικούς δεσμούς στους ανθρώπους, θα πρέπει να ενεργή έναντι του πολέμου.

 

Και τώρα θα ήθελα να συζητήσω ένα πρόβλημα, το οποίο δεν θίγετε στην επιστολή σας, και το οποίον με ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Γιατί αγανακτούμε τόσο εναντίον του πολέμου; Γιατί δεν τον βλέπουμε σαν ένα από τους τόσους και αλγεινούς ολέθρους της ζωής;

 

Ο πόλεμος φαίνεται να ταυτίζεται με την φύση, απόλυτα δικαιολογημένα και στην πραγματικότητα να θεωρείται αναπόφευκτος.

Μη σας προξενεί φρίκη η ερώτηση. Η απάντηση υπάρχει: γιατί κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην ζωή του, γιατί ο πόλεμος καταστρέφει ανθρώπινες ζωές, θέτει τα άτομα υπό ατιμωτικές συνθήκες, τα υποχρεώνει , παρά την θέλησή τους, να σκοτώνουν άλλα άτομα, καταστρέφει πολύτιμες υλικές αξίες, προϊόντα της ανθρώπινης εργασίας και πολλά άλλα.

 

Επί πλέον ο πόλεμος υπό την σημερινή του μορφή, δεν δίνει καμιά ευκαιρία εκπληρώσεως του παλαιού ηρωικού ιδεώδους, ενώ ο αυριανός πόλεμος λόγω της τελειοποιήσεως των μέσων καταστροφής, θα σημαίνει την εξόντωση του ενός, ή και των δύο, αντιπάλων. Όλα είναι τόσο αληθινά και αδιαφιλονίκητα, που μας εκπλήττει το γεγονός ότι η προσφυγή στον πόλεμο δεν έχει ακόμη καταργηθεί, βάσει μιας γενικής συμφωνίας της ανθρωπότητας.

Από αμνημονεύτων χρόνων, η ανθρωπότητα υποβάλλεται στην διαδικασία του εκπολιτισμού.

Σε αυτό οφείλονται όλα τα δεινά μας.

Τα αίτια είναι σκοτεινά, η έκβαση αβέβαιη.

Ίσως οδηγεί στην εξαφάνιση του ανθρωπίνου είδους, αφ’ ενός γιατί τρέφει τόσες προκαταλήψεις απέναντι στην σεξουαλική λειτουργία, και αφ’ ετέρου γιατί σήμερα πολλαπλασιάζονται δυσανάλογα οι αμόρφωτες μάζες και τα καθυστερημένα στρώματα του πληθυσμού, εν σχέσει με τους μορφωμένους και προοδευμένους.

 

Ίσως αυτή η διαδικασία να μπορεί να συγκριθεί με την εξημέρωση ορισμένων ζώων, η οποία αναμφίβολα, επιφέρει φυσικές αλλοιώσεις. Δεν έχουμε ακόμη συνηθίσει στην ιδέα ότι η εξέλιξη του πολιτισμού είναι μια παρόμοια οργανική διαδικασία.

 

Πότε θα γίνουμε όλοι ειρηνιστές;

Από τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά του πολιτισμού, δύο φαίνονται τα πιο σημαντικά: η ενίσχυση της νοήσεως, η οποία αρχίζει να κυριαρχεί των παρορμήσεων και η εσωστρέφεια της επιθετικότητας, με όλα τα πλεονεκτήματα και τους κινδύνους που επακολουθούν. Όμως ο πόλεμος έρχεται σε πλήρη αντίφαση προς τον ψυχικό μας κόσμο, όπως τον διαμόρφωσε ο πολιτισμός. Δεν τον ανεχόμαστε πια, δεν πρόκειται μόνο για μια πνευματική άρνηση, για μας τους ειρηνιστές ο πόλεμος είναι αφόρητος εξ ιδιοσυγκρασίας.

 

Πόσο πρέπει να περιμένουμε ώστε και οι άλλοι να γίνουν ειρηνιστές; Δεν μπορούμε, να το ξέρουμε, ίσως όμως να μην αποτελεί μια ουτοπιστική ελπίδα, ότι η επιῤῥοή δύο παραγόντων, ή όλο και πιο πολιτισμένη μας στάση και ο δικαιολογημένος φόβος των συνεπειών ενός ολοκληρωτικού πολέμου, θα τερματίσει τον πόλεμο στο προσεχές μέλλον. Με ποιο τρόπο, δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε. Στο μεταξύ, όμως, μπορούμε να πούμε:

Όλα όσα συντελούν στην εκπολιτιστική ανάπτυξη, εργάζονται εναντίον του πολέμου.

 

Σάς χαιρετώ εγκάρδια. Και σας ζητώ συγνώμη αν οι παρατηρήσεις μου σας απογοήτευσαν.

 

ΣΙΓΚΜΟΥΝΤ ΦΡΟΥΝΤ


ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ   Η ΑΜΑΡΤΙΑ- ΚΑΚΟ

Η αμαρτία (: η αρχική της έννοια είναι: λάθος) που συνιστά ασφαλώς και αυτή, μια λαθεμένη ενέργεια είναι μια έννοια που  δέχεται η Χριστιανική Θρησκεία,σε αντίθεση με άλλες δοξασίες  Για τους περισσότερους από μάς,υφίσταται όντως διάκριση ανάμεσα στο λάθος και στην αμαρτία, και η διερεύνηση των διαφορών αυτών ίσως είναι ωφέλιμη. Κατά πρώτον η αμαρτία διαφέρει από το λάθος   στο κίνητρο .Δεύτερον στην ευρήτητα τού αποτελέσματος. Προσβάλλει  και έχει συνέπειες και  στη συγκρότηση ,τη  ψυχή τού αμαρτάνοντος Ανθρώπου, στην πορεία τού Ανθρώπου,στο διπλανό του, αλλά(για μερικούς)  επί πλέον επιδρά αρνητικώς και  στην πορεία τής ολότητας,τού Σύμπαντος.Η αμαρτία   είναι μια έννοια που  δέχεται η Χριστιανική Θρησκεία σε αντίθεση με άλλες δοξασίες(όπως το Ζέν,όπου η έννοια αυτή είναι άγνωστη).  

Kατά το Ισλάμ το κακό συμπεριλαμβάνεται στα δημιουργήματα τού Θεού.Ο Μωάμεθ στο Κοράνιο(Κεφ.32 στ.6) επινοεί μύθο για την πτώση τού Εωσφόρου(προσωποποίηση τού κακού). 

 

Η ΘΕΟΣΟΦΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Το «κακό» με τα βιβλία τής Θεοσοφίας είναι ότι , δεν γίνεται σ΄αυτά,με ελάχιστες εξαιρέσεις,αναφορά σε βιβλιογραφία ούτε(συνήθως) δίνουν εξηγήσεις,όπως θα τις ήθελε η σύγχρονη επιστήμη και η συνήθης λογική.Πλέον αυτών, δεν γνωρίζει κανείς,ούτε   την ιστορική καταγωγή μιάς απόψεως,ούτε αν αυτή εκφράζει επίσημες θέσεις τής Θεοσοφικής εταιρείας,ούτε  πολλές φορές, πώς τεκμηριώνεται η άποψη αυτή.Ως αντιστάθμισμα,αρκετά επικίνδυνο,γιατί μπορεί να οδηγήσει  σε παράλογες και αυθαίρετες ερμηνείες,είναι ότι ,επιτρέπει μια ελευθερία στην ανάγνωση και την ερμηνεία.

Στα όσα ακολουθούν,η σύνδεση με την  έννοια τού κακού δεν είναι  πάντοτε εμφανής .Παρατίθεται μια ευρεία περίληψη θεοσοφικών αντιλήψεων ,με την σκέψη,ότι ,ο αναγνώστης,θα αναγνωρίσει,ότι, η Θεοσοφική διαδασκαλία,προσπαθεί να αντιμετωπίσει κι΄αυτή,την έννοια τού κακού,τού πόνου,τής ανθρώπινης δυστυχίας.  

Μετά την εισαγωγή αυτή έχουμε:

Δεν βλέπω ότι,η σφραγίδα τής Θεοσοφικής εταιρείας,δείχνει την θέση της,στο πρόβλημα , στο οποίο αναφέρεται,το πόνημα αυτό,και τούτο γιατί κατά την γνώμη μου, η Θεοσοφική Διδασκαλία,δεν βλέπει το Κακό, να υφίσταται αυτόνομα.( Πρβλ τα συμπλεκόμενα δύο τρίγωνα,ως συμβολίζοντα –ίσως-το Κακό και τα Καλό. )

Η σφραγίδα τής Θεοσοφικής Εταιρείας περιέχει  δύο ανεστραμμένα τρίγωνα.Δεν γνωρίζω τι ακριβώς ήθελαν να δηλώσουν αυτοί που καθιέρωσαν το σύμβολο αυτό. Αντιγράφω πάντως ορισμένα στοιχεία, από σχετικά βιβλία. Ετσι ο Juan-Eduardo Cirlot,στο «λεξικό των συμβόλων»(Εκδόσεις Κονιδάρη  1996) θεωρεί το αντίστροφο τρίγωνο,ως ένα περίπλοκο και διφορούμενο σύμβολο.Κατ΄αυτόν εκφράζει « την συνέλιξη  με κατεύθυνση προς τα κάτω,δηλαδή προς το κάτω μέρος  τής κορυφής του,(=δύναμη) και είναι σύμβολο τού νερού.Από το σχήμα  που παίρνει σ΄αυτή την θέση,θεωρείται ταυτόσημο τής καρδιάς και μπορεί να την συμβολίσει,κυρίως όταν η αντεστραμμένη κορυφή  βρίσκεται σ΄ένα κέντρο (κύκλου, τετραγώνου  κλπ.) .Η ερμηνεία δύο τριγώνων το ένα σε κανονική θέση και το άλλο ανεστραμμένο,αντιπροσωπεύουν τη φωτιά και το νερό,σχηματίζουν τον εξάκτινο αστέρα, η  καλούμενη   σφραγίδα τού  Σολομώντα    που συμβολίζει την ανθρώπινη ψυχή.Μόνο του, το τρίγωνο στην κανονική του θέση, με την κορυφή προς τα πάνω  συμβολίζει την φωτιά καθώς και την κίνηση πρός τα πάνω  όσων τείνουν προς την ανώτερη ενότητα, σπρωγμένα  από την ανάγκη αποφυγής, τής εξάπλωσης(βάσης) προς την μη εξάπλωση(κορυφή) που αποτελεί εικόνα  τής καταγωγής ή τού «ακτινοβόλου σημείου.» Η Ασ.Παπαδομιχελάκη, στο « Θεοσοφία το έργο και η ιστορία της»(Κέντρο Μεταφυσικής Ενημέρωσης 1997) χωρίς ν’αναφέρει και αυτή, τις πηγές της και ειδικότερα σχετική βιβλιογραφία, γράφει ότι, « τα δύο τρίγωνα  αποδίδουν την Τρισυπόστατη έκφραση τής Μονάδας σε δύο όψεις,ως Πνεύμα και Υλη. Η ισορροπημένη ένωσή τους,εκφράζει τον νόμο τής προσαρμογής και τής αρμονίας,που αναπόφευκτα εφαρμόζεται για να συντηρεί αλλά και να αναδημιουργεί συνέχεια το κατώτερο και να το προσαρμόζει προς το ανώτερο»

Μια εξήγηση για το κακό,κυρίως για το ηθικό κακό ,θέλει να δώσει η θεωρία τού Κάρμα( αρχ.σανσκρ.Karman),βασική βουδιστική (για την ακρίβεια προυπήρχε τού Βούδα)διδασκαλία και βασική επίσης παραδοχή τής Θεοσοφικής εταιρείας που πρέπει να συνδυασθεί με την έννοια τής μετανσαρκώσεως.Κατά μια ετυμολογία η λέξη προέρχεται από το Kr(: πράττω) και Ma(: πράξη) σημαίνει δηλαδή το αποτέλεσμα τής πράξης.- Κατά την εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος κλπ.κάρμα είναι  η επίδραση των πράξεων ενός ατόμου,κατά το παρελθόν στις μελλοντικές του ενσαρκώσεις.Ο Ορισμός αυτός δεν είναι πλήρης αφού εκτός άλλων,αναφέρεται μόνον στο παρελθόν ενώ από τους οπαδούς τής θεωρίας,οι πράξεις μπορούν να αφορούν και το παρόν.

Μερικοί βλέπουν στηρίγματα στη θεωρία τους περί Κάρμα,στην Αγία Γραφή « μην πλανάσθε Θεός ου μυκτηρίζεται ο γαρ εάν σπείρει ο άνθρωπος τούτο και θερίσει»Απ.Παύλος(προς Γαλάτες  6 στιχ.7) « Εν ω μέτρω μετρείτε, μετρηθήσεται υμίν»Κατά Ματθ.(7,2)

Κατά την συνιδρύτρια τής Θεοσσοφικής Εταιρείας Ελ.Πετρ.Μπλαβάτσκυ, (Το κλειδί τής Θεοσοφίας 218) στο σύμπαν το Κάρμα,είναι ο υπέρτατος νόμος.Παρόλο που δεν γνωρίζουμε τι είναι το Κάρμα αυτό καθ΄ εαυτό στην ουσία του, γνωρίζουμε όμως πώς ενεργεί,και μπορούμε να περιγράψουμε με ακρίβεια τον τρόπο τής δράσης.Αγνοούμε μόνον την πρώτη αιτία,…..Όλα αυτά τα μεγάλα κοινωνικά κακά (διάκριση τάξεων στην κοινωνία και φύλων στις υποθέσεις τής ζωής,άνιση κατανομή στο κεφάλαιο και την εργασία,οφείλονται στο Κάρμα…..Δεν είναι εύκολο να προσδιορίσει κανείς μ΄αρκετή ακρίβεια  τις συνέπειες όλων αυτών των κακών….Κάθε άτομο υπόκειται στον γενικό νόμο που διέπει το σύνολο στο οποίο ανήκει.Ετσι φθάνουμε σε μια ευρύτερη αντίληψη τού Καρμικού Νόμου.Το άθροισμα τού ατομικού Κάρμα γίνεται ένα κάρμα τού Εθνους…έτσι καταλήγουμε στο παγκόσμιο κάρμα.Τα κακά δεν ανήκουν σ’ένα άτομο ή  σ’ένα έθνος, αλλά είναι λίγο ή πολύ παγκόσμια.(Αυτού λοιπόν έγκειται και η μεγάλη ευθύνη καί η αποστολή καθενός από μάς)…..Η αλληλεξάρτηση όλων των ανθρώπων είναι η αιτία αυτού που ονομάζουμε Ανταποδοτικό Κάρμα, στο οποίο πρέπει ν΄αναζητήσουμε  την λύση τού μεγάλου προβλήματος τού ομαδικού πόνου και τού τρόπου λύτρωσης απ’ αυτόν. Κατά την ΕΠΜ υπάρχει ένας απόκρυφος νόμος,κατά τον οποίο κανείς άνθρωπος δεν ανυψώνεται πάνω από τις προσωπικές του ατέλειες  χωρίς να υψώνει επίσης έστω και λίγο  την ομάδα ολόκληρη στην οποία ανήκει.(: Εφαρμογή τής έννοιας τής ολότητας και τής αγάπης).Κατά τον ίδιο  τρόπο κανείς δεν αμαρτάνει μόνος,ούτε υποφέρει τις συνέπέιες τής Αμαρτίας του μόνος.Γιατί αυτό που λέγεται χωρισμός δεν υπάρχει……Στην ερώτηση αν υπάρχει τρόπος συνάθροισης ή συγκέντρωσης  τού  εθνικού ή ανταποδοτικού Κάρμα, που να οδηγεί στην φυσική και νόμιμη εκπλήρωσή του χωρίς την ύπαρξη  τόσο μακροχρόνιου πόνου,η απάντηση είναι  ότι, δεν είναι δυνατόν  να βιάσουμε ή να επιβραδύνουμε, την εκπλήρωση τού Καρμικού Νόμου……….Σ΄ερώτηση γιατί δεν υπάρχει ελπίδα άμεσης ανακούφισης απ΄ένα σεισμό ή μια άλλη φυσική καταστροφή,η ΕΠΜ απαντά πώς δεν έχουμε το δικαίωμα να σκεφτόμαστε έτσι,την στιγμή πού η μισή ανθρωπότητα έχει τα μέσα ν΄αντιμετωπίσει τα βάσανα από τα οποία υποφέρουν οι άλλοι.Οταν κάθε άτομο αρχίζει να βοηθεί στην επίτευξη τού γενικού καλού, δίνοντας,ό,τι μπορεί,σε χρήμα,εργασία και καλή σκέψη, ενεργώντας δηλαδή ορθά,και  στα τρία επίπεδα,φυσικό,αστρικό νοητικό, τότε θ΄αρχίσει να ισορροπεί η ζυγαριά τού γενικού,τού εθνικού Κάρμα,ν’αποκαθίσταται η ισορροπία και η αρμονία. Μέχρι τότε όμως  δεν δικαιούμαστε να παραπονούμαστε. Εδώ ακριβώς είναι ο ρόλος των μεγάλων μυστών ,των μεγάλων  Δασκάλων των σωτήρων τής ανθρωπότητας. Ν΄ανακαλύψουν την αιτία  τής άνισης κατανομής τού κάρμα,ν΄ανακαλύψουν την αιτία τού κακού κάρμα,και να μπορέσουν με την εφαρμογή ηθικών κηρυγμάτων και ενάρετης ζωής,να οδηγήσουν σε μια κατάσταση ισορροπίας,εξαγνισμού,αποπληρωμής.Ο άνθρωπος δημιουργεί και παράγει αιτίες,ο καρμικός νόμος απλώς προσαρμόζει τα αποτελέσματα.Το κάρμα δεν καταστρέφει,ούτε αρνείται ούτε αποκλείει την ατομική ελευθερία.Αντιθέτως την δέχεται και τονίζει την θεμελιακή της σημασία,σημασία ως καθοριστικού παράγοντα στην εξέλιξη και γενικώτερα την πορεία τού ανθρώπου

Δεν υπάρχει όπως γράφει ο  Ε.D.Walker άλλο πεπρωμένο εκτός απ΄αυτό που ετοιμάζουμε μόνοι μας, Και για να αποφευχθεί κάθε παρεξήγηση και παρανόηση,ας προστίθενται δύο παράμετροι.Το πεπρωμένο που δημιουργείται και από τις πράξεις άλλων,και που βασικώς έχει σχέση με την ψυχή μας.

Το Κάρμα καθιστά το άτομο υπεύθυνο.Η σημασία όμως τού Κάρμα δεν περιορίζεται μόνον στην εξήγηση τού προβλήματος τού πόνου,ή των φυσικών καταστροφών για τις οποίες γίνεται λόγος πιο πάνω.Καθώς σκοπός τού Σύμπαντος,είναι το τελικό καλό γενικό ,ατομικό, η λειτουργία τού Νόμου τού Κάρμα,αποκαθιστά και την κλονισμένη ισορροπία και την την διαταραχθείσα ισορροπία και αρμονία.

Είναι γεγονός ότι, ο νόμος τού Κάρμα εμφανίζει(σε ορισμένους τομείς) μια μηχανιστική άποψη και λειτουργία. Προβάλλει σαν ένας νόμος αδυσώπητος.Όπως περιέχεται στο «Κλειδί τής Θεοσοφίας»η δυνατότητα διαφυγής τής ατομικής ευθύνης, αποκλείεται κατά την Θεοσοφία,η οποία δεν δέχεται την προοπτική «ν΄αποθέσει κανείς το φορτίο των αμαρτιών του στα πόδια ενός σταυρού».Στο κακό αντιστοιχεί πάντοτε αυτό που λέμε τιμωρία. Δεν είναι τυχαίο,ότι, η έννοια τής μετάνοιας και τής συγγνώμης, και τής Θείας Πρόνοιας,φαίνεται να εξοβελίζεται από την Θεοσοφική Διδασκαλία.

Εχω την γνώμη,ότι,τούτο δεν είναι ορθό και ούτε αναιρείται,αν κανείς αμφισβητήσει το μηχανιστικό αυτό πρότυπο,  την βασική  λειτουργία τού Κάρμα.Απλώς με την μετάνοια και την συγγνώμη,δημιουργείται καλό κάρμα,που εξουδετερώνει το κακό ,αποκαθιστά την διαταραχθείσα αρμονία και ισορροπία.Και όχι μόνον δεν είναι ορθό. Από παιδαγωγικής-πρακτικής, είναι σφάλμα και δεν οδηγεί σε ομαλή κοινωνική συμβίωση,ούτε  στην εσωτερική γαλήνη την οποία έχει ανάγκη ο άνθρωπος, στην πορεία του για άνοδο τελείωση,ηρεμία.Οδηγεί σε μια μοιρολατρεία.Ας θυμηθούμε την P.Sinnet,που μάς υπενθυμίζει  πώς κάρμα παράγεται όχι μόνον από τις πράξεις μας αλλά και από τις σκέψεις μας.

Ο νόμος τού Κάρμα,που είναι ενωμένος με την θεωρία τής μετενσάρκωσης,προσπαθεί,κατά την Θεοσοφική Διδασκαλία να εξήγήσει,το πρόβλημα τού Καλού και τού Κακού στον κόσμο( πρβλ. Theillard de Chardin……..)και να μας συμφιλιώσει ή και να εξηγήσει   τις τρομακτικές αδικίες τής Ζωής.

Ως προς την παντοδυναμία τού Κάρμα  σημεiώνεται ότι, ο Βουδισμός,δεν ισχυρίζεται ότι ,όλα οφείλονται στο Κάρμα,αφού ο νόμος τού Κάρμα,είναι κατά την ινδική φιλοσοφία,μόνον ένας από τους 24 όρους που περιγράφει η Βουδιστική φιλοσοφία, και αφού,πάντοτε κατά τον Βουδισμό,υπάρχουν πέντε  διαδικασίες που λειτουργούν στο φυσικό και πνευματικό βασίλεια, με το Κάρμα να είναι  μόνον ένας από τους πέντε αυτούς.

Όλα τα παραπάνω με την  υπενθύμιση  ότι, η Θεοσοφία δεν δογματίζει  και ότι,όπως είπε ο Βούδας δεν πρέπει να δεχόμαστε κάτι,αν δεν το  κρίνουμε  εμείς ως ορθό(ή θα προσέθετα, και  αν –για ορισμένα θέματα-δεν το έχουμε βιώσει ως αληθινό.) Πρόσθετος λοιπόν λόγος ότι, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε τις Θεοσοφικές διδασκαλίες,εκτός αν μόνοι μας τις κρίνουμε ,ορθές ,αν τις έχουμε βιώσει .Αυτό ισχύει και για τα μέλη ακόμη τής Θεοσοφικής Εταιρείας Δεν παραβιάζουν το κατασταικό  και τις αρχές της  αν αμφιβάλλουν για όλα αυτά.Αρκεί να πιστεύουν στην έννοια τής παγκόσμιας αδελφότητας.

ΤΟ ΚΑΛΟΝ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ-ΚΑΚΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ.

Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει το θετικό Δίκαιο,-που για μερικούς είναι ένα καθαρό κρατικό φαινόμενο-είναι(να εξασφαλίσει την ύπαρξη και λειτουργία μιας εξουσίας,επί τω τέλει;) να εξισορροπήσει  και υπηρετήσει  βασικώς,δύο στοιχεία.Αφενός την υπεράσπιση τού γενικού καλού στους «πολίτες» ,αφετέρου τα ατομικά  δικαιώματα,και  την αναγνώριση τής αξίας άνθρωπος, έτσι, ώστε,το νομικό καθεστώς, να μην  οδηγήσει προς τον ολοκληρωτισμό, να μην  πλήττει τα  ατομικά δικαιώματα, και τις μειοψηφίες ,να μην έρχεται αντίθετο,προς αυτό που αποκαλούμε ηθική.Ειδικώτερα ως προς την τελευταία αυτή παράμετρο, αναρωτιένται πολλοί, γιατί ο νομοθέτης(με ελάχιστες εξαιρέσεις , συντάσσει και καθιερώνει νόμους που δεν συμπίπτουν παρά μερικώς με τους ηθικούς κανόνες, για να μην πούμε ότι, πολλές φορές είναι αντίθετοι με αυτούς.Ισως η απάντηση,(και η υφέρπουσα και προκύπτουσα από την σκέψη αυτή,λύση) είναι ότι,το κράτος,ουδόλως ασχολείται(κατά κανόνα)  με την φύση και την θέση τού Ανθρώπου στο Σύμπαν,και με την ψυχική και διανοητική του υγεία,και με την ψυχική του εξέλιξη και τελείωση, παρά μόνον στο  μέτρο που αυτό,θα μπορούσε να διαταράξει την λειτουργία τής κοινωνίας και κατά προέκταση την ύπαρξη τού κράτους.Αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως πολίτη. Και η λειτουργία τής δημοκρατίας, τουλάχιστον με την έννοια τής άτεγκτης  επικράτησης τής γνώμης τής πλειοψηφίας, δεν λύνει το πρόβλημα. Απαιτείται μια νέα συγκρότηση ιδεών ,και μια νέα θεώρηση τού πράγματος.

Δεν γνωρίζουμε μέχρι ποίου σημείο,είναι πρέπον(;) να υποχωρεί,μετριάζεται το ατομικό καλό και συμφέρον χάριν τού συμφέροντος τής ομάδας.Η προταθείσα λύση « the greater pleasure for the greatest number» εφαρμοζόμενη,οδηγεί σε    αυτονόητες σκληρές και απάνθρωπες καταστάσεις  και σε ολοκληρωτισμούς,(ιδίως για τις μειοψηφίες)γι΄αυτούς βεβαίως πού βλέπουν τον άνθρωπο,σαν κάτι περισσότερο από ένα όρο παραγωγής υλικών αγαθών.

 Γι αυτό,και η προσπάθεια τού ανθρώπου να προσαρμόσει τους κανόνες (τού θετικού) δικαίου στο λεγόμενο(και μη σαφώς οριζόμενο) φυσικό Δίκαιο,δεν τελεσφόρησαν .Διατυπώθηκαν  θεωρίες και απόψεις που  θέλησαν να εξηγήσουν  την προέλευση τού  θετικού Δικαίου,και να προσδιορίσουν τους όρους που πρέπει να πληροί ένα  «καλό » θετικό Δίκαιο,αλλά η άποψη πως το θετικό Δίκαιο είχε την αρχή του στο φυσικό δίκαιο, δεν ευδοκίμησε ή τουλάχιστον δεν ήταν σαφής  ,  παραδεκτός και εφαρμόσιμος οδηγός. Όπως βεβαίως δεν ευδοκίμησε και η προσπάθεια οικοδόμησης ενός δικαίου που να έχει διαχρονικότητα και παγκοσμιότητα. Παρόλα αυτά όμως ,κάτι ουσιαστικό έμεινε από τις αναζητήσεις αυτές,που αποτυπώθηκε  μάλιστα και σε ορισμένα κείμενα όπως η Διακήρυξη τής Αμερικανικής Ανεξαρτησίας και τής Γαλλικής Επανάστασης.Και για τους μεμψιμοιρούντες ,που προβάλλουν, δικαιολογημένα σε κάποιο μέτρο και από κάποια άποψη,ότι, στην ουσία λίγα έχουν αλλάξει,μπορεί άνετα να αντιπαρατηρηθεί και αντιπαραταχθεί,ότι, αυτό το κάτι είναι ένα μεγάλο βήμα,και από πλευράς ουσίας και από πλευράς συμβολισμού.Ενα μικρό παράδειγμα είναι ο θεσμός τής   δουλείας(και η συνδεόμενη μ΄αυτόν έννοια  νόημα τής ισότητας των ανθρώπων),που στην αρχαιότητα θεωρούνταν, από τους περισσότερους,όπως ο Αριστοτέλης,( μοναδική ίσως εξαίρεση,κατά την αρχαιότητα  ο Αλκιδάμας που εκήρυττε ότι,  «Ελευθέρους αφήκε πάντας θεός,ουδένα δούλον η φύσις πεποίηκεν» )και αντιμετωπίζονταν  ως κάτι και δίκαιο,και φυσικό και  νόμιμο.

 

Από την πλευρά τού πολίτη τώρα, τα πράγματα έχουν τις δυσκολίες  στο να συμβιβάσουν τις δύο έννοιες,πολίτης και Άνθρωπος,όπως το εντόπισε και ο Rousseau και αρκετά αργότερα ο Aldouς Huxley( γαλ.μετάφρ.  «  Musique nocturne»-: La nouvelle Edition 1945 « εκείνος που θέλει να γίνει καλός πολίτης σε μια σύγχρονη κοινωνία πρέπει να θυσιάσει  μερικές από τις πιο ανθρώπινες και πιο βασικές τάσεις του.Εκεί που υπάρχει πολύ εξειδίκευση και  πολύ οργανωμένος καταμερισμός εργασίας ο άνθρωπος  βλέπει ότι, άνετα υποβαθμίζεται  στο επίπεδο μιάς απλής λειτουργίας ενσωματωμένης σ’ένα σώμα.)

Και ασφαλώς  υπάρχει  η συγκλονιστική περίπτωση και το συγκλονιστικό παράδειγμα , κήρυγμα και μήνυμα   τής  Αντιγόνης.

Κατάληξη και συμπέρασμα.Ο πολίτης καλείται να ανεχθεί μια  μικρή ή μεγάλη αλλοτρίωση σε αξίες και την  προσωπικότητά του.

 

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ

Μια πρόχειρη συνταγή, για να βοηθήσουμε στην εγκαθίδρυση τού καλού, μια πρόχειρη τεχνική, είναι(τουλάχιστο για μια αρχή) να προβάλλουμε καλές σκέψεις, καλές εικόνες και καλά συναισθήματα, αγάπης σε σχέση με τους άλλους,να  βιώνουμε την έννοια τής ολότητας τής οποίας είμαστε αναπόσπαστο και ομοούσιο τήμα, και να μην σκεφτόμαστε και να αποφεύγουμε  το Kακό.Να μην προξενούμε πόνο. Δεν ψάχνουμε τού τι είναι Κακό.Απλώς κάνουμε το Καλό.Πορευόμαστε με κατανόηση (για τον ασθενή που πράττει το κακό,γιατί ο κακός άνθρωπος είναι σίγουρα ασθενής) με γνώση, και  με αγάπη       .. (Υποστηρίζεται,με επίκληση σχετικών πειραμάτων,ότι,το DNA επηρεάζει την ύλη ,ότι, το συναίσθημα  και η αγάπη επιδρούν στο περιβάλλον).Και όλα αυτά όχι από φόβο μιάς τιμωρίας ή με την προσδοκία μιάς ανταπόδοσης, αλλά γιατί το χρέος και η φύση μας επιβάλλουν το Καλό,γιατι επιθυμούμε την ένταξη σε μια αρμονία,σ΄ένα «δέον» που θα ανακαλύψουμε με τη βοήθεια τής φώτισης και τής αγάπης.  « Μη διά φόβον αλλά δια το δέον απέχεσθαι αμαρτημάτων» έλεγε ο Δημόκριτος. Ο Μωυσής κήρυττε το αντίθετο με την φράση του « Τίμα τον πατέρα σου  ίνα εύ σοι γένηται……..» Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε άραγε ότι, εννούσε όχι την υλική  ανταπόδοση,αλλά την ψυχική αλλαγή που δημιουργεί στην ψυχή τού άνθρώπου,η καλή πράξη η εκπλήρωση τού χρέους;

Και  το δέον αυτό,θα μας συνοδεύει, και την σύμφωνη με  αυτό, πορεία αυτή θα συνεχίσουμε μέχρι  να επιτύχουμε την Ενωση ,οπότε(οπότε δεν θα υπάρχει δίλημμα για επιλογή,δεν θα υπάρχει θέμα υπέρξεως ή όχι ελευθέρας βούλησης και) το Καλό,θα γίνεται και θα βιώνεται ασυνείδητα,όπως περίπου η αναπνοή.

 

Η ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ

 Και στο θέμα αυτό παραμερίζουμε ότι ,το  όλη η δημιουργία είναι μυστήριο,ότι το κακό,εφόσον δεχθούμε ότι, είναι συμπαντικό φαινόμενο συνιστά και αυτό μυστήριο και επομένως ανεπίδεκτο νοητικής πρσέγγισης,και παραθέτουμε ορισμένες απόψεις εντελώς  «αυθαίρετες» και μη αποδεικυόμενς,που φοβούμαι πως θα προκαλέσουν σύγχυση στον υποτιθένο σκεπτόμενο αναγνώστη.

 

Το όλο θέμα σχετίζεται ευθέως  με τον σκοπό της Δημιουργίας,

 με την έννοια του Χρόνου,και με την έννοια τής Κολάσεως και της αιώνιας(ή μη) τιμωρίας (και με τις θεολογικές και αρχαιολλληνικές   φιλοσοφικές απόψεις περί αποκαταστάσεως των πάντων--  για τις οποίες έχουν γράψει οι  Ωριγένης, Γρηγόριος Νύσσης , Μάξιμος Όμολογητής αλλά και οι Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος, Δίδυμος ο Τυφλός  που καταδικάστηκε ως Ωριγενιστής από τις Ε', ΣΤ' και Ζ' Οικουμενικές Συνόδους, Ευάγριος ο Ποντικός, Διόδωρος Ταρσού, Θεόδωρος Μομψουεστίας κ.--.και τής εκπύρωσης( για την οπoία πιό κάτω  υπό β)

Η φράση "αποκατάσταση των πάντων" υπάρχει μια φορά στην Αγία Γραφή, και ιδιατέρως στην ομιλία τού Αποστόλου Πέτρου στην στοά του Σολομώντος, μετά την θεραπεία τού χωλού. Μεταξύ των άλλων ο Απόστολος Πέτρος ομίλησε περί μετανοίας και επιστροφής στον Θεό. Είπε: "μετανοήσατε ουν και επιστρέψατε εις το εξαλειφθήναι υμών τας αμαρτίας, όπως αν έλθωσι καιροί αναψύξεως από προσώπου του Κυρίου και αποστείλη τον προκεχειρισμένον υμίν Χριστόν Ιησούν, όν δει ουρανόν μεν δέξασθαι άχρι χρόνων αποκαταστάσεως πάντων ών ελάλησεν ο Θεός δια στόματος πάντων αγίων αυτού προφητών απ'; αιώνος" (Πράξ. γ', 19-21).

 

 

( Κατά την θεολογική άποψη)Η φράση όμως "αποκατάσταση πάντων" δεν σημαίνει  την αποκατάσταση και την ανακύκληση των ψυχών, όπως υποστήριζαν οι φιλόσοφοι, αλλά την μέλλουσα Βασιλεία, που θα έλθη με την Δευτέρα έλευση του Χριστού, οπότε θα γίνη ανακαίνιση της κτίσεως. Υπάρχουν και άλλοι όροι στην Αγία Γραφή, όπως ανακαίνιση, παλιγγενεσία, ανακεφαλαίωση, οι οποίοι, άλλοτε δηλώνουν την αναγέννηση και ανακαίνιση τού κόσμου που έγινε με την έλευση του Χριστού, άλλοτε την αναγέννηση του ανθρώπου με την εισαγωγή του στην Εκκλησία, δια του αγίου Βαπτίσματος, και άλλοτε την παλιγγενεσία κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, αφού, όπως γνωρίζουμε, θα υπάρξη αλλαγή του κόσμου από την φθορά, που είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας.

Ακριβώς γι' αυτούς τους λόγους έχουμε και την συνοδική καταδίκη της θεωρίας της αποκαταστάσεως των πάντων. Συγκεκριμένα, στο "Συνοδικό της Ορθοδοξίας" καταδικάζονται όσοι πιστεύουν στην θεωρία περί της αποκαταστάσεως των πάντων και όλων των άλλων θεμάτων που συνδέονται με αυτήν. Λέγεται: "Τοις δεχομένοις και παραδιδούσι τα μάταια και Ελληνικά ρήματα, ότι τε προΰπαρξίς εστι των ψυχών, και ουκ εκ του μη όντος τα πάντα εγένετο, και παρήχθησαν, ότι τέλος εστί της κολάσεως ή αποκατάστασις αύθις της κτίσεως, και των ανθρωπίνων πραγμάτων, και δια των τοιούτων λόγων την Βασιλείαν των Ουρανών λυομένην πάντως, και παράγουσαν εισάγουσιν, ήν αιωνίαν και ακατάλυτον αυτός τε ο Χριστός και Θεός ημών εδίδαξε, παρέδοτο, και δια πάσης της Παλαιάς και Νέας Γραφής ημείς παρελάβομεν, ότι και Κόλασις ατελεύτητος, και η Βασιλεία αΐδιος, δια των τοιούτων λόγων εαυτούς τε απολλύουσι, και ετέροις αιωνίας καταδίκης προξένοις γινομένοις, Α ν ά θ ε μ α"*.

Η συγκεκριμένη διδασκαλία λοιπόν παρουσιάζει προβλήματα δογματικής ακρίβειας σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία και περισσότερο αποτελεί θεολογούμενο δηλ. διδασκαλία με πιθανότητα αληθείας (που διατυπώνεται στα πλαίσια της υποκειμενικής ελευθερίας ως προς την ενασχόληση με τα θεία), σε αντίθεση με το δόγμα που παρέχει βεβαιότητα αληθείας. Η διδασκαλία αυτή δεν γίνεται επίσημα αποδεκτή από την Εκκλησία διότι δεν στηρίζεται στην Αγία Γραφή και δεν κηρύσσεται ομόφωνα από όλους τους Πατέρες ώστε να υπάρχει "Συμφωνία Πατέρων"

 

 

Μετά την εισαγωγή αυτή., διακινδυνεύουμε ορισμένες προτάσεις  και παραθέτουμε ορισμένες επισημάνσεις.

 

  .α.  Σκοπός τής Δημιουργίας και υπάρξεως τού Σύμπαντος και  και τού Ανθρώπο είναι η ηθική βελτίωση .

    β.Ο χρόνος είναι  κυκλικός ή γραμμικός;Η θεωρία τής αποκαταστάσεως των πάντων,που σχετίζεται με την εξάλειψη τού κακού,ευνοείται σαφώς από την θεώρηση τής κυκλικής ροής΄-κινήσεως  τού   χρόνου.Εδώ φαίνεται η αρχαιολελληνική επίδραση.(Πρβλ Πλάτωνος Τίμαιος 37σδ Ηράκλειτος «….γεννάσθαι  τε αυτόν  εκ πυρός και πάλιν εκπυρούσθαι κατά τινας περιόδους εναλλάξ τον σύμπαντα αιώνα»  ).Η κυκλική ροή τού χρόνου,θυμίζει ανατολικές σκέψεις αλλά και σύγχρονες   υποθέσεις τής κοσμολογίας που δεν αποκλείουν μετά την  συνεχιζόμενη διαστολή τού Σύμπαντος ν’ ακολουθήσει μια συστολή.

 .γ.Η λειτουργία τής Κολάσεως δεν(πρέπει να)  είναι τιμωρητική αλλά καθαρτήρια,άποψη που σχετίζεται με την παραπάνω υπό α άποψη.

 

Κατά τον Ωριγένη που   θεωρείται ως ο κύριος εκφραστής για την αποκατάσταση των πάντων, το πυρ τής κολάσεως δεν είναι τιμωρό, αλλά "καθάρσιο" και ιαματικό. Επομένως υπάρχει η κόλαση ως θεραπευτήριο, δεν είναι όμως αιώνια και το Σχέδιο τού Θεού θα ολοκληρωθεί τελικά με την αποκατάσταση όλων των δημιουργημάτων, ακόμη και των αμαρτωλών ανθρώπων και των δαιμόνων.Ο Ωριγένης, προβάλλει έτσι  μια αισιόδοξη θέση ως προς την εξάλειψη τού κακού και δικαιολογεί κατά μία άποψη τον σκοπό τής Δημιουργίας ή το ολιγώτερο τής εξέλιξης που είναι(και;) η εξαφάνιση τού κακού. Υποστηρίζει  ειδικώτερα, πως στο μέλλον το κακό θα εξαφανισθεί και πώς η ανθρωπότητα θα επανέλθει στην κατάσταση στην οποία ευρίσκετο πριν από την πτώση. Βασική αρχή του Ωριγένους είναι ότι το τέλος του κόσμου πρέπει να είναι όμοιο με την αρχή του. Οι ποινές που επιβάλλονται από τον Θεό και αρχίζουν από την παρούσα ζωή συνεχίζονται και μετά τον θάνατο έως ότου γίνη η κάθαρση και η αποκατάσταση των πάντων, έως ότου όλα υποταγούν στον Θεό. Αυτή η κάθαρση γίνεται και δια του καθαρσίου πυρός, που καθαρίζει τον κόσμο από την φθορά και ανακαινίζει τα πάντα. Έτσι, θα αναιρεθή και θα καταργηθή τελείως η κακία, με την επικράτηση του αγαθού. Φαίνεται από όσα αναφέραμε ότι ο Ωριγένης συνδέει την αποκατάσταση των πάντων με την ανακύκληση των ψυχών*. Σύμφωνα με την διδασκαλία του Ωριγένους, οι ψυχές των ανθρώπων προχωρούν δια της καθάρσεως σε συμφιλίωση με τον Θεό. Άλλες ψυχές φθάνουν στην κάθαρση και την συμφιλίωση με τον Θεό από την παρούσα ζωή, άλλες όμως χρειάζονται περισσότερο χρόνο, γι' αυτό και επανέρχονται εκ νέου στην ζωή, με άλλη σωματική μορφή. Έτσι, γίνεται λόγος για διαδοχικές μετενσαρκώσεις, έως ότου επιτευχθή η τελεία κάθαρση κάθε ψυχής, και ένωση με τον Θεό. Με αυτό το πνεύμα οι τιμωρίες των ασεβών και των δαιμόνων θα είναι πρόσκαιρες. Όταν όλες οι ψυχές καθαρθούν, τότε θα ηττηθή ο διάβολος, θα υποταγούν όλα στον Θεό και θα γίνη η αποκατάσταση των πάντων, θα ακολουθήση η ανάσταση των ανθρώπων με πνευματικά σώματα. Με αυτήν την άποψη όλα θα επανέλθουν στην αρχέγονη κατάσταση.

Ο Μάξιμος Ομολογητής δέχεται την αποκατάσταση, αλλά διευκρινίζει τη θεωρία του Ωριγένη και του Νύσσης: ο αφανισμός του κακού και η σιγή της κόλασης σημαίνει αποβολή της μνήμης του κακού και αποκατάσταση των δυνάμεων της ψυχής που έχουν διαβρωθεί. Όλες οι ψυχές που έχουν ξεστρατίσει, και είναι υπό το κράτος της κακίας, με την παράταση των αιώνων θα αποβάλουν τις μνήμες της κακίας και το κακό, ως μη όν, δεν θα έχει καμιά δύναμη ούτε και μνήμη. Η λήθη του κακού είναι ο αφανισμός του. Έτσι ο Θεός θα φανεί, κατά τον Μάξιμο Ομολογητή, πως είναι αναίτιος του κακού.

 

 Όπως γράφειι  ο Ι.Πλεξίδας,στο βιβλίο του  « Η ανθρωπολογία τού κακού» την άποψη αυτή τού Ωριγένη αποδέχεται βασικώς, ο Γρηγόριος ο Νύσσης.( με τους εκδότες των κειμένων του να προσπαθούν ν΄αποσιωπήσουν το γεγονός και τους ορθόδοξους μελετητές να μην αποδέχονται το ότι, ο Γρηγόριος Νύσσης αποδέχεται την αποκατάσταση) ).Γράφουμε βασικώς  γιατί, δεν  υπάρχει πλήρης ταύτιση μεταξύ Ωριγένη και Γρηγορίου Νύσσης.

Υπάρχουν δύο διαφορές.

Πρώτον.Ο  Νύσσης στηριζόμενος σε χωρία όπως τα Ματθ. 18:34 (ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν τοίς βασανισταίς έως ού αποδώ πάν το οφειλόμενον αυτώ) και Α' Κορ. 15:28 (όταν δε υποταγή αυτώ τα πάντα, τότε και αυτός ο υιός υποταγήσεται τώ υποτάξαντι αυτώ τα πάντα, ίνα ή ο Θεός τα πάντα εν πάσιν), αποδέχεται ότι, το πυρ τής κολάσεως καίει τις ψυχές μαζί με την κακία.  Ότι, η  κακία θα δαπανηθεί, θα εκλείψει, ενώ η ψυχή θα καθαρθεί.

 Αλλά¨:

Δεν δέχεται ότι, με την εξαφάνιση τού κακού,ο άνθρωπος θα επανέλθει απλώς  στην προπτωτική κατάσταση,όπως θέλει ο Ωριγένης.Βλέπει την εξαφάνιση τού κακού ως σηματοδοτούσα και εγκαινιάζουσα   την αρχή μιάς αιώνιας και χωρίς τέλος πορείας προς το αγαθό,βλέπει την ανάσταση ως αφετηριάζουσα την συμμετοχή τού ανθρώπου, στην χωρίς τέλος θεική μακαριότητα, έτσι που κατ αυτόν εκλείπει ο κίνδυνος  ενός νέου παραπτώματος.   Γεννάται βεβαίως το ερώτημα τής φύσεως τής ανθρώπινης υποστάσεως στην νέα αυτή κατάσταση, στην οποία πρέπει να υποθέσουμε ότι,το αυτεξούσιο τού ανθρώπου θα είναι τέτοιο,ώστε να αποκλείει μια νέα παραβατική συμπεριφορά.

Δεύτερον  Ο Ωριγένης εννοεί τον χρόνο κυκλικώς,ο Γρηγόριος Νύσσης γραμμικώς.

 

Ολη η παραπάνω(περί αποκαταστάσεως των πάντων ) κατασκευή,προυποθέτει ως λογικώς πρότερο ότι ,το κακό είναι κτιστό και ως τέτοιο  είναι καταδικασμένο να αφανισθεί,όπως δέχεται και ο  Γρηγόριος Νύσσης(«.. Εχθρόν γαρ τη φύσει  μόνον το εξ εναντίου τω αγαθώ  θεωρούμενον ,όπερ εστιν η κακία ,ής το πέρας αφανισμός εστίκαι εις το μη όν μεταχώρησις»).Εχει δε επί πλέον μια «λογική¨» Δεν κηρύσσει την αιώνια τιμωρία, αλλά μια συνεχή προσπάθεια για βελτίωση-τελειοποίηση.

          Πρέπει να επισμανθεί πώς η προσαφερόμενη διδασκαλία περί αποκαταστάσεως, παρουσιάζει,εκτός των άλλων προβλημάτων που έχουν σχέση με τη λιγική και το αναπόδεικτο- και  προβλήματα δογματικής ακρίβειας σύμφωνα με την Ορθόδοξη διδασκαλία.Περισσότερο αποτελεί θεολογούμενο δηλ. διδασκαλία με πιθανότητα αληθείας (που διατυπώνεται στα πλαίσια της υποκειμενικής ελευθερίας ως προς την ενασχόληση με τα θεία), σε αντίθεση με το δόγμα που παρέχει βεβαιότητα αληθείας. Η διδασκαλία αυτή δεν γίνεται επίσημα αποδεκτή από την Εκκλησία διότι κα τα αυτήν  δεν στηρίζεται στην Αγία Γραφή και δεν κηρύσσεται ομόφωνα από όλους τους Πατέρες ώστε να υπάρχει "Συμφωνία Πατέρων"

 

 

ΕΠΙΜΕΤΡΟΝ-(ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ;;;;;;;)      

ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ- Η ΖΩΗ- Η ΦΥΣΗ-ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΚΟΝ

Σκέψεις (με Απορίες-Ενστάσεις-Ανατροπές-Αντιφάσεις-Aυτοαναιρέσεις)΄.

         

 

1.-Ο ερευνητής,ο σκεπτόμενος αναζητητής,δεν πρέπει να απογοητεύεται όταν η έρευνά του δεν καταλήγει σε κάποιο συγκεκριμένο πόρισμα,όταν το ερώτημα   δεν απαντάται με μια σιγουριά που  να εξαναγκάζει σε αποδοχή.

.Εκτός άλλων το ερώτημα  έχει μιά δυναμική, που λείπει πολλές φορές από την απάντηση.Και η δυναμική αυτή εμπλουτίζει το Σύμπαν.

Σε ορισμένες περιπτώσεις,όπως αυτή που μας απασχολεί,η διαπίστωση,ότι, η εμβέλεια τού νού αποδεικνύετα( από τη ¨ «φύση» του) ανίκανη να διεισδύσει στο μυστήριο,( έτσι το δεχόμαστε)είναι ένα θετικό κέρδος,που ίσως σηματοδοτεί μια πορεία και μια συμπεριφορά.

2.-Η άποψη ότι ,το Κακό,προέρχεται από τον πανάγαθο Θεό,είτε ως τιμωρία,είτε ως συνέπεια μιάς ανθρώπινης συμπεριφοράς,ακόμη περισσότερο αν αυτή ανάγεται στους προγόνους μας,(προπατορικό αμάρτη α) δεν μπορεί να  γίνει δεκτή,ως  παράλογη(:  Ή άρνηση τής σχέσεως τού ανθρώπου με το Θεό δεν μεταβιβάζεται δν κληρονομείται) ως περιέχουσα λογικές αντιφάσεις προς ορισμένες παραδοχές και εδικότερα  αντίθεση προς τις έννοιες τής ελευθερίας τής βουλήσεως,τής δικαιοσύνης,τής αγάπης τού Θεού(: «Αγάπη ο Θεός» διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο).           Ο θρησκευμενος, ο πιστός, που  κλονίζεται η πίστη του,  επειδή βλέπει έναν παντοδύναμο και πανάγαθο Θεό, να επιτρέπει το Κακό,έχει μια εσφαλμένη εικόνα για το Θείο και μια ελλιπή γνώση για τον αγώνα Του και για την διαδικασία και τον σκοπό τής Δημιουργίας. Τέλος----ίσως το κυριώτερο,και η παρατήρηση αυτή ας διατρέχει όλο το κείμενο---λησμονεί,όπως και πιο πάνω σημειώνεται, ότι, το πως και το γιατί τής Δημιουργίας κείνται έξω από την εμβέλεια τής διανοητικής ικανότητας τού ανθρώπου.

Οι ερμηνείες των θεολόγων στη προσπάθεια να συμβιβάσουν λογική,και δόγματα, στην καλύτερη περίπτωση, δεν είναι κατανοητές για τον   «λογικώς» σκεπτόμενο.Στην χειρότερη δεν αποδίδουν την πραγματι -κότητα. Ειδικώτερο για τον πιστό,τέτοιες κατασκευές είναι από άχρηστες και περιττές μέχρι επικίνδυνες.

Οι προσωπικές εμπειρίες θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν,ελλοχεύει όμως ο κίνδυνος μιάς παθολογικής κατάστασης ή μιάς αυθυποβολής.

Και οι φιλόσοφοι δεν πείθουν.

3.-Αν( στο θέμα που μας απασχολεί)ισχύει η θεωρία τής φυσικής επιλογής,  τότε  έχουμε αντίθεση προς τους ηθικούς κανόνες και τις αξίες που  δέχεται ο άνθρωπος.Η φυσική επιλογή σε μεγάλη κλίμακα,ο αγώνας επιβίωσης,δεν περιέχει το στοιχείο τού κακού, τού πόνου(για τον αγωνιζόμενο ή για κάποιον άλλο);

Μιά φυσική διεργασία, είναι ,πολλές φορές,από την μια πλευρά, πηγή ζωής,από την άλλη(φυσικό) κακό για την ζωή και τον άνθρωπο ( :λ.χ.οι σεισμοί).Ο,τι είναι καλό για τη φύση,ως πηγή ανανέωσης,ως αναγκαία λειτουργία της, είναι ενδεχομένως  κακό  και πόνος για τον άνθρωπο.Η προσπάθεια τής «Θεοσοφίας» με τη θεωρία τού Κάρμα και τής μετενσάρκωσης δεν συνιστά για πολλούς πειστική εξήγηση.       

4.-Τα στοιχεία που βιολογικώς συγκροτούν τον άνθρωπο,είναι τα στοιχεία από τα οποία συγκροτείται το  Σύμπαν.Υποδηλώνει  αυτό μια ενότητα σε κάτι και αν ναι,ποιά η σημασία της για  την έννοια και το πρόβλημα τού Κακού;

5.- Ο πόνος που συνιστά μια μορφή κακού, :το τίμημα,και το (αυτονόητο)στοιχείο ενός (συνεχούς-ατέρμονα;)αγώνα προς την τελειοποίηση;

 Η προτεινόμενη παιδαγωγική σημασία τού πόνου,δεν λύνει το μυστήριο.Το διογκώνει.

6,-Ο πόνος είναι κάτι που(πρέπει να αφορά ,και(να) ενδιαφέρει μόνον τον  άνθρωπο; Τα ζώα δεν πονούν;Ο άνθρωπος που τα θανατώνει δεν δημιουργεί  πόνο; Είναι αυτό θεμιτό; Μήπως όλη η Δημιουργία αποβλέπει στον άνθρωπο και την (αυξημένη) συνειδητότητά  του ως την Ελπίδα για την πορεία τού Σύμπαντος;Για την Μεγάλη,την παγκόσμια συνείδηση,για την πραγμάτωση τής οποίας πρέπει όλες οι δυνάμεις να  συνεισφέρουν(ή και να θυσιάζονται);

7.- Η «προφητική» σκέψη«προφητεία-πρόβλεψη  τού T.de Chardin, γαιόσφαιρα-βιόσφαιρα-νοόσφαιρα,είναι ορθή και εξηγεί ;

    8.-Δεχθήκαμε ότι,σκοπός τού Σύμπαντος,είναι η Δημιουργία τού καλού; Προς τι; Είναι το τέρμα τής πορείας ή όχι;Είναι ατελές το Σύμπαν;

9.-  Μήπως πρέπει να σταθούμε στην ευαγγελική ρήση,που ίσως οδηγεί σε μια διαπίστωση,και σ’ένα μήνυμα; « ……  ταύτα λελάληκα υμίν ίνα εν εμοί ειρήνην έχητε,εν τ κσμ θλψιν ξετε· λλ θαρσετε, γ νενκηκα τν κσμον» (Ιω. ΙΔ, 33).

10.- Η βοήθεια που μού παρέχει ο Θεός(όπως εγώ τον αντιλαμβάνομαι) μέχρι σήμερα,βρίσκεται και στον πολύ μικρό(μέχρι στιγμής) πόνο,σωματικό,ψυχικό ,που μού δίνει με μικρές-μικρές δόσεις.Με προφυ -λάσσει από το να ξεστρατίσω,με ωθεί προς τα   πάνω.Με βοηθάει να κατανοήσω τον πόνο τού διπλανού μου,να είμαι ανεκτικός.Θα μπορούσα άραγε να αντέξω και να συνεχίσω έτσι, όταν ο πόνος αυτός ,η δοκιμασία αυτή,θα ήταν πολύ μεγαλύτερες; Και όμως  έτσι θα πρέπει να είναι.Δείχνει αυτό κάτι;      

. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ «ΑΣΚΗΣΕΙΣ»

1-Το Κακό είναι δομικό στοιχείο τής Πραγματικότητας;.Εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να εξαφανισθεί;.Πρέπει να το αποδεχθούμε ως αντίπαλο πράγμα που προτρέπει σ΄ένα αγώνα;.

Λέγουν (και  έτσι πρέπει να είναι),ότι, κάθε τι το « ζωντανό» έχει συνείδηση,και νοιώθει τον πόνο.Τα φυτά,τα ζώα.Και όμως στη φύση,η ζωή  δεν μπορεί να συνεχισθεί,παρά πάντοτε δεμένη με το πόνο.Ο θάνατος κάποιου,(που πονάει πεθαίνοντας) που εξασφαλίζει τη ζωή σε κάποιον άλλον(που ίσως χαίρεται και νοιώθει ικανοποίηση).Ο άνθρωπος είναι κι αυτός ζωντανό.Σκοτώνει συνέχεια,δηλαδή δημιουργεί  πόνο,για να επιβιώσει. Θύματά του,τα φυτά,τα ζωά. (Κι ίσως(;) το πιο τρομερό.Ο συνάνθρωπός του: Το μόνο είδος με τέτοια συμπεριφορά)Τι κύκλος πόνου,τι κύκλος αίματος,Θεέ μου(Αλήθεια γιατί ο πόνος; Γιατί να χρειασθεί να σταυρωθεί ο Χριστός;).Και η Αγάπη;που θέλει να μην προξενούμε πόνο. Εχει επιλεκτική δράση;Τι μυστήριο (και τούτο Θεέ μου).. - Ο άνθρωπος είναι κι αυτός ζωντανό.Σκοτώνει συνέχεια,δηλαδή δημιουργεί  πόνο,για να επιβιώσει. Θύματά του,τα φυτά,τα ζωά. Ποιά η αρχή τής(τώρα άπιαστης) λύσεως τού μυστηρίου τής Δημιουργίας; Η θέση τού Ανθρώπου(που κείται έξω  από τα πλαίσια που ισχύουν για άλλα ζωντανά;)Στην παραπάνω απορία στο Αγιο Ορος, προσπαθούν να δώσουν  μια εξήγηση.Βλέπουν μια διαφορά.Λεγουν: Μόνον ο άνθρωπος έχει ψυχή.Αλλοι επικαλούνται τη Βίβλο,(Γεν.Ι :26)όπου εμφανίζεται ο Θεός  να θέλει τον Ανθρωπο εξουσιαστή όλων των εμβίων και μη ,που υπάρχουν στη Γή.     Αλλά όλα αυτά συνιστούν εξήγηση;     Μια ψυχρή απάντηση θάταν,ότι,όλα στο Σύμπαν(ζωντανά και μη ), είναι προγραμματισμένα,σε μια διαδικασία μετασχηματισμού.Τα «κατώτερα» τα ατελέστερα,τα απλούστερα, γίνονται  θυσία,τροφή,εφαλτήριο,για μια άνοδο προς τη πολυπλοκότητα,τη αυξημένη  συνείδηση.

       Και πάλι το ερώτημα:  Αυτή η πορεία προς τι;Αυτή  ησυνείδηση, προς τι;

2.-Το Κακό ίσως  να οφείλετα στην διαστρωμάτωση τού εγκεφάλου για την οποία έγινεν ήδη λόγος. Και ίσως(αν η άποψη αυτή είναι σωστή) με την εξέλιξη ο νεοεγκέφαλος να επικρατήσει.

3.—Το πιο σίγουρο,είναι ίσως-  ότι, η προέλευση τού Κακού,ταυτίζεται με το μυστήριο τού Κόσμου και συνδέεται εμμέσως με το μυστήριο Τού Θεού,…στο Κακό βρίσκεται  ένα μυστήριο και όχι ένα πρόβλημα,οπότε έτσι   αναιρούνται,(:ή « αχρηστεύονται»;) αρκετές-αν όχι όλες- από τις προπαρατεθείσες απόψεις.

4.-(άσχετο;)          α.Η παρουσία τού Ανθρώπου πρέπει να έχει κάποια σημασία για το Σύμπαν.Η παραδοχή αυτή είναι και η απάντηση στο ερώτημα Γιατί ο Σεβασμός προς την Ανθρώπινη ζωή και τις ανθρώπινες αξιες;Ο άνθρωπος είναι ο χρειαζούμενος εργάτης σε μια συμπαντική διαδικασία και γι΄αυτό η ύπαρξή του είναι πολύτιμη ,γι΄αυτό και η  ανθρώπινη ζωή,είναι αξία απόλυτη. Ο Ανθρωπος είναι μια συμπαντική ελπίδα, ένα εργαστήρι που έργο του είναι να επεξεργασθεί και να τελειοποιήσει,να βελτιώσει, και να καταστήσει χρήσιμο για το Σύμπαν,για το Θεό,υλικό , από μόνο του  ατελές.Γιατί ας μην ξεχνάμε ότι,ο άνθρωπος  έχει βεβαρημένο ιστορικό παρελθόν.Θέλει αγώνα για την κάθαρση.

.β.Η σχέση τού Ανθρώπου με το Θεό(πρέπει να) είναι αμφίδρομη. 

.         γ.-Δεν εξηγείται,με την αγωνία τού ανθρώπου μπρός στο θάνατο,μπρός στο άγνωστο ,  η  πίστη  του ότι, όλα δεν τελειώνουν με τον θάνατο.Δεν μπορεί η πίκρα τού ανθρώπου που αντιμετωπίζει τόσες και τέτοιες δυσκολίες, που συναντά τον πόνο και το κακό,να είναι η μόνη εξήγηση,να είναι η εξήγηση,(στην πίστη του αυτή ) ότι, υπάρχει , ένας προορισμός  μια συνέχεια ,ότι υπάρχει ένας « παράδεισος».

          Βαθειά,πεποίθηση τού γράφοντα,είναι ότι, μεταξύ θανάτου και ζωής,υπάρχει απλώς, διαφορά δομής,συχνοτήτων, διαφορά φάσεως.Στο σύμπαν τίποτε δεν χάνεται, απλώς μετασχηματίζεται,απλώς μεταβάλ -λεται.Αλλά είτε δεχθεί κανείς την άποψη αυτή  για το θάνατο,είτε όχι,το χρέος ,στην διάρκεια τού ταξειδιού αυτού που λέγεται ζωή,παραμένει.Και πρέπει να το κατανοήσουμε και να  το υπηρετήσουμε.

Και  ειδικότερα ως προς το Θάνατο:Ας μην μας  κατέχει ο φόβος,ή αν πρέπει να υπάρχει ο φόβος, αυτός να μην είναι  τού τι θα απογίνουμε (όταν «πεθάνουμε») αλλά μήπως όσο ζούμε, δεν πράττουμε,(σαν σκέψη, σαν συναίσθημα ,και σαν πράξη) εκείνο που πρέπει και μπορούμε,εκείνο για το οποίο βρισκόμαστε τώρα εδώ. Και για κείνους που θέλουν να δούν τα πράγματα διαφορετικά,ας σκεφθούν τι « ταμείο» θα παρουσιάσουν τη στιγμή τού «Θανάτου».Γι΄αυτήν την συγκεκριμένη,ή τουλάχιστον και γι΄αυτήν, τη  στιγμή,πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι.

.-Υπέρτατος συμπαντικός νόμος,που (πρέπει να) διέπει και που  δικαιώνει τον Ανθρωπο και την παρουσία του είναι η αγάπη, που οδηγεί (αν δεν ταυτίζεται) με την Γνώση , την Αλήθεια,τον Θεό.(  « Ο μη αγαπών ούκ έγνω Τον  Θεόν,ότι, ο Θεός αγάπη εστίν»).Που οδηγεί ίσως στην μεγάλη επιστροφή. Υπάρχουν «αποδείξεις», ότι, η θέση αυτή, η πορεία αυτή είναι η ορθή¨: Η ευφορία  και το αίσθημα τής αρμονίας, ή αίσθηση ότι ζείς  « κατά φύση»που νοιώθεις, και από την οποία διαποτίζεσαι και διαπερνάσαι,  από την οποία  πλημμυρίζεις όταν κάνεις το καλό , όταν ατενίζεις και γίνεσαι ένα με τη φύση και  την ομορφιά της και τη καλωσύνη, είναι αψευδής απόδειξη ότι ,ακολουθείς τον σωστό δρόμο.Και μην  ρωτάτε το τι  είναι καλό.Στην συγκεκριμένη στιγμή (πρέπει να ) το γνωρίζουμε.

          5.-.Δεν μπορεί ,δεν είναι ωραίο ( και  μια καλή, προσέγγιση πολλών θεμάτων είναι η αισθητική προσέγγιση), να δεχθούμε ότι , η παρουσία μας,είναι άσχετη και αδιάφορη για το Σύμπαν,τού οποίου αναπόσπαστο μέρος είμαστε.(Οπως και δεν μπορεί ο πόνος που δημιουργούμε στον διπλανό μας,  η αδιαφορία στον πόνο τού διπλανού μας, να είναι μια ανεκτή, στάση σύμφωνη με, Υπέρτατο συμπαντικό νόμο) Ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι μόνον ένας παρατηρητής (αλήθεια για ποιό λόγο;)ένας καταλύτης,ένας μετασχηματιστής, οργανικών ουσιών. Η αποστολή του δεν μπορεί να περιορίζεται στο να   αναπαράγεται και να κτίζει σπίτια ή και να δοξολογεί απλώς με ύμνους, το Θεό. Η μοίρα και αποστολή τού Ανθρώπου  πρέπει να έχει σχέση με αυτό, τού οποίου συνιστά τμήμα,και το όλο αυτό,(πρέπει να) θέλει τον «άνθρωπο για  κάποιο σκοπό.»

Γι’ αυτόν τον σκοπό  ήρθαμε στη Γή.Γι’ αυτό, υπάρχει η  Ζωή.

Και τέλος για κείνον που θεωρεί περιττές τις παραπάνω σκέψεις,τις παραπάνω προτάσεις,τις παραπάνω θέσεις, και αναλύσεις  θάθελα να πώ:Το ελάχιστον που υποχρεούται ο καθένας πού δεν δέχεται τίποτε από τα παραπάνω,είναι να  θέσει στον εαυτό του το ερώτημα.: Γιατί  όλα  αυτά, γιατί η ζωή,γιατί υπάρχω;

Θα είναι μια πολύ καλή αρχή

 Ευλογημένος, άξιος και δικαιωμένος,εκείνος ,που χωρίς να ασχολείται με τις  αναλύσεις, που εκτίθενται στο κύριο μέρος τής –υποτυπώδους- αυτής προσπάθειας,    πιστεύει στην αγάπη, βρίσκει τη φώτιση μετά από καλά προετοιμασμένη κατάδυση,στον εαυτό του, και   πράττει και κηρύσσει την αγάπη. Την μεγάλη ελπίδα( και τον μεγάλο-τον μόνο;- αντίπαλο τού κακού)

 

===                  

 

Αγία Τριάδα-Βόλος από……………………….,( 25 Οκτωβρίου  έφυγε ο πατέρας-…………)( 7 Νοεμβρίου έφυγε η μητέρα) Μεγάλοι αγωνιστές και δάσκαλοί μου με την αγάπη που  μού  έδωσαν,με τον δρόμο  που μού δίδαξαν,δρόμο αγάπης,αγώνα,………..-------Αν μπορούσα να πώ, Καλήν αντάμωση;(όπως εγώ την εννοώ)….Μα αφού ποτέ δεν χωρίσαμε;

Βόλος /Αγία Τριάδα 16-11-2016

Γ.Α.ΚΟΥΚΟΥΒΙΝΟΣ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

·        Ο πρεσβύτερος και Πανεπιστημιακός Γεώργιος Φλωρόφσκι,πρύτανης των θεολόγων τού 20ού αιώνα,ασχολήθηκε και αυτός, με το πρόβλημα τού κακού.Οι θέσεις του στο θέμα αυτού,συρρικνωμένες,αλλά έτσι που να  μην προδίδουν την  ουσία είναι:

1.-Κάθε τι που υπάρχει είναι δημιούργημα Τού Θεού,εκτός από το κακό,που υπάρχει παρά τη θέληση Του Θεού.

2.-Η θέληση Τού Θεού ορίζει τις αιτίες και τους σκοπούς κάθε δημιουργήματός του. Το κακό αντιτάσσεται στην Θέληση αυτή Τού Θεού,αντιστρατεύεται την λογικότητα τής Θείας δημιουργίας..

3.-Οι αιτίες και οι λόγοι τού κακού,δεν περιλαμβάνονται  στην αιτιότητητα που συγκροτεί την θεία δημιουργία.Το κακό έχει μια άλλη αιτιότητα που αντιμάχεται τη θεία αιτιότητα.

4.- Ενώ κάθε ενεργούμενη δύναμη και κάθε ενεργητική δυνατότητα, πηγάζει από Τον Θεό,το κακό είναι  μια αντίπαλη υπαρκτή δύναμη και δυνατότητα, που δεν έχει την αιτία στο Θεό.μια δύναμη καταστροφική τής θεικής δημιουργίας

5.-Πιστοποιούμε την ύπαρξη τού κακού,τους σκοπούς του, αγνοούμε όμως την καταγωγή του,και την αιτιότητα που το διέπει.

6.-Ο κόσμος που γνωρίζουμε είναι διαφορετικός απ΄αυτό,που η χρισταινική μαρτυρία βεβαιώνει ότι, σκέφθηκε και θέλησε ο Θεός.Εχουν υπεισέλθει νοσηρές καταστάσεις.Το κακό είναι μια καταστροφική προσθήκη στην δημιουργία Του Θεού.

7.-Αν δεχθούμε τη Χριστιανική μαρτυρία  η καταστροφή που επιφέρει το κακό στις λογικές υπάρξεις, είναι ανεπανόρθωτη και συνιστά αφόρητο σκάνδαλο.Η κόλαση που αναφέρει η χριστιανική μαρτυρία,είναι μια κυνική  απόδειξη τής καταστροφικής δύναμης τού κακού.

8.-Ο αφύσικος διχασμός που εισχώρησε στον κόσμο Τού Θεού. βεβαιώνεται από το χριστιανικό κήρυγμα ως αιώνιος.Η ενότητα τής δημιουργίας υπονομεύτηκε οριστικά.Οι κατακτήσεις τού κακού,σε ό.τι αφορά την ανθρωπότητα  δεν  θα εξουδετερωθούν ποτέ από την παντοδύναμη ευσπλαχνία Τού Θεού. 

(Θυμίζει μήπως η άποψη αυτή την ανατολική σκέψη για το Γιν και το Γιάν,που εμφανίζονται σαν δύο δυνάμεις που δρούν συμπληρωματικώς,-σαν σε μια κατάσταση δυναμικής ισορροπίας- χωρίς ποτέ μια απ΄αυτές να μηδενίζεται;)

·        Ο Χρ.Γιανναράς ασκεί κριτική σ΄όλα αυτά(ο.π.171) γράφοντας ότι, οι διατυπώσεις αυτές, για την ανεπανόρθωτη καταστροφή, που επιφέρει το κακό στις λογικές υπάρξεις κατά τον π.Φλωρόσκι,είναι λογικά αντιφατικές,εκτός άλλων γιατί οι έννοιες Θεός και αποτυχία είναι ασύμβατες, ασχολείται όμως  (ό.π.236 επ.) με δύο ερωτήματα : Το πρώτο: Γιατί η υπαρκτική ανεπάρκεια τού κτιστού,η λογική ( και πραγματική) ειδοποιός διαφορά του από το άκτιστο ενώ έχει την αιτιώδη καταγωγή της,στην αγάπη τού Κτίστη γιατί να φανερώνεται και να πραγματώνεται ως ναγκαιότητα πόνου φθοράς και πόνου………Γιατί να μην αρκεί ένας ήσυχος και γαλήνιος  ύπνος -θάνατος.Γιατί να υπάρχει  ……ο θάνατος μικρών παιδιών και άωρων  υπάρξεων; Το δεύτερο :Αν ερμηνεύσουμε τον πόνο ως υπαρκτική ανεπάρκεια τού κτιστού  και την υπαρκτική ανεπάρκεια ως κακό ,ποια υπαρκτική ανεπάρκεια και ποιο πόνο εντοπίζει η γλώσσα τής εκκλησιαστικής μαρτυρίας,……………στην  περίπτωση των δαιμόνων πρωτουργών τού κακού; Οι κτιστοί δαίμονες  μαρτυρούνται ως δυνάμεις άχρονες……απαθείς.Και αν ο θάνατος εισήλθεν στο κτιστό σύμπαν,ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται ,γιατί  η Χρισαινική γλώσσα αποκλείει  αυτή τη πρόνοια( ή αναγκαιότητα) στην περίπτωση των δαιμόνων;.

·        Ο Ντέιβιντ Χιούμ στους « Διαλόγους του σχετικά με τη Φυσική Θρησκεία» διερωτάται:

«Ο Θεός θέλει να αποτρέψει το Κακό, αλλά δεν μπορεί;Τότε είναι ανίκανος.Μπορεί αλλά δεν θέλει; Τότε είναι μοχθηρός.Και μπορεί και θέλει; Πόθεν άραγε το Κακό;»

Αλλά το ερώτημα και η απορία τού Χιούμ,προδίδουν μια μεταφορά σε  καθημερινά και γήινα επίπεδα, εννοιών και καταστάσεων,που δεν επιδέχονται λογική-επιστημονική αντιμετώπι ση,πέρα από το ότι, η έννοια τού Θεού,τής ζωής, είναι μυστήρια,και επομένως δεν επιδέχονται διανοητική προσέγγιση και ερμηνεία.

Θα είναι αλαζονικό,ασεβές και αυθαίρετο,να προσθέσει κάποιος,ότι, όλα αυτά,όσα υποστηρίζουν και ο π.Γ.Φλωρόφσκι και ο Χρ.Γιανναράς, υποδεικνύουν ένα ρόλο για τον άνθρωπο και επομένως  υποδεικνύουν μια δύσβατη πορεία για τον Ανθρωπο, αλλά συγχρόνως  δίνουν  μια αισιόδοξη προοπτική για τον Ανθρωπο,για το Σύμπαν ,για την Θεία Δημιουργία;Μια ελπίδα και μια ευθύνη;.

Ιωαννης ο Δαμασκηνός για την έννοια τού κακού.

Επί των αυτών γραμμών σκέψεως βαίνει και η περί κακού διδασκαλία του Ιωάννου του Δαμασκηνού. Ούτος επαναλαμ βάνει τας περί κακού αντιλήψεις της προγενεστέρας αυτού Πατερικής παραδόσεως. Το κακόν μελετάται παρ’ αυτώ μάλλον εκ της θεολογικής και ηθικής αυτού πλευράς, επιμελώς δ’ αποφεύγονται αι σχετικαί ακρότητες τού ψευδοδιονυσείου συστήματος.

Εις εν χωρίον του κατά Μανιχαίων έργου του ο ιερός Πατήρ συνοψίζει άριστα τας περί του κακού αντιλήψεις του: « παντελής κακία ο χρται ν τος οσιν ο τε γάρ θεός ντως ν, καί το εναι ατιος, κακία, οτε τι τν γεγονότων, καθό γέγονε, κακόν, λλά τό τε τν πάντων ατιον, αγαθόν, καί πάντα τά γενόμενα π’ ατο γαθά. Πάντα δέ τά ντα, π’ ατο, κ το μή ντος ες τό εναι παρήχθη, καί πάντα καλά, καί λίαν καλά· τό δέ κακόν οδέν τερον στι, ε μή ποβολή καί στέρησις κούσιος τν πό το Θεο τ λογικ φύσει δεδωρημένων σπερ πενία πλούτου π οβολή... καί σπερ λοκληρία το σώματος καλόν, δέ το νός μέρους ποβολή, μερικόν κακόν, οχ πάρχον, λλ’ πάρχοντος στέρησις. ρται δε, τοι νοεται ν τ ντι, οχ ς ν, λλ’ ς πογενόμενον... οτω καί κακία, τοι μαρτία, κούσιος στι τν κ Θεο δεδωρημένων τ λογικ φύσει γαθν ποβολή... στίν ον κακία τν φυσικν δυνάμεων παράχρησις... Ε γάρ γαθός Θεός, γαθός καί νόμος ατο, φυσικός, καί ν ξ ντος. δέ τούτου παρακοή, στέρησις το πάρξαντος μν νόμου... στε οδέν τερόν στιν κακία, ε μή τό παρά φύσιν καί τόν νόμον κεχρσθαι τας φυσικας δυνάμεσιν· οκ στιν οσία, λλ’ μέτερον πιτήδευμα» (1).

Αι ιδέαι του χωρίου τούτου είναι σημαντικαί. Η παντελής κακία δεν υπάρχει εις τα όντα, ούτε ο Θεός, ο όντως ων, είναι κακός. Ουδέν το πεποιημένον, έχον ως αιτίαν αυτού το αγαθόν, είναι κακόν. Πάντα τα δεδημιουργημένα όντα είναι καλά, και δη καλά λίαν. Το κακόν είναι αποβολή και στέρησις εκούσιος των υπό του Θεού τη λογική κτίσει δεδωρημένων. Είναι μερική έλλειψις του αγαθού. Η κακία ουδέν έτερον είναι ή των φυσικών δυνάμεων παράχρησις. Είναι παρακοή, ήτοι στέρησις του υπάρξαντος αγαθού νόμου του Θεού. Είναι παρά φύσιν και νόμον χρήσις των φυσικών δυνάμεων. Ταύτα πάντα όμως ουδαμώς συνιστώσιν ουσίαν ιδίαν, αλλ’ είναι ημέτερον επιτήδευμα.

Αι αύται περίπου ιδέαι απαντώσιν ανά παν βήμα εν τοις έργοις του ιερού Πατρός. Ότι το κακόν δεν είναι ουσία, αλλά στέρησις του αγαθού, εξαίρεται πολλαχώς υπό του Ιωάννου του Δαμάσκηνου. Ούτως, εν αντιθέσει προς το αγαθόν, όπερ είναι η αυθεντική ύπαρξις και το μόνον αίτιον πάσης άλλης πραγματικής υπάρξεως, το κακόν είναι στέρησις του αγαθού, ήτοι της υπάρξεως (2). Ως στέρησις μάλιστα του αγαθού παραβάλλεται προς το σκότος, όπερ είναι έλλειψις του φωτός. Όπως δε το αγαθόν είναι φως νοητόν, ούτω και το κακόν είναι σκότος νοητόν (3). Όπως δε πάλιν το σκότος δεν είναι ουσία, αλλά συμβεβηκός, ούτω και η κακία: «Σκότος δε στιν, οκ οσία τις, λλά συμβεβηκός· φωτός γάρ στι στέρησις. γαρ ήρ οκ ν τ οσί ατο χει φς. Ατό ον τό στερσθαι τόν έρα φωτός, σκότος κάλεσεν Θεός· καί οχί οσία το έρος στί σκότος, λλ’ το φωτός στέρησις, περ συμβεβηκός μλλον δηλο περ οσίαν (4). Η κακία «οδέν τερόν στιν, ε μή ναχώρησις το γαθο· σπερ καί τό σκότος το φωτός στιν ναχώρησις» (5).

Το κακόν είναι αδύνατον να έχη προέλθει εκ του αγαθού. Η ύπαρξις αυτού οφείλεται εις την στέρησιν του αγαθού και εις την εκ του κατά φύσιν εις το παρά φύσιν παραδρομήν. Κατά την φύσιν αυτού ουδέν υπάρχει όντως κακόν. Διότι πάντα όσα εποίησεν ο Θεός είναι καλά. Μένοντα δε κατά τον λόγον της φυσικής υπάρξεως αυτών, παραμένουσιν εν τω αγαθώ. Εκουσίως όμως ανεκφοιτώντα εκ του κατά φύσιν και εις το παρά φύσιν ερχόμενα, περιπίπτουσιν εν τω κακώ (6). Τα όντα πάντα παραμένοντα εν τω φυσικώ λόγω της υπάρξεως αυτών είναι υπήκοα τω Δημιουργώ. Όταν όμως εθελουσίως αφηνιάσωσι και παρακούσωσι του ποιήσαντος αυτά, τότε συνιστώσιν εν εαυτοίς την κακίαν. Η δε κακία δεν είναι ουσία τις επί μέρους, ούτε ιδίωμα ουσίας, αλλά συμβεβηκός, ήτοι εκ του κατά φύσιν εις το παρά φύσιν εκούσιος παρατροπή (αμαρτία) (7). Εν αντιθέσει προς τον Θεόν, όστις είναι ουσία μία εν τρισίν υποστάσεσιν γνωριζομένη, η κακία δεν είναι ουσία, αλλά τι το συμβατικόν, έννοια τις και λόγος και πράξις παρά τον νόμον του Θεού. Αύτη έχει την ύπαρξιν αυτής εν τω ε ννοείσθαι και λέγεσθαι και πράττεσθαι, αφανιζομένη όταν και αι καταστάσεις, αι προκαλούσαι αυτήν, αφανίζωνται (8). Η κακία δεν είναι ον, αλλά στέρησις του όντος (9). Τα όντα εφ’ όσον κοινωνούσι του αυτού είναι, δεν είναι εναντία αλλήλοις. Μόνον το μη ον είναι εναντίον τω όντι. Κατά ταύτα, εάν το κακόν είναι παντελώς εναντίον τω αγαθώ, το δε αγαθόν όντως υπάρχη, έπεται ότι και το κακόν, ως αντίθετον του αγαθού, δεν δύναται να υπάρχη.πομένως το κακόν είναι άρσις και στέρησις του είναι. Και εάν το αγαθόν είναι ουσία, το κακόν, κατά τον αντιθέσεως λόγον, είναι ανούσιον (10). Αγαθόν κυρίως λέγεται το εκ του φύσει αγαθού Θεού δεδωρημένον. Κυρίως δε κακόν, το παρά τον νόμον του κτίσαντος γινόμενον (11).

Η ύπαρξις επομένως του κακού αρνητικώς μόνον νοείται. Μη ανήκον εις την πραγματικήν του όντος περιοχήν, είναι στέρησις της αγαθής έξεως. Και ως μεν μερική στέρησις του αγαθού είναι μερικόν κακόν. Παντελές δε καθίσταται μόνον όταν το αγαθόν εκλείψη παντελώς (12). Ως εκούσιος παρακοή και αναίρεσις του αγαθού (της αρετής) το κακόν δεν είναι ον, αλλά τι το συμβατικόν, παρυπόστασίς τις εν τω πράττειν απλώς ενυπάρχουσα. Παυομένης δε της πράξεως, συμπαύεται αύτη και το κακόν (13). Επί του οντολογικού πεδίου το μη είναι αποτελεί το τέλειον κακόν. Η τελεία ανυπαρξία είναι το τελείως μη ον. Το είναι όμως και το ευ είναι προέρχονται παρά του Θεού. Αντιθέτως η μετάπτωσις εκ του αγαθού εις το κακόν δεν προέρχεται εκ του Θεού, αλλ’ είναι προϊόν της του πράττοντος γνώμης (14).

Η αντίθεσις μεταξύ αγαθού και κακού είναι αντίθεσις μεταξύ τάξεως και αταξίας. Το αγαθόν είναι τάξις και μάλιστα άριστη, διασώζουσα εκάστω τα κατά φύσιν την οικείαν. Τούτο συμπίπτει προς την αρετήν. Αντιθέτως η κακία είναι λύσις της τάξεως, ήτοι αταξία (15). Η ορθή και φυσική χρήσις των όντων συνίστησι την αρετήν. Αντιθέτως την κακίαν απαρτίζει η χρήσις του μη όντος ως όντος. Η παράχρησις αύτη συνίσταται εις το μη παρέχειν εκάστω τα ιδία. Ιδία δ’ εκάστω είναι τα παρά του Θεού οριζόμενα. Ούτως: «διον μέν Θεο δόξα καί τιμή, ς Δημιουργ πρέπουσα· διον δέ τν κτισμάτων, τό μέτρον, κάστ ρισεν τό εναι διδούς» (16). Όταν τις εφίεται παρά φύσιν των όντων περιπίπτει, εις το κακόν. Επομένως αμαρτία είναι η παρά φύσιν έφεσις. Συνεπώς το κακόν δεν έχει ιδίαν εν εαυτώ υπόστασιν, αλλά παρυπόστασιν, ήτις έχει λόγον υπάρξεως μόνον εκ της σχέσεως αυτής προς το αγαθόν. Το κακόν δεν γίνεται δι’ εαυτό, αλλά δια το αγαθόν. Διότι παν ό,τι γίνεται ή γίνεται δια το πραγματικόν αγαθόν, ή δια το νομιζόμενον τοιούτον (17). Ουδείς ποτέ πράττει το κακόν εν επιγνώσει του και αποβλέπων εις αυτό τούτο το κακόν. Εν τω κατωτέρω χωρίω αναπτύσσονται και αύθις τα περί τάξεως και αταξίας εν τη σχέσει αυτών προς το αγαθόν και το κακόν, ως και τα περί δισσής φύσεως του τε αγαθού και του κακού διδάγματα του ιερού Πατρός: «στέον δέ, ς γαθόν μεν στι τάξις ρίστη, κάστω τό κατά φύσιν οκεον διασώζουσα ταυτόν δέ στι καί ρετή· κακία δέ τς τάξεως λύσις, γουν ταξία. Δισσς δέ τό γαθόν λέγεται, τό ντως γαθόν, ς ηθεσα τάξις, καί τό δοκον γαθόν, κατ’ ασθησιν δονή παρά τήν προειρημένην τάξιν περ οκ γαθόν στιν, λλά μλλον κακόν· καί κακία δέ δισσς λέγεται, τό ντως κακόν, τουτέστι τό παρά τήν φυσικήν τάξιν γινόμενον, καί παρά τόν νόμον το Κτίσαντος, κατ’ οκείαν γνώμην. Φυσική γάρ τάξις πακοή το κτίσαντος· ταξία δέ, παρακοή· τό δοκον κακόν, τό κατ’ ασθησιν λυπηρόν, καί μν πίπονον, ς παιδεία, τις μλλον γαθόν στι, καί συμφέρον, πρός τήν κατά φύσιν πανάγουσα τάξιν» (18).

Είναι, λοιπόν, το κακόν φυγή και αναίρεσις του αγαθού (19) η δε ψυχή δημιουργηθείσα υπό του αγαθού Θεού εκακώθη, παρατραπείσα εκουσίως του κατά φύσιν (20). Η αμαρτία δεν είναι κτίσμα Θεού (21). Εν τοιαύτη όμως περιπτώσει, πόθεν προέρχεται αύτη; Η αμαρτία είναι εύρημα της γνώμης του διαβόλου. Είναι όμως κακός ο διάβολος; Κατά μεν την φύσιν αυτού, καθ’ όσον δηλαδή εδημιουργήθη υπό του Θεού, δεν είναι κακός, αλλ’ αγαθός, διότι εκτίσθη φωτεινός και λαμπρότατος υπό του πλαστουργού του. Καθ’ όσον όμως επλάσθη λογικός και αυτεξούσιος, εκουσίως απεφοίτησε της κατά φύσιν αρετής και, αποσκιρτήσας του αγαθού, περιήλθεν εν τω ζόφω της κακίας, απομακρυνθείς του Θεού, του μόνου αγαθού και ζωοποιού και φωτοποιού (22).

Ταύτα εν ολίγοις τα περί τα κακού διδάγματα του ιερού Ιωάννου του Δαμάσκηνου. Ως ήδη ετονίσθη, ούτος δεν απομακρύνεται της περί κακού εννοίας των προγενεστέρου αυτού Πατέρων της Εκκλησίας. Και παρ’ αυτώ το κακόν δεν είναι ουσία, ούτε ποίημα ίδιον, ούτε ανίσχει εκ του Θεού, ούτε είναι εν τω Θεώ, ούτε εύρηται εις οντολογικήν αντίθεσιν προς το αγαθόν, αλλ’ είναι, συμβεβηκός, παρυπόστασις. Το κακόν δεν προέρχεται εκ των όντων, αλλ’ ως αμαρτία είναι, ανθρώπινον επιτήδευμα, ήτοι προϊόν της ελευθέρας βουλήσεως των λογικών όντων. Η αμαρτία υπάρχει όταν ο άνθρωπος εκπίπτη εθελουσίως του νόμου του Θεού, όταν ελευθέρως ποιήται κατάχρησιν των όντων. Η αμαρτία είναι παράβασις, εκτροπή, ανυπακοή. Υφίσταται μόνον εκεί οπού υπάρχει στέρησις του αγαθού, παύει δε να υπάρχη, όταν και το αίτιον το προκάλεσαν αυτήν παύση να υφίσταται. Το κακόν δεν είναι ον, δεν ανήκει εις τον πραγματικόν χώροντών όντων, αλλ’ είναι τι το όλως αρνητικόν, παρυφιστάμενον εν τη στερήσει και τη αποπτώσει εκ του αγαθού, όπως και το σκότος υπάρχει ενόσω και ένθα απολείπεται το φως.

Συγκρίνοντες τα περί της φύσεως του κακού διδάγματα της πατερικής παραδόσεως προς την αντίστοιχον διδασκαλίαν της Πλωτινείου φιλοσοφίας, έχομεν να επισημάνωμεν τόσον ομοιότητας όσον και διαφοράς. Αι ομοιότητες είναι γενικαί όλως και ασήμαντοι, ενώ αι διαφοραί είναι παμπληθείς και ουσιώδεις.

Ως σημεία κοινά αμφοτέρων των συστημάτων τούτων δυνάμεθα να επισημάνωμεν δύο τινά· α) πρώτον και κυρίως την ιδέαν ότι το κακόν ουδεμίαν οντολογικήν σχέσιν και αναφοράν έχει προς το αγαθόν, και β) ότι το κακόν είναι γενικώς μη ον, έλλειψις και στέρησις του αγαθού, ει και εν τω σημείω τούτω φραστική μόνον συγγένεια παρατηρείται.

Πέραν των δύο τούτων σημείων ποιας τίνος σχέσεως και επαφής, άρχονται βαθύταται και ουσιώδεις διαφοραί, αι κυριώτεραι των οποίων είναι αι εξής:

1) Η περί του μη όντος έννοια της Πλωτινείου σκέψεως δεν είναι η αυτή προς την της πατερικής παραδόσεως. Μεταξύ τούτων φραστική μόνον ομοιότης παρατηρείται. Το μη ον της Πλωτινείου φιλοσοφίας δεν είναι το μη υπάρχον, αλλ’ ο κόσμος καθόλου του αισθητού, η ύλη, ήτις ευρίσκεται εις απόλυτον οντολογικήν αντίθεσιν προς το αγαθόν. Είναι η απειρία, η αστάθεια, η αμορφία, το ακόρεστον, το παμπαθές, πενία η παντελής. Αι έννοιαι αύται είναι παντελώς ξέναι εις την πατερικήν σκέψιν και διδασκαλίαν. Λέγοντες μη ον οι Πατέρες εννοούσι γενικώς το μη ουσία υπάρχον. Το κακόν κατ’ αυτούς είναι μη ον, καθ’ όσον δεν έχει ιδίαν υπόστασιν και ουσίαν, είναι απλούν συμβεβηκός, απλή παρυπόστασις.

2) Τα περί της φύσεως της ύλης διδάγματα της φιλοσοφίας του Πλωτίνου συνιστώσιν οξύτατον οντολογικόν δυϊσμόν. Η ύλη παρ’ αύτη αποτελεί αρχήν ιδίαν παντελώς ξένην και απολύτως αντίθετον προς το αγαθόν. Αύτη αποτελεί το υπόστρωμα και την πηγήν πάσης αταξίας και κακότητος εν τω κόσμω, φθείρουσα παν ό,τι καθ’ οιονδήποτε τρόπον έρχεται εις επαφήν μετ’ αυτής. Τα διδάγματα ταύτα είναι εντελώς ανήκουστα εις την πατερικήν διδασκαλίαν. Κατά τους Πατέρας η ύλη, ως παρά Θεού πεποιημένη, μετέχει είδους και κάλλους, επομένως είναι αγαθή. Ο οντολογικός δυϊσμός της Πλωτινείου σκέψεως είναι παντελώς ξένος προς την χριστιανικήν οντολογίαν των Πατέρων.

3) Εν τω αυτώ μέτρω ξένα τυγχάνουσι και τα περί γενικού και μερικού κακού διδάγματα του Πλωτινείου συστήματος. Κατ’ αυτό το φύσει και πρώτως κακόν είναι η ύλη. Η κακία των ενύλων όντων είναι το δεύτερον κακόν, όπερ προέρχεται εκ του πρώτου. Το πρώτον κακόν (η ύλη) προηγείται του δευτέρου (της κακίας). Κατά τους Πατέρας η διάκρισις αύτη είναι ανύπαρκτος, μάλιστα δε η προέλευσις του κακού, υπ’ αμφοτέρας αυτού τας όψεις, εκ της ύλης. Η ύλη κατ’ αυτούς δεν είναι ούτε φύσει κακή, ούτε και η πηγή πάσης άλλης επί μέρους κακίας. Το κακόν, είτε ως πρώτον (ύλη) είτε ως δεύτερον (κακία), ουδέν οντολογικόν υπόβαθρον και ουδεμίαν υπαρκτικήν θέσιν δύναται να έχη. Είναι απλώς ανυπόστατον.

4) Η ιδέα περί του κακού ως παντελούς στερήσεως του αγαθού, οίαν διδάσκει ο Πλωτίνος, απορρίπτεται υπό της πατερικής παραδόσεως μετά πατάγου. Κατά τον Πλωτίνον η παντελής στέρησις και απουσία του αγαθού συνιστά το γνήσιον και αυθεντικόν κακόν, τουθ’ όπερ είναι η ύλη, το έσχατον πάντων εν τη κλίμακι των όντων, εις ο δυνάμεθα να φθάσωμεν δια της βαθμιαίας υποβάσεως και καθόδου εκ του αγαθού (ως της υψίστης οντολογικής κορυφής), πέραν του οποίου ουδέν έτερον υπάρχει. Κατά τους Πατέρας η παντελής στέρησις του αγαθού, ουδαμώς έσται, καθ’ όσον αυτή ισοδυναμεί τω μηδενί. Ον στερούμενον παντελώς του αγαθού, υπό την οντολογικήν σύστασιν αυτού, δεν είναι δυνατόν να υπάρξη. Μόνον η περί μερικής στερήσεως του αγαθού, ως συνιστούσης το ελάσσον αγαθόν, γνώμη του Πλωτίνου δύναται να συγχορδισθή προς τα αντίστοιχα διδάγματα του ψευδοδιονυσείου συστήματος. Η ιδέα όμως περί της κακίας (του δευτέρου κακού) ως ενυπαρχούσης εις τα όντα, λόγω της σχέσεως και επαφής αυτής μετά του πρώτου κακού (της ύλης), είναι εντελώς άγνωστος εις τους ιερούς Πατέρας της Εκκλησίας.

5) Αλλά και τα περί αναγκαίας εν τω κόσμω συνυπάρξεως του αγαθού και του κακού διδάγματα της σκέψεως του Πλωτίνου, ουδεμίαν θέσιν δύνανται να έχωσιν εν τω πλαισίω των περί της φύσεως του κακού αντιλήψεων των Πατέρων. Την ανάγκην της συνυπάρξεως ταύτης υφηγείται κατά τον Πλωτίνον η ύλη, ης η παρουσία είναι αναγκαιότατη δια την ύπαρξιν του φυσικού τούτου σύμπαντος. Την δυαρχικήν όμως ταύτην διάταξιν του παντός αποκρούει μετά δυνάμεως η πατερική σκέψις, ήτις τα πάντα ανάγει εις μίαν και την αυτήν ενιαίαν και αδιάσπαστον αρχήν, τον Θεόν. Ούτω και η συναφής δοξασία, ότι παν ό,τι προέρχεται εκ του Θεού είναι αγαθόν, ό,τι δε προέρχεται εκ της ύλης είναι κακόν, τυγχάνει απαράδεκτος εις την πατερικήν παράδοσιν.

6) Κατά τους Πατέρας τυγχάνει ωσαύτως απαράδεκτος η γνώμη του Πλωτίνου, καθ’ ην τα πάντα φθείρονται, δια της επαφής αυτών μετά της ύλης. Και ότι η πτώσις της ψυχής, η εις τον βόρβορον εμβύθισις και η εντεύθεν προϊούσα αθλιότης, οφείλονται εις την εν τη ύλη και τω κράτει αυτής εγκατάμιξιν της ψυχής. Βεβαίως και κατά τους Πατέρας η ψυχή δεν είναι αφ’ εαυτής κακή. Η κάκωσις όμως αυτής δεν προέρχεται εκ της μετά του υλικού σώματος συνδέσεως της. Η κακία της ψυχής προέρχεται άλλοθεν. Εντεύθεν ούτε και η σωτηρία αυτής ανίσχει εκ της από της ύλης απαλλαγής και αποδεσμεύσεως αυτής.

7) Κατά τον Πλωτίνον το κακόν δεν στερείται υποστάσεως. Τόσον το πρώτον κακόν έχει σαφή και αναντίρρητον υπόστασιν, την ύλην, μεθ’ ης και οντολογικώς συμπίπτει, δσον και το δεύτερον κακόν (η κακία) έχει ιδίαν ύπόστασιν, την ύλην και πάλιν, ήτις αποτελεί το άμορφον και άποιον και ανείδεον εκείνο υπόστρωμα, εφ’ ου προστιθεμένων εκάστοτε των επί μέρους συμβεβηκότων, αναφαίνεται τούτο ως κακία επί μέρους, ως κακόν επισυμβαίνον και επιγιγνόμενον. Το ν’ αρνηθή τις την υπόστασιν του κακού υπ’ αμφοτέρας αυτού τας όψεις, ισοδυναμεί προς το ν’ αρνηθή και την ύπαρξιν αυτού τούτου του αγαθού. Κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας το πράγμα είναι εντελώς διάφορον. Το κακόν ουδεμίαν απολύτους υπόστασιν δύναται να έχη. Δεν είναι ουσία τις επί μέρους και συγκεκριμένη, αλλ’ απλώς συμβεβηκός. Η ύπαρξις αυτού είναι εντελώς αρνητική. Είναι μερική άρνησις του αγαθού. Απερχόμενης δε ταύτης, συναπέρχεται άμα και το όλον κακόν.

8) Ενώ κατά τον Πλωτίνον η ανάγκη του κακού τυγχάνει αναπόδραστος, ταύτην δε συνιστά, ως πολλάκις ετονίσθη, η άμορφος και ανείδεος ύλη (εν τη αντιθέσει αυτής προς το κάλλος, την πληρότητα και την μορφήν του αγαθού), κατά τους Πατέρας, ουδεμία οντολογική ανάγκη υπάρχει δια το κακόν. Το κακόν, μη ον ουσία τις επί μέρους και υπόστασις, υπάρχει μόνον ως δυνατότης της λογικής φύσεως, εντοπιζομένη απολύτως εν τη αυτεξουσίω προαιρέσει της ανθρωπίνης φύσεως. Όταν ο άνθρωπος εθελουσίως αναχώρηση εκ του αγαθού, τότε περιπίπτει εις την κακίαν. Μάλλον η τοιαύτη αναχώρησις αποτελεί εν εαυτή την κακίαν. Η κακία αποτελεί έκπτωσιν και παρατροπήν εκ της φύσεως. Είναι η αθέτησις της φυσικής τάξεως, η παράχρησις των όντων. Ως αμαρτία δε είναι έκπτωσις εκ του θελήματος του Θεού, παρακοή και αθέτησις του νόμου αυτού. Δεν υπάρχει λοιπόν πράγματι και ουσία το κακόν, ή μάλλον ενυπάρχει εκεί όπου μερικώς απουσιάζει το αγαθόν. Είναι κατά ταύτα στέρησις ανυπόστατος, συμβεβηκός ανούσιον. Το κακόν δεν δύναται φύσει να εντοπισθή ούτε εις τον Θεόν, ούτε εις τινά δυαρχικώς αντικειμένην αυτώ αρχήν, ούτε εις τους αγγέλους (κατά τον Ψευδοδιονύσιαν ούτε και εις τους δαίμονας), ούτε εις τας ψυχάς, ούτε εις τα όντα, ούτε εις τας φυσικάς δυνάμεις αυτών, ούτε εις το σώμα, ούτε εις την ύλην, εις ουδεμίαν συνεπώς περιοχήν του πραγματικού και αυθεντικού όντος.

9) Οι Πατέρες απομακρύνοντες τα όντα από πάσης ιδέας του κακού, τούτο δε τοποθετούντες ως δυνατότητα της ελευθέρας βουλήσεως του ανθρώπου, πλησιάζουσα μάλλον προς τα περί κακού διδάγματα ιδιαιτέρας τινός τάσεως εν τη Νεοπλατωνική Σχολή, εκπροσωπουμένης κυρίως υπό του Σαλλουστίου. Η Πλωτίνειος φιλοσοφία, εκδεχομένη το κακόν δυαρχικώς, ουδέν περί τούτων θέλει να γνωρίζη.

10) Και αύτη έτι η τοποθέτησις του διαβόλου ως φορέως και εισηγητού της αμαρτίας, ουδεμίαν δυαρχικήν αναγκαιότητα του κακού υφηγείται κατά τους ιερούς Πατέρας της Εκκλησίας. Ο Σατανάς δεν εδημιουργήθη υπό του Θεού φύσει κακός. Εις την αμαρτίαν εξέκλινε, ή μάλλον την αμαρτίαν εφεύρε, δια της ελευθέρας πτώσεως αυτού εκ του αγαθού. Το ότι κατέστη έκτοτε ο προσωπικός φορεύς της αμαρτίας, εκπειράζων παντοιοτρόπως τον άνθρωπον, τούτο δεν σημαίνει οιανδήποτε δυϊστικήν αναγκαιότητα του κακού, καθ’ όσον το πνεύμα της πονηρίας δελεάζει μεν τον άνθρωπον, ουδαμώς όμως εξέλκει τούτον αναπόδραστως εις το κακόν. ’λλωστε τον διάβολον και πάσαν την μηχανήν αυτού διελέγχει σθεναρώς η πρόνοια του Θεού, χρησιμοποιούσα τούτον αρνητικώς δια την εκπλήρωσιν των θείων αυτής περί των όντων βουλών και σχεδίων.

Και ταύτα μεν εν αδραίς γραμμαίς όσον αφορά εις τας σχέσεις των δύο τούτων περί της φύσεως και της προελεύσεως του κακού συστημάτων.

Εξετάζοντες κατ’ ιδίαν τας περί της φύσεως του κακού αντιλήψεις των ιερών Πατέρων της Εκκλησίας, έχομεν να παρατηρήσωμεν, ό,τι και εν άρχη του παρόντος μελετήματος ημών εσημειώσαμεν, ότι δηλαδή τα εν λόγω διδάγματα δεν είναι απηλλαγμένα ασθενών τινών σημείων και ελλείψεων, η έξαρσις των οποίων δυνατόν να οδηγήση εις συμπεράσματα αντικείμενα εις το παραδεδομένον δόγμα της πίστεως.

Ως αλλαχού εσημειώθη, η ιδιότυπος περί κακού εκδοχή των Πατέρων, απεσκόπει εις τον αποκλεισμόν πάσης ιδέας και εννοίας του κακού εκ του Θεού και εκ της περιοχής των πραγματικών όντων. Ορθότατα δε τονίζεται ότι το κακόν ούτε ένθεον είναι ούτε εκ του Θεού προέρχεται, ούτε ως τις αρχή αείποτε τω Θεώ αντιμαχόμενη υπάρχει. Εκ της επόψεως δε ταύτης χάσμα μέγα εστήρικται μεταξύ της περί κακού διδασκαλίας των Πατέρων και των οντολογικών δυϊστικών αντιλήψεων της Πλωτινείου φιλοσοφίας. Ομοίως ορθώς εξαίρεται το γεγονός ότι το κακόν δεν αποτελεί ιδίαν τινά επί μέρους ουσίαν και υπόστασιν, δεν είναι δηλαδή τι των παρά Θεού πεποιημένων όντων, διότι τούτο ανάγει εμμέσως το κακόν εις τον Θεόν. Κατά ταύτα το κακόν δεν είναι ον, αλλά συμβεβηκός, ποιότης τις (ουχί φυσική) και παρυπόστασις. Ομοίως ορθόν κατά πάντα είναι και το δίδαγμα των Πατέρων, ότι το κακόν ενυπάρχει μόνον ως δυνατότης της ελευθέρας βουλήσεως των λογικών όντων, ήτις πραγματοποιούμενη αποτελεί, ως αμαρτία πλέον, εκτροχιασμών, παραδρομήν, ανυπακοήν και παράβασιν του Νόμου του Θεού.

Οι κίνδυνοι καθ’ ημάς άρχονται αφ’ ης στιγμής το κακόν εξαίρεται ως απλή στέρησις ή άρνησις του αγαθού, και δη και εν οίω μέτρω το σκότος αποτελεί στέρησιν και απουσίαν του φωτός. Η υπερέξαρσις του γεγονότος τούτου καθοράται σαφώς εν τω Ψευδοδιονυσείω συστήματι, καθ’ ο το κακόν, ως μερική έλλειψις του αγαθού, αποτελεί έλαττον αγαθόν. Η ιδέα αύτη εναρμονίζεται προς την αντίστοιχον διδασκαλίαν του Πλωτινείου συστήματος, με την διαφοράν όμως ότι δια το εν λόγω σύστημα, καθ’ όσον τούτο διακρίνει το πρώτον και αρχέγονον κακόν του επισυμβαίνοντος και επιγιγνομένου, δεν υπάρχει πρόβλημα ούτε δυσχέρεια ουσιαστική. Δια τον Πλωτίνον το κακόν δεν είναι κυρίως η κακία (το επισυμβαίνον κακόν), αλλ’ η ύλη, το πρώτον και κύριον και όντως κακόν, εξ ου απορρέει και το δεύτερον κακόν. Επομένως η μερική στέρησις (το έλαττον αγαθόν) κατά τον Πλωτίνον, ως ανάμειξις του φύσει κακού (της ύλης) μετά του αγαθού, δεν παρουσιάζει ουσιαστικήν δυσχέρειαν, διότι ούτος έχει σταθερώς ενώπιον αυτού το άμορφον υπόστρωμα της ύλης, εν τω οποίω και εντοπίζει την ύπαρξιν του ουσιώδους κακού, περί του οποίου άλλωστε και μόνον ενδιαφέρεται. Δια τον Ψευδοδιονύσιον όμως το πράγμα διαφέρει. Ούτος δεν αποδέχεται την δυιστικήν συγκρότησιν των όντων, ούτε δύναται να εντοπίση το κακόν εις ουσίαν τινά. Όταν δε εκλαμβάνη τούτο (το κακόν) ως μερικήν στέρησιν του αγαθού ή ως έλαττον αγαθόν, τότε το κακόν παραμένει εντελώς μετέωρον. Διότι, το έλαττον αγαθόν, οπωσδήποτε και αν εκληφθή, δεν παύει του να είναι αγαθόν, οπότε η παρουσία του κακού καθίσταται όλως προβληματική. Το έλαττον αγαθόν δεν δύναται να είναι και κακόν. Εντεύθεν τα περιθώρια τοποθετήσεως του κακού συστέλλονται επικινδύνως. Το κακόν αποδυναμούται και παρίσταται ως τι ασήμαντον και επουσιώδες. Τούτο εκφαίνεται εξόχως εις τα περί του διαβόλου ιδιαίτερα διδάγματα αυτού. Δια τον Ψευδοδιονύσιον η φύσις του πονηρού πνεύματος δεν παρεβλάβη ουσιωδώς δια της απομακρύνσεως αυτού εκ του αγαθού. Διατηρεί και μετά την πτώσιν αυτού όλας τας αγαθοειδείς και παμφαείς δωρεάς του δημιουργού του, αίτινες εξακολουθούσι μεν να υφίστανται, με την διαφοράν όμως ότι, ενώ αύται ενώπιον του Θεού και υπάρχουσι και καθορώνται, τα πονηρά πνεύματα, απομύσαντα τους φυσικούς αυτών οφθαλμούς και απολέσαντα τας αγαθοπτικάς αυτών δυνάμεις, δεν βλέπουσιν αυτάς. Επομένως οι πεπτωκότες άγγελοι δεν έπαυσαν να διατηρώσιν αγαθήν την φύσιν αυτών, αποστερηθέντες απλώς των οικείων δυνάμεων αυτών. Είναι όμως εν τοιαύτη περιπτώσει το δημιούργημα άξιον αιωνίου κατακρίσεως, ή, όπερ ταυτόν, έχει το κακόν αιώνιον βάρος και ισχύν;

Ασφαλώς όχι! Εδώ ακριβώς καταλήγουσι και τα περί αποκαταστάσεως των πάντων διδάγματα, άτινα και εξέφερε με φυσικήν και λογικήν συνέπειαν ο ιερός Γρηγόριος ο Νύσσης. Το κακόν, κατ’ αυτόν, ως μη έχον αΐδιον την αρχήν αυτού δεν δύναται να έχη και αιωνίαν την διάρκειαν. Είναι τι το παρενθετικόν, το προσωρινόν. Είναι ο επιδωμάτιος εκείνος χόρτος, ο άρριζος και αδύναμος και ανίσχυρος, όστις δύναται μεν προς ώραν να παρενόχληση δια της ανυπόστατου αυτού βλάστης, όμως είναι προωρισμένος οψέποτε να μαρανθή και να κατακαή, εκλείπων τέλεον εν τη των πάντων αποκαταστάσει.

Ο αποφατισμός εν τη περί κακού θεωρία και εκδοχή, παρά τας πολλάς ορθάς και υγιείς βάσεις αυτού, εγκυμονεί τον κίνδυνον ποιας τίνος πελαγιανικής εκδοχής περί κακού και τίνος σωτηριολογικής υπεραισιοδοξίας, άτινα δεν δύναται να συγχορδισθώσι πλήρως προς τε τα δεδομένα της πίστεως και την σχετικήν των ανθρώπων εμπειρίαν. Διότι ερωτάται· εάν το κακόν είναι τοσούτον άρριζον και αδύναμον, τότε ποίαν έννοιαν έχει η προπατορική αμαρτία, ως φαινόμενον καθολικόν, συνέχον ασφυκτικώς απαντάς ανεξαιρέτως τους ανθρώπους; Πού οφείλεται η παταγώδης εν τω κόσμω ισχύς και κατίσχυσις αυτή; Πώς δεν ευρέθη έστω και εις άνθρωπος δια μέσου των αιώνων, όστις να δυνηθή να παραμείνη εκτός της οχλήσεως της αρρίζου και αδυνάμου ταύτης βλάστης; Εάν το κακόν δεν έχη ουσιαστικήν δύναμιν, τότε πού οφείλεται το αιώνιον βάρος της ένοχης του; Διατί προς συντριβήν αυτού και άρσιν της συνημμένης τούτω ενοχής, ουδ’ οι άγγελοι εισέτι εξήρκουν, αλλ’ εδέησε να ενσαρκωθή ο Υιός και Λόγος του Θεού; Προς εκρίζωσιν μήπως του επιδωματίου τούτου χόρτου συνελήφθη αϊδίως παρά του Θεού το σχέδιον της θείας περί τον άνθρωπον οικονομίας; Θα ήτο άραγε τοσούτον αναγκαία η ιλαστήριος θυσία του Χριστού, η εις ’δου κάθοδος αυτού, η ζωηφόρος εκ των νεκρών Ανάστασίς Του, η συντριβή της δυνάμεως του Σατανά, προς θεραπείαν απλώς και αποκατάστασιν του ήσσονος αγαθού; Διατί, κατά το δόγμα της πίστεως, η σωτηρία του ανθρώπου είναι παντελώς ανέφικτος άνευ της συνδρομής της χάριτος του Θεού της διακονουμένης εν τη Εκκλησία; Ποίαν έννοιαν έχει η λυσσαλέα εν τω ανθρώπω παρουσία και εγκαθίδρυσις του νόμου της σαρκός, του υποδουλούντος τον όλον άνθρωπον και κατισχύοντος του εν αυτώ εμφύτου νόμου του Θεού; Ποίαν έννοιαν έχει η πάλη κατά της σαρκός και η συνημμένη ταύτη ορθόδοξος ασκητική; Ποίαν έννοιαν έχει η σύμφυτος φθορά και η αμαύρωσις της φύσεως; Πως να ερμηνεύσωμεν τα περί απώλειας του ανθρώπου και τα περί αιωνίου κολάσεως ευαγγελικά διδάγματα; Ότι δε παραλλήλους και η σχετική εμπειρία του ανθρώπου δεν συμφωνεί προς τα περί μειώσεως της δυνάμεως του κακού διδάγματα, είναι περιττόν και να παρατηρήσωμεν. Ετέρωθεν είναι φανερόν ότι προσόμοιαι αντιλήψεις δυνατόν να οδηγήσωσι τον άνθρωπον εις ηθικήν ραστώνην και χαλάρωσιν. Εφ’ όσον το κακόν δεν έχει αιώνιον βάρος και ισχύν, μέλλει δε ποτέ να εκλείψη παντελώς, ο κατ’ αυτού αγών δεν έχει και μεγάλην σημασίαν.

Ο αμαρτωλός, ως φέρων εν εαυτώ το έλαττον αγαθόν, δεν δύναται άλλως ει μη να ςπιστρέψη ποτέ πλησίον του Θεού. Ούτε η κόλασις ούτε ο διάβολος θα έχωσιν αιωνίαν την παράτασιν αυτών. Εν τη αποκαταστάσει των πάντων το κακόν μέλλει τέλεον να εξαφανισθή.

Το κακόν, λοιπόν, καίπερ δεν είναι ουσιώδες και αυθυπόστατον, όμως ως κατάστασις προϊούσα εκ της ελευθέρας βουλήσεως των όντων, δεν δύναται άλλως ει μη να θεωρηθή ως τι το θετικόν, ούτινος το βάρος και αι προεκτάσεις είναι αιώνιοι. Είναι μεν μερική άρνησις και έκπτωσις εκ του αγαθού, παρά ταύτα όμως είναι και θετική κατάστασις εκ τούτων προϊούσα. Και είναι μεν πλήρης οντολογική στέρησις και άρνησις, χωρίς τούτο να το εμποδίζη να είναι εν ταύτω και ηθική κατάστασις και θέσις. Ούτω νοούμενον το κακόν λαμβάνει τας πραγματικάς και γνήσιας αυτού διαστάσεις εν τω αποκεκαλυμμένω δόγματι της πίστεως. Εκτός μεν της περιοχής του πραγματικού όντος ενυπάρχον, όμως πράγματι και θετικώς υφίσταται ως αμαρτία εν τω χώρω της υπάρξεως, ως τι προϊόν εκ της ελευθέρας βουλήσεως των όντων τη εισηγήσει και επισπορά του διαβόλου (23).

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ .

Ασφαλώς και είναι σωστή μέθοδος το να σκέπτεται κανείς,να

προβάλλει,να κάνεις το Kαλό,και να μην σκέπτεται, το Kακό.Μόνο που η έννοια τού Καλού,ιδίως στην καθημερινή πρακτική πρέπει να ξεκαθαρισθεί, και να φύγει,με μια έννοια από το καθαρώς υποκειμενικό,(και ασφαλώς από την χονδροειδή μορφή του καθαρώς ωφελιμιστικού, όπως το αντιλαμβάνεται πολλές φορές κοντόφθαλμα ο άνθρωπος),που δεν είναι πάντα ασφαλές κριτήριο και οδηγός..Γιατί στην πράξη, πολλές φορές,πράττουμε κάτι που μας φαίνεται καλό και εν τούτοις  κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.Και βεβαίως μπορεί να υποστηριχθεί ότι, για κείνον που  που σφάλλει καλόπιστα ,πιστεύοντας ότι, πράττει το καλό,δεν υφίσταται ηθική απαξία.Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι σ΄ένα ορισμένο ορισμένο επίπεδο,δεν έχει επέλθει μια καταστροφή,(¨παραδείγματα η μητέρα που δίνει ναρκωτικά στο,παιδί για να απαλύνει το παιδί της από το βάσανο του στερητικού συνδρόμου, ο άνθρωπος που αποφασίζει να αυτοκτονήσει για να ελευθερώσει την ψυχή του  από τα δεσμά του σώματος ή ακόμη χειρότερο,που συμπαρασύρει και άλλους να πράξουν το ίδιο,.κλπ.)

·        Μια Θεωρητική, αλλά όχι χειροπιαστή,» συνταγή»,θάταν ότι ,Kακό είναι εκείνο,που  κάνει  κακό στον Ανθρωπο, που τον εμποδίζει την πραγμάτωσή του. Αλλά αυτό προυποθέτει,ότι,γνωρίζουμε ,πώς πρέπει να είναι και να ενεργεί ο Ανθρωπος.Πρώτα βήματα,θα είναι ασφαλώς να μην προξενούμε πόνο και να κάνουμε το Καλό.

·        Διατυπώθηκε-με αφορμή το ¨διάγραμμα της Υπέρτατης Τελειότητας- η άποψη,ότι ,το Κακό χρειάζεται για την κίνηση του Σύμπαντος.Η θέση αυτή,έχειι πιθανώς την αφετηρία της , στο καθαρά υλικό μέρος τού Σύμπαντος,στο καθαρώς υλικό μέρος τύς φύσης. Τα ηφαίστεια,οι σεισμοί,σκοτώνουν μυριάδες ανθρώπους,αλλά χωρίς αυτά δεν θα υπήρχε ζωή.

Δεν είναι όμως σωστή η άποψη.Ο άνθρωπος, συγκροτείται όντως από τα ίδια στοιχεία ,με τα οποία συγκροτείται  ολόκληρη η φύση,το Σύμπαν.Παρόλα  αυτά,  την υπερβαίνει ,όχι μόνο από πλευράς δομής αλλά και ποιοτικώς,όπως ακριβώς ένα  μόριο,έχει ιδιότητες εντελώς διαφορετικές από τα άτομα που το απαρτίζουν.

Δεν ψάχνουμε τού τι είναι Κακό.Απλώς κάνουμε το Καλό

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει ν΄αγνοούμε το Κακό,Το αντιμετωπίζουμε σαν ασθένεια,και τον κακό ¨ανθρωπο ως ασθενή.Με κατανόηση,με γνώση, και γιατί όχι και με αγάπη,.χωρίς να μας εμποδίζει σε τίποτε η αδυναμία μας,να το εξηγήσουμε,το Μυστήριο αυτό.Μέχρι πότε θα σκεπτόμαστε και θα ενεργούμε έτσι?Μα μέχρι  να επιτύχουμε την .Ενωση ,οπότε το Καλό,θα γίνεται και θα βιώνεται ασυνείδητα,όπως περίπου η αναπνοή.

 

Όταν έδωσα  σε κάποιον το κείμενο για τίμημα μού είπε» Μήπως θάπρεπε να γράψεις για την ηλιθιότητα?

Η  όχι και τόσο κομψή αυτή διατύπωση,επανέφερε στην σκέψη μου την παληά απορία.Τα περισσότερα δεινά στο κόσμο,και εδώ μιλάμε γι΄αυτά που έχουν ανθρώπινη προέλευση  και γι αυτά που  αφορούν κυρίως  την πορεία της ανθρώπινης ψυχής,και κατά προέκταση του Σύμπαντος,,οφείλονται στην Κακία ή την Ανοησία;. Στον Νού ή την καρδιά.;

Η απάντηση στο ερώτημα προδιαγράφει ίσως και την θεραπεία.

Αγια Τριάδα /Βόλος ….έως 21-1-2014

 

 

 

 

 

 

         

 

 

ΤΙ -ΕΞΗΓΗΣΗ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ.

Γ-

 

.

Δεν δέχομαι  την παραπάνω άποψη που μπορεί να  έχει καθαρώς ιστορική σημασία, και εκφράζει το  γενόμενο.  Σκοπός τού Σύμπαντος,τής Δημιουργίας,στόχος τής υπέρτατης διάνοιας, είναι η εγκαθίδρυση τού Καλού,όχι η αναζήτηση μιάς ισορροπίας,όχι ισότιμη θέση και στο καλό  και στο Κακό.Αυτός είναι ο προορισμός, αυτό  είναι το σχέδιο που πρέπει να υπηρετήσει ο άνθρωπος( : έτσι δικαιολογείται και εξηγείται η παρουσία του) όχι  ο συμβιβασμός και η « καταδικαστική»- αναζήτηση μιάς ισορροπίας,που αποκλείει την ελπίδα και προδικάζει μια μίζερη-δήθεν ρεαλιστική πορεία, και εξασφαλίζει ένα άλλοθι.Η ανατολική αυτή σκέψη,μπορεί επαναλαμβάνω-να αποτυπώνει το μέχρι σήμερα,το μέχρι τώρα,παραμερίζει όμως την αποστολή και το μεγαλείο τού ανθρώπου.Το Σχέδιο τού Δημιουργού,περιλαμβάνει-αν δεν εξαντλείται- την εξαφάνιση τού Κακού.

Στόχος πρέπει να είναι η ολοκληρωτική εξαφάνιση τού Κακού

                  

·        Ο Βουδισμός διδάσκει ότι κάθε ζωντανό όν θα φθάσει τελικώς στην φώτιση και αποκρούει το σημιτικό δόγμα  τής αιώνιας καταδίκης.Όλα τα καρμικά βάσανα ακόμη και στην Κόλαση,πρέπει τελικώς να κάνουν τον κύκλο τους και να τελειώσουν. Τίποτε δεν είναι μόνιμο.Ακόμη και οι Βράχμα και όλοι οι  Θεοί και το Κακό πρέπει τελικώς να μεταφερθούν ή ν΄ απορροφηθούν στο Καλό.(¨  «Μιλαρέπα» σελ.173)

·        Ο,τι φανερώνεται σε σχέση με την ανθρώπινη κατάσταση ως κακό,έχει τις ρίζες του στο κοσμικό επίπεδο,πολύ βαθύτερα, σε μια ατέλεια αδιαχώριστη από κάθε εκδήλωση.

 

ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΑΚΟ

Ο Ντέιβιντ Χιούμ στους « Διαλόγους του σχετικά με τη Φυσική Θρησκεία» διερωτάται:

Ο Θεός θέλει να αποτρέψει το Κακό αλλά δεν μπορεί;Τότε είναι ανίκανος.Μπορεί αλλά δεν θέλει; Τότε είναι μοχθηρός.Και μπορεί και φέλει; Πόθεν άραγε το Κακό;»

·        O  Σρι Σάτυα Σαι Μπάμπα, λέγει «Ο Θεός ώρισε να υπάρχει η λύπη ,γιατί χωρίς λύπη,ο άνθρωπος δεν θάμενε προσηλωμένος στον Θεό.Η λύπη  είναι σαν την δίαιτα,και τις άλλες απαγορεύσεις πού ορίζει ο γιατρός για να συμπληρώσει την αποτελεσματικότητα τού φαρμάκου που δίνει».

·        Η βοήθεια που μού δίνει ο Θεός μέχρι σήμερα,βρίσκεται και στον πολύ μικρό πόνο,σωματικό,ψυχικό ,που μού δίνει με μικρές-μικρές δόσεις.Με προφυλάσσει από το να ξεστρατίσω,με ωθεί προς τα   πάνω.    ‘

·        Υπάρχουν  χωρία τής Αγίας Γραφής, που παρουσιάζουν Τον Θεό ως δημιουργό τού κακού.(Ισως ως τιμωρία τού αμαρτωλού?)

Παραθέτουμε

« Εγώ ειμί ο κατασκευάσας  φώς και ποιήσας σκότος,ο ποιών ειρήνην και κτίζων κακά,εγώ Κύριος ο ποιών πάντα  ταύτα»(Ησαίας ΜE,7)

« Εκ στόματος Υψίστου εξελεύσεται τα κακά και τα αγαθά»(Ιερεμίας  Θρήνοι Γ,38)

«..ότι εγώ επάγω κακά επί πάσαν σάρκα»(Ιερεμίας Να,34)

« Ουκ έστιν κακία εν πόλει,ην ο Κύριος ουκ εποίησεν»(Αμώς Γ 6)

«Ανάγκη εστίν ελθείν τα σκάνδαλα.πλήν ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι΄ού το σκάνδαλον έρχεται»(Ματθαίος ΙΗ,7, και Λουκάς ΙΖ,1)

«Και δια τούτο πέμψει αυτοίς ο Θεός ενέργειαν πλάνης,εις το πίστεύσαι αυτούς τω ψεύδει» (Παύλος προς Θεσσαλονικείς Β,11)

Μια παρένθεση στο σημείο αυτό.Στην ¨Γένεση¨ όπου τοποθετείται ως γνωστόν ή αρχή τής αμαρτίας για τον Ανθρωπο,γράφεται ότι,η διάκριση μεταξύ Καλού και Κακού, που ήταν προνόμιο τού Θεού ή των Θεών,δημιουργήθηκε στον Ανθρωπο,από την στιγμή, που παρήκουσε την εντολήν τού Θεού, και έφαγε από το ξύλον τού ειδέναι το γνωστόν καλού και πονηρού,(Γεν.Β ,16 «.και ενετείλατο Κύριος ο Θεός τω Αδάμ λέγων από παντός ξύλου τού εν τω παραδείσω  βρώσει φαγή,από δε τού ξύλου τού γινώσκειν καλόν και πονηρόν  ου φάγεσθε απ΄αυτού,ή δ΄αν ημέρα φάγητε  απ αυτού,θανάτω αποθανείσθε» ¨ και Γεν.Γ,5,όπου ο όφις,προσπαθώντας να πείσει τους πρωτοπλάστες στην ανυπακοή,λέγει προς αυτούς,  « .ήδει γαρ ο Θεός ότι, η αν ημέρα φάγητε  απ΄αυτού,διανοιχθήσονται  υμών οι οφθαλμοί, και έσεσθε ως Θεοί, γινώσκοντες καλόν και πονηρόν»και Γεν.Γ.22  «Ιδού Αδάμ γέγομενος είς εξ ημών,τού γινώσκειν καλόν και πονηρόν……………………….»

·        ΟΜ.Βασίλειος δέχεται ότι « ..ούκ έστιν αίτιος των κακών ο Θεός»

·        Κατά  την  χριστιανική φιλοσοφία το Κακό,είναι προιόν τής ανθρώπινης ελευθερίας. Κατά τον καθηγητή τής Θεολογίας Χρ. Ανδρούτσο,(«Δογματική» σελ.67,και 117) ο Θεός γνωρίζει το Κακόν μόνον ως προιόν τής ανθρώπινης ελευθερίας.όχι ως υποκείμενο τής γνώσεως Τού Θεού, οπότε  το κακό θα ήταν αναγκαίο και δημιούργημα τού Θεού.Το φυσικό Κακό, συνδέεται με το ηθικό Κακό,όντας προιόν τής αμαρτίας,δια τής οποίας εταράχθη, και ο φυσικός κόσμος,υπηρετεί όμως  το αγαθό χρησιμεύοντας  ως μέσον τής δικαστικής και πατρικής ενέργειας Τού θεού, με την οποία ο Θεός,τιμωρεί ή παιδαγωγεί τον .άνθρωπο.

Κατά τους Χριστιανούς,ο Θεός δεν είναι δημιουργός τού Κακού.Το Kακό είναι το  ,μέτρο τού φαινομενικού διαχωρισμού,τού κόσμου από την αρχή του.Κατά την Χριστιανική Διδασκαλία το φυσικό κακό είναι προιόν τής αμαρτίας με την διάπραξη τής οποίας, διαταράχθηκε και  ο φυσικός κόσμος.Το κακόν υπάρχει κατά παραχώρηση τού Θεού,θα εξαφανισθεί δε,στο μέλλον,οπότε με την χάρη τού Θεού,θα επικρατήσει το αγαθό(Πάπυρος-Λαρούς υπό¨ «Κακό») Πρβλ και Απόστολο Παύλο, από τον οποίο φαίνεται ότι,το κακό κληρονομήθηκε,εξαιτίας τού προπατορικού αμαρτήματος.(Προς Ρωμαίους κεφ.Ε΅12 επ « Διά τούτο ώσπερ δι΄’ ενός ανθρώπου  η αμαρτία  εις τον κόσμον εισήλθε και δια της αμαρτίας ο θάνατος καί ούτως εις πάντας ανθρώπους,ο θάνατος διήλθεν εφ ω πάντες ήμαρτον κλπ)

Ορισμένες περικοπές από την Βίβλο εμφανίζουν Τον Θεό, απογοητευμένο από τα δημιουργήματά του( Γέν ΣΤ,5 επ. « Ιδών δε Κύριος ο θεός ότι επληθύνθησαν αι κακίαι των Ανθρώπων  επί τής γής.και ενεθυμήθη ο Θεός ότι εποίησε τον άνθρωπον επί τής γής,και διενοήθη και είπεν ο Θεός απαλείψω τον άνθρωπον,όν εποίησα από προσώπου τής γής,από ανθρώπου έως κτήνους και από ερπετών έως πετεινών του ουρανού.Νώς δε εύρεν χάριν» και Γεν.Η ,21, «,.και είπε Κύριος οι Θεός.ου προσπαθήσω έτι καταράσθαι την γή.ου προσπαθήσω πατάξαι πάσαν σάρκα ζώσαν καθώς εποίησα». Σχετικώς είναι χαρακτηριστικά χωρία  που εμφανίζουν Τον Θεό να έχει προεπιλέξει εκείνους που θα σωθούν,η τουλάχιστον τους επίλεκτους  πράγμα πού  από πρώτη θεωρηση,-επιπόλαιη κατά την γνώμη μου,γιατί παραγνωρίζει  ότι για Τον Θεό δεν υφίσταται έννοια Χρόνου-φαίνεται να αντιμάχεται την ελευθερία τής βουλήσεως.(Αποκ.Ζ 4 «και ήκουσα τον αριθμόν των εσφραγισμένων εκατόν τεσσαράκοντα  χιλιάδες εσφραγισμένοι …..» (Σημειώνω εδώ ότι ίσως η επιλογή του αριθμού αυτού κρύβει ένα συμβολισμό,καθώς ο αριθμός 144 απαντάται και σε άλλα σημεία.όπως Αποκ.ΚΑ,17» και εμέτρησε το τείχος αυτής εκατόν τεσσαράκοντα πηχών»)και στην συνέχεια τα άλλα χωρίου του ιδίου Κεφαλαίου.- Και Ψαλμοί 138 στιζ.16  « το ακατέργαστόν μου είδον οι οφθαλμοί σου,και επί το βιβλίον σου,πάντες γραφήσονται.ημέρας πλασθήσονται και ουδείς εν αυτοίς»,Κατά τον Μάξιμο Ομολογητή. Το Κακόν εμφανίζεται ως αποτέλεσμα τής αποτυχίας τού Ανθρώπου  στον δρόμο τής τελειώσεως.

(Περισσότερα μπορεί να βρεί ο αναγνώστης στο βιβλίο τού Ι.Ευαγγέλου « Ο ενισμός»)

·        Kατά το Ισλάμ το κακό συμπεριλαμβάνεται στα δημιουργήματα τού Θεού.

·        Ο Μωάμεθ στο Κοράνιο(Κεφ.32 στ.6) επινοεί μύθο για την πτώση τού Εωσφόρου(προσωποποίηση τού κακού)?????????,

.       -Στον Βουδισμό η ιδέα τής Δημιουργίας  απουσιάζει σχεδόν εντελώς.

·        Κατά τον Κάντ(εν Gaarder 391) έχουμε εκ γενετής την ικανότητα διάκρισης τού καλού από το κακό.Μια πράξη  είναι ηθική όταν είναι αποτέλεσμα αυτοθυσίας(396) Εκείνο που μετράει δεν είναι το αποτέλεσμα αλλά η πρόθεση.Ο άνθρωπος πρέπει να φέρεται πάντοτε σύμφωνα  με τις αρχές που θάθελε να έχουν την ισχύ γενικού και καθολικού νόμου.(398)Ο άνθρωπος έχει ελεύθερη βούληση,απλώς και μόνον γιατί το αξιώνει.

·        Κατά τον  Teilhard de Chardin («  Le phénomène humain » σελ..346 επ..),Le Monde procède a coups   de chances par tâtonnement…Le Mal ,non point par accident …..mais par structure même  du système apparaît nécessairement et en quantité ou gravite……..dans le sillage de l ;’ évolution…..Univers qui pêche univers qui souffre ….arrangement et centration…double opération conjuguees ………pour des raisons et suivant un taux tels que si nous pourrions les connaître nous aurions pénètre le  secret du Monde autour de nous(T.de Cardin o.c.347) est-il bien sur …..que pour un regard. la malice du mal…………………..ne trahisse pas un certain excès, inexplicable si a l ; effet normal de l ; évolution ne se surajoute pas l ; effet  extraordinaire  de quelque catastrophe ou déviation primordiale ? Sur ce terrain je ne me sens pas en mesure de prendre position….D ; une manière ………….rien ne me ressemble autant que l épopée humaine a un chemin de la Croix. »(o.c.348) ( ελεύθερη απόδοση: Ο κόσμος  ,προχωρεί με ψηλαφώντας με αβέβαια βήματα…..Το Κακό,όχι από ατύχημα,αλλά σαν δομικό στοιχείο τού Σύμπαντος εμφανίζεται αναγκαίο και σε ποσότητα ή βαρύτητα…………..στο αυλάκι τής εξέλιξης….Σύμπαν,που αμαρτάνει,Σύμπαν που υποφέρει…. Τακτοποίηση και συγκέντρωση………….διπλή συνδεδεμένη  ενέργεια…..για λόγους και κόστος  τέτοια που αν μπορούσαμε να τα γνωρίζουμε θα γνωρίζαμε το μυστικό τού κόσμου, που μας περιβάλλει…είναι βέβαιο ..ότι από μια οπτική γωνία, το Κακό……………ίσως προδίδει μια ανεξήγητη υπερβολή εάν στο κανονικό γεγονός τής εξέλιξης δεν προστίθεται το εξαιρετικό γεγονός μιάς καταστροφής ή αρχικής απόκλισης? Στον τομέα αυτό, δεν αισθάνομαι ικανός να πάρω θέση……Κατά ένα τρόπο……………τίποτε δεν μου φαίνεται να μοιάζει τόσο για την ανθρώπινη εποποιία ,όσο ο δρόμος προς την Σταύρωση) Και αλλού-(Claude Cuénot ‘”Ce que Teilhard a vraiment ditMarabout Université  1972).

Douleurs et fautes,larmes et sang,,autant de sous-produits(souvent précieux du reste et re-utilisables)engendres en chemin par la noogenese…….Mais est-ce vraiment tout…..la quantité et la malice du mal,hic et nuncmais dans ce cas,…………..toute liberté est laissée et offerte a la Théologie de  précipiter  les données et sugggestions,fournies par ; expérience(Ελεύθερη απόδοση :Πόνος και λάθη,δάκρυα και αίμα,τόσα υποπροιόντα( συχνά  εξάλλου πολύτιμα  και που μπορούν να ξαναχρησιμοποιηθούν) γεννημένα στο δρόμο προς την νοογέννηση………Αλλά  αλήθεια είναι αυτό όλο ……………η ποσότητα και η πονηρία του Κακού,εδώ και τώρα …………αλλά τότε ….υπάρχει ελευθερία για την Θεολογία να  προβάλλει  και αναφερθεί στα δεδομένα και στους υπαινιγμούς   που δίνει η εμπειρία)

-----…….

« Dieu semble n; avoir pas pu créer sans entrer en lutte contre le mal en même temps que contre le multiple(148) Le mal n ; est pas un accident imprévu dans l ; Univers,.Il est un ennemi,une ombre que Dieu suscite inévitablement par le seul fait qu ;il se décide a la création. .Créer pour le tout –Puissant .εst une aventure ,un risque,……..La puissance créatrice de cette Mort (sur la croix) nous échappe…..La croix est   le symbole et le foyer  d ; une action dont  ;.l ; intensité est inexprimable(150)..Qui dit rédemption dit mal et qui dit mal dit angoisse.Il n ;y a qu un seul mal ,la désunion(157).Le problème du mal restera toujours..un des mystères les plus troublantes de L Univers(158)…La faute par excellence (chute) ne serait elle plutôt a prévoir en avant …………..au jour  ou L ; Humanité enfin pleinement consciente des ses  forces, se divisera en deux camps pour ou contre Dieu………..La souffrance est la conséquence et le prix d ’un travail de développement…Le grand peche  du monde est en avant……….Dans un monde a devenir, le bonheur est au terme de l ; effort…….Pour moi  il n ; y a qu. un moyen de vivre : prendre ; altitude et monter assez haut pour que pardessus le désordre superficiel des details.se découvre la régularité significative  de quelque grand destin humain .(Σ΄ευχαριστώ απo τα βάθη της ψυχής μου) Le mal effet secondaire ,sous-produit inévitable  de la marche d ; un Univers en évolution(161).Dans un monde en devenir, le bonheur est au terme de l ;effort(162) (GAK mais cet effort est le bonheur)..Plus l ;humanité se raffine et se complique plus les chances de désordre se multiplient.car on n ; élève pas de montagne sans creuser des abîmes(168).Pour C.Cuenot, l ;origine du mal s ; identifie avec le mystère du monde et la ,même  indirectement avec le mystère même de Dieu.. en le mal réside un mystère et non point un problème

Emerger pour voir clair.

(Ελεύθερη απόδοση :Φαίνεται πώς ο Θεός δεν μπόρεσε να δημιουργήσει χωρίς παλαίψει με το Κακό και το πολλαπλό..Το Κακό δεν είναι  ένα απρόβλεπτο ατύχημα,στο Σύμπαν,είναι ένας εχθρός,μια σκιά του Θεού.που ο Θεός αναπόφευκτα εγείρει από την στιγμή που απεφάσισε να δημιουργήσει τον Κόσμο………… Η Δημιουργία για τον Παντοδύναμο είναι .ένα  διακύβευμα, ένα ρίσκο…..Η δημιουργική δύναμη τού θανάτου αυτού(επί τού σταυρού) μιάς διαφεύγει……..Ο Σταυρός είναι το σύμβολο και η εστία μιάς πράξης τής οποίας η ένταση είναι πέρα από κάθε δυνατότητα έκφρασης….Οποιος ομιλεί για λύτρωση,ομιλεί για Κακό και όποιος ομιλεί για Κακό ομιλεί για αγωνία.Δεν υπάρχει παρά ένα κακό, η διάλυση τής ένωσης.Το πρόβλημα τού κακού,θα παραμείνει για πάντα ένα από τα μυστήρια,που προκαλούν την μεγαλύτερη σύγχυση στο Σύμπαν.Το κατεξοχήν λάθος(η πτώση) δεν θα μπορούσε να προβλεφθεί…………την στιγμή που  η Ανθρωπότητα έχοντας πλήρη συνείδηση τής δύναμής της,θα διαιρεθεί σε δύο στρατόπεδα,από τα οποία το ένα είναι με το Θεό και το άλλο εναντίον του………..Ο πόνος είναι η συνέπεια και το τίμημα ενός έργου ανάπτυξης,….Η μεγάλη αμαρτία τού Κόσμου είναι μπροστά……..Σ’ ένα μελλοντικό κόσμο,η ευτυχία είναι στο τέλος τής προσπάθειας ………Για μένα δεν υπάρχει παρά ένας τρόπος να ζήσεις: Να  ανυψωθείς και να ανέβεις αρκετά ψηλά, ώστε υπεράνω τής φαινομενικής αταξίας, των λεπτομερειών,να αποκαλυφθεί,η αποκαλυπτική κανονικότητα ενός μεγάλου ανθρώπινου πεπρωμένου……….Το κακό δευτερεύον αποτέλεσμα ,αναπόφευκτο υποπροιόν τής πορείας ενός Σύμπαντος,που βρίσκεται σε εξέλιξη…Οσο περισσότερο  τελειοποιείται η ανθρωπότητα και γίνεται πολυπλοκώτερη,τόσο περισσότερο  οι πιθανότητες μιάς αταξίας πολλαπλασιάζονται ,γιατί δεν δημιουργεί κανείς όρη χωρίς; ν΄ανοίξει χαράδρες

Για τον Κενό η προέλευση τού Κακού,ταυτίζεται με το μυστήριο τού Κόσμου και συνδέεται εμμέσως με το μυστήριο Τού Θεού,…στο Κακό βρίσκεται  ένα μυστήριο και όχι ένα πρόβλημα.

·        Αν κανείς θελήσει να αντιμετωπίσει το φυσικό και το ηθικό κακό,ως δύο όψεις ενός και τού αυτού πράγματος,μπορεί να ακροβατήσει (ίσως αν όχι ανεπίτρεπτα, τουλάχιστον επικινδύνως)σε μια  ίσως απέλπιδα(και εκ των προτέρων για πολλούς αποτυχημένη) προσπάθεια να εξηγήσει.Ότι, δηλαδή χωρίς το κακό,η Δημιουργία θάταν ανέφικτη.Όπως ο κεραυνός σκοτώνει,αλλά συγχρόνως δημιουργεί και ζωή,όπως το ίδιο γίνεται και με τους σεισμούς και με ανάλογα φαινόμενα.,έτσι και με το κακό.Είναι στοιχείο τής Δημιουργίας.Είναι κατά κάποιο τρόπο η  prima materia.Απ΄ αυτή σιγά σιγά ξεκινάει η ζωή,η πολυπλοκότητα,ο άνθρωπος η συνείδηση,το καλό.Από το ανοργάνωτο και το χαώδες,το οργανωμένο και η τάξη.

 

 

Η ΘΕΟΣΟΦΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Το «κακό¨» με τα βιβλία τής Θεοσοφίας είναι ότι , δεν γίνεται σ΄αυτά,με ελάχιστες εξαιρέσεις,αναφορά σε βιβλιογραφία ούτε(συνήθως) δίνουν εξηγήσεις,όπως θα τις ήθελε η σύγχρονη επιστήμη και η συνήθης λογική..Πλέον αυτών, δεν γνωρίζει κανείς,ούτε   την ιστορική καταγωγή μιάς απόψεως,ούτε αν αυτή εκφράζει επίσημες θέσεις τής Θεοσοφικής εταιρείας,ούτε  πολλές φορές, πώς τεκμηριώνεται η άποψη αυτή.Ως αντιστάθμισμα,αρκετά επικίνδυνο,γιατί μπορεί να οδηγήσει  σε παράλογες και αυθαίρετες ερμηνείες,είναι ότι ,επιτρέπει μια ελευθερία στην ανάγνωση και την ερμηνεία.

Δεν βλέπω ότι,η σφραγίδα τής Θεοσοφικής εταιρείας,δείχνει την θέση της,στο πρόβλημα , στο οποίο αναφέρεται,το πόνημα αυτό,και τούτο γιατί κατά την γνώμη μου, η Θεοσοφική Διδασκαλία,δεν βλέπει το Κακό, να υφίσταται αυτόνομα.Ετσι δεν μού φαίνεται σωστή η ερμηνεία των δύο τριγώνων,ως συμβολίζοντα το Κακό και τα Καλό.

Η σφραγίδα τής Θεοσοφικής Εταιρείας περιέχει  δύο ανεστραμμένα τρίγωνα.Δεν γνωρίζω τι ακριβώς ήθελαν να δηλώσουν αυτοί που καθιέρωσαν το σύμβολο αυτό. Αντιγράφω πάντως ορισμένα στοιχεία, από σχετικά βιβλία. Ετσι ο Juan-Eduardo Cirlot,στο «λεξικό των συμβόλων»(Εκδόσεις Κονιδάρη  1996)θεωρεί το αντίστροφο τρίγωνο,ως ένα περίπλοκο και διφορούμενο σύμβολο.Κατ΄αυτόν εκφράζει « την συνέλιξη  με κατεύθυνση προς τα κάτω,δηλαδή προς το κάτω μέρος  τής κορυφής του,(=δύναμη) και είναι σύμβολο τού νερού.Από το σχήμα  που παίρνει σ΄αυτή την θέση,θεωρείται ταυτόσημο τής καρδιάς και μπορεί να την συμβολίσει,κυρίως όταν η αντεστραμμένη         κορυφή  βρίσκεται σ΄ένα κέντρο (κύκλου, τετραγώνου  κλπ.)  .Η ερμηνεία δύο τριγώνων το ένα σε κανονική θέση και το άλλο ανεστραμμένο,αντιπροσωπεύουν τη φωτιά και το νερό,σχηματίζουν τον εξάκτινο αστέρα,,που είναι η  καλούμενη   σφραγίδα τού  Σολομώντα    που συμβολίζει την ανθρώπινη ψυχή.Μόνο του, το τρίγωνο στην κανονική του θέση, με την κορυφή προς τα πάνω  συμβολίζει την φωτιά καθώς και την κίνηση πρός τα πάνω  όσων τείνουν προς την ανώτερη ενότητα, σπρωγμένα  από την ανάγκη αποφυγής, τής εξάπλωσης(βάσης) προς την μη εξάπλωση(κορυφή) που αποτελεί εικόνα  τής καταγωγής ή τού «ακτινοβόλου σημείου.» Η Ασ.Παπαδομιχελάκη, στο « Θεοσοφία το έργο και η ιστορία της»(Κέντρο Μεταφυσικής Ενημέρωσης 1997) χωρίς ν’αναφέρει και αυτή, τις πηγές της και ειδικότερα σχετική βιβλιογραφία, γράφει ότι, « τα δύο τρίγωνα  αποδίδουν την Τρισυπόστατη έκφραση τής Μονάδας σε δύο όψεις,ως Πνεύμα και Υλη.Η ισορροπημένη ένωσή τους,εκφράζει τον νόμο τής προσαρμογής και τής αρμονίας,που αναπόφευκτα εφαρμόζεται για να συντηρεί αλλά και να αναδημιουργεί συνέχεια το κατώτερο και να το προσαρμόζει προς το ανώτερο»

 

ΤΟ ΚΑΛΟΝ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ-ΚΑΚΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

-                          Βιαστικές και επιφανειακές θεωρήσεις,που όμως δεν είναι για

πέταμα,ιδίως  και γιατί είναι η αφετηρία βαθύτερων προβληματισμών δίνουν  ότι, καλόν είναι ό,τι  κάνει καλό στον άνθρωπο.Τι όμως κάνει καλό στον άνθρωπο,είναι κάτι που και ο ίδιος πολλές φορές αγνοεί.Καταρχή,είναι αυτονόητο ότι ,το καλό δεν συνδέεται με το ευχάριστο. Στην συνέχεια. ανακύπτουν  και  άλλα προβλήματα, που σχετίζονται μη την φύση τού ανθρώπου,και με την θέση του στην κοινωνία,και στο Σύμπαν.Επειτα, μπορεί κάτι να μας  ωφελεί, από καθαρώς βιολογική σκοπιά,και να μάς βλάπτει συναισθηματικώς,ή νοητικώς. Τέλος ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό,και μπορεί κάτι να τον ωφελεί προσωπικώς,αλλά αυτό να βλάπτει το σύνολο,την ομάδα,την κοινωνία στην οποία ανήκει.Δύσκολες ή αδύνατες οι απαντήσεις λοιπόν.Δεν γνωρίζουμε την φύση και την αποστολή τού ανθρώπου,δεν γνωρίζουμε την  θέση του  και τον ρόλο του στο το Σύμπαν.,γι΄αυτούς βεβαίως που πιστεύουν ότι ,τέτοιες θέσεις και  ρόλοι υπάρχουν. .Όπως παρατήρησε,ο Κάντ.δεν γνωρίζουμε τα πράγματα  αυτά καθ’ εαυτά,δεν συλλαμβάνουμε παρά μόνον τα φαινόμενα και αυτά με τις  εκ των προτέρων  μορφές τής αισθητικότητας και τής νοητικότητας. Ετσι δεν μπορούμε να συναγάγουμε  ασφαλείς κανόνες, για να βρούμε το λεγόμενο φυσικό δίκαιο.αυτό (για ,μερικούς θεικό δίκαιο,όπως στην περίπτωση της Αντιγόνης)δηλαδή που θα είναι σύμφωνο με τα παραπάνω γιατί ακριβώς οι σχετικές προυποθέσεις,ελλείπουν ή για την ακρίβεια δεν είναι γνωστές και γενικώς αποδεκτές. Πολύ πιο «προσγειωμένα», κινούμενοι, θα σημειώναμε πώς ,δεν γνωρίζουμε μέχρι ποίου σημείο,είναι πρέπον(;) να υποχωρεί,μετριάζεται το ατομικό καλό και συμφέρον χάριν τού συμφέροντος τής ομάδας.Η προταθείσα λύση « the greater pleasure for the greatest number» εφαρμοζόμενη,οδηγεί σε    αυτονόητες σκληρές και απάνθρωπες καταστάσεις και σε ολοκληρωτισμούς,γι΄αυτούς βεβαίως πού βλέπουν τον άνθρωπο,σαν κάτι περισσότερο από ένα όρο παραγωγής υλικών αγαθών.

·        Γι αυτό,και η προσπάθεια τού ανθρώπου να προσαρμόσει τους κανόνες (τού θετικού) δικαίου στο φυσικό Δίκαιο,δεν τελεσφόρη σαν.Διατυπώθηκαν  θεωρίες και απόψεις που  θέλησαν να εξηγήσουν  την προέλευση τού  θετικού Δικαίου,και να προσδιορίσουν τους όρους που πρέπει να πληροί ένα  «καλό » θετικό Δίκαιο,αλλά η άποψη πως το θετικό Δίκαιο είχε την αρχή του στο φυσικό δίκαιο, δεν ευδοκίμησε ή τουλάχιστον δεν ήταν σαφής  και  παραδεκτός και εφαρμόσιμος οδηγός.. Όπως βεβαίως δεν ευδοκίμησε και η προσπάθεια οικοδόμησης ενός δικαίου που να έχει διαχρονικότητα και παγκοσμιότητα. Παρόλα αυτά όμως ,κάτι ουσιαστικό έμεινε από τις αναζητήσεις αυτές,που αποτυπώθηκε  μάλιστα και σε ορισμένα κείμενα όπως η Διακήρυξη τής Αμερικανικής Ανεξαρτησίας και τής Γαλλικής Επανάστασης.Και για τους μεμψιμοιρούντες ,που προβάλλουν, δικαιολο γημένα σε κάποιο μέτρο και από κάποια άποψη,ότι στην ουσία λίγα έχουν αλλάξει,μπορεί άνετα να αντιπαρατηρηθεί και αντιπαραταχθεί,ότι αυτό το κάτι είναι ένα μεγάλο βήμα,και από πλευράς ουσίας και από πλευράς συμβολισμού.Ένα μικρό παράδειγμα είναι ο θεσμός τής   δουλείας(και η συνδεόμενη μ΄αυτόν έννοια  νόημα τής ισότητας των ανθρώπων),που στην αρχαιότητα θεωρούνταν, από τους περισσότερους,όπως ο Αριστοτέλης, και αντιμετωπίζονταν  ως κάτι και δίκαιο,και φυσικό και  νόμιμο.

·        Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει το θετικό Δίκαιο,-που για μερικούς είναι ένα καθαρό κρατικό φαινόμενο-είναι να εξισορροπήσει  και υπηρετήσει  βασικώς,δύο στοιχεία.Αφενός την υπεράσπιση τού γενικού καλού αφετέρου τα ατομικά  δικαιώματα,και  την αναγνώριση τής αξίας άνθρωπος, έτσι, ώστε,το νομικό καθεστώς, να μην  οδηγήσει προς τον ολοκληρωτισμό, να μην  πλήττει τα  ατομικά δικαιώματα, και τις μειοψηφίες ,να μην έρχεται αντίθετο,προς αυτό που αποκαλούμε ηθική.Ειδικώτερα ως προς την τελευταία αυτή παράμετρο,αναρωτιένται πολλοί, γιατί ο νομοθέτης(με ελάχιστες εξαιρέ σεις ,(ίσως με μια μόνον εξαίρεση στον πλανήτη μας,)συντάσσει και καθιερώνει νόμους που δεν συμπίπτουν παρά μερικώς με τους ηθικούς κανόνες, για να μην πούμε ότι, πολλές φορές είναι αντίθετοι με αυτούς.Ισως η απάντηση,(και η υφέρπουσα και προκύπτουσα από την σκέψη αυτή,λύση) είναι ότι,το κράτος,ουδόλως ασχολείται  με την φύση και την θέση τού Ανθρώπου στο Σύμπαν,και με την ψυχική και διανοητική του υγεία,και με την ψυχική του εξέλιξη,παρά μόνον στο  μέτρο που αυτό,θα μπορούσε να διαταράξει την λειτουργία τής κοινωνίας και κατά προέκταση την ύπαρξη τού κράτους. Και η λειτουργία τής δημοκρατίας, τουλάχιστον με την έννοια τής άτεγκτης  επικράτησης τής γνώμης τής πλειοψηφίας, δεν λύνει το πρόβλημα. Απαιτείται μια νέα συγκρότηση ιδεών ,και μια νέα θεώρηση τού πράγματος

Από την πλευρά τώρα τού πολίτη τώρα, τα πράγματα έχουν τις δυσκολίες  στο να συμβιβάσουν τις δύο έννοιες,πολίτης και Άνθρωπος,όπως το εντόπισε και ο Rousseau και .αρκετά αργότερα ο Aldouς Huxley( γαλ.μετάφρ.  «  Musique nocturne»-: La nouvelle Edition 1945 « εκείνος που θέλει να γίνει καλός πολίτης σε μια σύγχρονη κοινωνία πρέπει να θυσιάσει  μερικές από τις πιο ανθρώπινες και πιο βασικές τάσεις του.Εκεί που υπάρχει πολύ εξειδίκευση και  πολύ οργανωμένος΄ καταμερισμός εργασίας ο άνθρωπος  βλέπει ότι, άνετα υποβαθμίζεται  στο επίπεδο μιάς απλής λειτουργίας ενσωματωμένης σ’ένα σώμα.)  Και ασφαλώς  υπάρχει  η συγκλονιστική περίπτωση και το συγκλονιστικό παράδειγμα της Αντιγόνης.Κατάληξη και συμπέρασμα.Ο πολίτης καλείται να ανεχθεί μια  μικρή ή μεγάλη αλλοτρίωση αλλοτρίωση σε αξίες και την  προσωπικότητ

 Aρθρο του Δ.Σι'άτρα(Ταχυδρομος 8-1-2023


  

 

 

 

Ηθική Βιοθεωρία

 

Του Δημήτρη Σιάτρα

 

Εισαγωγικά

Η ανθρώπινη διάνοια είχε και έχει ως προνομιακό πεδίο διερεύνησης και αξιολόγησης τις καταστάσεις - λειτουργίες του φυσικού κόσμου και την προβληματική της οργάνωσης του κοινωνικού βίου. Εν μέσω αυτών, είναι ιδιαίτερα ερευνητέα η ανθρώπινη παρουσία.

Ειδικότερο φιλοσοφικό τομέα αποτελεί η ηθική βιοθεωρία, που πραγματεύεται την ποιότητα της ανθρώπινης διαγωγής, στο ατομικό και στο συλλογικό πεδίο. Ποιοτική – πνευματική εκζήτηση του ανθρώπου είναι η βελτιστοποίηση που συντελείται με την κατάκτηση, εν όλων ή εν μέρει, του «ύψιστου αγαθού» της απελευθέρωσής του από τις κακές εσωτερικές παρορμήσεις και τις αρνητικές πρακτικές. Η κατάσταση αυτή συνιστά ανθρώπινη προαγωγή. 1

Ανάμεσα στις αξίες που έχει αναγνωρίσει ο άνθρωπος, ως ακολουθητέους οδηγούς της ζωής του, υψηλότερη όλων είναι η ηθική. Η σημασία της δεν περιορίζεται στην ατομική καταξίωση του ανθρώπου που κοσμείται μ’ αυτήν την αρετή, αλλά προσλαμβάνει μια κοινωνική και ανθρωπολογική διάσταση. Η ηθική είναι απαραίτητος όρος για τη σωστή επικοινωνία και σχέση μεταξύ των ανθρώπων, επομένως για την οργανικά εύρυθμη λειτουργία του κοινωνικού σώματος. Ανθρωπολογικά η ηθική είναι ένα κατηγόρημα που προσδιορίζει την ψυχοπνευματική αξίωση του ανθρώπου για ανώτερη στάση και πράξη ζωής από μέρους του. Για τον άνθρωπο, η ηθική αποτελεί έναν –έστω και ανεκπλήρωτο– όρο ζωής, που η πρακτική σημασία του καταφαίνεται στην ομαδική ανθρώπινη ζωή.

Γενικά, η ηθική είναι ένα διακριτικό στοιχείο που, σε συνδυασμό με την υψηλή νοημοσύνη του ανθρώπου, διαφοροποιεί την ανθρώπινη ύπαρξη από τις άλλες οντότητες του ζωικού βασιλείου.

 

Γενική επισκόπηση

Η ηθική βιοθεωρία αναγορεύει σε καθοριστικό κριτήριο για τη ζωή του ανθρώπου, τον ηθικό προσανατολισμό και την πρακτική του απέναντι στον κόσμο και στις περιστάσεις. Στοιχεία ηθικής βιοθεωρίας υπάρχουν:

--στη διδασκαλία του Σωκράτη, όπου αναδεικνύονται οι έννοιες της αρετής της ταύτισης αρετής και γνώσης, του «εσωτερικού δαιμονίου» κ.λπ.,

--στο έργο του Πλάτων, όπου προβάλλονται : η έννοια του αγαθού, η σχέση πολιτικής και ηθικής, η ιδέα της ηθικής δικαιοσύνης πού είναι αναγκαία προϋπόθεση για την κατάκτηση της ευδαιμονίας («Πολιτεία», «Πρωτόγερος», «Μένων», «Γοργίας» κ.λπ.),

--στο έργο του Αριστοτέλη, όπου περιλαμβάνονται: η έννοια του υπέρτατου αγαθού, ως αποτέλεσμα λειτουργίας του λογικού σύμφωνα με την αρετή, ο αγαθός σκοπός των πρακτικών επιστημών, εκτεταμένες αναλύσεις ζητημάτων της ηθικής («Ηθικά Νικομάχεια», «Ηθικά Ευδήμεια», «Ηθικά μεγάλα», «Υμνος στην αρετή» κ.λπ.),

-- στα «Ηθικά» του Πλούταρχου, όπου περιλαμβάνονται 76 επί μέρους πραγματείες («Περί παίδων αγωγής», «Πως αν τις αίσθητο εαυτού προκόπτοντος επ΄αρετή», «περί αρετής και κακίας», «περί Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής» κ.λπ.),

--στη διδασκαλία των «στωΪκών» (Ζήνωνα του Κιτιέα, Κλεάνθη, Χρύσιππου, Μουσόνιου Ρόυφου, Επίκτητου, Σενέκα, Μάρκου Αυρήλιου, Κικέρωνα κ.λπ.), στην οποία επίκεντρο της ηθικής βιοθεωρίας είναι η έννοια της αρετής που συμπίπτει με την έννοια του αγαθού. Πρόκειται για την «ηθική νοησιαρχία», στοιχείο απότοκο της σωκρατικής διδασκαλίας, που υποδηλώνει τη σχέση ανάμεσα στη γνώση του καλού και στην ενάρετη ζωή. Κατά τους στωικούς, η πραγματοποίηση της αρετής αποτελεί σκοπό και όχι μέσον για την εξασφάλιση ενός άλλου, απώτερου ή υπέρτατου, αγαθού. Ο άνθρωπος που μπόρεσε να υλοποιήσει την προδιαγραφή της αρετής έχει οδηγηθεί στην ευτυχία. Η επιδίωξη της αρετής προϋποθέτει την απελευθέρωση από τα «πάθη», τα οποία, κατά τους στωικούς, συνιστούν πρακτικά σφάλματα που κρίνονται με βάση τη διάκριση του καλού και του κακού. 2 Ιδιαίτερες ηθικές συστάσεις της στωικής διδασκαλίας ήταν: α. το ζην με βάσή τις προδιαγραφές του ορθού λόγου, β. η διάκριση των ανθρώπων σε παραδεκτούς και φαύλους, γ. η διάκριση μεταξύ καθήκοντος (τυπικού χρέους) και κατορθώματος (εκπλήρωσης ανώτερου ηθικού σκοπού), δ. η αξιακή θεώρηση των «αδιάφορων στοιχείων», δηλαδή των στοιχείων που τίθενται εκτός της αρετής, της κακίας και της «κοσμοπολιτείας» (ιδέας ισότητας όλων ανθρώπων, ως αδελφών).

 

Ιδέες και έργα στωικών

Ο Επίκτητος, του οποίου η προφορική διδασκαλία αποδόθηκε συγγραφικά με τα έργα: «Επικτήτου Διατριβαί» και «Επικτήτου Εγχειρίδιο», που συντάχθηκαν από τον μαθητή του Φλάβιο Αρριανό, διέκρινε τρεις κρίσιμους τομείς, στους οποίους διεκδικείται η πραγμάτωση του ηθικά ορθού: τον «περί τα ορέξεις και εκκλίσεις» (= κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στις επιθυμίες του και στις αποστροφές του), τον «περί τας ορμάς και αφορμάς» (= θετικές ενέργειες και αρνητικές στάσεις) ή «περί το καθήκον» (=άριστη δυνατή ανταπόκριση στο πρέπον), τον «περί την ανεξαπατησίαν και ανοικαιότητα και όλως περί τας συγκαταθέσεις» (= ανάγκη ευθυκρισίας και αποφυγής του ανεφάρμοστου).3 Στις «Διατριβές» του Επίκτητου, θίγονται θέματα όπως : η ελευθερία (IV.I), η συμπεριφορά (IV.2), η φιλοστοργία (I.II). Ιδιαίτερη σημασία για τον Επίκτητο έχει η «επιλογή» του καλού, ως μέσον για την επίτευξη του ύψιστου αγαθού της ελευθερίας.

Στο εκτεταμένο φιλοσοφικό έργο του Λεύκιου Ανναίου Σενέκα, περιλαμβάνονται δέκα ηθικές πραγματείες υπό τον τίτλο «Διαλογισμοί». Ο στωικός φιλόσοφος Σενέκας αποφαίνεται ότι για τη φροντίδα της ψυχής, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για το σώμα, δεν χρειάζονται εξωτερικοί πόροι, αρκεί η ατομική θέληση. Στο ερώτημα: τι χρειάζεται για να είσαι καλός; Ο Σενέκας απαντά: «η θέληση». Ο ίδιος υποστήριξε ότι όποιος ασχολείται με τη βελτίωση του εαυτού του ωφελεί και τους άλλους, γιατί «προετοιμάζει έναν άνθρωπο που μπορεί να είναι χρήσιμος», θα συναντήσει δε την αγάπη και τη γαλήνη της ψυχής. 4

Ο Μάρκος Αυρήλιος, με τις στωικές φιλοσοφικές παραδοχές του, υποστήριξε την αναγκαιότητα στροφής προς τον εαυτό, πράγμα που προϋποθέτει την ατομική αυτάρκεια έναντι των εξωτερικών συνθηκών, δηλαδή την υποκειμενική προδιαγραφή μέσα στον κόσμο, με ταυτόχρονη όμως διατήρηση και εκδήλωση της κοινωνικής φύσης του ανθρώπου. Η στροφή προς εαυτό και η αίσθηση συνύπαρξης με την πραγματικότητα υλοποιούνται μέσω των «αρχών», που εμπνέονται από τη φιλοσοφία και μπορούν να εξασφαλίσουν την προσωπική ισορροπία, την «ευκοσμία». Διαγράφεται εδώ και το αίτημα μιας ηθικής τελείωσης μέσω της φιλοσοφίας. 5

Ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων, που είχε μελετήσει τα έργα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και είχε επικοινωνήσει με τις απόψεις των στωικών Παναίτιου, Ποσειδώνιου, Διόδοτου κ.λπ. ισχυρίστηκε ότι η ρωμαϊκή ηθική παράδοση (mos maiotum) αποτελεί την πηγή της πραγματικής γνώσης. Στα έργα του: «περί Φιλίας», «περί καθηκόντων», «περί ορίων των αγαθών και των κακών», που είναι πραγματείες ηθικής, ο Κικέρων ακολουθεί πιστά το στωικό δόγμα. 6

 

Νεότερος κόσμος

Στη νεότερη εποχή, αξιόλογοι στοχαστές προσπάθησαν να ανιχνεύσουν σε βάθος την ουσία της ηθικής και οδηγήθηκαν σε προωθημένες ως ριζοσπαστικές εκδοχές, όπως η Κανονιστική Ηθική. (κυριαρχία της συνείδησης πάνω στα πάθη) του Μ. Σπινόζα, η Ηθική Κοινότητα (ο λαός κάτω από τους νόμους της αρετής) του Ι. Καντ, η Γενεολογία της Ηθικής (γένεση των κυριότερων ηθικών αρχών από ιστορική και ψυχολογική άποψη) του Φ. Νίτσε κ.λπ.

 

Ο χώρος της Ανατολής

Είναι αυτονόητο ότι η ανάγκη της ηθικής υπήρξε πάντοτε το ίδιο αισθητή και στους λαούς της Ανατολής, οι οποίοι έζησαν υπό θεοκρατικά καθεστώτα. Σχετικά, πρέπει να τονιστεί ότι στην ιεροκρατική αντίληψη υπάρχει μια σαφής σύμπλευση ηθικών και δικαιϊκών καθηκόντων. 7 Ενδεικτικά αναφέρονται τα επόμενα:

Στον Ινδουισμό, που αποτελεί εξελιγμένη μορφή του Βραχμανισμού, οι σημαντικές κατηγορίες της Ινδουϊστικής γραμματείας, οι «Νταρμασούτρας» και οι «Νταρμασάστρας» αποτελούν εγχειρίδια δογματικής ηθικής. 8

Στον Βουδισμό, που έχει την πρωταρχική του θεμελίωση στη βραχμανική φιλοσοφία και έχει αποκρυσταλλωθεί στην ιερή του Βίβλο, «Τα τρία Πιτάκια» επιδιώκεται η ανύψωση της έννοιας του δικαίου σ΄ ένα επίπεδο ηθικού φρονηματισμού, καθώς και η αναγνώριση – κατασφάλιση της καλής συμπεριφοράς. 9

Στο Ισλάμ (=απόλυτη υποταγή στη θέληση του Θεού, που είναι διατυπωμένη στο Ser ή Seriatήτοι στον Ιερό Νόμο του) υπάρχει μια και μόνη αλήθεια, η θρησκευτική. Αυτή ορίζει το κοινωνικά ορθό και το ατομικό φέρεσθαι. Τόσο ο ιδιωτικός όσο και ο κοινωνικός βίος των μελών της Ισλαμικής κοινότητας βρίσκονται κάτω από το νόμο και την εποπτεία του Θεού. 10 Συνέπεια τούτου είναι να παρίσταται το ηθικό καθήκον ως προέκταση του θρησκευτικού.

 

Επιμύθιο

Η ηθική, ως ανθρώπινο αίτημα, είναι το υπέρτατο διακριτικό γνώρισμα του ανθρώπου μέσα στο ζωικό βασίλειο, όπου κυριαρχεί το ένστικτο. Η ηθική δεν συνιστά απλώς ένα αξιολογικό κριτήριο των ανθρώπινων πράξεων, αλλά μια γενική υπόδειξη της ορθής ανθρώπινης στάσης (αυτοσυγκράτησης, τήρησης αρχών, αποφυγής κάθε κακού και αδίκου) και δράσης, με γνώμονα το αγαθό. Στην αξιακή της προέκταση, η ηθική διαλαμβάνει και το σκοπούμενο προαγωγής του ανθρώπινου είδους, στο μέτρο των όποιων και όσων ηθικών εξειδανικεύσεων της ατομικής και της συλλογικής ζωής του. Στο σημείο αυτό διαγράφεται το όραμα δημιουργίας μιας ανθρώπινης με κυρίαρχο φρόνημα την αρετή. Είναι πρόδηλο ότι η προσέγγιση ενός τέτοιου ιδεώδους θα απαιτούσε την αυτορρύθμιση του ανθρώπινου διάγειν, βάσει κοινών αρχών και ατομικής ευθύνης … πράγμα αδιανόητο.

 

Σημειώσεις

1.     Πρβλ. Α. Τζαβάτο, Επίκτητος και Μάρκος Αυρήλιος, Ιστορία Φιλοσοφίας των U.Eco και R. Fedriga, Αθήνα 2018, τομ.2, σελ.154.

2.     Βλ.P.Toni, Στωικισμός, Ιστορία Φιλοσοφίας, οπ.π., τομ.2, σελ. 41 – 43.

3.     Βλ. «Επικτήτου Διατριβαί», ΙΙΙ, β, 1 – 2. Πρβλ. Κ. Δεσποτόπουλου, Επίκτητος, εκδ. ΕΠΟΧΕΣ, τομ. 1/1963, σελ. 85, 88 – 89.

4.     Βλ. Α. Πιατέζι, Σενέκας, Ιστορία Φιλοσοφίας, οπ.π., τομ.2, σελ. 143 – 145, 150, και Σενέκα, Η ζωή είναι μικρή, μτφ. Κ. Χαρικιοπούλου, Αθήνα 1997, σελ.77.

5.      Μάρκου Αυρήλιου, Τα εις εαυτόν, μτφ. Γ. Αβραμίδης, Αθήνα 2008, σκέψεις 4, 3, 1 – 8. Βλ. και Α.Τζαβάτο Επίκτητος και Μάρκος Αυρήλιος, οπ.π., σελ. 158 – 159.

6.     Βλ. Μ.Κικέρωνος, Περί φιλίας, μτφ. Ι.Χριστοδούλου, Αθήνα X.X’, σελ. 12 – 13, και Μ.Ιόπολο, Κικέρων, Ιστορία Φιλοσοφίας, οπ.π., τομ.2, σελ. 130 133, 135.

7.     Βλ. Δ. Σιάτρα, Κοινωνία και Δίκαιο, Αθήνα 2016, σελ. 94.

8.     Βλ. M.Warrier, Ινδουισμός, εκδ. Οι θρησκείες του Κόσμου, μτφ. Β. Αδραχτάς, Αθήνα 2006, σελ. 135, 137.

9.     Βλ. H. Glasenapp, Ιστορία των Θρησκειών, μτφ. Ν. Βρεττάκος, Αθήνα X.X, σελ. 146. R. Davids, Βουδισμός, μτφ. Β. Ρώτας, Αθήνα 1931, σελ. 31 και Δ. Σιάτρα, οπ.π. σελ. 95.

10.                        Βλ. Ν. Ελευθεριάδη, Μελέται μουσουλμανικού δικαίου, Μυτιλήνη 1912, τευχ. Α΄ σελ.30 – 31.

 

 

Bόλος  24-02-2014

 

Της Παπαευαγέλου- Σαραντοπούλου Χρυσούλας

 

Θα ήθελα  πριν ξεκινήσω την παρουσίαση του βιβλίου να καταθέσω μια δική μου ομολογία που αναφέρεται στον Γλωσσικό Όμιλο. Δεν ξέρω αν πηγάζει από προσωπικό ενθουσιασμό,  ή από ώριμη σκέψη, αισθάνομαι  όμως την ανάγκη να επαινέσω την προσφορά του, καθώς παρακολουθώντας τα μαθήματα, νιώθω  σαν να βρίσκομαι  ξανά στον όμορφο και ταπεινό δρόμο της γνώσης, κοντά σε άξιους και ταπεινούς δασκάλους, που σε τόσο λιπόψυχους καιρούς προσφέρουν ανιδιοτελώς τη συσσωρευμένη γνώση τους.

Μετά από κάθε μάθημα, που μοιάζει περισσότερο με ταξίδι στα γλωσσικά μονοπάτια, στην ιστορία, στη φιλοσοφία,  ανακαλύπτω κάθε φορά τις πανάρχαιες ελληνικές μας ρίζες κι αυτό το κρατώ σαν μια όμορφη και πολύτιμη ευχή που μου δίνουν και ριζώνει μέσα μου.

Σε όλη αυτήν τη δημιουργική προσπάθεια του Γλωσσικού Ομίλου συνέβαλλαν και άλλοι άξιοι συντελεστές, που εγώ προσωπικά δεν είχα την τύχη να γνωρίσω. Ανάμεσά τους ο αξιέπαινος ιδρυτής, πρόεδρος και θερμός υποστηρικτής του ομίλου, ο εκλιπών Κωνσταντίνος Βραχνιάς, του οποίου τη μνήμη και το έργο τιμούμε σήμερα. 

Και μέσα σ’ αυτόν τον πόνο της απώλειας κλήθηκα να παρουσιάσω το αξιόλογο πόνημά του « Η προέλευσις του πόνου και η σημασία του στην ζωή μας».

Φιλοδοξία του, όπως ο ίδιος προλέγει, είναι να μας πλησιάσει, όσο το μπορεί, πιο κοντά στα μυστικά του μυστηρίου του πόνου και να συνειδητοποιήσουμε, όσο πιο γρήγορα γίνεται , ότι στον κόσμο αυτό θα συμπεριλαμβανόμαστε στους « σταυροφόρους της Ορθοδοξίας».

Σύμφωνα με τον καθηγητή Κορναράκη « ο πόνος είναι ξένος προς τη φύση της ζωής μας, αλλά είναι η ίδια η ζωή μας ».

Κάτι παρόμοιο είχε πει από την αρχαιότητα ακόμη και ο Σοφοκλής, όταν έγραφε στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι»: «Θνητών δ’ όλβιος εις τέλος ουδείς, ουδ’ ευδαίμων˙ ούπω γαρ έφυ τις άλυπος». 

Ο πόνος είναι η φυσική κατάσταση του «φυσικού ανθρώπου», παραδέχεται ο Πασκάλ, αλλά αναμφισβήτητα ο πόνος, είτε σωματικός είτε ψυχικός, είναι ο πιο σκληρός μας αντίπαλος. Ξεπέφτουν τα θεοειδή  γνωρίσματα του ανθρώπου ο οποίος βρίσκεται ξαφνικά να είναι αιχμάλωτος της τυραννίας του πόνου, των παθών και των ενστίκτων.

Κατά την ομολογία  του Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, ο ψυχικός πόνος είναι μια κραυγή της ψυχής για βοήθεια. Μας καλεί να εντείνουμε την πνευματική όραση και ακοή εντός μας, οι δε κρίνοντες και κατακρίνοντες ασύστολα τους πάντες και τα πάντα, δίχως καμιά περίσκεψη και αιδώ, καταδικάζοντάς τους αναπολόγητα, αμαρτάνουν φοβερά και θέτουν μεγάλο βάρος πάνω τους.

 

Είναι δε ο πόνος αυτός που γκρεμίζει τον άνθρωπο απ’ τα ξυλοπόδαρα του εγωισμού του.  Και είναι ένας κόκκος άμμου το «εγώ» στον πόνο, γιατί έτσι αντέχεις, ομολογεί ένα δικό μου φιλικό πρόσωπο, που βιώνει αυτόν τον καιρό τον πόνο της απώλειας.

Απ’ αυτή τη φρενίτιδα της εγωπάθειας μόνο ο πόνος μπορούσε και μπορεί να φέρει τον άνθρωπο στα συγκαλά του και αφού «έλθη εις εαυτόν», να ξανακλάψει , συγκλονιζόμενος από το πνεύμα της μεταμέλειας, της συγνώμης και της ταπείνωσης.

Αυτός είναι και κατά τον Πρωτοπρεσβύτερο Γεώργιο Μεταλληνό, ο ορθόδοξα λυτρωτικός πόνος. Ο πόνος δηλαδή που οδηγεί στη μετάνοια, καθ’ ότι έτσι ανανοημοτοδοτείται και αποκτά τη λυτρωτική δύναμη της μεταστροφής. Γι’ αυτό και σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο: « Πληγή τοις ευ φρονούσι- μάθημα γίνεται ˙ και κρείσσων ευημερίας κακοπάθεια». Και δεν πρόκειται για κάποια μορφή μαζοχισμού, αλλά για τη συνείδηση του διδακτικού και αφυπνιστικού χαρακτήρα του πόνου.

Ο πόνος, επί πλέον,  συναδελφώνει τον άνθρωπο με το Θεό , γιατί «εν ημέρα θλίψεώς μου τον Θεόν εξεζήτησα, και εμνήσθην τού Θεού και ευφράνθην», θα μας πει ο Ψαλμωδός ( Ψαλμ.76ος) .Αυτό επίσης επισημαίνει και ο Απ. Παύλος προς τους Κορινθίους, λέγοντας: «Όταν γαρ ασθενώ τότε δυνατός ειμί».

Πρέπει όμως να λάβουμε υπ’ όψη μας ότι στον κάθε άνθρωπο υπάρχουν αποθηκευμένες εφεδρικές δυνάμεις οι οποίες επιστρατεύονται στις δύσκολες στιγμές του, τον οπλίζουν με αντοχή και τον κρατούν όρθιο, γιατί ο χριστιανός αντλεί χαρά από την προσφορά του στο κοινό ταμείο της ανθρώπινης κοινότητας.

Το ασυνείδητό του είναι η ακένωτη πηγή δυνάμεων, από το οποίο αντλεί ο πονεμένος την πανοπλία της Ιώβειας υπομονής.

 

Έχουν πει και δεν είναι λάθος, συνεχίζει ο συγγραφέας, ότι  η πίστη μοιάζει με χαρταετό που μόνο οι ενάντιοι άνεμοι τον ανεβάζουν στα ύψη.

« Χαίρω εν τοις παθήμασί  μου», ομολογεί ο Απ. Παύλος στο κήρυγμά του που είναι «ο λόγος του Σταυρού» και όχι μια επιφανειακή θριαμβολογία.

Αυτό όμως είναι  και το κήρυγμα του αυθεντικού Χριστιανισμού, που ενσαρκώθηκε και  στην παράδοση τού Ελληνισμού, με την έννοια του ολοκαυτώματος ως αυτοπροσφοράς για τους άλλους, για να προκύψει αυτή η όμορφη συνάντηση Χριστιανισμού και Ελληνισμού.

 

Ο Γκαίτε ομολογεί ότι, « όποιος δεν ξαγρύπνησε με τον πόνο και δεν γεύτηκε με δάκρυα το ψωμί του, αυτός δεν σάς γνώρισε ώ ουρανοί ». Αλλά και ο Νικηφόρος  Βρεττάκος, με τη γνωστή, όπως τη χαρακτήρισαν, «νεοχριστιανική» του αισιοδοξία, αλλά προπάντων με την αγάπη του για τον άνθρωπο, γράφει στα ποιήματά  του «Τιμή» και «Παράκληση για συγνώμη» : «Ο ουρανός και η γης με τίμησαν με τον πόνο. Το έμαθα αργότερα, όταν κατάλαβα πως το καλύτερο φως γίνεται απ’ το σκοτάδι ».

Συνεχίζοντας θα πει:

«Η ψυχή μου φουρτούνιαζε και τότες δεν όριζα

το χέρι μου Κύριε! Κι αν τυχόν και δεν κράτησα τον πόνο σου όμορφα πάνω στον ώμο μου, αν τρέκλισα κάτω απ’ το βάρος του, αν λύγισα, σε παρακαλώ να με συγχωρήσεις».

Κανένας Άγιος δεν έζησε βίο μαλθακό και ανέφελο, συνεχίζει ο Κων/νος Βραχνιάς. Όλοι τους αγωνίστηκαν, βασανίστηκαν , μαρτύρησαν, πέρασαν από την ακαδημία του πόνου.

Κι όμως έμειναν ανεπηρέαστοι από τη φοβία και τη φρίκη που σκορπά ο θάνατος.

Είναι πολλές οι αναφορές στις Γραφές, στην Αγιοπατερική σκέψη, αλλά και σε άλλα πρόσωπα της διανόησης που μας δείχνουν την ευεργετική επίδραση που ασκούν οι διάφορες δοκιμασίες στην ενίσχυση της θρησκευτικής μας συνείδησης.

Χαρακτηριστικά διαβάζουμε στους Πατέρες: « Ει γαρ  τον μισθόν των δικαίων ο Θεός  συντόμως απεδίδου, ευθέως εμπορίαν ησκούμεν και ου θεοσέβειαν. Εδοκούμεν γαρ είναι δίκαιοι, ου το ευσεβές αλλά το κερδαλέον διώκοντες».

Η πίστη στον Θεό είναι το υγιέστερο βίωμα. Είναι η μέθεξις με την Θεία Ομορφιά.

Ο Θεάνθρωπος Χριστός και ως τέλειος άνθρωπος, δεν ήταν δυνατόν να μη γευθεί την πίκρα του πόνου, η οποία κορυφώθηκε στο σταυρικό του μαρτύριο. Είναι ο κορυφαίος των πονεμένων και μπορεί έτσι να γνωρίζει όσο κανείς άλλος τη βασανιστική θέση αυτών που πονούν. Απόδειξη αυτού είναι και η υποθήκη που άφησε στους μαθητές του λέγοντάς τους: « Ασθενούντας θεραπεύετε, λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς εγείρετε, δαιμόνια εκβάλλετε˙ δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε ». ( Ματθ. 10,8 )

Ο Θεάνθρωπος όμως μας έδωσε και το μεγαλύτερο παράδειγμα της αφοβίας προς το μαρτύριο.

Είναι αυτή η οδύνη του πόνου μας,  που ανοίγει συνήθως την πόρτα προς την αυτογνωσία. Και χωρίς τον πόνο θα μας έλειπε η άσκηση για μεγαλύτερες επιδόσεις στους πνευματικούς μας αγώνες.                                                                     Ο Κωστής Μπαστιάς λέει χαρακτηριστικά: « Αν θες να γνωρίσεις την ψυχή σου και να φιλιωθείς μαζί της, μη φοβηθείς το μαρτύριο ».

Ο δε Φώτης Κόντογλου, επικαλούμενος τον Δαυίδ στο  «Κύριε, εν θλίψει  επλάτυνάς με » , λέει: « Αν δεν ήμουνα φτωχός και ξευτελισμένος, δεν θα μπορούσα να αξιωθώ τούτη την πονεμένη χαρά, επειδή όποιος δεν πόνεσε και δεν ταπεινώθηκε  δεν παίρνει έλεος,  για να συνεχίσει: Τούτη την αφοβιά τη δίνει ο Κύριος άμα ταπεινωθεί ο άνθρωπος.            Σ’ αυτόν τον πόλεμο που η αντρεία λέγεται ταπείνωση και τα βραβεία είναι καταφρόνεση και ξευτελισμός, δεν βαστάνε οι αντρείοι του κόσμου. Όποιος δεν περάσει από τη φωτιά της δοκιμής, δεν ένοιωσε αληθινά τι είναι ζωή ».

 

Τελειώνοντας , θα ήθελα προσωπικά να παραδεχτώ,  πως θέλει τόλμη και παρρησία να πάρει κανείς αποτυπώματα από τις ματωμένες πληγές του πόνου. Αυτό το τόλμησε ο αείμνη στος Κωνσταντίνος Βραχνιάς και κατάφερε, με οδηγό πάντα τη χριστιανική πίστη, να αποκρυπτογραφήσει το δύσκολο κώδικα του πόνου και να επικαλεσθεί, μέσα από την αμοιβαιότητα της αγάπης και τη δύναμη της χάρης, τον ωραίο ψαλμό:

« Πολλαί αι θλίψεις των δικαίων και εκ πασών αυτών ρύσεται αυτούς ο Κύριος ( Ψαλμ. 33, 20) 

 

If there is a just and loving God, why does He allow evil?

Over the many centuries of human endeavor, theologians and philosophers have puzzled over the origin of evil. Without appropriate knowledge, the very fact of the existence of evil causes doubt about the existence of God.The world of philosophy terms this frustrating conundrum “the problem of evil.” Accordingly, the Dictionary of Philosophy (Penguin, 1999) tells us that “there is evil in the world: bad things happen to people, and people do bad things.” Furthermore, there is “a disproportion between virtue and happiness, between vice and misery: an evil exemplified when the wicked prosper and good people meet a grim fate.”

The problem was perhaps most famously summed up by philosopher David Hume, an 18th-century neoskeptic. He wrote, “Epicurus’s old questions are yet unanswered. Is [God] willing to prevent evil, but not able? then is he impotent. Is he able, but not willing? then is he malevolent. Is he both able and willing? whence then is evil?” (Dialogues Concerning Natural Religion, Part X, 1779).

Can we know the origin of evil? Does the presence of evil in this world really negate the existence of God? Is it possible to accommodate both the existence of God and the existence of evil within a coherent explanation of life? There could hardly be more fundamental and perplexing questions.

Most would agree that the greatest outbreak of evil in the 20th century found expression in one man—Adolf Hitler. There have, of course, been other terrifying examples, among them Joseph Stalin in the Soviet Union and Pol Pot in Cambodia. More recently we have seen tribal genocide between the Hutus and the Tutsis in Rwanda and ethnic cleansing in Iraq and the Balkans. How does one explain outbursts of such profound evil?

Emil Fackenheim is considered by some to be the foremost theologian of the Holocaust. He distinguishes between the “ordinary” evil of human nature and what he calls the “radical evil” of Hitler’s nature. To Fackenheim, even the best explanations of Hitler (and there have been quite a few) are doomed to failure. In the end, “only God can account for such radical evil, and he’s not talking” (quoted by Ron Rosenbaum in Explaining Hitler, Macmillan, London, 1998, p. 279).

Fackenheim believes that the evil of Hitler is off the scale and lies beyond rational attempts to understand it, “that no amount of biographical and psychological data about a difficult childhood, a dysfunctional family, no concatenation of trauma and deformation, no combination of bad character and evil ideology, could add up to enough. Enough to explain the magnitude of Hitler’s crimes.” He believes Hitler’s badness was “something else again entirely... the meaning of which we need to search for not in psychology but in theology. The explanation for which, if there is one, can be known or fathomed only by God” (p. xvi).

Indeed, the answers to this question of evil do lie in the theological realm. The Hebrew Scriptures and the Apostolic Writings—which together we call the Holy Bible—comprise the Word of God. Together they provide a record of God’s words, including His explanation of both the origin and the development of evil. If we are willing to look to this source we will find the answers to the question of evil.

ROOTS OF EVIL

In Genesis 3 we find the account of a being in the form of a serpent who deceived the first woman into disobeying God. Here is the initial account of an evil being who is capable of deceiving the whole world and who is the very embodiment of malevolence throughout the entire Bible—the inspirer of evil in countless persons and situations across all of human history.

Despite the breadth of such awful influence, however, this is by no means the whole answer to the origin of evil or its existence. The Bible’s explanation of the origin of evil must be pieced together by carefully analyzing numerous scriptures. For example, the previous chapter of Genesis provides us with additional insight into evil’s existence and function in the world. We may deepen our understanding of evil by studying the account about the tree of the knowledge of good and evil.

Genesis tells us that along with all the other trees, God placed two special trees in humanity’s original habitat, the Garden of Eden. Our first parents, Adam and Eve, could freely eat of the tree of life, but of the tree of the knowledge of good and evil they were not to eat lest they die (Genesis 2:9, 16–17).

These two trees represent two very different kinds of knowledge—two distinct types of thinking and ways of living.

The tree of life, as is mentioned from Genesis to Revelation, represents the way to eternal life. It is God’s revealed way of successful human living, with thinking and action that is good as defined by God Himself. It is a reflection of His character, in which there is no place for evil—only truth, good and love. Implicitly, this is the way founded on obedience to God’s wisdom and way. It is both a mode of behaving and an outcome that God desires for all of humanity. We might call it God’s way.

In contrast, however, the tree of the knowledge of good and evil represents a mixed way of thinking and acting—a combination of some good and some evil—the cumulative effect of which leads to death. This second tree represents the way of humanity’s self-discovery—working out for oneself what is good and what is evil. Relying on one’s own devices and taking to oneself one of God’s prerogatives—that is, to decide what is right and what is wrong. We might call this man’s way.

God grants humans the freedom to choose between these contrasting ways of living. He wants us to accept him at His word and choose the way of life he designed us to live. But He allows us to elect the alternative, even though He would prefer to spare us the outcome of such a decision. God grants free choice because, above all, He is interested in the formation of our character, which results from the choices we make.

The book of Genesis teaches that Adam and Eve were seduced into making the wrong choice: “Then the Lord God said, ‘Behold, the man has become like one of Us, to know [to distinguish between] good and evil. And now, lest he put out his hand and take also of the tree of life, and eat, and live forever...’”(Genesis 3:22). Adam and Eve were driven from the garden and thereby prevented from accessing the tree of life (verses 23–24).

DECISION TIME

Thus, from the very beginning of human history, the existence of evil is shown to result from choices that aim to gratify the self. The Genesis account records that when Eve “saw that the tree was good for food, that it was pleasant to the eyes, and a tree desirable to make one wise, she took of its fruit and ate. She also gave to her husband with her, and he ate” (Genesis 3:6). In other words, their desire for self-gratification was stronger than their desire to obey God.

Once they had made that choice, a merciful God could not allow them to live forever following a way of life that would bring evil and unhappiness. All humanity since that time has been cut off from access to the tree of life, condemned to learn the lesson that deciding for self in matters of morality and ethics is the wrong choice to make.

The Bible explains that this same kind of choice between two opposite and contrasting ways of living was later offered to the nation of Israel as they were about to enter the Promised Land. There is a similarity between Adam and Eve and the children of Israel. God said to the ancient Israelites, “See, I have set before you today life and good, death and evil.... I have set before you life and death, blessing and cursing; therefore choose life, that both you and your descendants may live” (Deuteronomy 30:15, 19). As the Scriptures record, the nation of Israel also chose wrongly, merely continuing down the same path that Adam and Eve had chosen. They reaped the same evil bounty and paid dearly over time for their choice.

From these accounts we may conclude that from the very beginning humankind brought evil upon itself by the wrong spiritual choices made in respect of a way of living. But, if you think about it, this very fact presupposes something even more profound. Who is responsible for these contrasting ways of life and the blessings or curses associated with each? The answer is almost dumbfounding and represents the ultimate answer to the question of evil.

Within 10 generations after Adam and Eve, human beings, perpetuating the wrong choices made by their first parents, had almost completely corrupted themselves; they were totally evil. “Then the LORD saw that the wickedness of man was great in the earth, and that every intent of the thoughts of his heart was only evil continually. And the LORD was sorry that He had made man on the earth, and He was grieved in His heart” (Genesis 6:5–6).

And so God brought about the Flood in order to deal with the problem of evil which humans had brought upon themselves by the choices they had made and continued to make. Even after the Flood their nature remained the same: “the imagination of man’s heart is evil from his youth...” (Genesis 8:21).

 

OPPOSITE SIDES OF THE SAME COIN

All this begs another crucial question. By what standards or criteria did God judge the people at that time as evil? The definition of right and wrong, as the Western world came to know it through the Ten Commandments, had not yet been given. The great Flood occurred long before the nation of Israel even existed. This description of human nature’s tendency toward evil presupposes something supremely important: there are universal moral laws, intended to regulate the conduct of men and women, that reflect the mind and character of God Himself.

How can we explain God’s character? He is “good.” He defines goodness, love and truth—all that is right. And just as a person’s character is defined by what he rejects as much as by what he accepts as right, so God also defines that which is evil and therefore to be rejected. Among other characteristics, the way of evil consists of selfishness, hostility, hatred and lies. It is the opposite of all that God stands for and is. God’s character runs completely counter to the way of evil. And this fundamental differentiation between good and evil, embodied within the character of God Himself—both that which is His character and that which He has rejected—existed from the very beginning. We may grope for the exact terminology to describe this spiritual reality, but in essence, by defining that which is good, we also define the opposite way of evil.

Perhaps this explanation helps us make sense of a remarkable scripture that acknowledges the true source of evil. “I am the LORD, and there is none else, there is no God beside me.... I form the light, and create darkness: I make peace, and create evil: I, the LORD, do all these things” (Isaiah 45:5, 7, King James Version). In what sense does God create evil? Many other scriptures show that God is prepared to bring evil upon those who forsake His ways (for example, Jeremiah 18:8, 11–12). But the meaning goes even deeper. He is the author of the hidden spiritual truths about good and evil that govern everything. This scripture claims that the ultimate responsibility for the existence of evil rests with God Himself. But how can this be—and for what purpose?

Both Genesis 1:1 and John 1:1 record that God existed “in the beginning.” The Bible reveals that this was long ago, before the existence of the observable universe, before the creation of the angelic kingdom, before the creation of the earth with its teeming life forms and the very pinnacle of God’s creation—humankind, uniquely created in His image and likeness.

 

ULTIMATE PURPOSE IN LIFE

God has created all this for a supreme purpose. God wants us to freely choose to take on His character and way of life and to reject the opposite—the way of evil. So God created the scheme of things whereby humanity may choose between two alternatives and learn by experience which is the better way to live. Rather surprisingly, in the sense of choice between the two opposites, the concept of evil is revealed as going back to God Himself and the universal spiritual laws He has set in motion.

This background, then, makes sense of what happened to the angelic being who became God’s implacable enemy, the devil. The Bible reveals that God created a class of spirit beings called angels. But it also records that one third of these angels sinned (2 Peter 2:4; Revelation 12:4), including their leader, a mighty angel who exalted himself against God (Isaiah 14:12–14). This being’s decision to gratify his craving for power, authority and dominion introduced evil into the angelic realm. He thus became Satan—the devil, the great adversary of God and, therefore, of mankind. It is apparent that God created these angels with the same free moral agency and capacity to choose as He later created in humankind. Both sinned (1 John 3:8; Romans 3:23); both made a wrong choice; both opted to embrace a way of thinking and an approach to life that rejected not only God’s character but also obedience to Him.

The result was perversion and every possible evil. Satan was the first to embody all that was inimical to God’s character: he was devoid of truth, motivated by wrong thinking, a murderer, and the father of lies (John 8:44). He became the very epitome of evil, the archenemy of God and humanity (1 Peter 5:8). Satan chose a direction of thinking and action opposite to God’s way of life. His character became depraved and corrupt (Isaiah 14:12–14; Ezekiel 28:13–17).

But vital to our understanding is that it was God Himself who set in motion the laws that define and allow evil. He did this by establishing a righteous standard and then allowing His created beings, angelic and human, the freedom to accept or reject that righteous standard. Evil stems from wrong choices—the rejection of what is right.

God has created all things and is working out a supreme purpose that requires us to make a choice between two ways of life. Just as Satan, Adam and Eve made the wrong choice, so has much of humanity ever since. Satan is the invisible ruler of this age (2 Corinthians 4:4), “who deceives the whole world” (Revelation 12:9) and whose spirit “now works in the sons of disobedience” (Ephesians 2:2). He and his cohorts are orchestrating ever more evil and projecting humankind along the spiritual pathway toward oblivion. “For we do not wrestle against flesh and blood, but against principalities, against powers, against the rulers of the darkness of this age, against spiritual hosts of wickedness in the heavenly places” (Ephesians 6:12).

The “radical evil” of Hitler and other despots therefore becomes explicable. It is an evil that results from personal choices made under the sway and influence of the devil and his fallen followers. “Normal” human nature also becomes explicable. It is a nature that hates God. “The carnal [fleshly, worldly] mind is enmity against God; for it is not subject to the law of God, nor indeed can be” (Romans 8:7). The human heart, or inner being, is “deceitful above all things, and desperately wicked; who can know it?” (Jeremiah 17:9).

These thoughts, of course, run completely counter to prevailing popular notions of human nature, yet we should remember that they are the profound words of the One who created us and who knows all things. These words describe every human heart, whether we care to accept it or not. “But those things which proceed out of the mouth come from the heart,” Jesus said, “and they defile a man. For out of the heart proceed evil thoughts, murders, adulteries, fornications, thefts, false witness, blasphemies. These are the things which defile a man...” (Matthew 15:18–20). They stem from those spiritual influences that control “this present evil age” (Galatians 1:4) and from the individual choices each of us makes in life.

 

DEALING WITH EVIL

To all this, the skeptic may answer: “That still does not deal with the multitude of injustices that so disfigure this world. You may have explained evil, but you have not dealt with evil.” If God is just and powerful, how will perfect justice be done and how will evil be dealt with?

The answer has to do with another aspect of biblical teaching that is best discussed more fully on a future occasion. The Bible teaches about a coming resurrection—a return to life—of all who have ever lived. “Do not marvel at this; for the hour is coming in which all who are in the graves will hear His voice and come forth...” (John 5:28–29). A time is coming when perfect justice and judgment will be fulfilled and evil will be banished for all time. A just and perfect God will deal with Hitler’s hideous catalog of satanically inspired genocide.

In the meantime, that leaves a pivotal question: What choices will each of us make in life?

JOHN MEAKIN

and ROBERT C. BORAKER

 

 

Return to top of page

Bookmark and SharePrint FriendlyPrint FriendlyEmail ArticleEmail ArticleEmail AuthorEmail Author

 

Κα κουσαν τς φωνς Κυρου το Θεο περιπατοντος ν τ παραδεσ τ δειλινν, κα κρβησαν τε δμ κα γυν ατο π προσπου Κυρου το Θεο ν μσ το ξλου το παραδεσου. 9 κα κλεσε Κριος Θες τν δμ κα επεν ατ· δμ, πο ε; 10 κα επεν ατ· τς φωνς σου κουσα περιπατοντος ν τ παραδεσ κα φοβθην, τι γυμνς εμι, κα κρβην. 11 κα επεν ατ Θες· τς νγγειλ σοι τι γυμνς ε, ε μ π το ξλου, ο νετειλμην σοι τοτου μνου μ φαγεν, π᾿ ατο φαγες; 12 κα επεν δμ· γυν, ν δωκας μετ᾿ μο, ατη μοι δωκεν π το ξλου, κα φαγον. 13 κα επε Κριος Θες τ γυναικ· τ τοτο ποησας; κα επεν γυν· φις πτησ με, κα φαγον. 14 κα επε Κριος Θες τ φει· τι ποησας τοτο, πικατρατος σ π πντων τν κτηνν κα π πντων τν θηρων τν π τς γς· π τ στθει σου κα τ κοιλίᾳ πορεσ κα γν φαγ πσας τς μρας τς ζως σου. 15 κα χθραν θσω ν μσον σο κα ν μσον τς γυναικς κα ν μσον το σπρματς σου κα ν μσον το σπρματος ατς· ατς σου τηρσει κεφαλν, κα σ τηρσεις ατο πτρναν. 16 κα τ γυναικ επε· πληθνων πληθυν τς λπας σου κα τν στεναγμν σου· ν λπαις τξ τκνα, κα πρς τν νδρα σου ποστροφ σου, κα ατς σου κυριεσει. 17 τ δ δμ επεν· τι κουσας τς φωνς τς γυναικς σου κα φαγες π το ξλου, ο νετειλμην σοι τοτου μνου μ φαγεν, π᾿ ατο φαγες, πικατρατος γ ν τος ργοις σου· ν λπαις φαγ ατν πσας τς μρας τς ζως σου· 18 κνθας κα τριβλους νατελε σοι, κα φαγ τν χρτον το γρο. 19 ν δρτι το προσπου σου φαγ τν ρτον σου, ως το ποστρψαι σε ες γν γν, ξ ς λφθης, τι γ ε κα ες γν πελεσ· 20 κα κλεσεν δμ τ νομα τς γυναικς ατο Ζω, τι ατη μτηρ πντων τν ζντων.

21 Κα ποησε Κριος Θες τ δμ κα τ γυναικ ατο χιτνας δερματνους κα νδυσεν ατος. 22 κα επεν Θες· δο δμ γγονεν ς ες ξ μν, το γινσκειν καλν κα πονηρν· κα νν μ ποτε κτεν τν χερα ατο κα λβ π το ξλου τς ζως κα φγ κα ζσεται ες τν αἰῶνα. 23 κα ξαπστειλεν ατν Κριος Θες κ το παραδεσου τς τρυφς ργζεσθαι τν γν, ξ ς λφθη. 24 κα ξβαλε τν δμ κα κατκισεν ατν πναντι το παραδεσου τς τρυφς κα ταξε τ Χερουβμ κα τν φλογνην ρομφααν τν στρεφομνην φυλσσειν τν δν το ξλου τς ζως.(ΙΝ )

‹ Γένεσις Κεφ. 02Γένεσις Κεφ. 04 ›

Περιεχόμενα

Πνευματικός αγώνας Ταπεινοφροσύνη Υπερηφάνεια Θέωση Αγάπη Παραβολή Αρετή Χριστός Αμαρτία Πίστη Υπομονή Κενοδοξία Αμαρτίες Ψυχή Πνευματική Ζωή Μετάνοια Λογισμοί Διάβολος Σωτηρία Πάθη Πειρασμοί Ταπείνωση Θεία Χάρη Πνευματικός Άγιο Πνεύμα Διάκριση Θλίψεις Θαύματα Προσευχή Μεγάλη Βδομάδα Θάνατος Θεία Κοινωνία Εξομολόγηση

»»»

 

Génies du mal

LE MONDE SCIENCE ET TECHNO | 10.03.2014 à 14h25 • Mis à jour le 14.03.2014 à 09h30 |

Par Pierre Barthélémy

Abonnez-vous

à partir de 1 € Réagir ClasserPartager facebook twitter google + linkedin pinterest

 

ΕΛΛΕΙΨΗ ΗΘΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ

(Malhonnetete et creativite)

Bernard Madoff.

C’est un titre qui ne pouvait que titiller le chroniqueur de la science improbable. Parue le 18 février (2014)dans Psychological Science, l’étude s’intitule : « Génie du mal ? Comment la malhonnêteté peut mener à une plus grande créativité ». Ses auteurs, Francesca Gino (université Harvard) et Scott Wiltermuth (université de Californie du Sud), font partie de ces chercheurs passionnés par « les comportements non éthiques ». Ce qui est bien naturel quand on sait que, chaque année, lesdits comportements coûtent à la société des milliers de milliards de dollars.

Gino et Wiltermuth ne se demandent pas pourquoi on viole si souvent les limites posées par la loi et la morale (la phrase précédente répond à la question), mais s’il existe un lien entre malhonnêteté et créativité. Si son mépris des règles a conduit le banquier Bernard Madoff à élaborer un ingénieux système de Ponzi pour plumer ses clients en toute impunité pendant des décennies. Ou si Lex – le mal prénommé – Luthor tire de son immoralité les stratagèmes diaboliques qu’il invente pour terrasser son ennemi juré, l’exaspérément gentil Superman. Résumons-le ainsi : le génie vient-il aussi du mal ?

PROTOCOLES VICELARDS

Pour le déterminer, ces deux chercheurs ont mis au point cinq expériences impliquant près de 800 participants. A chaque fois, l’idée consistait à pousser les cobayes vers le côté obscur, puis à tester leur créativité, en comparant leurs résultats avec ceux d’un groupe témoin resté dans le droit chemin. Ainsi une expérience permettait aux sujets de mentir sur leurs performances à un test pour obtenir une plus forte récompense.

Dans un autre protocole bien vicelard – au point qu’on se demande si Lex Luthor n’a pas servi de consultant aux scientifiques –, les participants étaient prévenus, avant un exercice de logique à effectuer sur un ordinateur, qu’ils ne devaient pas appuyer sur la barre espace car, en raison d’une erreur de programmation, cela affichait les réponses aux questions. 51 personnes sur 53 ont pressé la barre… Dans une autre expérience, on se contentait d’implanter l’idée d’infraction aux lois avec des images montrant, par exemple, un cycliste s’engageant sur un chemin interdit aux vélos.

La créativité de chacun était évaluée à l’aide d’un test d’association de mots digne des énigmes du Père Fouras dans l’émission « Fort Boyard » ou avec un petit jeu consistant à imaginer en une minute top chrono tout ce que l’on peut faire avec un journal. Les résultats ne surprendront pas ceux qui ont pris la peine de lire le titre de l’étude en entier : à chaque fois, les tricheurs-menteurs se sont montrés plus inventifs que les gens probes. Selon les auteurs, le phénomène s’expliquerait par le fait que, pour être créatif, il faut savoir briser codes et règles, ce que favorise la malhonnêteté.

LE CAS GIOVANNI BRUSCA

Les prisons sont donc remplies de génies incompris. Le Sicilien Giovanni Brusca, dit « le Porc », est l’un d’eux. Assassin du juge Giovanni Falcone en 1992, ce mafioso a tellement tué qu’il en a perdu le compte de ses victimes, entre 100 et 200. En 1993, afin de faire pression sur un de ses anciens camarades de créativité devenu repenti, il fait enlever son fils de 11 ans et use avec lui de toute l’inventivité dont il est capable – elle est immense. Le garçon est photographié pendant des séances de torture et les clichés sont envoyés à son père pour l’obliger à retirer son témoignage. En vain. Giovanni Brusca fait étrangler l’adolescent après plus de deux ans de captivité et dissoudre son cadavre dans un bain d’acide. Un poète.

Voir aussi le blog de Pierre Barthélémy, Passeur de sciences(IN περιληπτικώς)

ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΚΑΧΑΝΤΖΑΚΗ

 

τις αρχές του 1957 η δημοσιογράφος Γιολάντα Τερέντσιο επισκέφθηκε το ζεύγος Καζαντζάκη στο σπίτι τους στην πόλη Αντίμπ. Περιγράφει το χώρο, δίνει ένα σύντομο πορτρέτο του συγγραφέα και καταγράφει τη συζήτηση που είχε μαζί του.

Παραθέτουμε ένα απόσπασμα

:Ζουν ήσυχα, ερημικά, οι δυο Έλληνες στο γραφικό μικρό σπίτι της οδού του Μπα-Καστελέ. Απ ‘ τα παράθυρά τους βλέπουν το λιμάνι της Αντίμπ και τη γαλανή Μεσόγειο. Η πρόσχαρη φιλοξενία της οικοδέσποινας αγκαλιάζει τον επισκέπτη μόλις δρασκελίσει το κατώφλι. Λίγα σκαλιά οδηγούν στο γραφείο του συγγραφέα. Ψηλός, ίσιος, ασκητικός, μ ‘ ένα καλό χαμόγελο, απλώνει το μπράτσο και σφίγγοντας το χέρι ρωτάει άπληστα, με την ιδιαίτερη προσφορά του:

«Τι νέα μας φέρνετε απ ‘ την Ελλάδα;»

.Ευτυχώς, μια σειρά από δημοσιογραφικές έρευνες μ ‘ έχουν φέρει τελευταία σ ‘ επαφή με την έξω από την Αθήνα Ελλάδα κι έτσι του διηγούμαι τι είδα και τι άκουσα στα χωριά και τις πόλεις, από τ ‘ άγρια βράχια της Μάνης ως την κορφή του Βίτσι. Πως γίνονται και μεγάλα έργα, αλλά πως η φτώχεια μένει πάντοτε φτώχεια και πως η εγκατάλειψη στα χωριά είναι τόση ώστε οι άνθρωποι στη Βόρειο Ελλάδα μου είπαν πως ζούνε «πίσω από τον ήλιο».Πίσω από τον ήλιο, μουρμουρίζει ο Καζαντζάκης και σημειώνει την απλή αυτή φράση, που βγήκε απ ‘ τα χείλια του λαού που τόσο βαθιά αγαπάει

.Γ.Τ.: Πέστε μου τώρα και για σας, είσαστε ευχαριστημένος;

Ν.Κ.: Είμαι ευτυχισμένος - αν κι είναι ντροπή να αισθάνεται κανείς ευτυχισμένος μια ώρα τέτοια. Αν δεν ήταν μπροστά η Ελένη, θα σας έλεγα πως αυτή η γυναίκα είναι η αιτία της ευτυχίας μου. πραγματικά, δεν είχα ποτέ μου τολμήσει να φαντασθώ τέτοια κατανόηση από άνθρωπο. Αλλ ‘ αν εξακολουθήσω, θα θυμώσει. Είμαι ευτυχισμένος γιατί μπορώ να δουλεύω, γιατί δεν έχω καμία φιλοδοξία, κανένα μίσος, γιατί έχω την καρδιά μου καθαρή. Οταν δουλεύει κανείς πνευματικά δεν αρρωσταίνει, δεν γερνάει - αυτό είναι το μυστικό: να μην παρατήσει κανείς τη δουλειά του, γιατί τότε αλίμονο. Πέντε λεπτά μετά τον θάνατό σου, το μυαλό σου να δουλεύει ακόμα. Του Γκαίτε, είμαι σίγουρος, ότι δούλευε και μετά τον θάνατό του, γι ‘ αυτό όταν ο Εκερμαν ξεσκέπασε το σώμα του, ήταν σαν του εφήβου, είχε πειθαρχήσει στα βάσανά του

.Γ.Τ.: Αν μπορούσατε να ξαναγεννηθείτε, θα το θέλατε;

Ν.Κ.: Δεν θα ήθελα να πεθάνω ποτέ· μ ‘ ενδιαφέρει η ζωή, ο άνθρωπος -όχι οι άνθρωποι όλοι μαζί

.Γ.Τ.: Πιστεύετε στην ποιοτική εξέλιξη της ανθρωπότητας;

Ν.Κ.: Ενας Αρμένης ποιητής είπε κάποτε: «Ο πιθηκάνθρωπος ξεκίνησε να γίνει άνθρωπος, αλλά δεν έφτασε ακόμα.»

.Γ.Τ.: Υπάρχει ελπίδα για τους ανθρώπους να ζήσουν κάποτε ευτυχισμένοι

;Ν.Κ.: Με στοίχημα, σε χίλια χρόνια!. Ενας χωρικός πήρε έναν κόρακα, για να εξακριβώσει αν αλήθεια ζη εκατό χρόνια, μα ο χωρικός πέθανε πρώτος! Ετσι κι εγώ, και χίλια χρόνια αν ζήσω, δεν θα προφτάσω να δω τους ανθρώπους ευτυχισμένους.

Γ.Τ.: Ποια είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια στην ευτυχία τους;

Ν.Κ.: Αυτό είναι πολύ δύσκολο ν ‘ απαντήσει κανείς, αυτό είναι η μεγάλη μου αγωνία. Το μεγαλύτερο εμπόδιο στον άνθρωπο είναι, φαντάζομαι, η έλλειψη πίστης σ ‘ ένα ιδανικό ανώτερο από το εγώ του.Αν δεν πιστεύει κανείς σ ‘ ένα πράγμα ανώτερο από τον εαυτό του, δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος.

Γ.Τ.: Νομίζετε πως μπορεί ν ‘ αποφευχθεί ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος;

Ν.Κ.: Δεν νομίζω πως θα τον γλιτώσουμε. (Σημ.αποστολ. Ήταν το 1957 σε έξαρση η εποχή του ψυχρού πολέμου και του πυρηνικού ανταγωνισμού των τότε μεγάλων δυνάμεων - ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης)

(Μην λέτε τέτοια πράγματα! φωνάζει η κυρία Καζαντζάκη. Ο,τι και να βάλουμε στο μυαλό μας, ό,τι και να πούμε, τα πράγματα θα έρθουν αλλιώτικα).

Ν.Κ.: Ο πόλεμος θα σταματήσει όταν ο πιθηκάνθρωπος γίνει άνθρωπος! Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σήμερα είναι η διάσταση που υπάρχειανάμεσα διανοητικού και ηθικού ανθρώπου. Ο διανοητικός άνθρωπος έχει φθάσει στο μαγικό, στο υπεράνθρωπο, ενώ ηθικά είναι ανάπηρος. Οταν αρμονισθούν αυτά τα δύο, τότε θ ‘ αποκτήσει κι η ανθρωπότητα το ισοζύγιο και θα γίνει ευτυχισμένη. Ο σημερινός άνθρωπος μου θυμίζει τον θηριοδαμαστή που μπήκε στο κλουβί των θηρίων νομίζοντας πως η τίγρη ήταν γυμνασμένη.

Γ.Τ.: Ο πνευματικός άνθρωπος μπορεί ν ‘ ανήκει σ ‘ ένα κόμμα ή πρέπει να μένει πάντοτε ανεξάρτητος, για να είναι ελεύθερος να κρίνει; Οπως είπε ο Σαρτρ, κάποτε, ότι ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να πολεμάει την αδικία όπου και να την βρίσκει

.Ν.Κ.: Είναι δύσκολο για τον πνευματικό άνθρωπο να μείνει μόνος του. Μόνος του είναι αδύνατος, αν ενωθεί όμως με τους άλλους χαλάει. Το πρόβλημα είναι: πώς είναι δυνατόν να ενωθούν οι τίμιοι άνθρωποι; Ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να καταδικάζει την αδικία όπου την βρίσκει και κάνοντας αυτό που κάνω απαντώ στο ερώτημά σας: γράφω για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια που ποδοπατιέται παντού τόσο εύκολα. Αν ενωθώ με τους άλλους θα χάσω την ελευθερία μου. Η ψυχολογία της μάζας είναι αλλιώτικη, μιλάω για τους διανοούμενους σαν μάζα, όχι για τις λαϊκές μάζες, που τις σέβομαι και που έχουν την δική τους δουλειά. Ενας πνευματικός άνθρωπος μόνος του μπορεί να δουλέψει καλύτερα: ελεύθερος άνθρωπος παλεύει για την ελευθερία. Δέκα ελεύθεροι άνθρωποι, ενωμένοι, χάνουν την ελευθερία τους. Εκείνο που χρειάζεται είναι ν ‘ ακολουθήσεις τον δρόμο σου ώς την άκρη.Η αξία του δρόμου είναι να μη σταματήσεις ποτέ!

Γ.Τ.: Ποιο είναι το πολυτιμότερο πράγμα στον κόσμο;

Ν.Κ.: Για μένα ο χρόνος. Οπως είπε ο αισθητικός Μπέρναρντ Μπέρενσον, που αποτραβήχτηκε στη Φλωρεντία κι είναι ενενήντα χρονώ, μου έρχεται να κατέβω στο δρόμο και ν ‘ απλώσω το χέρι μου στους διαβάτες και να τους πω: «Δώστε μου λίγο από το χρόνο που χάνετε.»

.Γ.Τ.: Κι εγώ που σας έφαγα τόσην ώρα απ ‘ τον πολύτιμο χρόνο σας!

Ν.Κ.: Ε, δεν πειράζει, άπλωσα κι εγώ το χέρι μου και κάτι μάζεψα.

«Δεν μπορώ να πω πως ο Ντοστογιέφσκι ήταν καλός η ευτυχισμένος άνθρωπος... Ήταν κακός, διεφθαρμένος και γεμάτος ζήλεια. Όλη του τη ζωή ήταν θύμα του πάθους, που θα τον είχε κάνει γελοίο και δυστυχισμένο, αν ήταν λιγότερο έξυπνος και λιγότερο κακός. Στην Ελβετία, μπροστά στα μάτια μου, φέρθηκε τόσο άσχημα στον υπηρέτη του, που ο άνθρωπος επαναστάτησε και του είπε: «μα κι εγώ είμαι άνθρωπος». Θυμάμαι πόση εντύπωση μου έκαναν αυτά τα λόγια... Ειπωμένα σε κάποιον που πάντα δίδασκε το αίσθημα της ανθρωπιάς στην υπόλοιπη ανθρωπότητα».

Τα λόγια αυτά ανήκουν στον Στράχοβ, έναν άνθρωπο που γνώριζε καλά τον Ντοστογιέφσκι (βλέπε Gerarld Abraham, Dostoyevski) στηρίζονται όμως σε μια παρεξήγηση: ο Ντοστογιέφσκι ποτέ δεν θέλησε να διδάξει στην ανθρωπότητα την καλοσύνη και την ανθρωπιά. Ο Ντοστογιέφσκι δεν υπήρξε ποτέ ηθικολόγος, αντίθετα, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι συνειδητά και συστηματικά σε όλο του το έργο δεν έκανε τίποτε άλλο από το να μάχεται την Ηθική σε βαθμό προκλητικό. Αλλά ας μη σπεύσουμε να συμπεράνουμε από αυτό ότι ο Ντοστογιέφσκι ήταν κήρυκας του αμοραλισμού. Ο Ντοστογιέφσκι είχε το πάθος της αλήθειας. Είχε τη δύναμη να διεισδύσει στην ανθρώπινη συμπεριφορά και να μας αποκαλύψει με τον πιο δραματικό και συγχρόνως πειστικό τρόπο ότι αυτό που η Ηθική μας παρουσιάζει σαν «ηθικό» δεν είναι ποτέ αμιγώς «καλό», και ότι ο άνθρωπος ποτέ δεν μπορεί να εξαλείψει το κακό με την Ηθική, αφού κανένας απολύτως δεν μπορεί να είναι αμιγώς καλός. Επιπλέον, σε όλο του το έργο δεν έπαυσε να διακηρύττει ότι στο που μετράει στην ανθρώπινη ύπαρξη και συμπεριφορά δεν είναι η ηθική, αλλά η ελευθερία, και πως μόνον ό,τι είναι ελεύθερο είναι αληθινά καλό. Αυτό που θέλει να πει στους ανθρώπους ο Ντοστογιέφσκι είναι ότι η διάκριση των ανθρώπων σε «καλούς» και «κακούς» είναι βασισμένη σε ένα ψέμα και ότι ο μόνος τρόπος να νικηθεί το κακό είναι να το πάρει κανείς ελεύθερα επάνω του. Ο Ντοστογιέφσκι δεν είναι αμοραλιστής, αφού δεν παύει να περιγράφει το κακό ως τραγικότητα και συμφορά για τον άνθρωπο. Είναι όμως αντιμοραλιστής, διότι πιστεύει βαθιά ότι η Ηθική δεν μπορεί να οδηγήσει ποτέ στη λύτρωση του ανθρώπου από το κακό.

Στην ομιλία αυτή θα προσπαθήσω, στον λίγο χρόνο που έχω στη διάθεσή μου, να αναλύσω τη θέση αυτή επικεντρώνοντας την προσοχή μας σε δύο κυρίως σημεία: α) στο πρόβλημα του καλού και του κακού και β) στο θέμα της ελευθερίας. Θα προσπαθήσω στο τέλος να κάνω μια θεολογική αποτίμηση της θέσεως του Ντοστογιέφσκι έναντι του προβλήματος της ηθικής.

 

Το πρόβλημα του καλού και του κακού

Η έννοια της Ηθικής στηρίζεται στη διάκριση μεταξύ καλού και κακού ήδη από την εποχή του Σωκράτη, που θεωρείται ιδρυτής της. «Όπως ορίζεται σε όλα τα σύγχρονα λεξικά, «η γενική μελέτη του καλού και η γενική μελέτη της ορθής πράξεως αποτελούν το κύριο έργο της ηθικής» (The Cambridge Dictionary of Philosophy, 1955, σ. 244). Χωρίς τη διάκριση καλού και κακού η έννοια της ηθικής καταρρέει.

Η διάκριση αυτή παίρνει συνήθως δύο μορφές. Η μία είναι ο χαρακτηρισμός των πράξεων ή τών αισθημάτων, κινήτρων, διαθέσεων κ.λπ. Ως καλών ή κακών. Εάν κάποιος αγαπά, έμπρακτα ή στις διαθέσεις ή προθέσεις του, πρόκειται για κάτι «καλό» -σύμφωνα με την κρατούσα ηθική πάντοτε- ενώ εάν μισεί πρόκειται για κάτι «κακό». Έτσι προκύπτουν οι γενικές αρχές της ηθικής, ανάλογα πάντοτε με τις πολιτισμικές, θρησκευτικές, φιλοσοφικές κ,λπ. Προϋποθέσεις κάθε εποχής και κάθε κοινωνίας.

Η άλλη μορφή, που παίρνει η διάκριση καλού και κακού, είναι ο χαρακτηρισμός των προσώπων ως καλών ή κακών. Στην αγγλοσαξονική ηθική των νεωτέρων χρόνων, η οποία επέδρασε και στη νοοτροπία και τον πολιτισμό και των δικών μας κοινωνιών, αυτή η μορφή διακρίσεως μεταξύ καλών και κακών ανθρώπων οδήγησε στην εμφάνιση της έννοιας του χαρακτήρος. Ο «χαρακτήρας» (character) είναι το υποκείμενο επάνω στο οποίο είναι «χαραγμένες» ορισμένες ηθικές ιδιότητες, καλές ή κακές, δηλαδή το υποκείμενο της ηθικής. Η έννοια του χαρακτήρος εφαρμόζεται ιδιαίτερα στην τέχνη, και μάλιστα στη λογοτεχνία, το μυθιστόρημα, το θέατρο κ.λπ. (λέμε, π. χ. , «οι χαρακτήρες» για τους ήρωες ενός λογοτεχνικού έργου).

Τόσο στο επίπεδο των γενικών αρχών της ηθικής όσο και σε εκείνο των χαρακτήρων, ο Ντοστογιέφσκι αρνείται επίμονα τη διάκριση μεταξύ «καλού» και «κακού», δηλαδή αρνείται την ίδια τη βάση της ηθικής.

Στο επίπεδο των γενικών αρχών ο Ντοστογιέφσκι θεωρεί την αγάπη ως την ύψιστη ηθική αξία: «Το κυριότερο πράγμα είναι να αγαπάς τους άλλους σαν τον εαυτό σου, αυτό είναι το παν, τίποτε άλλο δεν χρειάζεται», έγραφε κάποτε. Κι όμως είναι αδύνατο να τη διαχωρίσει από το μίσος. Γράφει χαρακτηριστικά στο Υπόγειο, ένα από τα πρώιμα και συγκλονιστικά του έργα: «Επήγα τόσο μακριά ώστε να φθάσω στο βέβαιο συμπέρασμα πως κυριολεκτικά η αγάπη συνίσταται στο παράξενο δικαίωμα να τυραννάς εκείνον που αγαπάς. Στα ονειροπολήματά μου κάτω στο υπόγειο φανταζόμουν τον έρωτα σαν μια πάλη που αρχίζει από το μίσος και καταλήγει στην ηθική υποταγή». Γι’ αυτό, το παράξενο συμπέρασμα είναι για τον Ντοστογιέφσκι η καταπληκτική αλήθεια που την διατυπώνει με το παράπονο: «Στο μίσος μου για τους ανθρώπους της γης μας υπάρχει πάντοτε μια νοσταλγική αγωνία: γιατί να μην μπορώ να τους μισώ χωρίς να τους αγαπώ;... Και στην αγάπη μου γι’ αυτούς μέσα ήταν μια νοσταλγική θλίψη: γιατί να μην μπορώ να τους αγαπώ χωρίς να τους μισώ;».

Τα λόγια αυτά έρχονται σαν οδοστρωτήρας να γκρεμίσουν κάθε σαφή διάκριση μεταξύ καλού και κακού, ακόμη και στο επίπεδο της πιο μεγάλης ηθικής αξίας, που είναι και για τον ίδιο τον Ντοστογιέφσκι η αγάπη. Τι να πει κανείς πλέον για τις άλλες ηθικές άξιες, που είναι σχετικές και μεταβάλλονται από εποχή σε εποχή; Το καλό και το κακό δεν αποσυνδέονται, δεν χωρίζουν, με τίποτε.

Αυτό ισχύει για τον Ντοστογιέφσκι όχι μόνο στο επίπεδο των ηθικών αξιών, αλλά και των προσώπων. Όλοι οι ήρωες του Ντοστογιέφσκι είναι συγχρόνως καλοί και κακοί. Η έννοια του ηθικού «χαρακτήρος» είναι στον Ντοστογιέφσκι ανύπαρκτη. Δεν έχομε παρά να σταθούμε στο πιο σημαντικό και εκτενές έργο του, τους Αδελφούς Καραμάζοβ, που περικλείει μια μεγάλη ποικιλία χαρακτήρων από όλα τα κοινωνικά στρώματα και τους ψυχολογικούς τύπους: από το γέρο παραλυμένο πατέρα Καραμάζοβ ως τον ασκητικό γιο του Αλιόσα, τον άλλο γιο Ιβάν τον εγκεφαλικό άθεο ως τον μοναχό Ζωσιμά, τη μαζοχίστρια Λιζαβέτα ως την σαρκική Γκρούσενκα. Αφορμή για να ξετυλιχθεί το έργο είναι οι παράξενες συνθήκες της δολοφονίας του γερο-Καραμάζοβ, που αποδεικνύει ότι ηθικά ένοχοι είναι σχεδόν όλοι οι γιοι του, όχι μόνο ο πραγματικός δολοφόνος, αλλά και εκείνοι, που, ενώ είναι de facto αθώοι, έχουν αφήσει την καρδιά τους να αναπτύξει εγκληματικές προθέσεις. Στο έργο αυτό σχεδόν κάθε κύριο πρόσωπο διαπράττει κάποιο έγκλημα, αν όχι στην πράξη, πάντως στη σκέψη. Ακόμα και ο Αλιόσα δεν είναι άμοιρος ενοχής, αφού δεν κατάφερε να αποτρέψει ή να προλάβει το έγκλημα. Για τον Ντοστογιέφσκι το πρόβλημα δεν είναι ηθικό, αλλά βαθύτατα υπαρξιακό. Ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, είναι ένα μείγμα πανουργίας και απλότητας, αγνότητας και φιληδονίας, καλοσύνης και κακότητας. Ο Ντιμίτρι λέει: «Ήμουν ένας παλιάνθρωπος, κι όμως αγαπούσα τον Θεό... Το καλό και το κακό βρίσκονται σε μια τερατώδη συνύπαρξη μέσα στον άνθρωπο». Ο Μέγας Ιεροεξεταστής εντυπωσιάζεται από αυτή την αντιφατικότητα των ανθρώπων: διεφθαρμένοι άνθρωποι είναι συχνά καλοσυνάτοι, εγκληματίες είναι τρυφεροί και αισθηματικοί, πουριτανοί και ηθικιστές είναι σκληροί και άσπλαχνοι, όλοι είναι εξίσου ικανοί για το κακό και για το καλό.

Η διαπίστωση αυτή, ότι δηλαδή κάθε άνθρωπος είναι κακός συγχρόνως και καλός, καταργεί την Ηθική και εμφανίζει τον Ντοστογιέφσκι ως μηδενιστή: αυτή είναι η ανθρώπινη φύση, δεν θεραπεύεται με τίποτε, το κακό διαποτίζει το καλό, το μη είναι διατρέχει την ύπαρξη. Έτσι ο Νίτσε θα βρει στο πρόσωπο του Ντοστογιέφσκι τον μεγάλο του δάσκαλο, τον Προφήτη του μηδενισμού του.

Αλλά εδώ πρέπει να σταθούμε με προσοχή. Είναι ο Ντοστογιέφσκι πράγματι μηδενιστής; Ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της αντί-ηθικιστής ανθρωπολογίας του;

Η πρώτη σημαντική παρατήρηση είναι ότι ο Ντοστογιέφσκι καταρρίπτοντας την ηθική, που διακρίνει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς, κλονίζει την υπεροψία του ουμανισμού, ο οποίος πιστεύει ότι με την ηθική μπορεί να εξαλείψει το κακό από τον κόσμο. Με τον τρόπο αυτόν ο Ντοστογιέφσκι θεολογεί πατερικά: η σωτηρία του ανθρώπου δεν μπορεί να προέλθει από τον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά μόνον από τον Θεό.

Δεύτερον, αναγνωρίζοντας σε κάθε άνθρωπο τη συνύπαρξη του καλού με το κακό, ο Ντοστογιέφσκι καλεί όλους να αποφεύγουν την κατάκριση των άλλων ανθρώπων και να επικεντρώνουν το ενδιαφέρον και τη φροντίδα τους στις δικές τους αμαρτίες. Έτσι αποκτούν συγχρόνως τη μετάνοια και την αγάπη. Ο Ντοστογιέφσκι κινείται έτσι στο πνεύμα του ευαγγελίου αλλά και των νηπτικών πατέρων («δος μοι, Κύριε, το οράν τα εμού πταίσματα και μη κατακρίνει τον αδελφών μου» ευχή Αγίου Εφραίμ).

Τρίτον, και σπουδαιότερο, το μείγμα καλού και κακού, που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη φύση, δεν οδηγεί απαραίτητα στον μηδενισμό. Είναι αποκαλυπτικά όσα περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι για τον ήρωα του έργου του Το όνειρο ενός Γελοίου ανθρώπου. Εκεί ο ήρωας του έργου, διαπιστώνοντας ότι όλα στη ζωή του ανθρώπου είναι μείγμα αντιθέσεων (καλού κακού, λογικού παραλόγου κ.λπ. ), πληγώνεται βαθιά και κλονίζεται η πίστη του στην ίδια την ύπαρξη: «Έξαφνα νιώθω», λέει, «πως μου ήταν αδιάφορο αν ο κόσμος υπήρχε, ή αν ποτέ δεν υπήρξε τίποτε, άρχισα να αισθάνομαι με όλο μου το είναι πως δεν υπήρχε τίποτε. Στην αρχή νόμισα πως πολλά πράγματα είχαν υπάρξει στο παρελθόν, αλλά μετά κατάλαβα πως ούτε και στο παρελθόν δεν υπήρξε ποτέ τίποτα, μα πως μόνο μου είχε φανεί πως υπήρχε, για κάποιο λόγο. Σιγά - σιγά κατάλαβα πως ούτε και στο μέλλον θα υπάρχει τίποτα».

Αυτός ο μηδενισμός δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην αυτοκτονία. Ο ήρωας του έργου αποφασίζει πράγματι να σκοτωθεί. Αλλά, εκεί που πήγαινε να πραγματοποιήσει το σχέδιο του, ένα κοριτσάκι τρεμάμενο και τρομαγμένο, που για κάποια αιτία βρισκόταν σε απόγνωση, του ζήτησε βοήθεια, και ο «γελοίος άνθρωπος» αλλάζει σχέδιο. Αυτό που τον κάνει να βρει νόημα στην παράλογη, κατά τα άλλα, ύπαρξη είναι η συνάντηση του Άλλου. Ο Άλλος είναι αυτός που δίνει την υπέρβαση του μηδενισμού. Ο Ντοστογιέφσκι μας φέρνει στο χείλος του γκρεμού, αλλά δεν μας αφήνει στο κενό. Αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η ύπαρξη του Άλλου.

Αυτή η ύπαρξη του Άλλου, που δίνει νόημα στην ύπαρξη, δεν είναι ούτε οι αρετές ούτε οι κακίες του Άλλου, δηλαδή η ηθική -είναι αυτή και μόνο η ύπαρξή του. Ηθικά, ο Άλλος είναι ένα παράλογο, ένα μείγμα αντιθέσεων καλού και κακού. Θα ήταν γελοίο να τον προσεγγίσουμε ως ηθική υπόσταση. Μόνον η ύπαρξή του, γυμνή από κάθε ηθική ιδιότητα, δίνει νόημα και στη δική μας ύπαρξη. Αν αξίζει να υπάρχουμε, να μην αυτοκτονήσουμε, να μη γελοιοποιηθούμε, είναι γιατί υπάρχει ο Άλλος.

Αλλά για τον Ντοστογιέφσκι ο Άλλος, όπως εμφανίζεται στο Όνειρο ενός Γελοίου, δεν είναι απλώς μια υπόσταση, ένα ον. Είναι μια ύπαρξη που υποφέρει. Αυτό είναι το ιδιάζον χαρακτηριστικό του ντοστογιεφσκικού υπαρξισμού. Η υπέρβαση του μηδενισμού, αυτό που δίνει νόημα στην ύπαρξή μας, είναι για τον Ντοστογιέφσκι η αποδοχή της οδύνης. Για τον Ντοστογιέφσκι υπάρχει μία και μόνη επιλογή αντί της αυτοκτονίας για τον άνθρωπο. Την εκφράζει ο Ιβάν Καραμάζοβ με το δίλημμα: ή τον σταυρό ή την αγχόνη. «Αύριο», λέει, «το σταυρό μα όχι το ικρίωμα. Όχι, δεν θα κρεμαστώ. Δεν θα μπορούσα ποτέ να αυτοκτονήσω». Και όπως λέει ο διάβολος στον Ιβάν, «οι άνθρωποι υποφέρουν, αλλά ζουν, ζουν μια ζωή πραγματική, όχι φανταστική, γιατί το να υποφέρεις είναι ζωή».

Για τον Ντοστογιέφσκι η οδύνη και το πάθος έχουν μεταφυσικό περιεχόμενο, υπάρχει μια «μεταφυσική της οδύνης». Ο Ρασκόλνικοβ στο Έγκλημα και Τιμωρία γονατίζει μπροστά στη Σόνια και της φιλάει τα πόδια λέγοντας: «Γονάτισα όχι μπροστά σου, αλλά μπροστά σε όλη την ανθρωπότητα που υποφέρει». Και ο Ζωσιμάς εξηγεί το ότι γονάτισε μπροστά στον Ντιμίτρι Καραμάζοβ με τα λόγια: «γονάτισα χθες μπροστά στα όσα πρόκειται να υποφέρει (ο Ντιμίτρι)».

Αυτή η «μεταφυσική της οδύνης» δημιουργεί ένα ερώτημα: μήπως τελικά για τον Ντοστογιέφσκι ο Σταυρός είναι το έσχατο, το ύψιστο αγαθό; Μήπως έχομε μια «ηθική του Σταυρού», στην οποία η οδύνη εσχατολογοποιείται, γίνεται η ίδια μέρος της Βασιλείας του Θεού η ακόμα και της ίδιας της ζωής της Αγίας Τριάδος, κάτι σαν τον «Πάσχοντα Θεό» του Moltmann; Μια τέτοια τάση φαίνεται να υπάρχει στη ρωσική παράδοση και να είναι ίσως μέρος της ίδιας της ρωσικής ψυχής. Το βλέπομε αυτό στη θεολογική σκέψη του Μπουλγκάκοβ ή ακόμα και του μακαριστού Γέροντα Σωφρονίου του Essex. Είναι άραγε αυτό αληθινό και για τον Ντοστογιέφσκι;

Άλλοι, βαθύτεροι γνώστες του Ντοστογιέφσκι, θα πρέπει να απαντήσουν στο ερώτημα αυτό. Προσωπικά, έχω τη γνώμη ότι, ενώ ο Σταυρός και η οδύνη είναι για τον Ντοστογιέφσκι η μόνη, αληθινή και αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη, το μόνο αντίδοτο στη γελοιότητα της ηθικής που αγνοεί το παράλογο της συνύπαρξης μέσα στον ίδιο άνθρωπο του καλού και του κακού, εντούτοις δεν είναι για τον Ρώσο συγγραφέα το έσχατο μεταφυσικό αγαθό. Το έσχατο μεταφυσικό αγαθό είναι γι’ αυτόν η υπέρβαση της οδύνης, όχι η οδύνη καθαυτή. Ο Σταυρός είναι η μόνη αληθινή πραγματικότητα στην ύπαρξη, αλλά όχι και η έσχατη.

Στο τέλος του τμήματος που επιγράφεται: «Οι δοκιμασίες μιας ψυχής» στους αδελφούς Καραμάζοβ, ο Ντιμίτρι βλέπει ένα τρομερό όνειρο. Στα κατάλοιπα ενός καμένου χωριού μια χωρική γυναίκα προσπαθεί να ξεφύγει και να σωθεί, και δίπλα της ένα βρέφος που υποφέρει από την πείνα προσπαθεί να θηλάσει από το ξερό στήθος της μητέρας του. Τότε ο Ντιμίτρι, γράφει ο Ντοστογιέφσκι, «αισθάνθηκε ένα αίσθημα οίκτου, που ποτέ άλλοτε δεν το είχε νιώσει, να ανεβαίνει στην καρδιά του, να θέλει να κλάψει, να κάνει κάτι για όλους αυτούς, έτσι ώστε το βρέφος να μην κλαίει πια, η μαύρη και κάτισχνη μάνα του να μη δακρύζει, να μην υπάρχουν πια απ’ εδώ και πέρα δάκρυα». Έτσι ο Ντοστογιέφσκι οραματίζεται το έσχατο αγαθό πέρα από την οδύνη. Ο Σταυρός πρέπει να ξεπεραστεί από την ανάσταση. Δεν έχει θέση στη Βασιλεία τού Θεού ο πόνος. Η αγάπη αγκαλιάζει την οδύνη, όχι για να της δώσει μεταφυσικό περιεχόμενο, αλλά για να τη μετατρέψει σε χαρά. Ο Ντοστογιέφσκι δεν το λέγει, αλλά το υπονοεί: η Θεία ευχαριστία είναι πρόγευση της χαράς, όχι της λύπης -ούτε καν της χαρμολύπης.

Είπαμε ότι οι ήρωες τού Ντοστογιέφσκι είναι μείγμα καλού και κακού και ότι μάταια θα αναζητούσαμε ανάμεσά τους τον ηθικά τέλειο. Η οδύνη είναι η μόνη αλήθεια που με την αποδοχή της, ιδιαίτερα στο πρόσωπο τού Άλλου, υπερβαίνομε το μηδενισμό και καταλαβαίνομε ότι αξίζει να υπάρχομε. Άλλα πέρα από όλα αυτά, εκείνο που δίνει νόημα στην ύπαρξη είναι η ανάσταση.

«Ώστε στ’ αλήθεια λέει η θρησκεία πως όλοι μας θα σηκωθούμε από τους νεκρούς και θα ξαναζήσουμε και θα ξαναδούμε πάλι ο ένας τον άλλο;

»Το δίχως άλλο θ’ αναστηθούμε... Και χαρούμενα, εύθυμα θα διηγηθούμε ο ένας στον άλλο όσα γίνανε... Απάντησε ο Αλιόσα.

— Αχ πόσο όμορφα θα είναι τότε, ξέφυγε του Κόλια.

— Και τώρα λοιπόν ας τελειώσουμε τους λόγους κι ας πάμε στο τραπέζι της παρηγοριάς... Να μας τώρα που πηγαίνουμε χέρι με χέρι».

Η ανάσταση, το τραπέζι της ευχαριστίας, η κοινωνία της αγάπης -να το ύψιστο αγαθό για τον Ντοστογιέφσκι. Αυτό είναι το αποκορύφωμα τού τελευταίου, τού πιο μεγάλου έργου του. Ίσως αν ζούσε περισσότερο, να μας περιέγραφε τη Βασιλεία με την ίδια γλαφυρότητα που μας περιέγραψε το Σταυρό στην ανθρώπινη ύπαρξη.

 

Το πρόβλημα της ελευθερίας

Αν το καλό και το κακό αποτελούν ένα μείγμα στην ανθρώπινη ύπαρξη, αυτό οφείλεται σε έναν και μόνο λόγο, κατά τον Ντοστογιέφσκι: στο ότι η πιο μεγάλη δύναμη που κυβερνά και κατευθύνει την ανθρώπινη ύπαρξη είναι η ελευθερία. «Πώς, λοιπόν, φαντάστηκαν», ρωτάει ο ήρωας του Υπογείου, «όλοι αυτοί οι σοφοί ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μια λογική και τίμια θέληση; Και πώς τους κάπνισε να βρουν ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη να ποθεί κατά τρόπο λογικό και ωφέλιμο; Ο άνθρωπος μόνο ένα πράγμα έχει ανάγκη: να είναι η θέλησή του εντελώς ανεξάρτητη, όσο κι αν του στοιχίζει αυτή του η ανεξαρτησία, όσες κι αν είναι οι κακές συνέπειες που συνεπάγεται αυτό».

Ο Ντοστογιέφσκι συνδέει αυτή τη δίψα του ανθρώπου για την ελευθερία άμεσα με το πρόβλημα της ηθικής. Λέγει και πάλι ο ήρωας του Υπογείου: «Νομίζω ότι ο καλύτερος ορισμός του ανθρώπου είναι ο ακόλουθος: ον δίποδο και αχάριστο. Μα αυτό δεν είναι όλο. Δεν είναι αυτό το μεγαλύτερό του ελάττωμα. Το μεγαλύτερο του ελάττωμα είναι η επίμονη ανηθικότητά του. Επίμονη από τότε που έγινε ο κατακλυσμός ως την εποχή μας. Η ανηθικότητα, και επομένως ο παραλογισμός: γιατί ξέρουμε χρόνια και χρόνια τώρα ότι ο παραλογισμός γεννιέται μονάχα από την ανηθικότητα. Ρίξτε μια ματιά στην ιστορία... Ένα μόνο πράγμα δεν μπορείτε να πείτε: ότι κυβερνά τον άνθρωπο η λογική... Και να τι συναντά κανείς κάθε φορά: παρουσιάζονται στον κόσμο άνθρωποι πολύ ηθικοί, φρόνιμοι, σοφοί και φιλάνθρωποι, που θέτουν σαν σκοπό της ζωής τους να γίνουν, αν μπορούν, φρόνιμοι και ηθικοί. Θα ‘λεγες πως θέλουν να χρησιμέψουν σαν παράδειγμα στο γείτονά τους και να του αποδείξουν ότι μπορεί πραγματικά να ζήσουμε σαν άνθρωποι ηθικοί και φρόνιμοι. Μα τι γίνεται κατόπιν; Είναι γεγονός αποδεδειγμένο ότι, αργά η γρήγορα, πολλοί από τους φιλάνθρωπους αυτούς στο τέλος της ζωής τους διαψεύδουν τους εαυτούς τους και αφήνουν πίσω τους υλικό για ανέκδοτα, πολύ επιλήψιμα καμιά φορά». Για τον Ντοστογιέφσκι λογική και ηθική είναι αλληλένδετα, και τα δυο μαζί συγκρούονται με την ελευθερία: «Αχ, κύριοι», ρωτάει ο ήρωας του Υπογείου, «ποια θέληση, λοιπόν, θα έχω, όταν τα πάντα θα είναι ένας πίνακας μονάχα, αριθμητική και δύο και δύο κάνουν τέσσερα; Είτε, λοιπόν, το θέλω είτε όχι, «δύο και δύο κάνουν τέσσερα» Είναι θέληση αυτό;».

Για τον Ντοστογιέφσκι η υποταγή της ελευθερίας στη λογική και την ηθική, όχι μόνο είναι αδύνατη αλλά και ανωφελής και επιζήμια για τον άνθρωπο. «Το δύο και δύο κάνουν τέσσερα, αυτό δεν είναι πια η ζωή, είναι η αρχή του θανάτου», λέει ο ήρωας του Υπογείου. Η ελευθερία είναι για τον Ντοστογιέφσκι αυτό που διακρίνει τον άνθρωπο από τα ζώα. «Τα μυρμήγκια έχουν ένα οικοδόμημα καταπληκτικό στο είδος του: τη μυρμηγκοφωλιά. Τα αξιοσέβαστα μυρμήγκια άρχισαν από τη μυρμηγκοφωλιά και θα τελειώσουν ασφαλώς εκεί, πράγμα που τους περιποιεί μεγάλη τιμή για την επιμονή τους και το θετικό τους πνεύμα. Ο άνθρωπος όμως... Όπως ο παίκτης του σκακιού αγαπά μόνο το παίξιμο και όχι το σκοπό του παιχνιδιού... Ενδιαφέρεται μόνο για την ίδια τη ζωή και όχι για το σκοπό της».

Εδώ αξίζει να σταθούμε λίγο, γιατί τα παραπάνω λόγια μας αποκαλύπτουν κάτι σημαντικό: τη διαφορά μεταξύ οντολογίας και ηθικής Αν τη λέξη ζωή την αντικαταστήσουμε με εκείνη του είναι, της ύπαρξης, τότε το να ενδιαφέρεται κανείς για το είναι, και όχι για το σκοπό του είναι, ισοδυναμεί με το να θεωρεί το είναι ως το ύψιστο και έσχατο αγαθό, και όχι ως μέσο για κάποιον ηθικό σκοπό. Αν τοποθετήσουμε το θέμα αυτό στα πλαίσια της θεολογίας, το καίριο ερώτημα του σκοπού της θείας ενανθρωπήσεως είναι αν ο Χριστός ήλθε για να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, ηθικούς κ,τ. λ. ή για να μας κάνει να υπάρχουμε. Όλη η δυτική παράδοση βλέπει την Ενανθρώπηση ως τρόπο ηθικής τελειώσεως του ανθρώπου, ενώ οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας εστιάζουν τον σκοπό της ενανθρωπήσεως στην υπέρβαση του θανάτου ως απειλής για το είναι του ανθρώπου (Αθανάσιος). Η ελευθερία για τον Ντοστογιέφσκι είναι οντολογικό και όχι ηθικό ζήτημα: ο άνθρωπος δεν ενδιαφέρεται για το πώς θα χρησιμοποιήσει την ύπαρξή του ή πώς θα τη βελτιώσει, αλλά γι’ αυτή την ίδια την ύπαρξή του. Γι’ αυτό, όπως στην περίπτωση του Κυρίλοβ στους Δαιμονισμένους, αλλά και σε άλλες περιπτώσεις, ο Ντοστογιέφσκι ωθεί το θέμα της ελευθερίας στα υπαρξιακά του άκρα: ελευθερία σημαίνει ή να αποδεχθείς την ύπαρξη ως δώρο Κάποιου (του Θεού) ή να αρνηθείς την ίδια σου την ύπαρξη (να αυτοκτονήσεις), αν θέλεις να μην αποδεχτείς τον Θεό (δηλαδή να κάνεις τον εαυτό σου Θεό).

Όλα στον Ντοστογιέφσκι παίζονται στο οντολογικό και όχι στο ηθικό επίπεδο. Ο άνθρωπος δεν θέλει να θυσιάσει το είναι για το εύ είναι. Και ο Χριστός δίνοντάς του ελευθερία, και όχι ψωμί ή δύναμη ή καλοπέραση, σκανδαλίζοντας έτσι τον Μέγα Ιεροεξεταστή στη γνωστή σκηνή των Αδελφών Καραμάζοβ, σέβεται την θεόσδοτη αυτή επιθυμία του ανθρώπου. Αλλά και στους Πατέρες της Εκκλησίας, (όπως π. χ. ο άγιος Μάξιμος), σκοπός της υπάρξεως δεν είναι απλώς το είναι, αλλά το εύ είναι. Ηελευθερία συνίσταται στην απόρριψη ή την αποδοχή του είναι της ύπαρξης.

Αλλά αν τελικά ο άνθρωπος ασκώντας την ελευθερία του επιλέξει το είναι αντί του μη είναι, δηλαδή της αυτοκτονίας ή του μηδενός, αυτό που επιλέγει για τον Ντοστογιέφσκι δεν είναι παρά το είναι του έσχατου παραλογισμού, δηλαδή την οδύνη και το πάθος. Γράφει πάλι στο Υπόγειο: «και γιατί είστε πεπεισμένοι πως ο άνθρωπος έχει ανάγκη μόνο από εκείνο που είναι κανονικό και θετικό, και πως μόνη η ευτυχία είναι χρήσιμη για τον άνθρωπο; Λέτε ο άνθρωπος αγαπά μόνο την ευτυχία; Μα ίσως να αγαπά άλλο τόσο τον πόνο. Και μπορεί ο πόνος να του είναι τόσο χρήσιμος όσο και η ευτυχία... Ο πόνος; Μα είναι και η μόνη αιτία της συνείδησης... Η συνείδηση βρίσκεται πολύ πιο πάνω από το δύο και δύο κάνουν τέσσερα... Όσο οπισθοδρομικό και αν φαίνεται, σίγουρα (ο πόνος) αξίζει περισσότερο από το τίποτε».

Για ν’ αποφύγει, λοιπόν, κανείς το «τίποτε», το μηδέν, το μη είναι, την αυτοκτονία, πρέπει να επιλέξει το είναι ως πόνο. Ο Ντοστογιέφσκι δίνει την εντύπωση ότι είναι μαζοχιστής. Είναι, λοιπόν, καλό πράγμα ο πόνος; Οι έννοιες του καλού και του κακού δεν έχουν θέση. Αυτό που ενδιαφέρει τον Ντοστογιέφσκι είναι το αληθινό, όχι το ηθικό. Η αλήθεια είναι ότι όλη η ύπαρξη είναι διαποτισμένη από τον πόνο. Αυτό που προβληματίζει έντονα τον Ντοστογιέφσκι είναι η ύπαρξη του πόνου, και μάλιστα του άδικουπόνου, όπως τον βλέπομε στα μικρά παιδιά που κλαίνε και βασανίζονται χωρίς να φταίνε σε τίποτε. Αυτόν τον πόνο καλείται ο άνθρωπος να αγκαλιάσει και να κάνει δικό του, αν δεν θέλει να επιλέξει το μη είναι, το μηδέν.

Αλλά, όταν ο άνθρωπος επιλέξει το είναι ως πόνο, δεν κάνει μια αναγκαστική επιλογή. Τότε, και μόνον τότε, ασκεί αληθινά την ελευθερία του. Και τότε, και μόνον τότε, η ελευθερία ταυτίζεται όχι με το μηδέν, αλλά με την αγάπη. Ο Ντοστογιέφσκι γίνεται έτσι ο θεολόγος της αγάπης. Σύμφωνα με τα λόγια του Γέροντα Ζωσιμά, αληθινή αγάπη είναι το «να κάνεις τον εαυτό σου υπεύθυνο για όλα τα ανθρώπινα όντα και για τον κόσμο ολόκληρο».

Δεν χρειάζεται πολλή προσπάθεια για να ανακαλύψει κανείς στις ιδέες αυτές του Ντοστογιέφσκι τη μορφή του Χριστού. Ο Ντοστογιέφσκι θεολογεί χωρίς να το λέγει. Και θεολογεί Ορθοδόξως, σύμφωνα με την παράδοση των μαρτύρων και των οσίων. Ας συνοψίσομε τη σκέψη του υπό το φως της θεολογίας.

 

Η σκέψη τού Ντοστογιέφσκι συνοπτικά

Ο Ντοστογιέφσκι μάχεται την ηθική για ένα και μόνο λόγο: διότι, όπως και η λογική, στερεί τον άνθρωπο από το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του, χάρη στο οποίο διαφέρει από τα ζώα, δηλαδή την ελευθερία. Αυτή είναι η «εικόνα του Θεού» στον άνθρωπο και η εικόνα αυτή με τίποτε δεν εξαλείφεται. Ο άνθρωπος πάντοτε θα επιζητεί την ελευθερία, όσες ευεργεσίες και αν του προσφέρει η λογική και η ηθική.

Η ελευθερία δεν είναι για τον Ντοστογιέφσκι αυτό που στη δυτική φιλοσοφία επικράτησε να λέγεται επιλογή μεταξύ του καλού και του κακού. Μια τέτοια επιλογή είναι για τον Ντοστογιέφσκι γελοία, διότι το καλό και το κακό είναι ανάμεικτα στην ανθρώπινη ύπαρξη. Η ελευθερία είναι κάτι οντολογικό, είναι η απόρριψη ή αποδοχή της ίδιας της ύπαρξης μας.

Εάν ο άνθρωπος, ασκώντας την ελευθερία του, απορρίψει την ύπαρξη, δεν έχει άλλη επιλογή από την αυτοκτονία. Αν, αντιθέτως, αποδεχτεί την ύπαρξη, τότε δεν έχει άλλη επιλογή από το να την αποδεχτεί όπως αληθινά είναι, δηλαδή ως (παράλογη) οδύνη, ως Σταυρό. Αυτό ακριβώς συνέβη στην Ενανθρώπηση του Κυρίου.

Η αποδοχή του Σταυρού σημαίνει ταύτιση με όλους τους πάσχοντας, ανάληψη ευθύνης για όλο τον πόνο της κτίσεως, ταύτιση μέχρι θανάτου. Μόνον έτσι επέρχεται η λύτρωση από το κακό, όχι με την ηθική και τη λογική, αλλά με την αγάπη που αυτοθυσιάζεται. Δεν πρόκειται περί μαζοχισμού, διότι δεν πρόκειται για αυτοϊκανοποίηση του θυσιασμένου. Πρόκειται για την διαπίστωση ότι ο μόνος δρόμος για να νικηθεί το κακό και ο ίδιος ο θάνατος είναι να τα υποστεί κανείς εκούσια, και τούτο προς χάρη των άλλων.

Έτσι ο Ντοστογιέφσκι, ασφαλώς όχι τυχαία, επιλέγει ως προμετωπίδα του μεγάλου έργου του το ευαγγελικό ρητό: «εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένε εάν δε αποθάνη, καρπόν πολύν φέρει». Ο Σταυρός δεν είναι αυτοσκοπός. Τελικός σκοπός είναι η ανάσταση. Αλλά δεν φθάνει κανείς εκεί παρά περνώντας από το Σταυρό.

Ο Ντοστογιέφσκι ασκεί με τον τρόπο αυτό την πιο βαθιά και πειστική κριτική στη δυτική παράδοση, που πίστεψε ότι με τον ορθό λόγο, την ορθή πράξη (ηθική) και την αποτελεσματική οργάνωση του κόσμου θα εξαλείψει το κακό. Ολόκληρος ο 20ος αιώνας με τους πολέμους και τη φρίκη της απανθρωπιάς του απέδειξε πόσο δίκαιο είχε ο Ντοστογιέφσκι στην κριτική αυτή.

Το μήνυμά του υπήρξε προφητικό και εξακολουθεί να είναι τέτοιο.

Ο Ντοστογιέφσκι είναι, πάνω από όλα, θεολόγος. Αντλεί από τη μοναστική, κυρίως, παράδοση της Εκκλησίας μας αλλά και αποπνέει το άρωμα της ευχαριστιακής κοινωνίας. Αλλά, ας το ομολογήσουμε με λύπη, η σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία μας και η θεολογία της δείχνουν να προτιμούν συχνά τη λογική και ηθική του Μεγάλου Ιεροεξεταστή.(OUT)

Δημιουργία αρχείου: 5-2-2011.

Τελευταία ενημέρωση: 30-3-2011.

Το πρόβλημα του κακού από τον Αυγουστίνο στη σύγχρονη Γενετική

Τού π. Ν. Λουδοβίκου

 

Πηγή: Περιοδικό «Σύναξη», τεύχος 95, Απρ - Ιουν 2005.

Αναδημοσίευση από: http://www.romios.bravehost.com/theologia/loudobikos/kako.html

 

Ι Πριν καλά - καλά τελειώσει ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο σημαντικός Άγγλος συγγραφέας C. S. Lewis εξέδωσε, το 1944, το μυθιστόρημα του Perelandra, θέλοντας να διηγηθεί ξανά την ιστορία του Κήπου της Εδέμ. 

Η Perelandra είναι ένας άλλος πλανήτης του ηλιακού μας συστήματος, αυτός που οι γήινοι αποκαλούν Αφροδίτη, και είναι όμως απολύτως κατοικημένος από λογικά όντα τα οποία, όμως, μαζί με τον πλανήτη τους ζουν -ω του θαύματος- μέσα στον παράδεισο, όπως ακριβώς μας περιέγραψε τον τελευταίο ένας Αυγουστίνος ή ένας Μ. Βασίλειος: πλήρης αρμονία, γαλήνη και αφθαρσία παντού, απόλυτη απουσία πόνου, ασθένειας, θλίψεων και αγωνιών, ευτυχία απερίσταλτη και αδιατάρακτη. Ο Θεός (τον οποίο στον πλανήτη αυτό αποκαλούν Maledi) θα αποστείλει εκεί έναν γήινο σοφό (ο οποίος στο μυθιστόρημα είναι μάλιστα πανεπιστημιακός καθηγητής) ονόματι Ransom (λέξη που στα αγγλικά σημαίνει την απολύτρωση), για να πληροφορήσει τους αθώους κατοίκους για τον κίνδυνο του κακού τον οποίο στο βιβλίο αντιπροσωπεύει ο Weston, ένας δαιμόνιος γήινος, που οπλισμένος αντιμετωπίζει τους κατοίκους του πλανήτη όπως ένας άποικος τους αγαθούς ιθαγενείς, θέλοντας να τους διαφθείρει και στη συνέχεια να τους υποτάξει (δεν είναι τυχαίο δε πως το όνομά του προέρχεται από την λέξη West - την Δύση). 

Ο Ransom, μόλις βρίσκεται στην Perelandra, συγκλονίζεται: διαπιστώνει αμέσως πως οι αισθήσεις του λειτουργούν διαφορετικά, πολύ βαθύτερα και καθαρότερα, ο νους του γαληνεύει απροσδόκητα, το σώμα του ελαφρώνει. Ποτέ δεν ένοιωσε τη γεύση, την ακοή του και την όρασή του τόσο ζωντανές, ενώ πλήρης αφοβία τον καταλαμβάνει· τα άγρια ζώα είναι φίλοι παιγνιώδεις. Κατάπληκτος και συγκλονισμένος συναντά την Εύα της Perelandra, την Κυρία (Lady), όπως αποκαλείται στο βιβλίο, χωρίς διόλου να σοκάρεται με την γυμνότητα της. «Έρχομαι εν ειρήνη», την χαιρετά τραυλίζοντας. «Και τι θα πει ειρήνη;», του απαντά εκείνη. Μη έχοντας ποτέ γνωρίσει το κακό, δεν φοβάται κανέναν και τίποτα. Όπως τα πολύ μικρά παιδιά, όλη η ζωή της είναι αυτή η «ειρήνη» - τίποτε άλλο δεν γνωρίζει...

Θ’ αφήσω κατά μέρος την εξέλιξη της πάλης μεταξύ καλού και κακού, που συνιστούν την συνέχεια του μυθιστορήματος (όχι φυσικά προτού σας διαβεβαιώσω, για να μην αγωνιάτε, πως η έκβασή της υπήρξε αίσια), για να σχολιάσω αυτόν τον μικρό διάλογο λίγο περισσότερο και να εισέλθουμε έτσι στο θέμα μας.

Παρά την αναμφισβήτητη λοιπόν ευτυχία των κατοίκων της Perelandra, ο Ransom - Λυτρωτής γήινος φαίνεται να ξέρει πολύ περισσότερα από αυτούς, μ’ όλα τα βάσανα και την αλλοτρίωσή του. Οι ευτυχισμένοι αυτόχθονες του διαπλανητικού Παραδείσου είναι πράγματι εντελώς ανυπεράσπιστοι μπροστά στην άλλη όψη του Είναι - Αγαθού, απέναντι, εννοώ, στο Μηδέν - Κακό, το οποίο ωστόσο, παρ’ όλο που δεν «είναι», είναι απολύτως πραγματικό, δρα υποδόρια και αποτελεσματικά, απειλώντας να καταστρέψει –στ’ αλήθεια!- το παν. Γι’ αυτό ακριβώς άλλωστε ο Θεός αποστέλλει τον Λυτρωτή - Προφήτη Ransom σ’ αυτούς (και δεν διαλέγει προς τούτο έναν από δαύτους): είναι η γνώση του Μηδενός ή του Κακού, αν θέλετε, που καθιστά ικανό τον γήινο σοφό να διαφυλάξει το Είναι - Αγαθό. Αυτό σημαίνει όμως πως το κακό είναι υπαρξιακά και οντολογικά αναπόφευκτο; Πως είναι μια προϋπόθεση του Αγαθού κατ’ ανάγκην; Πως ανήκει, θα λέγαμε τολμηρά, στο είναι του Αγαθού (επομένως και του Θεού!); Τελικά το κακό ανήκει στο Είναι των όντων, κι αν όχι που ανήκει;

Στα ερωτήματα αυτά θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια πρώτη απάντηση, διατρέχοντας την φιλοσοφική και την θεολογική παράδοση και καταλήγοντας στη μοντέρνα Γενετική, της οποίας οι αναζητήσεις συνδέονται παράδοξα με τις παραπάνω παραδόσεις.

ΙΙ Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η διάκριση Καλού και Κακού διατρέχει με πολλές μορφές την αρχαία ελληνική σκέψη. Ο φόβος του χάους, της αμετρίας, της Ύβρεως, του μη-όντος κατατρέχει βαθιά τον αρχαίο Έλληνα, γι’ αυτό και ήδη στους Προσωκρατικούς όλες oι οντολογικές έννοιες περί του Όντος -και τέτοιες είναι όχι μόνον ο ηρακλείτειος Λόγος ή ο αναξαγόρειος Νους ή ο πυθαγόρειος αριθμός ή το παρμενίδειο Όν, αλλά και το Άπειρο του Αναξίμανδρου και η Φιλότης του Εμπεδοκλή και το αντίθετο του κενού φυσικό άτομο του Λεύκιππου και του Δημόκριτου (Βλ. π. Ν. Λουδοβίκου, θεολογική Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, Βιβλίο 1, Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2003, σ.σ. 31-138) - αντιπαραθέτοντας σ’ αυτό ακριβώς το μη Όν το οποίο με διάφορες μορφές, όπως είπαμε παραπάνω, εκφράζει στο ηθικό πεδίο το Κακό. Πολύ περισσότερο στον Πλάτωνα, στου οποίου το έργο το Κακό συνδέεται [είτε ως άγνοια και απουσία φρονήσεως (Πρωτ. 355 e ), είτε ως νόσος της ψυχής (Σοφιστ. 228 e ), είτε ως πτώση της ψυχής απ’ τον υπερουράνιο τόπο (Φαίδρος 246 e ), είτε ως κατά φύση κακότητα της ύλης στον Τίμαιο (42 e )] με την απάτη και το ξεγέλασμα αυτού του ψεύτικου κόσμου. Ο οποίος, όπως το βλέπουμε στο μύθο του Σπηλαίου «της Πολιτείας», αδυνατεί να στραφεί προς τον επουράνιο Ήλιο του Αγαθού, και τον κόσμο των Ιδεών (ό.π. σ.σ. 159-177).

Μη ον το Κακό και στον Αριστοτέλη (Μετ. VIII, 9,1051α), αφού δεν ανήκει στον κόσμο των πραγματικοτήτων, ενώ στον Πλωτίνο το Κακό ταυτίζεται εν τέλει με την ύλη (Ενν. 1,8,3), αφού αυτή είναι τόσο απομακρυσμένη από το Εν/Αγαθό, το οποίο είναι ωστόσο η μακρινή πηγή της. Ως οντολογική αρχή το Κακό θα εμφανισθεί κατ’ ουσίαν μόνον στον Μανιχαϊσμό, την ιουδαιοχριστιανίζουσα αυτή ανατολική διαρχική αίρεση, η οποία θέτει δύο ακριβώς αρχές στο Σύμπαν, αντιμαχόμενες μεταξύ τους. Εδώ κομμάτια ολόκληρα του κόσμου είναι κακά, φτιαγμένα από το Κακό, ενώ άλλα -τα πιο πνευματικά- είναι φτιαγμένα από το Καλό και η μεταξύ τους συμφιλίωση είναι αδύνατη.

III Όσον αφορά τώρα στη χριστιανική θεολογία, η θέση τόσο της ανατολικής - ελληνικής όσο και της δυτικής - λατινικής παράδοσης φαίνεται κατ’ αρχήν ταυτόσημη και προς αυτήν της αρχαίας φιλοσοφίας. Έτσι ο Ωριγένης από τη μια μας βεβαιώνει (De Princ. II, 9, 2 · In Joh. 4, II, 17) πως ο Θεός δεν είναι ο Δημιουργός του κακού (με κ μικρό πλέον, αφού μόνον ο Θεός συνιστά το όντως Είναι) και πως αυτό δεν διαθέτει μια δική του υπόσταση ή ζωή ή ουσία -υφίσταται ως άρνηση του αγαθού, μία ιδέα που θα συναντήσουμε πολλές φορές στη Δυτική σκέψη μέχρι τον Έγελο. Ο Αυγουστίνος από την άλλη (π.χ. Conf. Ill, 7,12) μας βεβαιώνει παρομοίως ότι το κακό δεν υπάρχει ως ένα μεταξύ των όντων, αλλά συνίσταται ως άρνηση του αγαθού, privatio boni. Είναι μια απλή απουσία του αγαθού, της οποίας φυσικά δεν είναι δημιουργός ο Θεός (De quaest. 83, 24).

Με τον Αυγουστίνο ωστόσο αρχίζει μια σειρά μεγάλων προβλημάτων περί το κακό, τα οποία ταλανίζουν Δύση και Ανατολή μέχρι σήμερα. Θα καταλάβετε τι εννοώ όταν σας αναφέρω πως ο Αυγουστίνος είναι αφενός εκείνος ο οποίος συνέδεσε το κακό με το περίφημο, όπως ονομάσθηκε από τον ίδιο κατά το έτος 396, «Προπατορικό Αμάρτημα», το οποίο γι’ αυτόν είναι ένα ιστορικό γεγονός, όπως η άλωση της Τροίας ή oι Περσικοί πόλεμοι – πράγμα διόλου αυτονόητο για την ελληνική πατερική παράδοση ωστόσο. Τώρα λοιπόν είναι η αμαρτία που «γεννά» το κακό και όχι αντίστροφα. Για να καταλάβετε τη διαφορά, θα πω πως για τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, για παράδειγμα, αιτία του κακού είναι η εκ του μηδενός δημιουργία του κόσμου -υφίσταται, δηλαδή, όχι μόνον μια φορά προς το Είναι αλλά επίσης και μία άλλη προς «απογένεσιν», όπως λέγει, των όντων- το κακό είναι θεμελιωδώς μια φθορά του είναι και όχι ένα «ηθικό» γεγονός. Έτσι, ενώ για τον Αγ. Μάξιμο (ή τον Μ. Αθανάσιο) είναι ακριβώς ο πρωταρχικός σπόρος του μηδενός μέσα στα σπλάγχνα του όντος που γεννά την δυνατότητα της αμαρτίας και συνεπώς του κακού, εάν και εφόσον ενεργοποιηθεί απ’ την ελεύθερη προαίρεση του ανθρώπου, στον Αυγουστίνο είναι, αντίστροφα, η ηθική απόφαση δύο ανθρώπων (του Αδάμ και της Εύας) που γεννάει το κακό (μ’ όλη την ένοχη του - ο Αυγουστίνος είναι ο πατέρας της ενοχής στη Δύση).

Αυτό έχει μια πελώρια συνέπεια στο επίπεδο της οντολογίας. Θεωρήθηκε απ’ τον Αυγουστίνο, μ’ όλα αυτά, πως το κακό «εφευρέθηκε» απ’ τον άνθρωπο (με την συνδρομή βεβαίως του διαβόλου, του οποίου η θέση ωστόσο δεν είναι αρκετά ισχυρή, διόλου παράδοξα στο αυγουστίνειο έργο), η δε εφεύρεση αυτή φανερώνει μια πλήρη και ηθελημένη καταστροφή της φύσης του. Με την εφεύρεση δηλαδή αυτή ο άνθρωπος έδειξε πως η φύση του, ενώ πλάστηκε αθώα και καλή απ’ τον Θεό, έγινε ηθελημένα κατ’ ουσίαν κακή -και μάλιστα η γυναικεία φύση. Διότι η γυναίκα, προτού ήδη συναντήσει το Φίδι - Διάβολο, είχε ήδη εντός της την δίψα της δύναμης και την αυθάδεια της εύκολης ισοθεΐας, στις οποίες παρασύρει δόλια και τον Αδάμ, αποδεικνύοντάς τον όμοιό της. Μ’ απλά λόγια, κατά την αυγουστίνεια θεολογία, ο άνθρωπος δεν είναι κακός επειδή ηθελημένα ή κατόπιν απάτης μετέχει και αφήνεται στην ενεργούμενη ήδη κοσμική φθορά, αλλά εφευρίσκει αυτός ο ίδιος την φθορά στην φύση του την ίδια. (Δεν αγνοώ πως είναι δυνατόν και στους Έλληνες Πατέρες να βρούμε παρεμφερείς θέσεις, θεωρώ όμως πως αυτές δεν κυριαρχούν θεωρητικά στην πατερική παράδοση, όντας μάλλον κηρυγματικού χαρακτήρα). Έτσι γεννιέται η ιδέα της κληρονομικής ενοχής, καθώς και αυτή του απολύτου προορισμού. Καθώς η φύση του ανθρώπου είναι απολύτως πλέον διεστραμμένη, ο άνθρωπος αδυνατεί ν’ αναζητήσει πράγματι τον θεό και τη Χάρη Του -αυτή η τελευταία μπορεί να είναι μόνον ένα αναγκαστικό και αναντίστατο (ο Αυγουστίνος χρησιμοποιεί εδώ, χαρακτηριστικά τη λέξη irresistible) δώρο του Θεού σ’ αυτούς που Εκείνος, για άγνωστους λόγους, επιθυμεί. Οι υπόλοιποι είναι καταδικασμένη μάζα - massa damnata. Με τον τρόπο όμως αυτό ελάχιστα γίνεται λόγος περί ελευθερίας στον άνθρωπο. Πράγματι, η ανθρώπινη ελευθερία έχει ελάχιστη σημασία εδώ. Ή μάλλον δεν υπάρχει καν ελευθερία ως εκλογή αλλά ως αναγκαστική αποδοχή της αναντίστατης χάρης του Θεού.

IV Ανακεφαλαιώνω: ενώ όλη η αρχαία φιλοσοφία και η χριστιανική θεολογία (πλην του Μανιχαϊσμού) συμφωνούν κατ’ ουσίαν για το ότι το Κακό είναι απλώς άρνηση του Αγαθού, με τον Αυγουστίνο ο άνθρωπος γίνεται αιτία του κακού, γινόμενος έκτοτε κακός στην ίδια την φύση του -τώρα η κακότητα και η ενοχή της κληρονομούνται, μαζί φυσικά με την καταδίκη τους. Έτσι, ενώ για τον άγιο Ειρηναίο Λυώνος, για παράδειγμα, οι πρωτόπλαστοι αμαρτάνουν άθελά τους και λόγω πνευματικής ανωριμότητας, στον Αυγουστίνο η αμαρτία είναι έκφραση προϋπάρχουσας συνειδητής φυσικής διαστροφής (pervertio). Και είναι αδύνατον φυσικά στο σημείο αυτό να περιγράψω τον φόβο και την ενοχή που δημιούργησαν στους αιώνες θέσεις σαν κι αυτές, μαζί με τον συνεχή πειρασμό της κατηγορίας κατά του Θεού του ίδιου, ο Οποίος δημιούργησε μια ανθρώπινη φύση τόσο εύκολα και τόσο βαθιά και μόνιμα διαστρεφόμενη. Ο άνθρωπος λοιπόν είναι ένα «αμαρτωλό αυτόματο», είναι αδύνατον να μην αμαρτήσει, διότι η αμαρτία και το κακό έχουν γίνει μέρος της φύσης του. Μόνο η ανεξιχνίαστη επέμβαση του Θεού μπορεί να σταματήσει το δράμα αυτό και καμιά απολύτως αγαθή ανθρώπινη προαίρεση ή προσπάθεια. Ο Θεός συνεργάζεται ίσως με την ανθρώπινη ελευθερία, αλλά αποφασίζει μόνος Του, ανεξάρτητα απ’ αυτήν.

Oι θέσεις αυτές παρέμειναν στην Δυτική θεολογία ισχυρές, παρά την μεγάλη στροφή την οποία επεχείρησε ο άλλος μεγάλος της Δύσης, ο Θωμάς Ακινάτης, αποδίδοντας, όπως οι Έλληνες Πατέρες, και αυτός την αιτία του κακού στην κτιστότητα και την τρεπτότητα των όντων και όχι στο Προπατορικό Αμάρτημα. Την ίδια εποχή η Ελληνική Πατερική θεολογία έχει αποκρυσταλλώσει τις θέσεις της για την αιτιολόγηση του κακού, μ’ έναν τρόπο τον οποίο θα μπορούσαμε σχηματικά ν’ αποδώσουμε ως έξης, με βάση τα όσα ήδη είπαμε. Οι αιτίες λοιπόν του κακού είναι εδώ κυρίως τρεις:

Πρώτη είναι το ίδιο το γεγονός της κτιστότητας και της εκ του μηδενός δημιουργίας, γεγονός που καθιστά τη φύση των όντων «ευόλισθον» προς το απόλυτο Μηδέν απ’ το οποίο προήλθαν, ειδικά αν ο άνθρωπος θεωρεί την ύπαρξή του αυτάρκη και μη δεομένη θείας Βοηθείας και χάριτος.

Δεύτερη αιτία του κακού είναι η ελεύθερη προαίρεση του ανθρώπου, ο οποίος, ως πρόσωπο, αμαρτάνει ή σφάλλει σηκώνοντας ταυτόχρονα την ευθύνη των επιλογών του: η διαστροφή ή καταστροφή της φύσης του ανθρώπου και του κόσμου είναι ένα απλό επιφαινόμενο της λαθεμένης του επιλογής, είναι ένα γεγονός συνεπώς μη μόνιμο αλλά θεραπευόμενο (ήδη σιγά-σιγά από τώρα και τελείως, στα έσχατα) με την αλλαγή και μόνο της θέλησης του ανθρώπου.

Και τρίτη αιτία του κακού, συνδεόμενη μάλιστα αρκετά με τις δύο πρώτες, είναι το γεγονός πως ο κόσμος δεν συγκροτείται ως «μονόλογος» του Θεού αλλά ως «διάλογός» Του με τον άνθρωπο. Για κάθε αγαθή βούληση του Θεού, λοιπόν, χρειάζεται μια εξίσου «αγαθή» απάντηση του ανθρώπου. Αν η τελευταία λείπει, η πρώτη ακυρώνεται. Ο Θεός αδυνατεί να κάνει άμεσα το καλό αν ο άνθρωπος το αρνείται. Το κάνει τότε ακριβώς έμμεσα κι αυτό σημαίνει αξιοποιώντας το παραγόμενο κακό προς υπεράσπιση και άμυνα του αγαθού, όπως ακριβώς με τον Ransom, τον μυθιστορηματικό ήρωα με τον οποίο ξεκινήσαμε. Ο Ransom παραχωρήθηκε να περάσει, αρκετά επώδυνα, απ’ το κακό, είναι όμως ο καλύτερος τώρα πλέον υπερασπιστής του αγαθού -αυτός και όχι οι πανευτυχείς και ακακοποίητοι κάτοικοι της Perelandra, οι οποίοι, ακριβώς λόγω της παραδείσιας ευτυχίας τους, αδυνατούν παραδόξως να διακρίνουν το κακό πίσω απ’ τη δολιότητα του πανούργου Weston, όπως ακριβώς άλλοτε συνέβη με τον Όφη και την Εύα της διήγησης της βιβλικής Γενέσεως. Το ότι ο Ransom παρά τη γνώση του Κακού επιθυμεί το Αγαθό και το υπερασπίζεται μέχρι θανάτου, σημαίνει ακριβώς πως, αντίθετα απ’ τον Αυγουστίνο, το κακό δεν ανήκει στη φύση του ανθρώπου, δεν διαστρέφεται ο άνθρωπος καθ’ ολοκληρίαν, αλλά ανάλογα με την ελεύθερη κλίση της προαίρεσής του μπορεί να αναδείξει όλη την έμφυτη αγαθότητα της φύσης του, η οποία εικονίζει άλλωστε την αγαθότητα του θεού του ίδιου. Για την πατερική άλλωστε παράδοση, το κακό είναι κάτι στο οποίο υπόκειται ο άνθρωπος, ακόμη και όταν το πράττει –δεν το εφευρίσκει εξ ου και η απουσία ηθικισμού ή νομικισμού στους Έλληνες Πατέρες. Ο άνθρωπος πάσχει το προκτισιακό μηδέν, όταν δεν μετέχει στη Χάρη του Θεού: αυτό είναι το μυστήριο του κακού. 

Είναι λάθος, εξάλλου, το να θεωρείται πως η βιβλική περί του κόσμου έκφραση του Θεού, ως «καλού λίαν», αναφέρεται στην «αρχή» του κόσμου. Πρόκειται για έκφραση εσχατολογική, αναφερόμενη στην εσχατολογική τελείωση του κόσμου, κατά την πατερική τουλάχιστον παράδοση, όπως προσπάθησα να δείξω αλλού (βλ. η Ευχαριστιακή Οντολογία, Δόμος, Αθήνα 1992). Η έκφραση αυτή σημαίνει οπωσδήποτε και την τελική υπέρβαση του θανάτου, ο οποίος σαφώς φυσικά προϋπήρχε της δημιουργίας του ανθρώπου - διαφορετικά ο κόσμος και ο άνθρωπος θα ήταν, κατά φύση και αναγκαστικά, απ’ την αρχή τους θεοί. Ο θάνατος προϋπήρχε, ως συνέπεια ακριβώς, όπως είπαμε, της εκ του μηδενός δημιουργίας, χωρίς φυσικά ν’ ακυρώνεται η προοπτική υπέρβασης του κατά χάριν και όχι κατά φύσιν - διαφορετικά (αν ο Αδάμ δηλαδή δεν γνώριζε τίποτε περί θανάτου) δεν θα είχε νόημα η προειδοποίηση του Θεού προς αυτόν πως «θανάτω αποθανείσθε», μετά την τυχόν βρώση του απαγορευμένου καρπού. 

Στον Αδάμ γίνεται η οντολογική πρόταση για υπέρβαση του θανάτου από μέρους του Θεού (και όχι μια πρόταση για ηθική επιλογή)· είναι ο Αδάμ το ον το οποίο ορίζεται θα λέγαμε υπαρξιακά απ’ την πρόταση ακριβώς αυτή του Θεού προς αυτό να γίνει, εν ελευθερία, δι’ αυτού η είσοδος αυτή του Ακτίστου στο κτιστό. Στα όρια του νεώτερου υποκειμενισμού η οντολογική αυτή υφή του διαλόγου ανθρώπου και Θεού κινδυνεύει, καθώς το κακό, είτε ηθικολογικά είτε ορθολογικά, τοποθετείται είτε εντός του ανθρώπου, ως μέρος της φύσης του, είτε εκτός του, ως «αντικειμενικό» εξωτερικό γεγονός. Εκτός του ότι καταλήγουν υποχρεωτικά σε διάφορες μορφές θεοδικίας, τα παραπάνω αποκρύπτουν το γεγονός πως το κακό δεν υφίσταται ως αυγουστίνεια φυσική διαστροφή (pervertio) λόγω της αμαρτίας, αλλά ως διακοπή, μερική ή πλήρης, του διαλόγου αυτού μεταξύ ανθρώπου και Θεού, ο οποίος ελεύθερα συνάπτει τον θάνατο με τη ζωή, το κτιστό με το άκτιστο. Και μάλιστα, αν τα παραπάνω είναι σωστά, είναι αυτός ακριβώς ο διάλογος που αποτελεί ακριβώς την διαδικασία μέσω της οποίας η εσχατολογική εξάλειψη του κακού γίνεται πιθανή, ως ενσωμάτωση δηλαδή του κτιστού Είναι στο Αναστημένο Σώμα του Χριστού εν προαιρέσει, ως «κοινωνία γνώμης», κατά την έκφραση του Αγ. Νικολάου Καβάσιλα και όχι απλώς ως υποχρεωτική ανάσταση των νεκρών. Με τον διάλογο, λοιπόν, αυτό ο άνθρωπος εξαλείφει απ’ την κτίση κάποια κομμάτια του προκτισιακού μηδενός, κατά την προαίρεση του, μεταβάλλοντάς την σε κατά χάριν άκτιστο Σώμα Χριστού. Μια τέτοια στάση επιτρέπει στον Θεό να επεμβαίνει περισσότερο στον κόσμο, περιορίζοντας το κακό ακόμη και όταν ο άνθρωπος δεν επαρκεί προς τούτο - ουδέποτε όμως, ούτε στα έσχατα, το κακό, ως άρνηση του διαλόγου μετά του Θεού, θ’ αφανιστεί εντελώς, παρά την υποχρεωτική αφθαρσία των όντων. Αυτό το οποίο τότε θα φανεί, όμως, είναι το ότι το κακό δεν αποτελεί μέρος της Δημιουργίας, του Είναι, της Ζωής, αλλά προαιρετική τους άρνηση. 

Σε αντίθεση με τον Αυγουστίνο, ο Μάξιμος ο Ομολογητής, επιπλέον, θεωρεί μόνον την «πτώση της προαίρεσης» διαβλητή, ενώ αυτήν της φύσεως αδιάβλητη. Δεν υπάρχει «κακή φύση» λοιπόν στην πατερική παράδοση · το ίδιο το γεγονός που περιγράφεται στη διήγηση της Γενέσεως ως πτώση του ανθρώπου είναι μια προαιρετική κίνηση αναχώρησης απ’ την βιωματικά αφθαρτοποιό άκτιστη Πρόνοια του Θεού και δεν μας ενδιαφέρει ως ιστορικό γεγονός. 

V Αλλά ας επιστρέψουμε και πάλι στη Δύση για να δούμε δι’ ολίγων την συνέχεια και να φθάσουμε και ως τη σύγχρονη Γενετική. Οι εκτιμήσεις μου είναι φυσικά υποκειμενικές και είναι δυνατόν να συζητηθούν και διαφορετικά κάποια σημεία της σχετικής ιστορίας. Τα δύο μεγάλα προβλήματα τα οποία ανέκυψαν στη Δύση εξαιτίας της διάδοσης των θέσεων του Αυγουστίνου, που ήδη εξετάσαμε, νομίζω πως υπήρξαν το πρόβλημα καταρχήν της υπεράσπισης του Θεού και αυτό της υπεράσπισης της φύσης (του ανθρώπου και του κόσμου) στη συνέχεια. Το πρώτο έργο το ανέλαβε ο Γερμανός φιλόσοφος Leibniz και το δεύτερο ο Γάλλος φιλόσοφος Rousseau. Και ο μεν Leibniz (1646 – 1716) επιχείρησε μια ολόκληρη «θεοδικία», λέξη πλασμένη απ’ τον ίδιο και τίτλος ομώνυμου βιβλίου του (1710). Ο φιλόσοφος προσπαθεί να δικαιώσει τον Θεό, υποθέτοντας πως αυτός ανέχεται το κακό με σκοπό να βγει τελικά κάποιο καλό απ’ αυτό, μέσα σ’ έναν κόσμο δημιουργημένο απ’ τον Ίδιο, κόσμο που είναι «ο καλύτερος δυνατός απ’ όσους θα μπορούσαν να δημιουργηθούν», κατά την πασίγνωστη φράση του. Το ότι οι άνθρωποι μπορούν να σκεφθούν καλύτερους κόσμους, τούτο δεν σημαίνει πως αυτοί οι κόσμοι είναι πράγματι καλύτεροι, αφού η ανθρώπινη κρίση σφάλλει, περιοριζόμενη από πάθη υποκειμενικά και την άγνοια. Ο Θεός δημιούργησε τον καλύτερο δυνατό κόσμο, λοιπόν, υπό την προϋπόθεση πως αυτό θα το δούμε στο φως των δικών του επιλογών, οι οποίες είναι κατά πολύ ανώτερες και σοφότερες των δικών μας.

Οι θέσεις αυτές αποτέλεσαν προσφιλή στόχο πλήθους επιθέσεων από πλευράς των αθεϊστών, μ’ όλο που δεν διαφέρουν ουσιαστικά από την πιο παρωχημένη τους επεξεργασία, αυτή του Hegel, ο οποίος στο κακό είδε, όπως ήδη είπαμε, μια αναγκαία «αρνητικότητα», την οποία το Πνεύμα-Θεός χρησιμοποιεί για μια ανώτερη σύνθεση που περιλαμβάνει μια σύντηξη των δύο (Καλού και Κακού ή Είναι και Μηδενός) μέσα στο Είναι. Νομίζω όμως πως πολύ μεγαλύτερη επίδραση στη Δύση είχε ο άλλος φιλόσοφος, ο υπερασπιστής της ανθρώπινης και κοσμικής φύσης, ο Rousseau (1712 - 1778). Η θέση του Γάλλου φιλοσόφου έχει το προσόν της εξαιρετικής απλότητας: η φύση του ανθρώπου και του κόσμου, λέγει, είναι βαθύτατα καλή και αγαθή. Ενάντια στον Αυγουστίνο (ή τον Καλβίνο) θεωρεί πως η φύση είναι ο καλύτερος δάσκαλος του καλού και η συμφωνία μαζί της κανόνας ζωής και αλήθειας. Ο θάνατος δεν είναι προϊόν συνεπώς αμαρτήματος ή πτώσης και η πολιτική ανισότητα, επιπλέον, είναι εντελώς αστήρικτη. 

Με τον Rousseau η Δύση ξαναβρίσκει την θεμελιώδη χριστιανική θέση πως η φύση ανθρώπου και κόσμου είναι έργο του Θεού αγαθό - μόνο που ξαναβρίσκει τη θέση αυτή ως εναντίωση στην επίσημη εκκλησιαστική διδασκαλία, η οποία, είτε στην καλβινική Γενεύη όπου μεγάλωσε ο Rousseau είτε στη ρωμαιοκαθολική ή λουθηρανική υπόλοιπη Ευρώπη, θέλει συνήθως με αυγουστίνειο τρόπο τη φύση πεσμένη και διεστραμμένη. Οι Ευρωπαίοι, με τον Rousseau και στη συνέχεια με τον Διαφωτισμό, ξαναβρίσκουν λοιπόν μια θεμελιώδη πατερική θέση, αλλά ως διαμαρτυρία ενάντια στην Εκκλησία ή τη θεολογία της, διαμορφώνοντας μια ανθρωπολογία την οποία θεωρούν αθεϊστική (και η Εκκλησία επίσης την θεωρεί τέτοια), ενώ είναι χριστιανικότερη της εκκλησιαστικής. Το κακό δεν σταματά εδώ όμως. Χωρίς θεολογική αναφορά, η ανατίμηση αυτή της φύσης είδε μπροστά της ν’ ανοίγεται ο θεωρητικός δρόμος του De Sade. Πράγματι ο τελευταίος δεν είναι παρά ένας βίαια αντιχριστιανός μαθητής του Rousseau, που αποκαλύπτει πως η φύση δεν διδάσκει μόνον την αρμονία αλλά και τη βία και τον φόνο. Η φυσική ζωή θα σήμαινε έτσι την δεξίωση και αυτών λοιπόν των «φυσικών» επιδόσεων, «πέρα απ’ το καλό και το κακό», όπως θα ‘λέγε ο Nietzsche, ο οποίος αποτελεί και την κορύφωση του δρόμου που πήρε η Δύση με τον Rousseau, αντιπαλεύοντας τον Αυγουστίνο. Η φύση υπαγορεύει εν τέλει τη θέληση για δύναμη ως ύψιστο κριτήριο ζωής· έχω δείξει σε παλαιότερο βιβλίο μου (π. Ν. Λ., Η Κλειστή Πνευματικότητα και το Νόημα του Εαυτού. Ο Μυστικισμός της ισχύος και η αλήθεια φύσεως και προσώπου, β΄ έκδ., Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999) πως με τον τρόπο αυτό ο Nietzsche όχι μόνον δεν απομακρύνεται από τον Αυγουστίνο, αλλά υιοθετεί το βαθύτερο σχήμα σκέψης του τελευταίου: στη θέση της πεσμένης φύσης, που στον Αυγουστίνο κυριαρχείται απ’ την αθάνατη και πνευματική ψυχή, τίθεται τώρα όλη αυτή η ανυπόστατη «πνευματικότητα», κυριαρχούμενη απ’ τα ζωτικά φυσικά ένστικτα.

VI Αυτή είναι εν συντομία η πνευματική ατμόσφαιρα μέσα στην οποία γεννιέται ο νεώτερος θεωρητικός προβληματισμός περί του κακού στο χώρο της Γενετικής. Στα νεώτερα χρόνια η ανάπτυξη της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας προχώρησαν σημαντικά περισσότερο όλη αυτή την ορθολογική αναζήτηση του αιτίου του κακού μέσα στα όρια τα ίδια της ανθρώπινης φύσης και ποτέ έξω της. Ακολουθεί η αποδοχή του κακού ως στοιχείου της φύσης με την κατάλληλη «επιστημονική εξήγηση», ή τουλάχιστον η μερική απενοχοποίησή του. Απ’ την πλήρη εξουδένωση της φύσης ως την υπό όρους αποδοχή της όμως το οντολογικό σκηνικό παραμένει αμετάβλητο: καμιά ουσιαστική προοπτική δεν υφίσταται για την ελευθερία ως δυνατότητα μεταμόρφωσης αυτής της φύσης και όχι απλώς ως αποδοχής ή απόρριψης της.

Θέλω στο σημείο αυτό να εξετάσουμε σύντομα τρία πρόσφατα βιβλία τα οποία θέτουν το πρόβλημα του κακού στην προοπτική της Γενετικής του εξήγησης. Το πρώτο απ’ αυτά είναι το βιβλίο του Robert Wright, The Moral Animal (1994). Στο βιβλίο του ο Wright θέτει υπό συζήτηση αυτό που αποκαλεί «ψυχολογία της εξέλιξης» με βιολογικούς όρους: τα πάντα εξηγούνται ως προερχόμενα από μια επιθυμία επιβίωσης των ανθρώπων που προσδιορίζεται ούτως ή άλλως από τη φυσική επιλογή. Συνεπώς, ελάχιστη γενετική βάση έχει η διάκριση καλού και κακού, ηθικού ή μη ηθικού: όσον αφορά στη σεξουαλική συμπεριφορά των γυναικών, λόγου χάρη, «συγκρατημένες» και πιο «ηθικές» είναι απλώς οι πιο σίγουρες για τον εαυτό τους, ενώ επιθετικές οι πιο ανασφαλείς. Ο στόχος όμως παραμένει ο ίδιος. Για όλες τις συμπεριφορές ισχύει το ίδιο. Η ηθικότητα έρχεται σε αντίθεση στην πραγματικότητα με την εξελικτική λογική, η οποία προσδιορίζεται αποτελεσματικά απ’ τα γονίδια και το περιβάλλον. Αν ήμασταν σε θέση να το αποδεχθούμε αυτό, ισχυρίζεται ο συγγραφέας, θα διαθέταμε πολλή περισσότερη ανοχή και συγχωρητικότητα προς αλλήλους. Βεβαίως κάθε είδους αλτρουισμός ή ανιδιοτέλεια θα έπρεπε επίσης ν’ αποδοθεί σε γενετικά προσδιορισμένη ανώτερη εξελικτική ιδιοτέλεια

Το δεύτερο βιβλίο που θα εξετάσουμε είναι αυτό του Lyall Watson, Dark Nature : a Natural History of Evil (1996). Ο Watson υποστηρίζει πως η φύση είναι βαθύτατα μη ηθική, βρίσκεται πέραν του καλού και του κακού. Αυτό ακριβώς διαφαίνεται μέσα στον κόσμο των γονιδίων, τα οποία απλώς κάνουν οτιδήποτε για επιβίωση, ακολουθώντας κυρίως τις εξής μεθόδους:

 1) Είναι εχθρικά προς τους ξένους,

 2) Φιλικά προς τους φίλους και

 3) Εξαπατούν όσο είναι δυνατόν.

 Όλη η ανθρώπινη συμπεριφορά κτίζεται στην πραγματικότητα με βάση τις αρχές αυτές, ισχυρίζεται ο συγγραφέας, αν και υπάρχουν και άλλες, μη εμφανώς βιολογικές αρχές, όπως ο αλτρουισμός, το μαρτύριο, η ασκητικότητα, οι οποίες δρουν και αυτές όμως με βουλητικούς κατά βάση σκοπούς, επιτρέποντας μια μικρή απλώς ανάδυση απ’ το πέλαγος της φυσικής επιλογής, μια μικρή μα ουσιώδη διαφορά του ανθρώπου απ’ τα ζώα.

 

Τελευταίο είναι το βιβλίο του Β. Appleyard, In Brave New Worlds. Staying Human in the Genetic Future (1998). Στο βιβλίο του αυτό ο συγγραφέας αναμετράται μ’ αυτό που αποκαλεί «γονοκεντρισμό» (genocentrism) και τολμά να θέσει το ερώτημα της ανθρώπινης ελευθερίας και ευθύνης αν τα πάντα σχεδόν στη συμπεριφορά προσδιορίζονται από γονίδια. Το πραγματικό ασυνείδητο, σημειώνει, έχει να κάνει μ’ αυτήν την κρυφή εσώτερη δράση των γονιδίων εντός μας, τα οποία ακολουθούν τους δικούς τους βιολογικούς δρόμους, άσχετα προς τα ήθη και τις συνειδητές μας δήθεν επιλογές. Ο Appleyard θρηνεί για την πιθανότητα μιας πλήρους επικράτησης του «γονοκεντρισμού», πράγμα που θα επέτρεπε σαφώς ολοκληρωτικές λύσεις στο μέλλον, αλλά ταυτόχρονα δεν έχει να αντιπαραθέσει τίποτε σ’ αυτόν.

VII Είναι φανερό πως μια σειρά οντολογικών και κυρίως θεολογικών ερωτημάτων εγείρονται πλέον ακόμη. Η Δύση βεβαίως παραπαίει ανάμεσα στην σύγχρονη πλήρη αποδοχή και την αρχαία της αυγουστίνεια και καλβινική πλήρη απόρριψη της φύσης, αλλά το ερώτημα στο οποίο η θεολογία δεν απαντά ακόμη είναι αυτό που αναφέρεται στην δυνατότητα μιας πραγματικής σχέσης της φύσης αυτής με τον άκτιστο Θεό

. Αν ο Θεός διαθέτει άκτιστες ενέργειες δρων ως πρόσωπο και αν ο άνθρωπος επίσης ως πρόσωπο μπορεί με τις δικές του ενέργειες να δεξιωθεί τον Θεό, τότε η φύση μεταμορφώνεται, χωρίς να χάνεται, εξαφανιζόμενης κάθε αναγκαστικής φυσικής νομοτέλειας.

Τι είναι όμως το πρόσωπο; Και τι είναι η ελευθερία; Υπάρχει μια βιοχημεία της ελευθερίας; (Αν υπάρχει, δεν υπάρχει ελευθερία...). Που εδράζεται το πρόσωπο ή η ελευθερία μέσα στον άνθρωπο; Στην ψυχή του; Και τι είναι η ψυχή, όταν μάλιστα η ελληνική πατερική παράδοση έχει απορρίψει κάθε μεταφυσική έννοια της ψυχής, θεωρώντας την κατ’ ουσίαν υλική; Έχουμε ακόμη πάρα πολλά πράγματι να μάθουμε για τον άνθρωπο, ακριβώς διότι κατά την πατερική θεολογία ο άνθρωπος δεν είναι ένα δεδομένο ον αλλά ένα ον εν τω γίγνεσθαι, που δημιουργείται συνέχεια, και μόνον στα έσχατα θα μάθουμε τι τέλος πάντων είναι. Η μεγάλη συμβολή της Ορθόδοξης θεολογίας στην ανθρωπολογική αυτή απορία είναι ωστόσο πως μας έμαθε πως είναι αδύνατο να χωρίσουμε το περί ανθρώπου ερώτημα απ’ το ερώτημα περί Θεού και πως μόνον η απάντηση σ’ αυτό το τελευταίο προοιωνίζεται και την απάντηση στο πρώτο(
IN).

Δημιουργία αρχείου: 9-3-2011.

Τελευταία ενημέρωση: 9-3-2011.

Western philosophy[edit]

§Spinoza[edit]

Benedict de Spinoza states

 

1. By good, I understand that which we certainly know is useful to us.

2. By evil, on the contrary I understand that which we certainly know hinders us from possessing anything that is good.[9]

Spinoza assumes a quasi-mathematical style and states these further propositions which he purports to prove or demonstrate from the above definitions in part IV of his Ethics :[9]

Proposition 8 “Knowledge of good or evil is nothing but affect of joy or sorrow in so far as we are conscious of it.”

Proposition 30 “Nothing can be evil through that which it possesses in common with our nature, but in so far as a thing is evil to us it is contrary to us.”

Proposition 64 “The knowledge of evil is inadequate knowledge.”

Corollary “Hence it follows that if the human mind had none but adequate ideas, it would form no notion of evil.”

Proposition 65 “According to the guidance of reason, of two things which are good, we shall follow the greater good, and of two evils, follow the less.”

Proposition 68 “If men were born free, they would form no conception of good and evil so long as they were free.”

§Nietzsche[edit]

Friedrich Nietzsche, in a rejection of the Judeo-Christian morality, addresses this in two works Beyond Good and Evil and On the Genealogy of Morals where he essentially says that the natural functional non-good has been socially transformed into the religious concept of evil by the slave mentality of the weak and oppressed masses who resent their masters (the strong).

§Psychology[edit]

§Carl Jung[edit]

Carl Jung, in his book Answer to Job and elsewhere, depicted evil as the dark side of the Devil. People tend to believe evil is something external to them, because they project their shadow onto others. Jung interpreted the story of Jesus as an account of God facing his own shadow.[10]

§Philip Zimbardo[edit]

In 2007, Philip Zimbardo suggested that people may act in evil ways as a result of a collective identity. This hypothesis, based on his previous experience from the Stanford prison experiment, was published in the book The Lucifer Effect: Understanding How Good People Turn Evil.[11]

§Religion[edit]

Main article: Problem of evil

§Bahá’í Faith[edit]

The Bahá’í Faith asserts that evil is non-existent and that it is a concept for the lacking of good, just as cold is the state of no heat, darkness is the state of no light, forgetfulness the lacking of memory, ignorance the lacking of knowledge. All of these are states of lacking and have no real existence.[12]

Thus, evil does not exist, and is relative to man. ‘Abdu’l-Bahá, son of the founder of the religion, in Some Answered Questions states:

“Nevertheless a doubt occurs to the mind—that is, scorpions and serpents are poisonous. Are they good or evil, for they are existing beings? Yes, a scorpion is evil in relation to man; a serpent is evil in relation to man; but in relation to themselves they are not evil, for their poison is their weapon, and by their sting they defend themselves.”[12]

Thus, evil is more of an intellectual concept than a true reality. Since God is good, and upon creating creation he confirmed it by saying it is Good (Genesis 1:31) evil cannot have a true reality.[12]

§Buddhism[edit]

Extermination of Evil, The God of Heavenly Punishment, from the Chinese tradition of yin and yang. Late Heian period (12th Century Japan)

Main: Buddhist Ethics

The primal duality in Buddhism is between suffering and enlightenment, so the good vs. evil splitting has no direct analogue in it. One may infer however from the general teachings of the Buddha that the catalogued causes of suffering are what correspond in this belief system to evil.[13][14]

Practically this can refer to 1) the three selfish emotions—desire, hate and delusion; and 2) to their expression in physical and verbal actions. See ten unvirtuous actions in Buddhism. Specifically, evil means whatever harms or obstructs the causes for happiness in this life, a better rebirth, liberation from samsara, and the true and complete enlightenment of a buddha (samyaksambodhi).

“What is evil? Killing is evil, lying is evil, slandering is evil, abuse is evil, gossip is evil: envy is evil, hatred is evil, to cling to false doctrine is evil; all these things are evil. And what is the root of evil? Desire is the root of evil, illusion is the root of evil.” Gautama Siddharta, the founder of Buddhism, 563-483 B.C.

§Hinduism[edit]

In Hinduism the concept of Dharma or righteousness clearly divides the world into good and evil, and clearly explains that wars have to be waged sometimes to establish and protect Dharma, this war is called Dharmayuddha. This division of good and evil is of major importance in both the Hindu epics of Ramayana and Mahabharata. However, the main emphasis in Hinduism is on bad action, rather than bad people. The Hindu holy text, the Bhagavad Gita, speaks of the balance of good and evil. When this balance goes off, divine incarnations come to help to restore this balance.

§Islam[edit]

There is no concept of absolute evil in Islam, as a fundamental universal principle that is independent from and equal with good in a dualistic sense. Within Islam, it is considered essential to believe that all comes from Allah, whether it is perceived as good or bad by individuals; and things that are perceived as evil or bad are either natural events (natural disasters or illnesses) or caused by humanity’s free will to disobey Allah’s orders. See however Iblis.

According to the Ahmadiyya understanding of Islam, evil does not have a positive existence in itself and is merely the lack of good, just as darkness is the result of lack of light.[15]

§Judaism[edit]

See also: Satan in Judaism

In Judaism, evil is not real, it is per se not part of God’s creation, but comes into existence through man’s bad actions. Human beings are responsible for their choices. However Jews and non-Jews have the free will to choose good (life in olam haba) or bad (death in heaven). (Deuteronomy 28:20) Judaism stresses obedience to God’s 613 commandments of the Written Torah (see also Tanakh) and the collective body of Jewish religious laws expounded in the Oral Torah and Shulchan Aruch (see also Mishnah and the Talmud). In Judaism, there is no prejudice in one’s becoming good or evil at time of birth, since full responsibility comes with Bar and Bat Mitzvah, when Jewish boys become 13, and girls become 12 years old.

Judaism does not personify evil in Satan; merely “Satan” is the title of an angel who serves as an “accuser” at the heavenly court, who tests us (“hinderer”, “tempter”). The Jewish view of angels is that they can not act on their own, but are totally under control of God himself. Therefore, an angel with the title Satan can not work against God.

§Christian[edit]

See also: Devil in Christianity

Evil according to a Christian worldview is any action, thought or attitude that is contrary to the character or will of God. This is shown through the law given in both the Old and New Testament. There is no moral action given in the Bible that is contrary to God’s character or God’s will. Therefore evil in a Christian world view is contrasted by and in conflict with God’s character or God’s will. This evil shows itself through deviation from the character or will of God.

 

The Devil, in opposition to the will of God, represents evil and tempts Christ, the personification of the character and will of God. Ary Scheffer, 1854.

Christian theology draws its concept of evil from the Greek Old and New Testaments. The Christian Bible exercises “the dominant influence upon ideas about God and evil in the Western world.”[16] In the Old Testament, evil is understood to be an opposition to God as well as something unsuitable or inferior such as the leader of the Fallen Angels Satan [17] In the New Testament the Grek word poneros is used to indicate unsuitability, while kakos is used to refer to opposition to God in the human realm.[18] Officially, the Catholic Church extracts its understanding of evil from its canonical antiquity and the Dominican theologian, Thomas Aquinas, who in Summa Theologica defines evil as the absence or privation of good.[19] French-American theologian Henri Blocher describes evil, when viewed as a theological concept, as an “unjustifiable reality. In common parlance, evil is ‘something’ that occurs in experience that ought not to be.”[20]

In Mormonism, mortal life is viewed as a test of faith, where one’s choices are central to the Plan of Salvation. See Agency (LDS Church). Evil is that which keeps one from discovering the nature of God. It is believed that one must choose not to be evil to return to God.

Christian Science believes that evil arises from a misunderstanding of the goodness of nature, which is understood as being inherently perfect if viewed from the correct (spiritual) perspective. Misunderstanding God’s reality leads to incorrect choices, which are termed evil. This has led to the rejection of any separate power being the source of evil, or of God as being the source of evil; instead, the appearance of evil is the result of a mistaken concept of good. Christian Scientists argue that even the most evil person does not pursue evil for its own sake, but from the mistaken viewpoint that he or she will achieve some kind of good thereby.

§Zoroastrian[edit]

In the originally Persian religion of Zoroastrianism, the world is a battle ground between the god Ahura Mazda (also called Ormazd) and the malignant spirit Angra Mainyu (also called Ahriman). The final resolution of the struggle between good and evil was supposed to occur on a day of Judgement, in which all beings that have lived will be led across a bridge of fire, and those who are evil will be cast down forever. In afghan belief, angels and saints are beings sent to help us achieve the path towards goodness.

§Philosophical questions[edit]

§Universality[edit]

 

Adolf Hitler is sometimes used as a modern definition of evil.[21]Hitler’s policies and orders resulted in the deaths of about 40 million people.[22]

A fundamental question is whether there is a universal, transcendent definition of evil, or whether evil is determined by one’s social or cultural background. C. S. Lewis, in The Abolition of Man, maintained that there are certain acts that are universally considered evil, such as rape and murder. However the numerous instances in which rape or murder is morally affected by social context call this into question. Up until the mid-19th century, the United States — along with many other countries — practiced forms of slavery. As is often the case, those transgressing moral boundaries stood to profit from that exercise. Arguably, slavery has always been the same and objectively evil, but men with a motivation to transgress will justify that action.

The Nazis, during World War II, considered genocide to be acceptable,[23] as did the Hutu Interahamwe in the Rwandan genocide.[24][25] One might point out, though, that the actual perpetrators of those atrocities probably avoided calling their actions genocide, since the objective meaning of any act accurately described by that word is to wrongfully kill a selected group of people, which is an action that at least their victims will understand to be evil. Universalists consider evil independent of culture, and wholly related to acts or intents. Thus, while the ideological leaders of Nazism and the Hutu Interhamwe accepted (and considered it moral) to commit genocide, the belief in genocide as fundamentally or universally evil holds that those who instigated this genocide are actually evil.[improper synthesis?] Other universalists might argue that although the commission of an evil act is always evil, those who perpetrate may not be wholly evil or wholly good entities. To say that someone who has stolen a candy bar, for instance, becomes wholly evil is a rather untenable position. However, universalists might also argue that a person can choose a decidedly evil or a decidedly good life career, and genocidal dictatorship plainly falls on the side of the former.

 

Views on the nature of evil tend to fall into one of four opposed camps:

Moral absolutism holds that good and evil are fixed concepts established by a deity or deities, nature, morality, common sense, or some other source.

Amoralism claims that good and evil are meaningless, that there is no moral ingredient in nature.

Moral relativism holds that standards of good and evil are only products of local culture, custom, or prejudice.

Moral universalism is the attempt to find a compromise between the absolutist sense of morality, and the relativist view; universalism claims that morality is only flexible to a degree, and that what is truly good or evil can be determined by examining what is commonly considered to be evil amongst all humans.

Plato wrote that there are relatively few ways to do good, but there are countless ways to do evil, which can therefore have a much greater impact on our lives, and the lives of other beings capable of suffering.[26]

§Usefulness as a term[edit]

One school of thought that holds that no person is evil, and that only acts may be properly considered evil. Psychologist and mediator Marshall Rosenberg claims that the root of violence is the very concept of evil or badness. When we label someone as bad or evil, Rosenberg claims, it invokes the desire to punish or inflict pain. It also makes it easy for us to turn off our feelings towards the person we are harming. He cites the use of language in Nazi Germany as being a key to how the German people were able to do things to other human beings that they normally would not do. He links the concept of evil to our judicial system, which seeks to create justice via punishment — punitive justice — punishing acts that are seen as bad or wrong.[citation needed]He contrasts this approach with what he found in cultures[which?] where the idea of evil was non-existent. In such cultures[citation needed] when someone harms another person, they are believed to be out of harmony with themselves and their community, are seen as sick or ill and measures are taken to restore them to a sense of harmonious relations with themselves and others.

Psychologist Albert Ellis agrees, in his school of psychology called Rational Emotive Behavioral Therapy, or REBT. He says the root of anger, and the desire to harm someone, is almost always related to variations of implicit or explicit philosophical beliefs about other human beings. He further claims that without holding variants of those covert or overt belief and assumptions, the tendency to resort to violence in most cases is less likely.

American psychiatrist M. Scott Peck on the other hand, describes evil as militant ignorance.[27] The original Judeo-Christian concept of sin is as a process that leads one to miss the mark and not achieve perfection. Peck argues that while most people are conscious of this at least on some level, those that are evil actively and militantly refuse this consciousness. Peck describes evil as a malignant type of self-righteousness which results in a projection of evil onto selected specific innocent victims (often children or other people in relatively powerless positions). Peck considers those he calls evil to be attempting to escape and hide from their own conscience (through self-deception) and views this as being quite distinct from the apparent absence of conscience evident in sociopaths.

According to Peck, an evil person:[27][28]

Is consistently self-deceiving, with the intent of avoiding guilt and maintaining a self-image of perfection

Deceives others as a consequence of their own self-deception

Psychologically projects his or her evils and sins onto very specific targets, scapegoating those targets while treating everyone else normally (“their insensitivity toward him was selective”) [29]

Commonly hates with the pretense of love, for the purposes of self-deception as much as the deception of others

Abuses political or emotional power (“the imposition of one’s will upon others by overt or covert coercion”) [30]

Maintains a high level of respectability and lies incessantly in order to do so

Is consistent in his or her sins. Evil people are defined not so much by the magnitude of their sins, but by their consistency (of destructiveness)

Is unable to think from the viewpoint of their victim

Has a covert intolerance to criticism and other forms of narcissistic injury

He also considers certain institutions may be evil, as his discussion of the My Lai Massacre and its attempted coverup illustrate. By this definition, acts of criminal and state terrorism would also be considered evil.

§Necessary evil[edit]

Martin Luther argued that there are cases where a little evil is a positive good. He wrote, “Seek out the society of your boon companions, drink, play, talk bawdy, and amuse yourself. One must sometimes commit a sin out of hate and contempt for the Devil, so as not to give him the chance to make one scrupulous over mere nothings... .”[31]

According to certain[which?] schools of political philosophy, leaders should be indifferent to good or evil, taking actions based only upon practicality; this approach to politics was put forth by Niccolò Machiavelli, a 16th-century Florentine writer who advised politicians “...it is far safer to be feared than loved.”[32]

The international relations theories of realism and neorealism, sometimes called realpolitik advise politicians to explicitly ban absolute moral and ethical considerations from international politics, and to focus on self-interest, political survival, and power politics, which they hold to be more accurate in explaining a world they view as explicitly amoral and dangerous. Political realists usually justify their perspectives by laying claim to a higher moral duty specific to political leaders, under which the greatest evil is seen to be the failure of the state to protect itself and its citizens. Machiavelli wrote: “...there will be traits considered good that, if followed, will lead to ruin, while other traits, considered vices which if practiced achieve security and well being for the Prince.”[32]

Anton LaVey, founder of the Church of Satan, was a materialist and claimed that evil is actually good. He was responding to the common practice of describing sexuality or disbelief as evil, and his claim was that when the word evil is used to describe the natural pleasures and instincts of men and women, or the skepticism of an inquiring mind, the things called evil are really good.[33]

§See also[edit]

========================================================== Ο Πίνδαρος όπως τον αναφέρει ο Ηρόδοτος,δέχεται ότι «……….νόμον (δηλαδή το έθιμο) πάντων βασιλέα.»;;;;;;;;;;;

July 2015

 

ΠΡΟσχέδιο,για επεξεργασία,που αμφιβάλλω αν θα τελειώσει ποτέ

ΠΡΩΤΑ ΣΚΟΡΠΙΑ  ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ  ΜΙΑ ΒΑΣΗΟ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΑ-ΑΠΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΕΙΚΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΕΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟ ΣΥΝΕΧΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο